Προς το τέλος του πολέμου, η γερμανική αεροπορική βιομηχανία είχε προχωρήσει σε ένα σημαντικό αριθμό σχεδίων αρκετά καινοτόμων αεροπλάνων. Από τα πιο ενδιαφέροντα και εντυπωσιακά υπήρξε και το βαρύ μαχητικό Messerschmitt Me 329. Η ιστορία του ξεκινάει από το δικινητήριο Me 210 όπου προοριζόταν για τη διαδοχή του διασήμου αλλά πεπαλαιωμένου Messerschmitt Bf 110, αλλά αποδείχτηκε αρκετά προβληματικό. Τα ποικίλα και ανυπέρβλητα ελαττώματά του επέφεραν τη διακοπή του προγράμματος.
Messerschmitt Me 210: η παταγώδης αποτυχία της γερμανικής βιομηχανίας
Η Messerschmitt, δεχομένη μεγάλη πίεση από τη Luftwaffe, έκανε ό,τι μπορούσε για να αποτρέψει, από τη μια, τη μοίρα του Me 210 και να επαναπροωθήσει, από την άλλη, την παραγωγή του Bf 110, η οποία είχε ουσιαστικά εγκαταλειφθεί.
Ήδη από τον Ιανουάριο του 1939, ο αεροναυπηγός Alexander Lippisch εργαζόταν επάνω στη σχεδίαση του μικρού πυραυλοκίνητου μαχητικού Me 163 «Komet». Στις αρχές του 1942, δημιούργησε με την ομάδα του ένα άλλο αεροσκάφος το οποίο αποτελούσε ένα εντελώς ανεξάρτητο project. Αυτό ήταν ένα ευέλικτο μονοθέσιο που ονομάστηκε Ρ.10 και τροφοδοτείτο από δύο Daimler-Benz DB-606 των 2.700 ίππων έκαστος. Το πρόβλημα αφορούσε το κόστος κατασκευής του, το οποίο κρίθηκε αποτρεπτικό από τα διοικητικά στελέχη της Messerschmitt.
Το καλοκαίρι του 1942, ο Lippisch παρουσίασε στην ηγεσία του Υπουργείου Αεροπορίας του Ράϊχ (RLM) ένα νέο βαρύ μαχητικό που επίσης έφερε την ονομασία P.10. Σκοπός του ήταν να χρησιμοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερα δομικά στοιχεία από το Me 210. Αυτά περιελάμβαναν ολόκληρο το εμπρόσθιο και μεσαίο τμήμα της ατράκτου, το θάλαμο διακυβέρνησης και τα όπλα (συμπεριλαμβανομένων και των τηλεχειριζόμενων πλαϊνών πολυβόλων MG-131).
Η δυνατότητα άντλησης αρκετών δομικών στοιχείων που ήδη βρίσκονταν σε παραγωγή (όπως και μέρος του όλου εξοπλισμού του Me 210) ήταν σαν ιδέα αρκετά ελκυστική. Οι κυριότερες καινοτομίες αφορούσαν τις δελτοειδείς πτέρυγες και τη πλήρη απουσία πηδαλίων ανόδου-καθόδου από την ουρά. Ως προς τα μηχανολογικά, οι Daimler-Benz θα περιέστρεφαν έλικες που δε θα βρίσκονταν στα χείλη, αλλά στο οπίσθιο τμήμα των πτερύγων. Η ηγεσία της RLM, παρακάμπτοντας την αρνητική κρίση της Messerschmitt σχετιζομένη με το κόστος, ζήτησε ένα πρωτότυπο. Αυτό που παραμένει ασαφές είναι αν το συγκεκριμένο project ή κάποιο άλλο ονομάστηκε από το RLM ως Me 265.
Ταυτοχρόνως, ο μηχανικός της Messerschmitt και πιλότος δοκιμών, Hermann Wurster, πρότεινε την κατασκευή του με χαρακτηριστικά βαρέως μαχητικού (αργότερα έλαβε από το RLM τον κωδικό 329). Η ίδια η διοίκηση της Messerschmitt βέβαια, υποτίμησε το Me 329, δείχνοντας μηδενικό ενδιαφέρον για το project. Το σχέδιο του αεροσκάφους το περιέγραφε με μήκος 7,7 μέτρα μόλις, άνοιγμα πτερύγων 17,5 και ύψος 4,74. Η μέγιστη ταχύτητά του υπολογιζόταν στα 685 χιλιόμετρα την ώρα και το ανώτατο υψόμετρο στα 41.000 πόδια. Για τον έλεγχό του, προοριζόταν ένα μεγάλο κάθετο ουραίο σαν αυτό που είχε ήδη δοκιμαστεί στο Me 163, το οποίο επεδείκνυε εξαιρετικά πτητικά χαρακτηριστικά. Για την εξοικονόμηση μετάλλου αποφασίστηκε η αντικατάστασή του, όπου ήταν δυνατόν, με περισσότερα ξύλινα τμήματα.
Η τροφοδοσία του θα γινόταν με δύο DB-603 των 1.750 ίππων, τους ιδίους με αυτούς του Me 410. Εναλλακτικώς, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν οι Junkers Jumo 213, της ιδίας περίπου ισχύος. Τα καλύμματα των κινητήρων σχεδιάστηκαν προσεκτικά ώστε να μην επιρρεάζουν την όλη αεροδυναμική του και αποτελούσαν ουσιαστικώς τμήμα των πτερύγων. Ο αέρας ψύξης θα εισέρχετο από τις οριζόντιες οπές που βρίσκονταν στο εμπρόσθιο άκρο τους.
Στο στάδιο του σχεδιασμού και κατασκευής, το Me 329 έφερε τρίφυλλες έλικες. Ενώ στα Me 410 και P.10 τα δύο μέλη του πληρώματος βρίσκονταν το ένα πίσω από το άλλο, στο Me 329 ο πιλότος με τον ασυρματιστή/παρατηρητή είχαν διπλανές θέσεις. Η θέση του κόκπιτ ήταν αρκετά μπροστά, προσφέροντας εξαιρετική θέα και για τους δύο. Λόγω του ότι προοριζόταν για πτήσεις σε μεγάλα ύψη, προβλέφθηκε συμπιεζόμενο πιλοτήριο, όπως επίσης και τοποθέτηση εκτινασσομένων καθισμάτων. Λίγο αργότερα, εκτινασσόμενα καθίσματα έφεραν τα βαρέα μαχητικά Dornier Do 335 και Heinkel He 219.
Από απόψεως οπλισμού, το Me 329 δεν θα ήταν απογοητευτικό. Είχε αποφασισθεί η τοποθέτηση τεσσάρων σταθερών πυροβόλων MG-151 των 20 χιλ. στο ρύγχος, καθώς και δύο ακόμη πυροβόλων MK-108 των 30 χιλ. στις βάσεις των πτερύγων. Για την άμυνά του είχε προβλεφθεί ένας τηλεκατευθυνόμενος πυργίσκος στο τέλος της ατράκτου με μονό πυροβόλο MG-151 των 20 χιλ. ή δύο πολυβόλα MG-131 των 13 χιλ.
Το νέο αεροπλάνο υποτίθεται πως θα ξεκινούσε ως βαρύ μαχητικό μακράς εμβελείας, καθώς και μαχητικό/βομβαρδιστικό. Στη συνέχεια θα προχωρούσαν στις απαραίτητες μετατροπές που θα το καθιστούσαν νυχτερινό μαχητικό, βομβαρδιστικό καθέτου εφορμήσεως και αναγνωριστικό. Η αυτονομία πτήσης του αναμενόταν να φτάσει τα 2.500 χιλιόμετρα που θα αυξανόταν με εξωτερικές δεξαμενές καυσίμου.
Το 1942-1943 παρουσιάστηκε ένα ξύλινο μοντέλο του Me 329 και ακολούθησε ένα δεύτερο που διεφέρε από το πρώτο ως προς τον θάλαμο διακυβερνήσεως και τις διαφανείς επιφάνειες. Τα πράγματα όμως πήραν άλλη τροπή κατόπιν της βελτιώσεως του Me 210, αφού η επιμήκυνση της ατράκτου επέφερε την επίλυση αρκετών προβλημάτων. Το αποτέλεσμα που προέκυψε ήταν το Me 410, το οποίο αντικατέστησε σε κάποιες μονάδες το προϋπάρχον, από το 1943, Me 210.
Έτσι, τa φουτουριστικά projects των P.10 και Me 329 έχασαν το σκοπό δημιουργίας τους και εστάλησαν στο αρχείο χωρίς περαιτέρω πλάνα ανασύρσεώς τους, αφού τον Μάϊο του 1943, ο Lippisch αποχώρησε από τη Messerschmitt.