Ακολουθεί η τοποθέτηση του κ. Τρουλινού, στο Naval Defence Forum, στο session της Εγχώριας Αμυντικής Βιομηχανίας
Αξιότιμοι Κυρίες και Κύριοι,
Κατ’ αρχάς, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους διοργανωτές του συνεδρίου για την τιμητική πρόσκληση που μου έκαναν να μιλήσω στην σημερινή εκδήλωση.
Η δεκαετία 2009-2019 καταγράφεται ως μία από τις χειρότερες στην οικονομική ιστορία του τόπου. Η Ελλάδα αναγκάστηκε να λάβει μέτρα αναγκαία για την αντιμετώπιση της κατάστασης υπερβολικού ελλείμματος που είχε δημιουργηθεί τα προηγούμενα χρόνια. Τα μέτρα στον τομέα των δαπανών περιελάμβαναν μεταξύ άλλων, σημαντικές περικοπές στις αμυντικές δαπάνες και στις επενδύσεις.
Όπως «κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις», έτσι και τα Μεσοπρόθεσμα Πλαίσια Δημοσιονομικής Στρατηγικής που εφαρμόστηκαν για την βελτίωση των δεικτών της οικονομίας, είχαν και τις «παρενέργειές» τους. Η σημαντικότερη αφορά στην Ασφάλεια της χώρας και εντοπίζεται στην μερική απαξίωση κρίσιμων για την Άμυνα οπλικών συστημάτων και στην μείωση των αμυντικών επενδύσεων κατά 75% στο διάστημα 2010-2019.
Είναι γεγονός ότι μέχρι το 2019, ελάχιστες προσπάθειες αναλήφθηκαν με στόχο την αποκατάσταση στοιχειώδους ισορροπίας στο ισοζύγιο δυνάμεων στο ΑΙΓΑΙΟ. Από τον Σεπτέμβριο του 2020 ξεκίνησε μία εργώδης προσπάθεια να καλυφθούν τα κενά, με αύξηση του συνολικού προϋπολογισμού του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας το 2021 κατά 63% σε σχέση με το 2020, στα 5,44 δις ευρώ. Στο πλαίσιο αυτό έγινε η άμεση προμήθεια των αεροσκαφών RAFALE από την Γαλλία και εντατικοποιήθηκε η αναζήτηση λύσης στον Εκσυγχρονισμό Μέσης Ζωής των φρεγατών ΜΕΚΟ200, ο οποίος συνδέθηκε με την προμήθεια των Νέων Φρεγατών και των πλοίων της λεγόμενης Ενδιάμεσης Λύσης, αλλά και με την ιδιωτικοποίηση των Ναυπηγείων Ελευσίνας και Σκαραμαγκά.
Σημαντικός δείκτης επιτυχίας του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής αποτελεί αυτός των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων καθώς έτσι προωθείται η υγιής οικονομική δραστηριότητα. Έχει μετρηθεί ότι οι καθαρές εισροές οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα στα έτη 2016-2019 επικεντρώνονται κατά κύριο λόγο στον τριτογενή τομέα, δηλαδή κυρίως στις υπηρεσίες. Μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) του 2017, με τίτλο «Ο τομέας μεταποίησης στην Ελλάδα, Τάσεις και προοπτικές», καταγράφει μικρό ποσοστό καθαρών εισροών στον δευτερογενή τομέα, δηλαδή στον τομέα της μεταποίησης, χαμηλό σε σύγκριση με τις δυνατότητες της χώρας. Τα επιπρόσθετα οφέλη για την ελληνική οικονομία που θα πρόεκυπταν κυρίως από την ενίσχυση της εγχώριας μεταποίησης, στην οποία κατατάσσονται και οι αμυντικές βιομηχανίες, είναι εξαιρετικά σημαντικά.
Συγκεκριμένα:
- Για κάθε 1 Ευρώ προστιθέμενης αξίας της εγχώριας βιομηχανίας, προστίθενται συνολικά 3,1 Ευρώ στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας.
- Για κάθε 1 εκ. Ευρώ κύκλου εργασιών της βιομηχανίας προστίθενται 22 νέες θέσεις εργασίας στη χώρα.
- Για κάθε 1 Ευρώ κύκλου εργασιών της βιομηχανίας προστίθενται συνολικά 0,6 Ευρώ στο κοινωνικό προϊόν της ελληνικής οικονομίας (φόροι, εισφορές, μισθοί, σχηματισμός παγίου κεφαλαίου, κλπ).
Είναι γνωστές σε όλους οι δηλώσεις του κυρίου Πρωθυπουργού στην Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης τον Σεπτέμβριο του 2020, στις οποίες αναφέρει ότι, «ήρθε η ώρα να ενισχύσουμε τις Ένοπλες Δυνάμεις ως παρακαταθήκη για την ασφάλεια της Χώρας», επειδή «η Άγκυρα προσθέτει πλέον στις προκλήσεις του Αιγαίου και τη ναρκοθέτηση της ειρήνης σε όλη τη Μεσόγειο». Προσθέτει επίσης ότι οι δράσεις για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων «θα συναποτελέσουν κινήσεις με αναπτυξιακό πρόσημο καθώς κινητοποιούν την εθνική μας βιομηχανία», αφήνοντας παράλληλα «την κοινωνική τους σφραγίδα, αφού εξασφαλίζουν χιλιάδες θέσεις εργασίας».
Να σημειωθεί ότι το πρόγραμμα προμήθειας νέων Φρεγατών και εκσυγχρονισμού των MEKO του Πολεμικού Ναυτικού με 8-ετή ορίζοντα υλοποίησης, αποτελεί ζωτικής σημασίας μέσο για τη εξυγίανση αλλά και επανεκκίνηση όχι μόνο των ναυπηγείων, αλλά συνολικά…
H συνέχεια στο navaldefence.gr, εδώ