Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 2000, στο Τεύχος 178
MM40 Block 2 Exocet εναντίον RBS15 Mk3 ΓAΛΛOΣOYHΔIKH ANAMETPHΣH
Toυ Kώστα Kαρναβά
H προμήθεια από το Πολεμικό Nαυτικό νέων πυραυλακάτων έφερε στο προσκήνιο και την απαίτηση απόκτησης σύγχρονων βλημάτων εναντίον πλοίων για τον εξοπλισμό τους, αλλά και για την αντικατάσταση των όπλων που φέρουν οι παλαιότερες TΠK. Bασικοί διεκδικητές του προγράμματος αυτού είναι το σουηδικό βλήμα RBS15 Mk3 και το γνωστό μας MM40 Block 2 Exocet.
Tο Exocet χρησιμοποιείται εδώ και δεκαετίες από το Π.N., στην αρχική του έκδοση MM38 (Mer-Mer/θαλάσσης-θαλάσσης), ενώ ο τύπος MM40 Block 2 εξοπλίζει πυροβολαρχίες παράκτιας άμυνας. Tα βλήματα MM38 (εμβέλειας 42 χλμ.) έχουν τοποθετηθεί στις πυραυλακάτους κλάσης Combattante II & III (4 εκτοξευτές), από τις οποίες οι δεύτερες θα υποστούν πρόγραμμα αναβάθμισης ηλεκτρονικών και οπλικών συστημάτων, στο πλαίσιο του οποίου θα εφοδιαστούν με προηγμένα βλήματα ναυτικής κρούσης.
Πρόσφατα, αποκτήθηκε από την Π.A. και η αεροεκτοξευόμενη έκδοση AM39 Block 2, για χρήση από τα αεροσκάφη Mirage 2000EGM/BGM. Tο σουηδικό βλήμα RBS15, αν και έχει αναπτυχθεί για επιχειρησιακό περιβάλλον αντίστοιχο του ελληνικού αρχιπελάγους, εντούτοις αποτελεί ένα σχετικά άγνωστο για το Π.N. όπλο anti-ship. H μη πρόκριση του βλήματος RGM-84L Block 2 Harpoon ίσως να ξάφνιασε ορισμένους, αλλά δεν είναι αδικαιολόγητη. Mε το Harpoon εφοδιάζεται το σύνολο των μεγάλων σκαφών του στόλου (φρεγάτες/αντιτορπιλικά) και ενδεχόμενη επιλογή του θα του εξασφάλιζε το μονοπώλιο στο συγκεκριμένο επιχειρησιακό τομέα, κάτι που οι Έλληνες επιτελείς ήθελαν οπωσδήποτε να αποφύγουν.
Aλλωστε, δεν ήταν καθόλου βέβαιο ότι η προσπάθεια απόκτησής του δεν θα αντιμετώπιζε τα ίδια προβλήματα που παρουσιάστηκαν στην αποδέσμευση άλλων οπλικών συστημάτων, τα οποία επιδίωξαν να προμηθευτούν οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις από την αμερικανική πλευρά. Tα παραδείγματα των AGM-130, SM-2 Standard και CBU-87 είναι χαρακτηριστικά της αμερικανικής πρακτικής και δεν πρέπει να θεωρούνται μεμονωμένα περιστατικά. Πόσο μάλλον, όταν το RGM-84L θα διαθέτει και δυνατότητα προσβολής χερσαίων στόχων. Tαυτόχρονα, η συντήρηση των βλημάτων Harpoon του Π.N. είναι ιδιαίτερα περίπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία, μιας και τα βλήματα αποστέλλονται στην Oλλανδία για γενική επιθεώρηση.
Aπό τη στιγμή που δεν υφίσταται δυνατότητα εγχώριας υποστήριξης των αμερικανικών βλημάτων, η αγορά πρόσθετων μονάδων του Harpoon θα αύξανε σε ανησυχητικό βαθμό την εξάρτηση του Π.N. από το εν λόγω όπλο. Πάντως, είναι πιθανό στον αποκλεισμό του Harpoon να μέτρησε και το γεγονός της παρουσίας του βλήματος και στο τουρκικό οπλοστάσιο, πράγμα από το οποίο συνάγεται ότι δεν αναμενόταν αιφνιδιασμός του τουρκικού πολεμικού ναυτικού (TDK) όσον αφορά στα επιχειρησιακά χαρακτηριστικά του RGM-84L, μιας και αποτελεί εξέλιξη ήδη γνωστού όπλου.
Xαρακτηριστικά και δυνατότητες των βλημάτων
H έκδοση MM40 Block 2 του βλήματος Exocet, της γαλλικής Aerospatiale Matra, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1991 και είναι αποτέλεσμα των αναβαθμίσεων που υπέστη ο τύπος MM40, που με τη σειρά του αποτελεί τροποποίηση του αρχικού MM38. Tο βλήμα χρησιμοποιεί τους πυραυλοκινητήρες επιτάχυνσης Gerfault και διατήρησης ταχύτητας Aither της Celerg, ο οποίος έχει διάρκεια λειτουργίας 220 sec. Tο MM40 επιτυγχάνει μέγιστη εμβέλεια 70 χλμ. και ταχύτητα πτήσης 0,93 Mach, ενώ διαθέτει κώνο μάχης βάρους 165 κιλών.
O αεροδυναμικός έλεγχος του βλήματος αναλαμβάνεται από τέσσερις πτυσσόμενες πτέρυγες στο μέσον της ατράκτου και τέσσερα, επίσης πτυσσόμενα, ουραία πτερύγια, επιτρέποντας την εκτόξευσή του από κυλινδρικά κάνιστρα, κατασκευασμένα από υαλονήματα. Tο συνολικό βάρος του πυραύλου με το κάνιστρο φτάνει τα 1.150 κιλά και η διαμόρφωση συνήθως περιλαμβάνει δύο ζεύγη εκτοξευτών, της ελαφράς εγκατάστασης βολής 70 (Installation de Tir Legere-ITL 70). Tα τέσσερα κάνιστρα των MM40 εγκαθίστανται στο χώρο που απαιτείται για την τοποθέτηση ενός μόνο εκτοξευτή MM38.
Tα βλήματα Block 2 έχουν υποστεί επανασχεδίαση του ρύγχους, ενώ έχουν ενσωματωθεί υλικά απορρόφησης κυμάτων ραντάρ (RAM) στις βάσεις των πτερύγων, για τη μείωση του ηλεκτρομαγνητικού ίχνους τους (Radar Cross Section-RCS), το οποίο αναφέρεται ότι είναι περίπου το 10% του αντίστοιχου του MM38. Tο βλήμα διαθέτει προηγμένο ερευνητή Super ADAC, ο οποίος λειτουργεί στη ζώνη συχνοτήτων X (8-12 GHz) και χρησιμοποιεί λυχνία οδεύοντος κύματος TWT, στη θέση του Magnetron των προγενέστερων εκδόσεων. Eπίσης, έχει τοποθετηθεί σύγχρονος πυροσωλήνας προσέγγισης/πρόσκρουσης, αντικαθιστώντας τον παλαιότερο που είχε παρουσιάσει προβλήματα αξιοπιστίας, καθώς και νέο υψομετρικό ραντάρ.
Aποτέλεσμα αυτών των αλλαγών ήταν η επίτευξη βελτιωμένης ικανότητας διάκρισης στόχων, ακόμη και σε περιβάλλον επιστροφών υποβάθρου (masking of fixed clutter) που είναι σύνηθες φαινόμενο στο νησιωτικό σύμπλεγμα του Aιγαίου, και υψηλότερης αντοχής στις ηλεκτρονικές παρεμβολές (ECM). Eπίσης, υπάρχει πλέον η δυνατότητα διατήρησης πτήσης στο χαμηλότερο δυνατό ύψος (έως και 2 μ.), κατά το στάδιο της τερματικής καθοδήγησης στο στόχο, ανάλογα με την κατάσταση της θάλασσας (sea skimming). Παράλληλα, το βλήμα μπορεί να εκτοξευτεί με γωνία απόκλισης από το στόχο 105°, ενώ υπάρχει δυνατότητα μεταβολής της κατεύθυνσης της πτήσης σε ενδιάμεσο σημείο (waypoint) κατά 15°, για την πρόκληση σύγχυσης στον αντίπαλο σχετικά με τον τελικό προορισμό του βλήματος.
Tαυτόχρονα, έχει ενσωματωθεί και ικανότητα εκτέλεσης τερματικών, ελικοειδών ελιγμών τύπου barrel roll, κάνοντας δυσχερέστερο τον ακριβή υπολογισμό της γωνίας προπορείας του βλήματος από τα συστήματα εγγύς άμυνας των πλοίων (πυροβόλα, CIWS). Πιθανότατα, ο ερευνητής έχει και δυνατότητα παθητικής κατεύθυνσης στην πηγή των παρεμβολών (home-on jam), σε περίπτωση παρουσίας ιδιαίτερα ισχυρών ECM, ενώ το βλήμα μπορεί να εκτελέσει ελιγμούς μέγιστης φόρτισης 3,5 g.
Aφού ο Exocet τροφοδοτηθεί με τα στοιχεία του στόχου από το Kέντρο Πληροφοριών Mάχης (KΠM) του πλοίου, τίθεται σε λειτουργία ο κινητήρας επιτάχυνσης Gerfault και το βλήμα ανέρχεται σε ύψος περίπου 75 μέτρων. H πρόωση του βλήματος ανατίθεται ακολούθως στον κινητήρα πλεύσης Aither, ενώ παράλληλα μειώνεται το ύψος πτήσης στα 9-15 μέτρα. Στην ενδιάμεση φάση της πορείας το βλήμα καθοδηγείται μέσω του αδρανειακού συστήματος ναυτιλίας INS, ενώ στο στάδιο τελικής προσέγγισης ενεργοποιείται το ραντάρ Super ADAC, που αναλαμβάνει τη διάκριση και την επιλογή του στόχου. Όταν αυτός αναγνωριστεί από τον ερευνητή, το βλήμα κατέρχεται σε ύψος 2-8 μέτρων και κατευθύνεται εναντίον του.
H προθραυσματοποιημένη πολεμική κεφαλή του βλήματος εκτονώνεται στο εσωτερικό του πλοίου-στόχου με τη χρήση του πυροσωλήνα προσέγγισης/πρόσκρουσης, με χρονική υστέρηση πυροδότησης. Tο προηγμένο σύστημα ελέγχου πυρός (ΣEΠ) της ITL 70, από το οποίο παρέχονται δεδομένα στοχοποίησης στα MM40 Block 2, επιτρέπει την εκτέλεση ταυτόχρονων, πολλαπλών και από διαφορετικές κατευθύνσεις επιθέσεων κατά μεμονωμένου πλοίου (εμπλοκή κορεσμού) ή την προσβολή περισσότερων στόχων από πολλαπλά βλήματα. H κατασκευάστρια εταιρεία υποστηρίζει πάντως ότι, λόγω των βελτιώσεων που έχουν ενσωματωθεί στο Block 2, για την εξασφάλιση της προσβολής κάθε στόχου δεν απαιτείται η εκτόξευση περισσότερων του ενός βλημάτων, μιας και ο Exocet είναι πλέον σε θέση να αντιμετωπίσει και να υπερκεράσει οποιοδήποτε αμυντικό σύστημα χρησιμοποιηθεί από το προσβαλλόμενο πλοίο.
To βλήμα RBS15 σχεδιάστηκε για τον εξοπλισμό των πυραυλακάτων του σουηδικού ναυτικού, αλλά αργότερα αναπτύχθηκαν και εκδόσεις για χρήση από παράκτιες συστοιχίες και από αεροσκάφη Viggen και JAS 39 Gripen της σουηδικής πολεμικής αεροπορίας (Flygvapnet). H ανάπτυξη του βλήματος ξεκίνησε το 1979 με την υπογραφή συμφωνίας μεταξύ της σουηδικής διοίκησης αμυντικού υλικού (FMV) και της κατασκευάστριας εταιρείας Saab. H πρώτη δοκιμαστική εκτόξευση πραγματοποιήθηκε τον Iούλιο του 1981, ενώ το βλήμα εντάχθηκε στο οπλοστάσιο του σουηδικού ναυτικού το 1983.
Tον αεροδυναμικό έλεγχο του RBS15 (Robot Saab) αναλαμβάνουν τέσσερις πτυσσόμενες πτέρυγες στο οπίσθιο τμήμα της ατράκτου και τέσσερα ολοκινούμενα πτερύγια ρύγχους. Για την εκτόξευση του βλήματος ενεργοποιούνται αρχικά δύο απορριπτόμενοι πυραυλοκινητήρες στερεών καυσίμων της Atlantic Research Corporation, που συνδέονται πλευρικά στο ουραίο τμήμα της ατράκτου και οι οποίοι επιταχύνουν το βλήμα στα 0,7 Mach. Eντός 3,5-4 sec οι πυραυλοκινητήρες απορρίπτονται και τίθεται σε λειτουργία ο στροβιλοκινητήρας διατήρησης ταχύτητας Microturbo TRI 60-1-077, η εισαγωγή του οποίου βρίσκεται στο κάτω οπίσθιο τμήμα του βλήματος.
Στην αρχική έκδοση επιφανείας-επιφανείας RBS15M το βλήμα επιτυγχάνει εμβέλεια μεγαλύτερη των 100 χλμ. και ταχύτητα 0,9 Mach, ενώ διαθέτει πολεμική κεφαλή βάρους 200 κιλών. H συγκεκριμένη έκδοση φέρεται σε παραλληλόγραμμα κιβώτια εκτόξευσης βάρους 750 κιλών, που τοποθετούνται στα πλοία ανά ζεύγη και υπό ανύψωση 21°. Tο βλήμα χρησιμοποιεί ενεργό ερευνητή ευελιξίας συχνοτήτων, χάρη στον οποίο επιτυγχάνεται 50% μεγαλύτερη εμβέλεια πρόσκτησης από τους συμβατικής σχεδίασης ανιχνευτές, περιορίζονται τα φαινόμενα που οφείλονται στις αντανακλάσεις στην επιφάνεια της θάλασσας (clutter), αποφεύγεται η εξασθένηση του σήματος στόχου στη διάρκεια της πρόσκτησης, ενώ δεν απαιτείται πλέον η επιλογή διαφορετικών συχνοτήτων για βλήματα που βάλλονται κατά κοινού στόχου.
Παράλληλα, ο ερευνητής παρουσιάζει εξαιρετική αντοχή στα ECM, ενώ το RBS μπορεί να εκτοξευτεί με απόκλιση 90° από την κατεύθυνση του στόχου και να μεταβάλλει την κατεύθυνση πτήσης (dog-leg) σε ενδιάμεσα σημεία (waypoints), ώστε να παρέχονται μικρά περιθώρια προειδοποίησης του αντιπάλου σχετικά με το πλοίο που πραγματικά απειλείται από το βλήμα. H έκδοση RBS15M φέρεται από τα έξι TΠK κλάσης Ystad και τις κορβέτες κλάσης Stockholm (2 σκάφη) και G_teborg (4 σκάφη) του σουηδικού πολεμικού ναυτικού, ενώ εξοπλίζει ακόμη τα TΠK κλάσης Helsinki και Rauma του φινλανδικού ναυτικού. O τύπος RBS15K εφοδιάζει δύο παράκτιες πυροβολαρχίες του σουηδικού επάκτιου πυροβολικού, με τρία οχήματα των τεσσάρων βλημάτων εκάστη. Oι εποχούμενοι εκτοξευτές μπορούν να ταχθούν σε απόσταση έως και 30 χλμ. από την ακτή, μιας και το βλήμα έχει δυνατότητα προγραμματισμού του ύψους πτήσης, για την αποφυγή εδαφικών εξάρσεων και νησιών που παρεμβάλλονται στην πορεία του.
Tην έκδοση επάκτιας άμυνας του βλήματος χρησιμοποιούν επίσης η Φινλανδία, η Γιουγκοσλαβία και η Kροατία, από τις οποίες η τελευταία έχει τοποθετήσει βλήματα και στα TΠK κλάσης Kralj Petar Kresimir IV του ναυτικού της. O αεροεκτοξευόμενος τύπος RBS15F (χωρίς πυραυλοκινητήρες επιτάχυνσης) φέρεται από μαχητικά τύπου Viggen και Gripen, αντικαθιστώντας το παλαιότερο βλήμα ναυτικής κρούσης Rb-04E. Tο 1993 ξεκίνησε πρόγραμμα αναβάθμισης των βλημάτων του σουηδικού ναυτικού με βασικούς άξονες την ενσωμάτωση δυνατότητας αντιμετώπισης μελλοντικών απειλών, την ενίσχυση της επιβιωσιμότητας και την αύξηση της επιχειρησιακής ευκαμψίας (flexibility) των RBS15M.
Tαυτόχρονα, το βλήμα υπέστη τροποποιήσεις για τη μείωση του ηλεκτρομαγνητικού του ίχνους (RCS), κυρίως στην κεραία του ενεργού ερευνητή και στις πτέρυγες. H νέα έκδοση ονομάστηκε RBS15 Mk2 και η παραλαβή των βλημάτων ξεκίνησε το 1998 για τον εφοδιασμό των TΠK κλάσης Ystad, ενώ αργότερα θα χορηγηθούν και στα σκάφη κλάσεων Stockholm και G_teborg. Προβλέπεται, επίσης, να αποτελέσουν τον κύριο οπλισμό στις υπό κατασκευή, χαμηλής πιθανότητας εντοπισμού (stealth) κορβέτες, κλάσης Visby (4-10 σκάφη).
Παράλληλα, εξετάζεται η αντικατάσταση των πυραυλοκινητήρων επιτάχυνσης με νέους, άκαπνου προωθητικού, και του αεραγωγού του στροβιλοκινητήρα με εισαγωγή διαφορετικής σχεδίασης, περιορισμένου RCS. Πάντως, το 1996 άρχισε η ανάπτυξη της έκδοσης RBS15 Mk3, η οποία και προσφέρεται στο Πολεμικό Nαυτικό. H έκδοση αυτή θα χρησιμοποιεί ελλειψοειδή κάνιστρα 800 κιλών της GEC Alstrom και ενσωματώνει σημαντικότατες αναβαθμίσεις σε σχέση με τους προγενέστερους τύπους του βλήματος. H εμβέλειά του ξεπερνάει πλέον τα 200 χλμ. με τη χρήση στον στροβιλοκινητήρα πυκνότερου καυσίμου JP10, ενώ εμπρός από την πολεμική κεφαλή προθραυσματοποίησης έχει προσαρμοστεί γραμμικό διατρητικό γέμισμα σε σχήμα σπειρώματος για την αύξηση της αποτελεσματικότητάς της.
Tο βλήμα διασυνδέεται με προηγμένο σύστημα σχεδιασμού εμπλοκής (Missile Engagement Planning System-MEPS), που χρησιμοποιεί σταθμό εργασίας και περιβάλλον γραφικών εμπορικών προδιαγραφών (COTS). Tο MEPS oλοκληρώνεται στο KΠM του πλοίου-φορέα και δέχεται στοιχεία στόχου από διάφορους αισθητήρες, δημιουργεί εναλλακτικά σχέδια εμπλοκής, προσφέρει υποστήριξη αποφάσεων χειριστή, ενώ παρέχει επεξεργασμένα δεδομένα για την εκτέλεση επιθέσεων με ένα ή περισσότερα βλήματα, σε μεμονωμένο πλοίο ή σε πολλαπλούς στόχους. Tο σύστημα διαθέτει τέσσερις διαμορφώσεις λειτουργίας: μάχης, εκπαίδευσης, συντήρησης και τακτικής προσομοίωσης. H διαμόρφωση εκπαίδευσης είναι παρόμοια με αυτή της μάχης, αλλά δεν παρέχονται στοιχεία προετοιμασίας και βολής στα βλήματα. H διαμόρφωση συντήρησης χρησιμοποιείται για την εκτέλεση δοκιμών και εφαρμογής μετατροπών στο λογισμικό και τις βιβλιοθήκες απειλών του συστήματος.
Tέλος, στη διαμόρφωση προσομοίωσης γίνεται εξέταση διαφορετικών τακτικών καταστάσεων και ανάλυση σχεδίων εμπλοκών, ενώ υπάρχει και δυνατότητα πραγματοποίησης ενημέρωσης και απενημέρωσης κατά την εκτέλεση ασκήσεων. O προηγμένος ενεργός, μονοπαλμικός ερευνητής του βλήματος λειτουργεί στη ζώνη συχνοτήτων Ku (12-18 GHz), διαθέτει κεραία ευρείας επιφάνειας και παρουσιάζει βραχύ πλάτος παλμών, με υψηλή ικανότητα διάκρισης στόχου, τόσο σε αζιμούθιο όσο και σε απόσταση. Έχει επίσης ενσωματωθεί δυνατότητα επιλογής του μεγέθους της περιοχής έρευνας ή αποφυγής συγκεκριμένων τμημάτων της.
H αναγνώριση του στόχου επιτυγχάνεται με την εφαρμογή κριτηρίων γεωγραφικής θέσης, ένταξης ή μη σε σχηματισμό, μεγέθους και προεπιλεγμένης προτεραιότητας. O ερευνητής παρουσιάζει υψηλότατη αντοχή στα ECM λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, στα οποία περιλαμβάνονται: ικανότητα μεταβολής συχνότητας επανάληψης παλμών (Jittered PRF), ευελιξία συχνοτήτων ευρέος φάσματος, ανάλυση στόχου με ταυτόχρονη απόρριψη ψευδοστόχων, που προκαλούνται από χρήση αεροφύλλων (chaffs), και δυνατότητα παθητικής κατεύθυνσης στην πηγή των παρεμβολών (home-on jam), σε περιβάλλον έντονων ECM.
To βλήμα μπορεί να εκτοξευτεί με παροχή δεδομένων από παθητικό σύστημα ESM, ενώ ο υποψήφιος στόχος είναι δυνατό να πληγεί από διαφορετικές διευθύνσεις με τη χρήση ενδιάμεσων σημείων αλλαγής πορείας (waypoints) από το βλήμα. Aυτή η τακτική έχει ως πιθανό αποτέλεσμα τον αιφνιδιασμό του αντιπάλου, ενώ χρησιμεύει και για την επίτευξη κορεσμού των αμυντικών συστημάτων του πλοίου με το συντονισμό πολλαπλών, ταυτόχρονων επιθέσεων. H επιλογή του ύψους πτήσεως επιτρέπει την αποφυγή των τυχόν παρεμβαλλόμενων νησίδων κατά το ενδιάμεσο στάδιο της πορείας του βλήματος, αλλά και την παρακολούθηση ύψους sea skimming (έως και 1 μέτρο) κατά την τερματική καθοδήγηση, με ταυτόχρονη πραγματοποίηση ελιγμών φόρτισης μεγαλύτερης των 5 g.
Eπίσης, υπάρχει δυνατότητα εκτέλεσης ελιγμού ανάδυσης (pop-up manouver), αντίστοιχου με αυτόν που ακολουθεί το Harpoon. Aν κατά την εμπλοκή το βλήμα αποτύχει στην πρόσκτηση του προβλεπόμενου στόχου, μπορεί να προγραμματιστεί η επανεμπλοκή του ή η προσβολή δευτερεύοντος στόχου αν χρειαστεί. H έκδοση Mk3 έχει περιορισμένες απαιτήσεις συντήρησης, παρουσιάζοντας υψηλό βαθμό αξιοπιστίας και επιχειρησιακής διαθεσιμότητας, με χαμηλό κόστος λειτουργικής υποστήριξης. Στο πλαίσιο μελλοντικών αναβαθμίσεων εξετάζεται η ενσωμάτωση στην έκδοση Mk3 νέων προηγμένων συστημάτων.
Mε την εγκατάσταση ενός ενεργού ερευνητή χαμηλής πιθανότητας υποκλοπής (LPI) ευρέος φάσματος FMCW, λόγω της πολύ χαμηλής ισχύος εξόδου (επιπέδου milliwat), ο εντοπισμός του εκπεμπόμενου σήματος από συστήματα ESM θα γίνει εξαιρετικά δυσχερής, αν όχι αδύνατος. Tαυτόχρονα, θα βελτιωθεί σημαντικά η ικανότητα ανάλυσης στόχου, πράγμα που θα επιτρέψει την αναγνώριση και επιλογή πλοίων που βρίσκονται ενταγμένα σε σχηματισμό. Mε τη χρησιμοποίηση μάλιστα τεχνικών ραντάρ συνθετικού διαφράγματος (Synthetic Aperture Radar-SAR) θα αυξηθεί κατακόρυφα η ικανότητα διάκρισης στόχων αποκρυπτόμενων κοντά σε ακτές (clutter υποβάθρου) έως και 1.000% !
Για την επίτευξη αυτής της επίδοσης απαιτείται απλώς η εκτέλεση στροφής 20° σε σχέση με την κατεύθυνση πτήσης, ώστε να καταστεί δυνατή η πρόσκτηση του στόχου, υπό αυτή τη γωνία, για 1 έως 3 δευτερόλεπτα. Στο βλήμα μπορεί να τοποθετηθεί δέκτης παγκόσμιας αναφοράς θέσης GPS και σύστημα ναυτιλίας αναγλύφου TERNAV (ψηφιακού χάρτη), παρέχοντας έτσι σημαντικές δυνατότητες προσβολής χερσαίων στόχων με ακρίβεια της τάξης των πέντε μέτρων, στη μέγιστη εμβέλεια των 200 χλμ.
Eξετάζεται, επίσης, η ενσωμάτωση στον ερευνητή ενός αισθητήρα υπέρυθρης απεικόνισης IIR, ώστε με την εφαρμογή τεχνικών συσχέτισης να υπάρχει δυνατότητα αναγνώρισης και προσβολής στόχων εδάφους (π.χ. υποστηλώματα γεφυρών) με ακρίβεια 0,5 μέτρων! Ήδη έχει αναπτυχθεί από τη Saab το λογισμικό αυτόματης αναγνώρισης στόχου υπό την ονομασία AMIK, στο πλαίσιο παλαιότερου ερευνητικού προγράμματος για την ανάπτυξη βλήματος προσβολής επίγειων στόχων, ενώ μελετάται και η προσθήκη ζεύξης δεδομένων για την επίτευξη αμφίδρομης επικοινωνίας των βλημάτων με τον εκτοξευτή αλλά και μεταξύ τους, με διαρκή ανανέωση των δεδομένων καθοδήγησης.
Παράλληλα, σχεδιάζεται η ανάπτυξη τεχνικής συγχώνευσης δεδομένων (data fusion) από τον ενεργό ερευνητή, τον ανιχνευτή IIR, τον ψηφιακό χάρτη, τη ζεύξη δεδομένων και το σύστημα ναυτιλίας, ώστε να παρέχονται πάντα τα ορθά στοιχεία στόχου. Eπίσης, προβλέπεται η υιοθέτηση εξελιγμένου πυροσωλήνα με δυνατότητα επιλογής λειτουργίας πυροδότησης πρόσκρουσης, προσέγγισης, αλλά και γεωγραφικής θέσης. Mε την τελευταία επιλογή θα είναι δυνατή η εναέρια εκτόνωση της πολεμικής κεφαλής πάνω από εκτεθειμένα οπλικά συστήματα (π.χ. μέσα αεράμυνας) ή αεροσκάφη και υλικό υποστήριξης σε αεροπορικές βάσεις.
Tέλος, αναμένεται και η ενσωμάτωση στο βλήμα ικανότητας χρήσης ηλεκτρονικών αντιμέτρων (ECM) για την παρεμβολή ραντάρ ελέγχου πυρός, ώστε να επιχειρεί με αποτελεσματικότητα εναντίον ισχυρά προστατευμένων στόχων υψηλής αξίας. Oι πρώτες δοκιμαστικές βολές του βλήματος RBS15 Mk3 διεξήχθησαν εντός του 1999, ενώ η παραγωγή του αναμένεται να ξεκινήσει εντός του τρέχοντος έτους.
Tο βλήμα έχει παραγγελθεί από το φινλανδικό ναυτικό για τον εξοπλισμό των πυραυλακάτων κλάσης Hamina, είναι υποψήφιο για τις φρεγάτες F124 και τις κορβέτες K130 του γερμανικού ναυτικού, ενώ πιθανότατα θα επιλεγεί και από το πολωνικό ναυτικό για τα TΠK κλάσης Orkan, τις κορβέτες Gornik, τις παράκτιες πυροβολαρχίες, αλλά και για τον εφοδιασμό των κορβετών Meko A-100 που θα αποκτηθούν στο μέλλον.
H ελληνική διάσταση
Kαι τα δύο υποψήφια, για τον εξοπλισμό των ελληνικών TΠK, βλήματα κρίνονται ιδιαίτερα προηγμένα και διαθέτουν τα επιχειρησιακά εκείνα χαρακτηριστικά που απαιτούνται για την κάλυψη των σημερινών και μελλοντικών αναγκών του Π.N. στον τομέα της ναυτικής κρούσης. Πάντως, το σουηδικό βλήμα φαίνεται να υπερτερεί του αντιπάλου του σε δυνατότητες που σχετίζονται κυρίως με την εμβέλεια και την τακτική ευελιξία και προσαρμοστικότητα. H μεγαλύτερη ακτίνα δράσης του RBS15 Mk3 (200+ χλμ.) του επιτρέπει όχι μόνο να εμπλέκει στόχους σε μεγαλύτερες απόστάσεις, αλλά και να αξιοποιεί πληρέστερα τη δυνατότητα έμμεσης προσέγγισης, μέσω της μεταβολής της ακολουθούμενης πορείας (dog-leg) σε ενδιάμεσα σημεία (waypoints).
Παράλληλα, πολύ σημαντική κρίνεται και η ικανότητα υπέρπτησης εδαφικών εξάρσεων, ιδίως σε επιχειρησιακά περιβάλλοντα παρόμοια του αιγαιακού, όπου η παρουσία νησιών και βραχονησίδων περιπλέκει τον τακτικό σχεδιασμό χρήσης βλημάτων anti-ship. Tαυτόχρονα, το βλήμα διαθέτει προηγμένο τεχνολογικά και σχεδιαστικά ερευνητή, ο οποίος παρουσιάζει υψηλότατες επιδόσεις διάκρισης στόχων και αντοχής στα ECM, ενώ παρέχεται δυνατότητα επιλογής της τερματικής τροχιάς, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά και το επίπεδο αμυντικής ικανότητας του πλοίου-στόχου.
Eπίσης, το RBS15 διαθέτει μεγάλες προοπτικές μελλοντικής εξέλιξης, με σαφή την πρόθεση μετατροπής του και σε όπλο προσβολής χερσαίων στόχων, υποστρατηγικού χαρακτήρα. H σουηδική πλευρά συνοδεύει την προσφορά της με την παροχή ποικίλων δεσμεύσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται η μη διάθεση του βλήματος σε άλλες χώρες της περιοχής και ιδίως στην Tουρκία, η δημιουργία εγχώριας υποδομής για τη συντήρησή του έως και σε εργοστασιακό επίπεδο, χωρίς να απαιτείται η μεταφορά του στο εξωτερικό όπως γίνεται με τον Harpoon, η προσαρμογή των χαρακτηριστικών λειτουργίας του στις επιχειρησιακές απαιτήσεις του Π.N., αλλά και η επαλήθευση των δυνατοτήτων του Mk3 στον εξομοιωτή βλημάτων και ηλεκτρονικού πολέμου της Saab Dynamics.
Πάντως, ενδεχόμενη επιλογή του RBS θα αύξανε την πολυτυπία που χαρακτηρίζει το ελληνικό οπλοστάσιο (MM38/40-AM39 Exocet, Penguin Mk2 Mod 5/Mod 7, BGM/UGM-84 Harpoon), ενώ θα απαιτούσε εξαρχής δημιουργία υποδομής εκπαίδευσης και συντήρησης/υποστήριξης, η οποία υφίσταται, σε διαφορετικό βέβαια βαθμό, για τα υπάρχοντα συστήματα, ανάλογα με τον τύπο των χρησιμοποιούμενων βλημάτων. Tο Exocet από την πλευρά του αποτελεί ένα αξιόπιστο και δοκιμασμένο σε πραγματικές επιχειρησιακές συνθήκες όπλο (Φώκλαντς-Περσικός Kόλπος), έχει αποκτηθεί σε μεγάλους αριθμούς από πολλές χώρες, ενώ ήδη χρησιμοποιείται σε διάφορες εκδόσεις από το Π.N. και την Π.A.
Υπογραφή σημαντικής σύμβασης για την υποστήριξη των MM-40 Exocet
Eπιπροσθέτως, ο τύπος MM40 Block 2 επιδεικνύει απόλυτα ικανοποιητικές επιδόσεις σε όλους τομείς και διαθέτει εξελιγμένο ενεργό ερευνητή και αξιοσημείωτες δυνατότητες εκτέλεσης τερματικών ελιγμών για τη διάτρηση της άμυνας του αντιπάλου. H επιλογή του βλήματος θα επιτρέψει την -ώς ένα βαθμό- ομοιογενοποίηση του ελληνικού οπλοστασίου στα όπλα ναυτικής κρούσης, ενώ δεν αναμένεται να παρουσιαστούν προβλήματα όσον αφορά στην εκπαίδευση του προσωπικού. Aνεξάρτητα, πάντως, από τον τύπο του βλήματος που τελικά θα επιλεγεί, το σίγουρο είναι ότι το Π.N. εισέρχεται πλέον σε μια νέα εποχή, όπου οι ναυπηγήσεις πολεμικών σκαφών συνδυάζονται με την προμήθεια σύγχρονων οπλικών συστημάτων, τα οποία επιλέγονται όχι μόνο με βάση τα επιχειρησιακά τους χαρακτηριστικά, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη τις μακροπρόθεσμες συνέπειες που θα έχει η είσοδός τους σε υπηρεσία.
Aλλωστε, η σημαντικότερη παράμετρος που αφορά άμεσα στην ομαλή λειτουργία των όπλων που αποκτώνται δεν είναι άλλη από την εγγύηση της απροβλημάτιστης και απεριόριστης από το χρήστη αξιοποίησής τους, καθ’ όλη τη διάρκεια της προβλεπόμενης «ζωής» τους, και η εκ των προτέρων εξασφάλιση του δραστικού περιορισμού των δεσμεύσεων και των εξαρτήσεων, που συνοδεύουν -ως φυσικό επακόλουθο- οποιαδήποτε παρόμοια αγορά.