Σε εποχή γεωπολιτικής αστάθειας στην Ανατολική Μεσόγειο και την Ευρώπη, η Ελλάδα με τις αναγγελίες της για σημαντικές εξοπλιστικές δαπάνες την επόμενη 12ετια, γίνεται πόλος έλξης για διεθνείς αμυντικές συνεργασίες, όπως αποκαλύπτει πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας “Καθημερινή”, το οποίο υπογράφει ο Βασίλης Νέδος. Το άρθρο εστιάζει σε προτάσεις από τη Νότια Κορέα, που πλέον είναι ανερχόμενος “παίκτης” στη διεθνή αμυντική βιομηχανία.
Αρχικά οι νοτιοκορεάτες προτείνουν τη ναυπήγηση νέων υποβρυχίων από τη Hanwha Ocean. Η συγκεκριμένη προτείνει και λύση αναβάθμισης των ελληνικών Type 214, καθώς έχει μεγάλη εμπειρία στον τύπο, καθώς έχει κατασκευάσει τα αντίστοιχης κλάσης, νοτιοκορεατικά. Αξίζει να αναφερθεί πως η συγκεκριμένη εταιρεία τώρα παράγει για το Ναυτικό της Νότιας Κορέας την πολύ εξελιγμένη κλάση Dosan Ahn Changho, γνωστή και ως KSS-III. Τα συγκεκριμένα υποβρύχια, συμβατικής πρόωσης, φθάνουν τους 3.700 τόνους εκτόπισμα σε βύθιση, με μήκος 83,5 μέτρων, έχουν σύστημα αναερόβιας πρόωσης και εκτός των 6 τορπιλοσωλήνων μπορούν να εξαπολύσουν και πυραύλους cruise από σύστημα 6 κελιών κάθετης εκτόξευσης. Η εμβέλεια του KSS-III εκτιμάται σε τουλάχιστον 10.000 ναυτικά μίλια, ενώ προβλέπονται επόμενες εκδόσεις με ακόμη πιο εξελιγμένα χαρακτηριστικά. Τα KSS-III η Hanwha τα έχει ήδη προτείνει και στην Πολωνία, η οποία επίσης αναζητά προμήθεια νέων υποβρυχίων.
Η πρόταση στην Ελλάδα, όπως γράφει το δημοσίευμα, χαρακτηρίστηκε ως “υψηλής ποιότητας”, οπότε ζητήθηκαν και διευκρινήσεις για το πως θα μπορούσε να γίνει συμπαραγωγή με συμμετοχή ελληνικών ναυπηγείων, π.χ. Ελευσίνας ή Σκαραμαγκά, δημιουργώντας χιλιάδες εγχώριες θέσεις εργασίας.

Επιπλέον, το νοτιοκορεατικό πακέτο περιλαμβάνει πρόταση για παραγωγή συστημάτων Manned-Unmanned Teaming (MUM-T) ή όπως τα ξέρουμε, Loyal Wingman, που επιτρέπουν τη συνεργασία επανδρωμένων αεροσκαφών με μη επανδρωμένα drones για αποστολές αναγνώρισης, επίθεσης και ηλεκτρονικού πολέμου. Η Korea Aerospace Industries ήδη εξελίσσει τέτοια μη επανδρωμένα, οπότε η πρόταση θα αφορά κάτι αντίστοιχο που να μπορεί να λειτουργήσει και με τα ελληνικά μαχητικά, π.χ. αναβαθμίζοντας δραστικά τις αεροπορικές μας δυνατότητες.
Το πακέτο επεκτείνεται και σε προμήθεια και συμπαραγωγή χερσαίων οχημάτων για τον Στρατό Ξηράς, γενικής χρήσης και μεταφορών, δηλαδή εκεί που πράγματι έχουμε μεγάλες ανάγκες. Παρενθετικά, η Νότια Κορέα εδώ έχει ένα ανεπτυγμένο κλάδο στρατιωτικών οχημάτων, από τις Kia και Hyundai, που τα εξελίσσουν σε συνεργασία με τον Στρατό της.

Ως δικό μας σχόλιο, πρέπει να τονίσουμε πως η έλευση των Κορεατών στην ελληνική αμυντική σκηνή αποτελεί μια σημαντική εξέλιξη, που θα μπορούσε να αλλάξει πολλά αν η Ελλάδα ασχοληθεί σοβαρά μαζί τους, μετατρέποντας τη χώρα σε κόμβο προηγμένης τεχνολογίας και ενισχύοντας την αποτρεπτική μας ισχύ απέναντι σε αυξανόμενες απειλές.
Η Νότια Κορέα θέλει και την Ελλάδα ως “πύλη” περαιτέρω διείσδυσης στην Ευρωπαϊκή αμυντική αγορά, έχοντας ήδη κάνει το μεγάλο άνοιγμα μέσω Πολωνίας. Η τελευταία έχει συνάψει συμβόλαια δισεκατομμυρίων δολλαρίων για νοτιοκορεατικά τανκς K2, αυτοκινούμενα πυροβόλα K9, ελαφρά μαχητικά FA-50 και εκτοξευτές ρουκετών K239 Chunmoo, ενισχύοντας δραστικά τις ένοπλες δυνάμεις της και διασφαλίζοντας μεγάλο μέρος εγχώριας παραγωγής. Οπότε εδώ εμφανίζεται και ευκαιρία για πιθανή συνέργεια, δηλαδή Ελλάδα και Πολωνία (αλλά και άλλες χώρες που η Νότια Κορέα έχει προσεγγίσει εντός ΝΑΤΟ), να κάνουν κάποιες κοινές αγορές/συμπαραγωγές από Νότια Κορέα, και με χρήση της χρηματοδότησης από τον κανονισμό SAFE.

Άλλωστε οι αναγγελίες για ελληνικούς εξοπλισμούς έως 30 δις ευρώ, τα επόμενα 12 χρόνια, απαιτούν πλέον και εγχώρια συμμετοχή της τάξης του 25% τουλάχιστον, ενώ υπάρχει και η γενικότερη τάση για ευρωπαϊκές κοινές αγορές εξοπλισμών. Άρα η αναζήτηση διεθνών συνεργασιών είναι ο “δρόμος” που έτσι κι αλλιώς θα ακολουθήσουμε, με ζύγισμα όλων των παραγόντων. Μεταφοράς τεχνογνωσίας, τοπική παραγωγή, αλλά και εξάρτηση από ξένους προμηθευτές, κόστος αγοράς και συντήρησης κ.ο.κ.
Το θέμα, όμως, είναι πως εδώ και δυο χρόνια, το κύριο που έχει προχωρήσει σε ελληνικές αμυντικές προμήθειες είναι οι υπογραφές για τα μαχητικά F-35 και τα ελικόπτερα Black Hawk, που όμως είχαν δρομολογηθεί ως προγράμματα από προηγούμενα έτη. Έχουμε βέβαια αναλωθεί σε ατελείωτες συζητήσεις, σχεδιασμούς και ανασχεδιασμούς, ενώ την ίδια στιγμή η απειλή από την Τουρκία αυξάνεται, με νέα οπλικά συστήματα και εντάσεις στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Αντίστοιχα, το Ισραήλ, που είχε εμφανιστεί κι αυτό δυναμικά στην ελληνική άμυνα με συμφωνίες όπως η αγορά πυραύλων Spike το 2023 για 370 εκατομμύρια ευρώ, δεν έχει πάρει νέα συμβόλαια εδώ και δυο χρόνια, παρά τις προσδοκίες για βαθύτερη συνεργασία. Η Israel Aerospace Industries (IAI) επένδυσε περίπου 60 εκατομμύρια ευρώ στην απόκτηση της ελληνικής Intracom Defense (IDE) το 2023, αλλά αναμένουμε να δούμε αν αυτό εξελιχθεί σε επίπεδο εγχώριας παραγωγής για τις δικές μας εξοπλιστικές ανάγκες. Σε αναμονή είναι και η Elbit Systems για τα συστήματα πολλαπλών εκτοξεύσεων ρουκετών PULS, που συζητούνται από το 2024, παρομοίως, η Rafael μαζί με την Eurospike για επέκταση της αρχικής συμφωνίας για πυραύλους Spike, με τις διαπραγματεύσεις να καθυστερούν.
Με λίγα λόγια, ελπίζουμε να μην απογοητευτούν οι Κορεάτες από τη γνωστή ελληνική αδράνεια, η οποία μετά από κάποια αρχική αντίδραση ενθουσιασμού, βυθίζει πολλές εξελίξεις (που μετά τις περιγράφουμε ως… “χαμένες ευκαιρίες”), σε ένα απίθανα αργό ρυθμό ατέρμονων διαπραγματεύσεων με μεγάλη γραφειοκρατία. Όπου κάθε γύρος επαφών και διευκρινήσεων κρατά μήνες ή και χρόνια, με τους υπεύθυνους να αλλάζουν, τις προτεραιότητες να αναθεωρούνται, τα κονδύλια να αναδρομολογούνται στην εκάστοτε “έκτακτη ανάγκη” κ.ο.κ. Η εποχή όμως και σε επίπεδο ρευστότητας διεθνούς ασφάλειας και σε ευκαιρίες εξοπλιστικών προγραμμάτων έχει αλλάξει και απαιτεί ταχείες αντιδράσεις και αποφασιστικότητα, και όχι μόνο περιγραφές.