Ευθύβολο πρόσφατο κύριο άρθρο του ptisidiastima.com στηλιτεύει εύλογα δημόσιες παρεμβάσεις στις κρίσεις των Αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, περιλαμβανομένων και φαινομένων «καμπάνιας» υπέρ στελεχών.
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Ας αφήσουμε την Ηγεσία του ΥΠΕΘΑ να κάνει ότι πρέπει με τις Κρίσεις των Αξιωματικών
Το φαινόμενο αποτελεί έκφανση μιας γενικότερης παθολογίας του Ελληνικού δημοσίου βίου, η οποία υποδηλοί ότι το εκ του Συντάγματος και των κοινών νόμων τεθειμένο πλαίσιο δράσεως των δημοσίων (πολιτικών και στρατιωτικών) υπαλλήλων και λειτουργών δεν είναι καλώς εμπεδωμένο ούτε καν στον τύπο, πράγμα ασύγγνωστο.
Οι υποχρεώσεις, οι αρμοδιότητες, τα δικαιώματα, τα κωλύματα και κάθε άλλη όψη της δράσεως των δημοσίων υπαλλήλων και λειτουργών προβλέπονται από ειδικούς νόμους. Τα πρόσωπα αυτά δεν ασκούν πολιτική, αλλά εφαρμόζουν την πολιτική της εκάστοτε εκλεγμένης κυβερνήσεως που απολαύει της εμπιστοσύνης της Βουλής. Για το λόγο αυτό δεν λογοδοτούν στο εκλογικό σώμα. Και οι μεν δημόσιοι υπάλληλοι (πολιτικοί και στρατιωτικοί) υπόκεινται στην ιεραρχία, οι δε δημόσιοι λειτουργοί (δικαστές και καθηγητές των πανεπιστημίων) απολαύουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας, υποκείμενοι στη σχετική οργανωτική νομοθεσία. Και οι μεν και οι δε υπόκεινται σε πειθαρχικό έλεγχο. Αυτονόητα, πέραν αυτού, όλοι τους ανεξαιρέτως λογοδοτούν ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων για πράξεις ποινικού ενδιαφέροντος, και μάλιστα με πολύ επαχθέστερους όρους σε σχέση με τους άλλους πολίτες, αφού προβλέπεται η θέση τους σε αργία με μόνη την άσκηση της ποινικής δίωξης για ορισμένα εγκλήματα, άρα πριν τη δικαστική κρίση. Άλλοι πολίτες δεν κινδυνεύουν να διασυρθούν και να απωλέσουν τα προς το ζην πριν καν κριθούν δικαστικώς.
Οι δημόσιοι υπάλληλοι ειδικώς υπέχουν υποχρέωση πίστης στο Σύνταγμα. Όχι απλώς υπακοής, όπως οι άλλοι πολίτες, αλλά πίστης, δηλαδή μιας θετικής ενδιάθετης στάσης απέναντι στις συνταγματικές αξίες και επιταγές. Ο δημόσιος υπάλληλος οφείλει να εγκολπώνεται τις αξίες και επιταγές του Συντάγματος, όχι απλώς να συμμορφώνεται άκων προς αυτές.
Τόσο οι δημόσιοι υπάλληλοι, όσο και οι δημόσιοι λειτουργοί, κρίνονται για την προαγωγή τους από αρμόδια συμβούλια ή σώματα, των οποίων η σύνθεση καθορίζεται επακριβώς από το Νόμο, όπως και τα κριτήρια επί τη βάσει των οποίων θα χωρήσει η σχετική κρίση.
Τα παραπάνω δυστυχώς αγνοούνται συχνά, τόσο στον τύπο όσο και στην κοινή γνώμη, που διαμορφώνεται από αυτόν.
Διαδεδομένη όψη της σχετικής παθολογίας είναι η κακοποίηση και ο διασυρμός δημοσίων υπαλλήλων για δημιουργία πολιτικών εντυπώσεων. Ποιος θα ξεχάσει το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας που διέφθειρε τα πολιτικά ήθη της Ελλάδος στα μέσα της δεκαετίας του ’80: «Κάθαρση στην Αστυνομία: Αποστρατεύονται χουντοδεξιοί βασανιστές, ανώμαλοι παιδεραστές και σεξουαλικά γουρούνια». … Κανένα Δικαστήριο δεν θα μπορέσει, δυστυχώς, να αποκαταστήσει την τιμή και την υπόληψη των θιγομένων στην κοινωνία, αφού δεν υπάρχει τρόπος η όποια απόφαση να γνωρίσει την ίδια δημοσιότητα με τις ύβρεις, δηλαδή σε όλα τα περίπτερα της επικράτειας, με όρους εποχής προ διαδικτύου.
Ειδικά στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων, ομολογουμένως δεν βοήθησε η πρακτική ορισμένων κυβερνήσεων να επαναφέρουν Αρχηγούς εξ αποστράτων, προ πάντων στις περιπτώσεις που αυτοί είχαν εν τω μεταξύ εκτεθεί πολιτικώς (όπως είχαν βέβαια κάθε δικαίωμα να πράξουν μετά την αποστρατεία τους): Η γυναίκα του Καίσαρος δεν αρκεί να είναι τιμία, πρέπει και να φαίνεται.
Στην εποχή μας, η «δύσκολη» σχέση μεταξύ τύπου / κοινής γνώμης αφενός και δημοσίων υπαλλήλων (πολιτικών και στρατιωτικών) / δημοσίων λειτουργών αφετέρου εντοπίζεται προπάντων σε δύο «παθολογικές» – αντίρροπες πάντως μεταξύ των – προσλήψεις του στάτους των ανωτέρω προσώπων.
Η πρώτη από αυτές, η – ας μας επιτραπεί ο όρος – «προνεωτερική» θεώρηση, τείνει να αμφισβητεί ιδίως το δικαίωμα των στρατιωτικών υπαλλήλων να κριθούν ως προς τις υπηρεσιακές τους σχέσεις από τα κατά το Σύνταγμα και τους Νόμους αρμόδια Δικαστήρια. Έκπληκτοι διαβάζαμε προ μηνών σε – κατά παράδοση αξιοπρεπές – έντυπο του ειδικού αμυντικού τύπου άρθρο που συντάχθηκε με αφορμή την επιδίκαση αποζημιώσεων σε οικογένειες θυμάτων δυστυχήματος του ΠΝ κατά τη διάρκεια απαιτητικής επιχειρησιακής εκπαίδευσης. Διαβάσαμε, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι δεν θα πρέπει οι θιγόμενοι να έχουν πρόσβαση στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, διότι αυτά «δεν γνωρίζουν τα θέματα» (!), και το ζήτημα να εξαντλείται στις ΕΔΕ και στο Στρατοδικείο (λησμονώντας, ασφαλώς, ότι το τελευταίο επιλαμβάνεται μόνο ποινικών υποθέσεων, και φυσικά με όλη την παθολογία που τυπικώς συνδέεται με τη συγκρότηση Δικαστηρίων με συμμετοχή και μη δικαστών, που άλλωστε παρατηρείται και στα Μεικτά Ορκωτά Δικαστήρια). Φανταζόμαστε βέβαια ότι όσοι πρεσβεύουν τέτοιες απόψεις διόλου δεν θα διστάσουν να απευθυνθούν στα Δικαστήρια αν – ο μη γένοιτο – το παιδί τους αποβιώσει στο νοσοκομείο από ιατρικό πταίσμα, επειδή τα Δικαστήρια δήθεν «δεν γνωρίζουν από ιατρική» … Οι στρατιωτικοί πάντως είναι Έλληνες πολίτες, και απολαύουν του κατ’ άρθρον 20 του Συντάγματος δικαιώματος δικαστικής προστασίας εξίσου με κάθε άλλον πολίτη. Αν κάποιος έχει επιφυλάξεις για την ορθότητα της δικανικής κρίσεως στη μία ή στην άλλη περίπτωση (ιδίως στη βάση μιας επιχειρηματολογίας περί «επικίνδυνης ζωής του εννόμου αγαθού»), δεν εμποδίζεται να τις προβάλλει ασκώντας τα κατά νόμον ένδικα μέσα κατά των οικείων δικαστικών αποφάσεων. Αυτονόητα όλα τα παραπάνω ισχύουν και για κρίσεις βαθμολογικής ανέλιξης, αποφάσεις περί μεταθέσεων παρά τα κριτήρια του Νόμου κλπ. Δεν τιμά την κοινωνία μας να αντιμετωπίζουν κάποιοι τα Δικαστήρια με καχυποψία. Αν δεν μας αρέσουν οι νόμοι, έχουμε τη δυνατότητα να τους αλλάξουμε δια της ψήφου μας. Τα Δικαστήρια θα κρίνουν όμως με βάση τους ισχύοντες νόμους, είτε αρέσουν είτε όχι στην εξουσία ή σε επιμέρους πολίτες.
Δεύτερη επίκαιρη όψη της διάχυτης παθολογίας είναι η εργαλειοποίηση ενός πανδήμου – και κατ’ αρχήν θεμιτού – αιτήματος για διαφάνεια, εργαλειοποίηση χάριν προσωπικών ή πολιτικών ανταγωνισμών. Όψη της παθολογίας αυτής σκιαγράφησε ήδη το περισπούδαστο σημερινό κύριο άρθρο του ptisidiastima.com. Αλλά το θέμα είναι δυστυχώς ευρύτερο. Οι περίφημες δηλώσεις «Πόθεν Έσχες», τις οποίες βαθμηδόν καλούνται να υποβάλλουν σχεδόν οι μισοί Έλληνες πολίτες (από τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου μέχρι τον χαμηλόβαθμο υπάλληλο ενός Ν.Π.Δ.Δ. που για μια ημέρα χρημάτισε μέλος επιτροπής για την προμήθεια χαρτιού υγείας για τα γραφεία του Ν.Π.Δ.Δ.) απαιτούν για νομότυπη συμπλήρωση, χωρίς υπερβολή, σύμπραξη φοροτεχνικών με ειδικούς στο αστικό και εμπορικό δίκαιο δικηγόρους. Τέτοιες όμως νομοθετικές πρόνοιες δύσκολα κρύβουν ότι έχουν καταστρωθεί με βασικό σκοπό να έχουν το 80% των υποχρέων «τυλιγμένο» με κάποια παράβαση. Παράβαση η οποία αναμφίβολα θα «ξεφουρνισθεί» καταλλήλως αν ο υπόχρεως αποτολμήσει κάποτε να διεκδικήσει αιρετό αξίωμα, ή ακόμη και αν απλώς στελεχώσει δημόσια θέση, προκειμένου να πληγεί πολιτικώς εκείνος που τον επέλεξε … Διότι ασφαλώς δεν είναι μεγάλο το ποσοστό των υποχρέων που έχει συμπληρώσει ορθά αυτές τις δαιδαλώδεις φόρμες, περιλαμβάνοντας π.χ. και τον ανενεργό από δεκαετιών λογαριασμό στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο που του είχε ανοίξει ο παππούς, ή την ακριβή αποτίμηση των μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων από τη unit-linkedασφάλιση ζωής (την οποία όλοι προσλαμβάνουν εμπειρικώς μόνο ως χρέος και όχι ως ενεργητικό) … Πρόκειται για το λατινοαμερικανικής προέλευσης φαινόμενο της «προγραμματισμένης από το νόμο παρανομίας», ώστε όλοι να είναι σε ομηρεία και να μην τολμούν να σπάσουν την «ομερτά» αν κάποτε βρεθούν σε θέση να αλλάξουν κάτι. Δεν ήταν διαφορετική η περίπτωση της παράκρουσης με τη «Διαύγεια» κατά το έτος 2011: Ο γράφων θυμάται περίπτωση ανάρτησης εισηγητικής έκθεσης για κρίση υποψηφίων για θέση επίκουρου καθηγητή πανεπιστημίου, στην οποία διαλαμβάνονταν αιτιάσεις περί λογοκλοπής κατ’ ενός των υποψηφίων. Η έκθεση αναρτήθηκε σε θέα όλου του Ελληνικού Λαού (ως εάν είχε έννομο συμφέρον άλλος πλην των υποψηφίων…), τα πρακτικά της κρίσεως όχι, λόγω οψιγενούς νομοθετικής μεταβολής: Ένας συμπολίτης μας έμεινε αιωνίως με το στίγμα (βάσιμο ή όχι δεν γνωρίζουμε) ότι είναι λογοκλόπος. Ακόμη και αν αυτό απορρίφθηκε ως αβάσιμο από το εκλεκτορικό σώμα. Ακόμη και αν στο μεταξύ έχει επιτύχει ίσως την καταδίκη των συντακτών της έκθεσης για δυσφήμιση.
Τώρα φθάνουμε σε νέα επίπεδα: Είμαστε ένα βήμα από το να ζητηθεί να αναρτώνται στη «Διαύγεια» οι υπηρεσιακοί φάκελοι των Αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων! Ενσυνείδητη υπερβολή βέβαια, αλλά με αυτά που βλέπουμε και ακούμε δεν είναι ίσως μακριά η στιγμή που κάποιος θα το προτείνει στα σοβαρά … Πράγμα που θα ήταν βέβαια θεόσταλτο δώρο για την Τουρκία, όπως και ένας ανήλικος θα αντιλαμβανόταν!
Η πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησης στο χώρο της εθνικής άμυνας (προμήθειες, δόγμα, οργάνωση, στελέχωση) μπορεί και επιβάλλεται να είναι αντικείμενο δημοσίου διαλόγου και κριτικής. Αντικείμενο δημοσίου διαλόγου και κριτικής – με τήρηση του υπηρεσιακού απορρήτου, ασφαλώς – επιβάλλεται να αποτελούν και ενδεχόμενα δείγματα ανεπάρκειας σε υπηρεσιακό επίπεδο στις Ένοπλες Δυνάμεις (όπως άλλωστε και στα νοσοκομεία, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στη διοίκηση): Ο Ελληνικός Λαός έχει λόγο στο αν τα χρήματά του πιάνουν τόπο! Δεν μπορεί όμως να είναι αντικείμενο δημοσίου διαλόγου οι υπηρεσιακές κρίσεις για στελέχη: Αφορούν μόνο τα Συμβούλια, και – αν κάποιο στέλεχος θεωρήσει ότι θίγεται – τα αρμόδια Δικαστήρια. Τα τελευταία γνωρίζουν πολύ καλά να εντοπίζονται σε κρίσεις περί νομιμότητας και να αποφεύγουν να υπεισέρχονται σε κρίσεις ουσίας.