Επιθυμώντας ο Μαξέντιος να καταστήσει εαυτόν ως τον μόνον αυτοκράτορα, εστράφη κατά του Κωνσταντίνου ο οποίος διέσχισε τις Άλπεις και εισέβαλε στην Ιταλία ακολουθούμενος από περίπου 40.000 στρατιώτες. Ο Μαξέντιος, διαθέτοντας ισχυροτέρη δύναμη, παρέμεινε στη Ρώμη. Έστειλε όμως ένα μεγάλο ιππικό απόσπασμα για να σταματήσει την πορεία του αντιπάλου του, αλλά αυτό ηττήθηκε κοντά στο Τορίνο. Εν συνεχεία, προετοίμασε την άμυνα της πόλης, καταστρέφοντας τη Μιλβία γέφυρα στον ποταμό Τίβερη. Στη θέση της κατασκεύασε μια άλλη πλωτή δύο τμημάτων που συγκρατούνταν από μια αλυσίδα. Οι πόλεις άνοιγαν, η μία μετά την άλλη, τις πύλες τους στον Κωνσταντίνο όπου έφτασε τελικά βορείως της Ρώμης και στρατοπέδευσε δύο χιλιόμετρα μακρύτερα. Είτε στο συγκεκριμένο σημείο είτε λίγο νωρίτερα χρονικώς, ένα αξιοσημείωτο γεγονός συνέβη το οποίο επρόκειτο να έχει τεράστια απήχηση, αλλάζοντας τον ρου της ιστορίας.
Η θεοσημία πριν από τη μάχη της Μιλβίας (312 μ.Χ.)
Οι ιστορικοί Ευσέβιος και Λακτάντιος μας αφηγούνται τι συνέβη αλλά, λόγω ελλείψεως ακριβεστέρων πληροφοριών, δε θα μπορέσουμε ποτέ να μάθουμε κάθε λεπτομέρεια. Κατά τον Ευσέβιο, ο αυτοκράτορας αντίκρισε το απομεσήμερο ψηλά στον ουρανό τον Σταυρό με το μήνυμα «Τούτω Νίκα». Ο Λακτάντιος (έγραψε στα λατινικά έναν χρόνο μετά τη μάχη) διηγείται πως ο Κωνσταντίνος είδε τον Σταυρό σε ενύπνια κατάσταση όπου κάτωθι είχε τη φράση: «In Hoc Vincas» (Εν τούτω να νικάς). Όποια από τις δύο κι αν είναι η σωστή εκδοχή, είναι αδιαμφισβήτητο πως κάποιο θρησκευτικό συμβάν ήταν συνυφασμένο με τη σύρραξη που ακολούθησε, διότι ο Κωνσταντίνος έφτιαξε κατόπιν το λάβαρο του Σταυρού με το Χριστόγραμμα ΧΡ, το οποίο σκαλίστηκε επίσης και στις ασπίδες των στρατιωτών. Σε αυτό συγκλίνουν και οι πηγές που διηγούνται τη βασιλεία του Ιουλιανού του Παραβάτου, διότι ο ίδιος είχε διατάξει την αφαίρεση του Χριστογράμματος από τα όπλα.
Η σύρραξη και το αποτέλεσμα
Στις 28 Οκτωβρίου του 312 μ.Χ. έλαβε χώρα η μάχη, όπου ο Μαξέντιος έκανε το μοιραίο λάθος να βγάλει τα στρατεύματά του έξω από τη Ρώμη για να αντιμετωπίσει τον Κωνσταντίνο, αντί να παραμείνει ασφαλής πίσω από τα τείχη. Ενδεχομένως να επηρεάστηκε στην απόφασή του από θρησκευτικούς οιωνούς ή από τον κίνδυνο μιας λαϊκής εξεγέρσεως. Παρατάχθηκε έχοντας ύψωμα στα αριστερά του και τον Τίβερη στα δεξιά του. Ο Κωνσταντίνος, που βρισκόταν ακριβώς απέναντι, εξαπέλυσε ευθεία επίθεση κατατροπώνοντας τον αντίπαλό του. Οι υπερδιπλάσιοι άντρες του Μαξεντίου γνώρισαν αληθινή συντριβή διότι πολλοί, στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν, έπεσαν στο ποτάμι και πνίγηκαν, συμπεριλαμβανομένου και του ιδίου. Την επομένη ημέρα ο Κωνσταντίνος εισήλθε στη Ρώμη, όπου χαιρετίστηκε ως απελευθερωτής από τη Σύγκλητο και από τους πολίτες.
Η μεταστροφή στον Χριστιανισμό
Είναι παντελώς αδύνατο να προσδιοριστεί ο χρόνος και ο τρόπος που μεταστράφηκε ο Κωνσταντίνος στον Χριστιανισμό· αλλά πιο σημαντικό από αυτά είναι το τι πραγματικά σημαίνει ότι έγινε Χριστιανός και πως ερμηνεύεται αυτή η μεταστροφή του. Σίγουρα ο ίδιος δεν είχε τις ανάλογες προσωπικές εμπειρίες, αλλά ούτε και δυνάμεθα να αντιληφθούμε την αλλαγή της στάσης του με σύγχρονα χριστιανικά κριτήρια.
Ο ίδιος υπήρξε ένα άκρως σημαντικό πρόσωπο στην ιστορία ως ο πρώτος Χριστιανός αυτοκράτορας. Κάποιοι εκ των Χριστιανών συμβούλων του οπωδήποτε θα είχαν επουσιώδη ρόλο στη μεταστροφή του, διευκρινίζοντάς του πως επέτυχε να καθυποτάξει τον Μαξέντιο με τη δύναμη του Χριστού και ότι το θαύμα του Σταυρού στον ουρανό ήταν το σημάδι που προοιώνισε τη συντριβή του φαινομενικά ισχυροτέρου αντιπάλου του. Οι ίδιοι άνθρωποι εμφανέστατα είχαν συμβουλεύσει τον Κωνσταντίνο σχετικά με τις οφειλές του προς τον Θεό που τον όρισε νέο ηγεμόνα μέσω της διακυβέρνησής του.
Δε χωράει αμφιβολία πως από το 312 μ.Χ. και έπειτα, ο Κωνσταντίνος τήρησε μια άκρως θετική στάση απέναντι στην Εκκλησία, προσφέροντας επιπροσθέτως και αμέτρητες δωρεές. Ενεπλάκη ακόμη σε θρησκευτικές αντιπαραθέσεις της εποχής, προήδρευσε αυτοπροσώπως κατά την Πρώτη οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325, αλλά και διόρισε Χριστιανούς σε καίριες διοικητικές θέσεις. Εν παραλλήλω, συνέχισε να κατέχει το αξίωμα του pontifex maximus (του πρωτεύοντος της επισήμου θρησκείας του κράτους), αλλά ειδωλολατρικά σύμβολα εξακολουθούσαν ταυτοχρόνως να χαράσσονται στα νομίσματά του, τουλάχιστον μέχρι το 323. Ο Κωνσταντίνος τελικά βαπτίστηκε, αλλά λίγο πριν εκπνεύσει (το 337 μ.Χ.).
Αυτό βέβαια δεν ήταν κάτι εντελώς ασυνήθιστο για την εποχή του, αφού διόλου λίγοι άνθρωποι, σταθερά προσηλωμένοι στις χριστιανικές αρχές εφ’ όρου ζωής, ετέλεσαν τη βάπτισή τους λίγο πριν πεθάνουν. Είναι αδύνατον να γνωρίζουμε ποια ήταν τα προσωπικά αισθήματα του Κωνσταντίνου και πως ο ίδιος κατανοούσε τι εστί το να είναι κανείς Χριστιανός. Δεν θα μπορούσαμε πάντως να τον κατατάξουμε στα ιδιαιτέρως ευσεβή άτομα, αφού είχε ζήσει όλη τη ζωή του ως στρατιώτης ευρισκόμενος συχνά μέσα σε βίαιες συγκρούσεις και σε μάχες. Δείχνει, ωστόσο, αρκετά απίθανο να χρησιμοποίησε τον Χριστιανισμό για πολιτικά οφέλη, αποβλέποντας στην εύνοια μιας σημαντικής μερίδος του πληθυσμού. Παρομοίως, είναι αρκετά απίθανο, τουλάχιστον στην αρχή, να είχε πλήρως κατανοήσει τις πνευματικές διαστάσεις της θρησκείας. Μόνο υποθέσεις λοιπόν μπορούν να γίνουν σχετικά με την στάση του προς τον Χριστιανισμό, ελλείψει πηγών και στοιχείων. Οπωσδήποτε βέβαια πρέπει να είχε εντυπωσιαστεί από τη δύναμη του Χριστιανικού Θεού, όπως την αντελήφθη πριν από τη σύγκρουσή του με τον Μαξέντιο, αλλά και με το αποτελέσμα αυτής.
Τρία χρόνια μετά την επιτυχία του, η Ρωμαϊκή Σύγκλητος, η οποία είχε ανοιχτά ταχθεί με τον Μαξέντιο και επιθυμούσε πλέον να κερδίσει την εύνοια του καινούριου αυτοκράτορος, όρθωσε μια μεγαλοπρεπή αψίδα θριάμβου προς τιμήν του, παραπλεύρως του Κολοσσαίου, η οποία σώζεται στις μέρες μας. Η επιγραφή, για να είναι και αποδεκτή από τον Κωνσταντίνο, έγραφε πως η νίκη του οφειλόταν στο μεγαλείο της νοημοσύνης του αλλά και τη θεϊκή παρέμβαση. Ταυτοχρόνως, η έλλειψη αναφοράς στους παραδοσιακούς θεούς του ρωμαϊκού πανθέου μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί, καθότι υπαινίσσεται με κάθε σαφήνεια την σχέση του νέου ηγεμόνος με το Χριστιανισμό.