Σε μια κίνηση που χαρακτηρίστηκε ως “ιστορική”, ο Έλληνας Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προσκλήθηκε να συμμετάσχει στη Διεθνή Διάσκεψη για την Ειρήνη και την Ανοικοδόμηση της Γάζας, η οποία διεξήχθη στις 13 Οκτωβρίου 2025 στο Σαρμ Ελ Σέιχ της Αιγύπτου. Η πρόσκληση αυτή, που εστάλη απευθείας από τον Αμερικανό Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και τον Αιγύπτιο Πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι, έφερε την Ελλάδα στο επίκεντρο των διεθνών προσπαθειών για την εδραίωση της εκεχειρίας μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, σηματοδοτώντας μια σημαντική στιγμή για την εξωτερική πολιτική της χώρας.
Η διάσκεψη, που συγκέντρωσε ηγέτες από περισσότερες από 20 χώρες, εστίασε στην υπογραφή της πρώτης φάσης μιας ειρηνευτικής συμφωνίας, η οποία περιλαμβάνει την απελευθέρωση Ισραηλινών ομήρων από την Χαμάς, την απελευθέρωση Παλαιστινίων κρατουμένων από το Ισραήλ και δεσμεύσεις για τη διατήρηση της εκεχειρίας, βάζοντας τα θεμέλια για την υλοποίηση του αμερικανικού σχεδίου ειρήνης του Τραμπ. Παρά την απουσία εκπροσώπων από το Ισραήλ και την Χαμάς, η παρουσία κορυφαίων διεθνών ηγετών, όπως ο Βρετανός Πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ, ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Πρόεδρος της Κύπρου Νίκος Χριστοδουλίδης, υπογράμμισε το παγκόσμιο βάρος της πρωτοβουλίας, η οποία φιλοδοξεί να τερματίσει μια κρίση που χρονολογείται από τον πρώτο Αραβο-Ισραηλινό Πόλεμο του 1948 και να μετατρέψει τον κοινό πόνο σε κοινή ελπίδα, όπως δήλωσε ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κώστας Τασούλας.
Η συμμετοχή του Πρωθυπουργού θεωρείται πως δεν ήταν μια τυπική διπλωματική χειρονομία, αλλά μια οριστική αναγνώριση του ρόλου της Ελλάδας ως πυλώνα σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Πριν αναχωρήσει για την Αίγυπτο, ο Έλληνας Πρωθυπουργός συναντήθηκε με τον Πρόεδρο Τασούλα, ο οποίος χαρακτήρισε τη διάσκεψη “ιστορικά σημαντική” και επαίνεσε τον Τραμπ ως τον “αρχιτέκτονα” των εξελίξεων.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο Πρωθυπουργός εξέφρασε βαθιά συγκίνηση για τις σκηνές απελευθέρωσης των Ισραηλινών ομήρων δύο χρόνια μετά την “φρικτή επίθεση” της Χαμάς, δηλώνοντας ότι “αυτό το κεφάλαιο φαίνεται να κλείνει, ενώ ανοίγει τον δρόμο για να επιτευχθεί κάτι πολύ μεγαλύτερο”, διατηρώντας την ελληνική θέση πως η Χαμάς είναι μια τρομοκρατική οργάνωση, και το Ισραήλ μια χώρα σύμμαχος για την Ελλάδα.
Επιπλέον, ο Πρωθυπουργός φρόντισε να τονίσει την ετοιμότητα της Ελλάδας να συνεισφέρει στα επόμενα βήματα της ειρηνευτικής διαδικασίας, υπογραμμίζοντας ότι η χώρα “έχει έναν πολύ σημαντικό ρόλο να παίξει ως χώρα που διατηρεί διάλογο με όλες τις πλευρές στη Μέση Ανατολή και αποτελεί πυλώνα σταθερότητας”. Στο περιθώριο της διάσκεψης, ο Μητσοτάκης είχε σύντομη συνάντηση με τον Τραμπ, η οποία ενίσχυσε τις αμερικανο-ελληνικές σχέσεις και επιβεβαίωσε την υποστήριξη των ΗΠΑ στην ελληνική πρωτοβουλία.
Η Ελλάδα, μαζί με την Κύπρο, ήταν μία από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες που προσκλήθηκαν – μαζί με Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Ουγγαρία – κάτι που αντικατοπτρίζει την εμπιστοσύνη των διοργανωτών στην ικανότητα της Αθήνας να λειτουργήσει ως γέφυρα μεταξύ Δύσης και Ανατολής.
Η Διάσκεψη στο Σαρμ Ελ Σέιχ: Ένα Σημείο Αναφοράς για την Παγκόσμια Ειρήνη
Η Διάσκεψη, η οποία συγκλήθηκε υπό την αιγίδα του Τραμπ και του αλ-Σίσι, αποτέλεσε την κορύφωση μηνών εντατικών διπλωματικών διαβουλεύσεων, με στόχο όχι μόνο την αποκλιμάκωση της βίας, αλλά και τη μακροπρόθεσμη σταθεροποίηση της περιοχής. Οι συμμετέχοντες υπέγραψαν συμφωνίες που προβλέπουν την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, την έναρξη εργασιών ανοικοδόμησης της Γάζας και την προώθηση διαλόγου βασισμένου σε ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, ο οποίος παρευρέθη, χαρακτήρισε την πρωτοβουλία ως “πραγματική ευκαιρία για ειρήνη”.
Για την Ελλάδα, η συμμετοχή αυτή ήρθε σε μια κρίσιμη συγκυρία, καθώς η χώρα έχει ήδη αποδείξει την αφοσίωσή της στην περιοχή μέσω συγκεκριμένων ενεργειών, μέσω της συνεχούς παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα, της φιλοξενίας τραυματισμένων και άρρωστων παιδιών σε ελληνικά νοσοκομεία αλλά και της διατήρησης ανοιχτών καναλιών επικοινωνίας τόσο με το Ισραήλ όσο και με την Παλαιστινιακή Αρχή.
Ο Πρωθυπουργός, σε δηλώσεις του πριν την αναχώρηση, χαρακτήρισε τη διάσκεψη “ιστορική μέρα” που μπορεί να γίνει “ο ακρογωνιαίος λίθος για μια διαρκή ειρήνη στη Μέση Ανατολή”, εκφράζοντας την πεποίθησή του ότι η Ελλάδα μπορεί να συμβάλει ενεργά στην ανοικοδόμηση της Γάζας, εφόσον η διαδικασία προχωρήσει ομαλά. Ουσιαστικά λοιπόν, η Ελλάδα δήλωσε παρούσα στην επόμενη μέρα της Γάζας, όπου προβλέπεται να γεννηθεί ένα νέο κράτος, μακριά από την στυγνή δικτατορία της Χαμάς.
Η Γεωπολιτική Αναβάθμιση της Ελλάδας
Πρέπει να τονιστεί πως η πρόσκληση του Έλληνα Πρωθυπουργού δεν περιορίζεται σε συμβολική αξία, αλλά αντιπροσωπεύει μια ουσιαστική γεωπολιτική αναβάθμιση της Ελλάδας, η οποία τοποθετεί τη χώρα στον χάρτη των μεγάλων δυνάμεων που διαμορφώνουν το μέλλον της Μέσης Ανατολής. Σε μια εποχή όπου εθνικιστικές φωνές εντός και εκτός Ελλάδας επιμένουν στην εικόνα μιας “απομονωμένης χώρας“, ο Πρωθυπουργός δήλωσε: “Αυτή είναι ακόμα μία απάντηση σε όσους θέλουν να βλέπουν μια απομονωμένη και δυστυχισμένη Ελλάδα“.
Η συμμετοχή στη διάσκεψη ενισχύει την εικόνα της Ελλάδας ως αξιόπιστου εταίρου στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδιαίτερα μετά από πρόσφατες εξελίξεις όπως η διπλωματική πρωτοβουλία για την Κύπρο και οι συμμαχίες με ΗΠΑ, Ισραήλ και Αίγυπτο. Αυτή η θέση επιτρέπει στην Αθήνα να επηρεάζει ενεργά τις περιφερειακές εξελίξεις, προωθώντας την αποκλιμάκωση εντάσεων και την ανθρωπιστική διάσταση, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει τις εμπορικές και ενεργειακές σχέσεις με αραβικές χώρες.
Επιπλέον, η διάσκεψη έδωσε την ευκαιρία στον Πρωθυπουργό να μεταφέρει προς το Ισραήλ το μήνυμα, πως η Ελλάδα αλλά και η ΕΕ είναι υπέρ της λύσης δύο κρατών, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για δίκαιη ειρήνη βασισμένη σε διεθνές δίκαιο. Για την Κύπρο, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης τόνισε σε τηλεφωνικές επικοινωνίες με τον αλ-Σίσι και τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου τον ρόλο του νησιού ως “αξιόπιστου εταίρου και σταθερού πυλώνα” στην περιοχή.
Πέρα από αυτά, η κίνηση της πρόσκλησης του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν πρέπει να εξεταστεί μέσα από τα στενά κομματικά πλαίσια της ελληνικής πολιτικής σκηνής, ούτε να τύχει πολιτικής εκμετάλλευσης ή “θαψίματος” από εσωτερικούς πολιτικούς παράγοντες. Αντίθετα, οφείλουμε να την δούμε ως μια διάκριση που αφορά τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας, ανεξαρτήτως χρωμάτων και ιδεολογιών, καθώς ενισχύει το κύρος ολόκληρης της χώρας διεθνώς.
Αυτή η προσέγγιση όχι μόνο προάγει την εθνική ενότητα σε κρίσιμες στιγμές, αλλά και τερματίζει αποτελεσματικά τις αφηγήσεις προπαγάνδας που προωθούνται από την Τουρκία και, κυρίως, από τη Ρωσία, οι οποίες επιμένουν ότι η Ελλάδα είναι απομονωμένη λόγω της σταθερής στάσης της υπέρ της Ουκρανίας στον πόλεμο που μαίνεται εδώ και τρία χρόνια. Στην πραγματικότητα, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, καθώς τα τελευταία δύο χρόνια, η Ελλάδα έχει διαδραματίσει έναν εξαιρετικό ρόλο ως δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ισραήλ, χάρη στην εξαιρετική διμερή σχέση που έχει καλλιεργήσει με το τελευταίο, βασισμένη σε κοινά συμφέροντα ασφαλείας, ενέργειας και σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Αυτή η ισορροπημένη διπλωματία, που συνδυάζει την αμέριστη υποστήριξη στην ουκρανική υπόθεση με την ενεργή εμπλοκή στις εξελίξεις της Μέσης Ανατολής, αποδεικνύεται ότι όχι μόνο δεν απομονώνει την Αθήνα, αλλά την καθιστά απαραίτητο συνομιλητή σε παγκόσμια fora, ενισχύοντας την εικόνα της ως υπεύθυνης και πολυδιάστατης δύναμης.
Συνολικά, η παρουσία του Πρωθυπουργού στη Διάσκεψη για τη Γάζα δεν είναι μια διπλωματική επιτυχία, αλλά ένα ορόσημο που αναδεικνύει την Ελλάδα ως ενεργό παίκτη σε παγκόσμια ζητήματα. Μέσα από αυτήν, η χώρα ενισχύει το κύρος της διεθνώς, αλλά και δημιουργεί προϋποθέσεις για μελλοντικές συνεργασίες σε τομείς όπως η ανοικοδόμηση, η ενέργεια και η ασφάλεια, μετατρέποντας τις προκλήσεις της περιοχής σε ευκαιρίες για ανάπτυξη και σταθερότητα. Σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία, η Ελλάδα, στέκεται όχι ως περιθωριακός παρατηρητής, αλλά ως κεντρικός συντελεστής μιας νέας εποχής ειρήνης, και ως έτσι πρέπει να την δούμε. Όχι κομματικά, αλλά εθνικά.