To Lockheed Martin P-80 Shooting Star αποτελεί ένα αεροσκάφος σταθμό στην ιστορία της USAF, διότι ήταν το πρώτο αμερικανικό αεριωθούμενο μαχητικό που κατασκευάσθηκε σε παραγωγή και το πρώτο που μπορούσε να επιτύχει μέγιστη ταχύτητα πλεύσης πάνω από 500 μ.α.ώ. Επίσης πάνω στις σχεδιαστικές του γραμμές αναπτύχθηκε το εκπαιδευτικό T-33 ένα από τα πλέον δημοφιλή μεταπολεμικά αεριωθούμενα εκπαιδευτικά.
Η ανάπτυξη αεριωθούμενου μαχητικού στις ΗΠΑ ξεκίνησε πολύ αργότερα από ότι στις προηγμένες τεχνολογικά χώρες της Ευρώπης. Συγκεκριμένα την χρονιά που πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση το γερμανικό αεριωθούμενο Heinkel 178V1 (27 Αυγούστου 1939), οι μηχανικοί της Lockheed Clarence R. «Kelly» Johnson και Hall L. Hibbard ξεκινούσαν τον σχεδιασμό ενός αεριωθούμενου μαχητικού αεροσκάφους. Η Lockheed χρηματοδοτούσε με δικά της κεφάλαια το όλο πρόγραμμα που έφερε το χαρακτηρισμό L-133, αναπτύσσοντας στο πλαίσιο του σχεδιασμού διάφορες εκδόσεις. Η πιο χαρακτηριστική από όλες ήταν το Model L-133-02-01 η οποία αφορούσε ένα αεροσκάφος εφοδιασμένο με πτερύγια canards και δύο στροβιλοκινητήρες L-1000 που ανέπτυσσε η Lockheed.
H USAAF όμως δεν έδειξε ενδιαφέρον για κάποιο από τα σχέδια με αποτέλεσμα να μην διατεθούν κρατικά κονδύλια για ανάπτυξη. Λαμβάνοντας όμως πληροφορίες από τους βρετανούς, οι οποίοι διέθεταν αρκετά εξελιγμένη τεχνολογία σε ότι αφορούσε τους στροβιλοκινητήρες καθώς και στοιχεία από τις μυστικές υπηρεσίες για τα γερμανικά και ιταλικά σχέδια ανάπτυξης αεριωθούμενων αεροσκαφών, η USAAF αποφάσισε να εξελίξει το δικό της αεριωθούμενο μαχητικό. Στο τομέα αυτό καταλυτικό ρόλο έπαιξαν οι Βρετανοί, οι οποίο μην μπορώντας να καταβάλουν τα κονδύλια που όφειλαν στις ΗΠΑ υπό το καθεστώς δανεισμού συστημάτων, αποφάσισαν να τους παραχωρήσουν τα σχέδια για την ανάπτυξη στροβιλοκινητήρων οι οποίοι θα κατασκευαζόταν κατόπιν αδείας από την General Electric. Με δύο στροβιλοκινητήρες General Electric I-A εφοδιάσθηκε το XP-59A Aircomet το οποίο πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση στις 19 Οκτωβρίου του 1942.
Από το XP-59A η USAAF απέκτησε πολύτιμη εμπειρία και στα τέλη του 1942 αποφασίσθηκε η ανάπτυξη του XP-59B το οποίο ήταν η μονοκινητήρια έκδοση του Aircomet. Το Μάρτιο του 1943 δόθηκαν τα σχέδια και οι προδιαγραφές για την ανάπτυξη του στροβιλοκινητήρα Halford H.1B (Goblin) στην Lockheed και αργότερα κατασκευαζόταν κατόπιν αδείας στις ΗΠΑ από την Alliw Chalmers με το χαρακτηρισμό J36. Την άνοιξη του 1943 ξεκίνησαν οι πρώτες ουσιαστικές συζητήσεις μεταξύ AirTechnical Service Command και Lockheed για την ανάπτυξη του νέου αεριωθούμενου μαχητικού το οποίο θα αξιοποιούσε στροβιλοκινητήρα Halford H.1B. Βασιζόμενη σ’ αυτή την φιλοσοφία η Lockheed παρουσίασε στην USAAF τα σχέδια ενός αεριωθούμενου μαχητικού με το χαρακτηρισμό L-140. Στις 17 Ιουνίου του 1943 η USAF έδωσε το πράσινο φως για την έναρξη του προγράμματος και στις 24 του ίδιου μήνα υπεγράφη το επίσημο συμβόλαιο που αφορούσε την ανάπτυξη και κατασκευή ενός πρωτοτύπου με το χαρακτηρισμό XP-80.
Σύμφωνα με τους όρους του συμβολαίου, η κατασκευή του αεροσκάφους θα έπρεπε να γίνει με απόλυτη μυστικότητα και να ολοκληρωθεί μέσα σε 180 ημέρες. Για το λόγω αυτό οι Clarence L. “Kely” Johnson, William P. Ralston, Don Palmer και μια μικρή ομάδα μηχανικών εργαζόταν έξι ημέρες την εβδομάδα από δέκα ώρες την ημέρα. Το XP-80 ήταν ιδιαίτερα απλό σχεδιαστικά, με χαμηλό λόγο διατάματος και πτέρυγα στρωτής ροής. Είχε συμβατικό ουραίο πτέρωμα και τρίκυκλο ανασυρόμενο σύστημα προσγείωσης με ριναίο τροχό. Για τον κινητήρα Halford H.1B είχαν τοποθετηθεί αεραγωγοί στο κάτω τμήμα ατράκτου και σχετικά μπροστά, ενώ η σχήματος «σταγόνας» καλύπτρα άνοιγε συρταρωτά προς τα πίσω.
Ο οπλισμός του αποτελούταν από έξι πολυβόλα των 0.50 ιντσών εγκατεστημένα στο ρύγχος. Το ομοίωμα του αεροσκάφος επιθεωρήθηκε από τους επικεφαλής της USAF στο διάστημα 20-22 Ιουλίου του 1943 και ξεκίνησε η κατασκευή του πρωτοτύπου XP-80 (44-83020).
Κατά την διάρκεια της κατασκευής δεν κρίθηκε απαραίτητο το πρώτο πρωτότυπο να είναι εφοδιασμένο με συμπιεζόμενο θάλαμος διακυβέρνησης. Επειδή καθυστερούσε η παραλαβή του κινητήρα από την Αγγλία αποφασίσθηκε η κατασκευή ενός ξύλινου ομοιώματος ώστε να ξεκινήσουν οι δοκιμές εδάφους. Το ομοίωμα του κινητήρα παραδόθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1943 και στις 16 Νοεμβρίου το XP-80 δόθηκε στη USAAF ακριβώς 143 ημέρες μετά την υπογραφή του συμβολαίου.
Τελικά ο Halford H.1B παρελήφθη στα μέσα του Νοεμβρίου του 1943 και στις 17 του ίδιου μήνα τοποθετήθηκε στο XP-80 και ξεκίνησε το πρόγραμμα στατικών δοκιμών. Στις 8 Ιανουαρίου του 1944 το XP-80 πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση με τον δοκιμαστή χειριστή Milo Burcham. Λόγω όμως του ότι δεν ανασυρόταν το σύστημα προσγείωσης και ο χειριστής δεν είχε καλή αίσθηση στο χειριστήριο εξαιτίας χαμηλής υδραυλικής πίεσης η πτήση διακόπηκε μετά από πέντε λεπτά. Το πρόβλημα επιδιορθώθηκε και στις επόμενες πτήσεις επετεύχθη μέγιστη ταχύτητα πλεύσης 502 μ.α.ώ στα 20,480 πόδια με αποτέλεσμα το XP-80 να γίνει το πρώτο αμερικανικό αεροσκάφος που επέτυχε ταχύτητα πλεύσης άνω των 500 μ.α.ώ.
Κατά την διάρκεια των πτητικών δοκιμών διαπιστώθηκαν μια σειρά από προβλήματα όπως άσχημα χαρακτηριστικά εξόδου από απώλεια στήριξης και από κατάσταση περιδίνησης, κακή αίσθηση στο χειριστήριο, πρόβλημα στο σύστημα τροφοδοσίας καυσίμου, τάση να πέφτει σε απώλεια στήριξης και να παίρνει απροειδοποίητα κλίση προς τα δεξιά καθώς και προβλήματα αξιοπιστίας του κινητήρα. Όλα τα προβλήματα τελικά εξαλείφθηκαν αλλά πραγματοποιήθηκαν και κάποιες τροποποιήσεις. Οι κυριότερες ήταν η αντικατάσταση των τετράγωνου σχήματος ακροπτερυγίων με νέα οβάλ σχήματος και η αύξηση της γωνίας προσπτώσεως του οριζόντιου ουραίου πτερώματος στις 1,5 μοίρες. Το βάρος του XP-80 ήταν 6287 λίβρες ενώ μπορούσε να ανέλθει σε ύψος 41. 000 ποδών με βαθμό ανόδου 3000 πόδια το λεπτό. Σε επιχειρησιακό επίπεδο το νέο αεροσκάφος αξιολογήθηκε από το 412 Fighter Group.
Μέσα στο Σεπτέμβριο του 1943, πριν ακόμη το XP-80 πραγματοποίηση την παρθενική του πτήση η Lockheed πρότεινε την ανάπτυξη του μεγαλύτερου και βαρύτερου L-141 το οποίο θα ήταν εφοδιασμένο με τον ισχυρότερο κινητήρα General Electric I-40 “Whittle”.
O συγκεκριμένος κινητήρας, μετέπειτα κατασκευαζόταν και από την Allison και ήταν γνωστός με το χαρακτηρισμό J33. H USAAF αντιμετώπισε θετικά την πρόταση της Lockheed και υπέγραψε συμβόλαιο για την κατασκευή δύο πρωτοτύπων (44-83021 και 44-83022) τα οποία θα έφεραν το χαρακτηρισμό XP-80A.
Ο κινητήρας I-40 απέδιδε μέγιστη ώση 4000 λιβρών και τροφοδοτούνταν με αέρα μέσω δύο αεραγωγών οι οποίοι βρισκόταν εγκατεστημένοι κάτω από το αλεξήνεμο. Σε σχέση με το XP-80 το XP-80A ήταν κατά 25% βαρύτερο ενώ το εκπέτασμα της πτέρυγας ήταν 39 πόδια, μόλις δύο πόδια περισσότερο από του XP-80. Επίσης στο XP-80Α τοποθετήθηκε πτέρυγας μικρότερης χορδής επιφάνειας 237.6 τετραγωνικών ποδών – δηλαδή μικρότερη από του ΧP-80 που ήταν 240 τετραγωνικά πόδια -, ενώ το συνολικό μήκος του αεροσκάφους αυξήθηκε από τα 32 πόδια και 10 ίντσες στα 34 πόδια και 6 ίντσες. Το ύψος του έφθανε τα 11 πόδια και 4 ίντσες ενώ το μέγιστο βάρος απογείωσης ήταν 13,780 λίβρες. Κενό το XP-80A ζύγιζε 7225 λίβρες, ενώ υπήρχε πρόβλεψη για μεταφορά 300 βλημάτων ανά όπλο ενώ στο XP-80 μεταφερόταν 200 β.α.ο. Επίσης είχε αυξηθεί και η ποσότητα του εσωτερικά μεταφερόμενου καυσίμου από τα 285 στα 485 γαλόνια. Μια άλλη διαφορά σε σχέση με το ΧP-80 ήταν…
Η συνέχεια στο Military History