Του Πάνου Ευαγγέλου (από το αρχείο της ΠΤΗΣΗΣ)
Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 το Πολεμικό Ναυτικό αποφάσισε την προμήθεια τεσσάρων (τότε) σύγχρονων φρεγατών: η τελική επιλογή του τύπου MEKO 200HN του Γερμανικού Ναυπηγείου Blohm + Voss ανακοινώθηκε στις 18 Απριλίου 1988. Ακολούθησε στις 10 Φεβρουαρίου 1989 η υπογραφή της σύμβασης με κοινοπραξία των γερμανικών εταιριών Blohm + Voss AG (B+V) και Thyssen Rheinstahl Technik GmbH, για τη ναυπήγηση του πρώτου πλοίου σε γερμανικά ναυπηγεία, ενώ τα υπόλοιπα τρία θα ναυπηγούντο στην Ελλάδα με την παροχή υλικών και υπηρεσιών από την κοινοπραξία.
H τρόπιδα της φρεγάτας ΥΔΡΑ τοποθετήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 1990: ακολούθησε η καθέλκυση στις 15 Ιουνίου 1991, η ολοκλήρωση της ναυπήγησης, η έναρξη δοκιμών τον Ιούνιο του 1992 και η επίσημη παράδοση στο Π.Ν., ενώ η άφιξη στην Ελλάδα προγραμματίζεται για τα τέλη Ιανουαρίου 1993.
Κάπως έτσι ξεκίνησε η ιστορία των ΜΕΚΟ στην Ελλάδα, που μέχρι την έλευση των νέων φρεγατών FDI, θα παραμείνουν τα πιο αξιόμαχα σκάφη μας. Τα οποία αξίζουν, όπως έχουμε ξαναγράψει την αναβάθμιση τους, καθώς και αρκετά χρόνια ζωής έχουν “μέσα” τους, και καλή είναι η βασική σχεδίαση τους και δεν μας περισσεύουν πλώρες.
Ποιες είναι όμως οι δυνατότητες τους στον πόλεμο επφανείας;
Αρχικά τα ελικόπτερα S-70B-6 του Π.Ν. διέθεταν εξαρχής ικανότητα μεταφοράς και εκτόξευσης ενός Βλήματος Αέρος-Επιφανείας (ASM) PENGUIN Mk2 Mod7 της NFT που εξοπλίζει τα SH-60B του Αμερικανικού Ναυτικού ως AGM-119B. Το βλήμα βάρους 385kg μεταφέρει ημι-διατρητική (SAP) εκρηκτική κεφαλή Mk19 των 120kg με ταχύτητα υψηλότερη των Mach 0,8 σε ακτίνα δράσης 19NM (34km).
Στην ενδιάμεση φάση πτήσης το βλήμα ελέγχεται από Σύστημα Αδρανειακής Αναφοράς (INS), που επιτρέπει μεταβολή πορείας ακόμη και κατά 90ο σε προγραμματισμένο σημείο της διαδρομής για την απόκρυψη της διόπτευσης του φορέα εκτόξευσης, ή την εμπλοκή στόχου πίσω από εμπόδια όπως νησιά.
Στην τελική φάση πτήσης ενεργοποιείται ο παθητικός ερευνητής υπερύθρων IR του βλήματος που παρέχει πεδίο έρευνας επιλεγόμενου μεγέθους και σχήματος, δυνατότητα αγνόησης ορισμένων στόχων για την προσβολή συγκεκριμένων πλοίων ενός σχηματισμού, καθώς και προηγμένα χαρακτηριστικά απόρριψης Αντι-Μέτρων IR (IRCM) και διάκρισης στόχων από θαλάσσιο ή χερσαίο περιβάλλον IR.
3.1 δισεκατομμύρια δολάρια για πυραύλους Harpoon και SLAM για το Ναυτικό των ΗΠΑ
Για τον υπολογισμό και προγραμματισμό των παραπάνω στοιχείων ναυτιλίας και εμπλοκής, το Σύστημα Ελέγχου Βλήματος (MCS) της NFT στον ειδικό βραχίονα ανάρτησης δέχεται δεδομένα στόχου από το σύστημα ASN-150(V) του ελικοπτέρου, τα οποία εξάγονται είτε από το ραντάρ APN-143(V)3, είτε από το σύστημα ALR-606(V)2 ESM.
Στην τελευταία περίπτωση αν και δεν παρέχονται δεδομένα ακτίνας στόχου, συνεπώς η εκτόξευση εκτελείται αποκλειστικά με βάση στοιχεία διόπτευσης (BOL), η διαμόρφωση είναι εντελώς παθητική, ο στόχος δεν προειδοποιείται από εκπομπές ραντάρ για την επικείμενη επίθεση. Ανάλογα χαρακτηριστικά παρουσιάζει η διαμόρφωση εκτόξευσης στη Γραμμή Σκόπευσης (LOS) με οπτική πρόσκτηση στόχου που χρησιμοποιείται σε έκτακτες καταστάσεις.
Εναλλακτικά, δεδομένα στόχου μπορούν να μεταβιβασθούν στο ελικόπτερο από οποιαδήποτε εξωτερική πηγή εφοδιασμένη με συμβατή ζεύξη δεδομένων. Είναι προφανής η μοναδική επιχειρησιακή ευελιξία που παρέχει στις φρεγάτες του Π.Ν. ο εξοπλισμός του οργανικού τους ελικοπτέρου με βλήμα PENGUIN Mk2 Mod7: το S-70B-6 επεκτείνει δραματικά την ακτίνα εμπλοκής στόχων επιφανείας του πλοίου, ενώ μπορεί να εκτελεί ταυτόχρονα αποστολή ASW με εξοπλισμό ενός βλήματος και δύο τορπιλών Mk46 Mod5, συνήθως όμως θα μεταφέρει εξωτερική δεξαμενή καυσίμου αντί της δεύτερης τορπίλης ώστε η αυτονομία να υπερβαίνει τις 3 ώρες παραμονής σε απόσταση 50NM από το πλοίο!
Αξίζει να σημειωθεί πως οι υψηλές επιδόσεις επιχειρησιακής αυτονομίας του S-70B-6 και ο εξοπλισμός του με προηγμένα συστήματα επιτήρησης εξασφαλίζουν στο πλοίο πληρέστερη αντίληψη της τακτικής κατάστασης επιφανείας, πέραν του ορίζοντα ραντάρ που δεν υπερβαίνει τα 11NM (20km). Επιπλέον η μεταβίβαση δεδομένων στόχου από το ραντάρ ή το σύστημα ESM του ελικοπτέρου μέσω της ζεύξης δεδομένων, επιτρέπει την εμπλοκή στόχων πέραν του ορίζοντα ραντάρ του πλοίου με τα Βλήματα Επιφανείας-Επιφανείας (SSM) του τελευταίου.
Οι φρεγάτες κλάσης ΥΔΡΑ διαθέτουν οκτώ βλήματα McDonnell Douglas RGM-84C Harpoon σε δύο τετράδες κυλίνδρων εκτόξευσης Mk141. Το βάρος του βλήματος είναι 694kg και μεταφέρει εκρηκτική κεφαλή τύπου SΑΡ/εκτόνωσης βάρους 221,5kg με ταχύτητα πτήσης Mach 0,85. Στα βλήματα του Block 1C, η μέγιστη ακτίνα δράσης προσεγγίζει τα 80NM (148km)!
Στην τελική φάση πτήσης τον έλεγχο…
Η συνέχεια στο Naval Defence