Του αναγνώστη μας Οδυσσέα Σακκάτου
Η ΑΟΖ αποτελεί το μήλον της έριδος επί πολλές δεκαετίες για πολλά έθνη τα οποία προσπαθούν να ερμηνεύουν το νομικό πλαίσιο που διέπει το Δίκαιο της Θάλασσας κατά το δοκούν, στην προσπάθεια να εξασφαλίσουν επέκταση των κυριαρχικών δικαιωμάτων τους.
Το πρόβλημα στην περίπτωση της Ελλάδας λαμβάνει πολεμικές προεκτάσεις καθώς εντός αυτού εμπλέκεται η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας με τους «γείτονες» και η επέκταση στα 12 μίλια. Το σημείο στο οποίο θα σταθούμε και θα αναλύσουμε, αποτελεί τον τρόπο εφαρμογής της δικαιοδοσίας κράτους επί του θαλασσίου χώρου και όχι τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών (ας το αφήσουμε αυτό στους πιο ειδικούς).
Το καλοκαίρι του 2020 απέδειξε ακόμα και στους πιο αισιόδοξους του κινήματος «θα το ρισκάρουμε», ότι το Ναυτικό είναι εκείνο που προασπίζεται την θαλάσσια πατρίδα μας (πελάγη, νησιά, βραχονησίδες, υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ κ.ο.κ.). Η Πολεμική Αεροπορία έχει άλλο ρόλο και τον υπερασπίζεται άριστα, μη έχοντας άλλη εναλλακτική από την ευθεία αντιπαράθεση πολεμικών αεροσκαφών με εκείνα της Τουρκικής Αεροπορίας.
Στην περίπτωση όμως των θαλασσίων συνόρων μας η επιχειρησιακή εικόνα είναι διαφορετική και πολυσύνθετη ή τουλάχιστο θα έπρεπε να είναι διαφορετική κατά την άποψη του γράφοντος. Η κυριαρχία ενός κράτους δεν είναι μόνο στίγματα σε χάρτες. Αποτελεί πραγματική καθημερινή και 24ωρη ενάσκηση εξουσίας επί του χώρου ευθύνης η οποία προκύπτει αδιάκοπα μέσα από πράξεις και ενέργειες. Οι τυμπανοκρουσίες και οι πολεμικές ιαχές, ακόμα και από την πλευρά του αμυνόμενου, δημιουργούν συνθήκες ευνοϊκές μόνο για τον επιτιθέμενο ο οποίος προσπαθεί να επιτύχει με όρους πολεμικού δικαίου όσα δεν μπορεί να πετύχει με το διεθνές δίκαιο.
Το πρόβλημα που εντοπίζεται εδώ είναι πως δεν ρίχνουμε στην μάχη τα κατάλληλα μέσα για την ειρηνική επιβολή και προβολή των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Οι φρεγάτες, στην όποια εμφάνισή τους, δημιουργούν πολεμικό σκηνικό ακόμα και αμυνόμενες, γεγονός που όπως είπαμε δεν ευνοεί τις δικές μας επιδιώξεις. Ειδικότερα η εμφάνιση των πολεμικών σκαφών και των δύο πλευρών από μόνη της μας τοποθετεί στην ίδια ζυγαριά με τους επιτιθέμενους στα μάτια τρίτων, που βλέπουν την κατάσταση ως άλλη μια αψιμαχία μεταξύ των δύο και όχι ως μια παρενόχληση του ενός προς τον άλλο επί ενός εδραιωμένου Ελληνικού status quo.
Η πραγματική ενάσκηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων θα έπρεπε να είναι το επιδιωκόμενο και όχι απλώς η αντιπαράθεσή μας σε στιγμές αμφισβήτησης.
Αναφερθήκαμε ήδη στο ρόλος του Ναυτικού στην κρίση του 2020. Επιλέχτηκε η χρήση του όρου «Ναυτικού» και όχι Πολεμικού Ναυτικού γιατί μας διαφεύγει πολλές φορές ο σπουδαίος ρόλος του Λιμενικού. Εκείνες τις δύσκολες ώρες ήταν και αυτό σε εγρήγορση και εκτελούσε σπουδαία αποστολή στην προάσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας, ως Σώμα όμως, το οποίο δυστυχώς έχει αφεθεί σε δεύτερο ρόλο. Και η λανθάνουσα κατάσταση στην οποία βρίσκεται το Λιμενικό αποτελεί το μέγα λάθος στην άσκηση κυριαρχίας επί του θαλασσίου χώρου μας.
Η διεθνής εμπειρία καταδεικνύει τη γερασμένη αντίληψη που έχουμε επί του θέματος. Θα αναφέρω απλώς τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής οι οποίες έχουν προμηθευτεί μεγάλα παράκτια σκάφη για την προάσπιση των κυριαρχικών τους δικαιωμάτων. Ναι, συμφωνούμε πως τα LCS δεν κάνουν για πολεμικά πλοία (ειδικά στο Αιγαίο) όμως για τον ρόλο Ακτοφυλακής είναι μια χαρά. Πολλές φορές χλευάσαμε ότι κυνηγάνε εμπόρους ναρκωτικών αλλά δεν κάναμε ποτέ την συζήτηση: γιατί τελικά οι Αμερικανοί τα έχουν και τι επιδιώκουν με ένα τόσο ελαφρά οπλισμένο σκάφος;
Η απάντηση προφανής. Δεν περιμένουν να είναι σκάφη πρώτης γραμμής αλλά σε κάθε περίπτωση επιτελούν άριστα τον ρόλο επίδειξης σημαίας και προάσπισης κυριαρχικών δικαιωμάτων χωρίς να αυξάνουν την ένταση λόγω των υποβαθμισμένων τους χαρακτηριστικών. Δείτε για παράδειγμα τη διέλευση τους στις κινεζικές θάλασσες για να καταλάβετε την τακτική σε πλήρη εφαρμογή. Με την αποστολή σκάφους με μικρό οπλισμό -ο οποίος δεν πυροδοτεί πολεμικές αντιδράσεις- για την επίδειξη σημαίας επιτυγχάνεται αντικειμενικά η αμερικανική παρουσία δημιουργώντας το ανάλογο αποτύπωμα.
Στην Ελλάδα λοιπόν, η οποία με την ΑΟΖ διπλασιάζεται σε χώρο ευθύνης, δεν έχουμε αντιληφθεί την ευκαιρία και πρωτίστως ευθύνη που έχουμε, οπότε αναλωνόμαστε μόνο στην αντιπαράθεση με τους απέναντι όποτε αυτοί το επιθυμούν. Σαφώς και η παρουσία του πολεμικού στόλου είναι επιβεβλημένη σε καίριες στιγμές αλλά εδώ συμβαίνει κατ’ ανάγκη, με έλλειψη εναλλακτικής.
Η αποστολή της άσκησης κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων είναι ρόλος που εξ ορισμού ανήκει στο Λιμενικό Σώμα, εν καιρώ ειρήνης βέβαια. Αρκεί να διαβάσει κανείς την επίσημη σελίδα του ΛΣ και θα αντιληφθεί τον σημαντικό και νευραλγικό ρόλο που έχει ως Ακτοφυλακή αλλά ταυτόχρονα να διαπιστώσει από τις πληροφορίες για τα πλωτά μέσα που διαθέτει, ότι χρήζει άμεσα επανεξοπλισμό για την επαύξηση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του όπως προκύπτει λόγω του αυξημένου χώρου ευθύνης λόγω ΑΟΖ. Δεν είναι δυνατόν το 2021 οι επιχειρήσεις SAR να εκτελούνται από οιονδήποτε άλλο πλην του Λιμενικού. Η παρουσία του στον χώρο νοτίως της Κρήτης και φυσικά σε όλο το μήκος και πλάτος της ΑΟΖ επικυρώνει με τον πλέον αδιαμφισβήτητο τρόπο την κυριαρχία μας χωρίς όμως την κλιμάκωση παρουσίας πολεμικών πλοίων από την πλευρά μας.
Δεν χρειαζόμαστε μόνο καινούρια σκάφη στο ΠΝ, ούτε απλώς αξιοποίηση/αναβάθμιση των όποιων μεταχειρισμένων. Χρειαζόμαστε και σωστή αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας και των Σωμάτων/κλάδων αυτής, εξειδικεύοντας ρόλους αλλά πρωτίστως αναβαθμίζοντας ρόλους. Τόσο για το ΠΝ που πρέπει να περάσει στην εποχή του ψηφιακού δίκτυοκεντρικού τρόπου δράσης μαζί με το Στρατό και την Αεροπορία, όσο και για το Λιμενικό. Το οποίο πρέπει να αναλάβει την πλήρη αστυνόμευση του χώρου ευθύνης με χρήση πόρων (ραντάρ και τακτικής εικόνας) από τα λοιπά μέσα. Ενώ το ίδιο, σε καιρό πολέμου θα διαθέτει ικανότητες στήριξης των επιχειρήσεων του ΠΝ σε δευτερεύοντες ρόλους.
Η γεωγραφική θέση της Ελλάδος την ευνοεί για το αυτονόητο, δηλαδή τη χρήση νησιών και ειδικώς της Κρήτης από το Λιμενικό, για την συνεχή και ακατάπαυστη άσκηση ελέγχου στην περιοχή. Όταν οι γείτονες θα αναγκάζονται να κινούνται μακριά από την προστασία της επικράτειάς τους και να εκτίθενται με αποσπασμένες πολεμικές μονάδες κάπου στο Λιβυκό – Κρητικό πέλαγος.
Σαφώς και οι απέναντι θα αντιληφθούν το γεγονός εγκαίρως αλλά θα είναι εκείνοι που θα προσπαθούν πια με πολεμικά μέσα να απομακρύνουν ειρηνικές δυνάμεις ακτοφυλακής από τον χώρο επιχειρήσεων διάσωσης ελέγχων κ.ο.κ. Όμως δεν θέλω σε καμία περίπτωση να φανώ αφελής για αυτό και τόνισα εξ αρχής την ανάγκη εξοπλισμού του Λιμενικού. Στην Μεσόγειο με τις καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε, το Λιμενικό σήμερα δεν έχει τα μέσα να σταθεί. Χρειάζεται μια λύση Out of the Box για να μπορέσουμε να πετύχουμε την αποστολή άμεσα, δημιουργώντας αυτοπεποίθηση στα στελέχη που θα κληθούν να την φέρουν εις πέρας αλλά και αναστολές σε όσους προσπαθήσουν να την ακυρώσουν.
Η πρόταση (δεδομένων και των στενών οικονομικών) αφορά την αξιοποίηση, για αρχή, μέχρι την έλευση των EPC, μιας έως δύο φρεγατών κλάσης S. Με δεδομένη την απόσυρση τους, θα μπορούσε μία ή δύο εξ αυτών να μετατραπεί σε ναυαρχίδα του Λιμενικού, αφού κρατήσουμε επί αυτής οπλισμό αντίστοιχου επιπέδου και ίσως με Ισραηλινές προδιαγραφές.
Σε μια τέτοια περίπτωση κρατάμε επί των S το πυροβόλο Otomelara των 76mm, αφαιρούμε τον αντιαεροπορικό οπλισμό, τους πύραυλους επιφανείας και τις τορπίλες (θα αξιοποιηθούν κατάλληλα σε άλλα σκάφη, π.χ. κανονιοφόρους) και προσθέτουμε σε αυτή το σύστημα πυραύλων Spike NLOS με οργανικό ελικόπτερο ένα Super Puma. Τα υπόλοιπα, ραντάρ, ηλεκτρονικά, μένουν ως έχουν, για την πραγματική εκτόξευση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του Λιμενικού.
Η αξιοποίηση της σε αυτή τη διαμόρφωση θα απαιτούσε λιγότερο πλήρωμα αλλά θα αποτελούσε μια μη ανασχέσιμη μονάδα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου για αποστολές SAR, έλεγχο θαλασσίων μετακινήσεων, μεταναστευτικών ροών κ.λπ. Η εν λόγω μονάδα/μονάδες θα αποτελούσαν πλωτές ναυαρχίδες του Λιμενικού με δυνατότητες προσγείωσης όλων των τύπων ελικοπτέρων αλλά και με ικανότητα να σταματήσουν στη θάλασσα οτιδήποτε δεν κινείται εντός πλαισίων νομιμότητας. Προφανώς θα δρούσε σε όλη την Ελληνική ΑΟΖ αλλά και όπου στην Μεσόγειο υπήρχε ανάγκη, ως σκάφος ικανό να ταξιδέψει στους πιο δύσκολους καιρούς. Οι τυχόν «τριβές» με τους γείτονες, δεν θα τη «φόβιζαν» για να υποχωρήσει αφού ο οπλισμός της ακόμα και στην μορφή αυτή θα ήταν υπολογίσιμος σε κάθε προκλητική συμπεριφορά. Παράλληλα, τα στελέχη του ΠΝ που θα την επάνδρωναν, θα αποτελούσαν τον κορμό μέχρι την εκπαίδευση στελεχών του Λιμενικού Σώματος στα νέα επαυξημένα καθήκοντα.
Οι συνθήκες έχουν αλλάξει και αν θέλουμε να νικήσουμε στον νέο υβριδικό πόλεμο πρέπει να προσαρμοστούμε και να δημιουργήσουμε νέες μορφές επίδειξης δύναμης, αυτοπεποίθησης και αποτελεσματικής εφαρμογής της πολιτικής βούλησης. Δεν χρειαζόμαστε αεροπλανοφόρα και ελικοπτεροφόρα αλλά πιο πολλές μονάδες για την αποτελεσματική άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων. Το υπόλοιπα θα τα αναλάβει το ΠΝ όταν και όπου πρέπει.
Αναγνωρίζω ότι μια κορβέτα θα ήταν προτιμότερη σε ένα τέτοιο ρόλο, αλλά δεν την διαθέτουμε εκτός και αν υπάρχει μεταχειρισμένη στο εξωτερικό και θα μπορούσαμε να την αποκτήσουμε σε χαμηλή τιμή χωρίς όπλα για ένα νέο ΛΣ. Μελλοντικά το 2030 το Λιμενικό με χρηματοδότηση από την Ε.Ε. ίσως μπορεί να μπει σε κάποια παραγγελία απόκτησης EPC.
Κλείνω λέγοντας ότι η θαλάσσια επικράτεια θέλει έλεγχο, επιτήρηση και άσκηση κυριαρχίας. Δεν θέλω να δω μια νεότευκτη FDI με ηλεκτρονικά τελευταίας τεχνολογίας και θανατηφόρο ικανότητα από εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, να κάνει την δουλειά που θα μπορούσαν να κάνουν άξια τα στελέχη του Λιμενικού, «τσαλακώνοντας» κάποια τουρκική Ada ή MEKOTN.