Πολλοί είναι αυτοί στην Ευρώπη οι οποίοι μπορεί να μη συμφωνούσαν, ούτε καν να συμπαθούσαν την καγκελάριο Μέρκελ, αλλά τώρα αναρωτιούνται ποιος θα είναι αυτός που θα την αντικαταστήσει στην ηγεσία της Ευρώπης, ώστε να την οδηγήσει στη γεμάτη προκλήσεις “επόμενη ημέρα”.
Η γερμανίδα καγκελάριος αποσύρθηκε μετά από 16 χρόνια στο τιμόνι της Γερμανίας, της ισχυρότερης χώρας της Ευρώπης. Σταδιακά, αναδείχθηκε στην ηγεσία και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενισχύοντας όμως την αίσθηση ότι τα πράγματα κινούνταν στα πλαίσια μιας “γερμανικής Ευρώπης”, γεγονός το οποίο δημιουργούσε αρνητικά συναισθήματα σε πολλούς.
Ωστόσο, για τους περισσότερους ξένους ηγέτες, η Άνγκελα Μέρκελ ήταν ο άνθρωπος που θα απευθύνονταν αν ήθελαν να μιλήσουν με την Ευρώπη, ποντάροντας μάλιστα πολλές φορές στην επίτευξη ενός από τους πολύπλοκους συμβιβασμούς, οι οποίοι χαρακτήρισαν την καριέρα της.
Σήμερα, ποιος είναι αυτός που θα μπει μπροστά; Σίγουρα όχι οι Βρυξέλλες της γραφειοκρατίας, των έντονων πολιτικών διαγκωνισμών και της αδύναμης εικόνας προς τα έξω.
Μάλλον όχι ο Εμανουέλ Μακρόν – τουλάχιστον, όχι μόνος του – ο οποίος αμφισβητείται έντονα εσωτερικά και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα είναι πρόεδρος της Γαλλίας την επόμενη πενταετία.
Οπότε ποιός;
Ο “πολιτικός” τεχνοκράτης της Ρώμης
Ο πιο ισχυρός άνθρωπος στην Ευρώπη μετά την αποχώρηση της Ανγκελα Μέρκελ είναι σύμφωνα με το Politico ο Μάριο Ντράγκι, ο «πολιτικός τεχνοκράτης» που ανέλαβε τα ηνία της πατρίδας του μόλις τον περασμένο Φεβρουάριο.
Ένας ηγέτης, ο οποίος δεν είναι εκλεγμένος από το λαό, έχει όμως την υποστήριξη των ιταλικών κομμάτων (προς το παρόν είναι η αλήθεια…) και αντλεί το κύρος του από τη θητεία του στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Του πιστώνουν τη διάσωση της Ευρωζώνης κατά τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας. Ο “Σούπερ Μάριο” όπως τον αποκαλούν τα media, φαίνεται να απολαμβάνει και την εύνοια των ισχυρών – επιχειρηματιών, των τραπεζιτών αλλά και των μεγάλων ομίλων ΜΜΕ – οι οποίοι στο πρόσωπό του βλέπουν έναν ηγέτη με τεχνοκρατική στόφα, απαλλαγμένο από τη φθορά που θα είχε ένας πολιτικός “καρριέρας”.
«Η Ιταλία διαθέτει έναν ηγέτη που μπορεί να φέρει τη χώρα στον πυρήνα των ευρωπαϊκών υποθέσεων, καθώς η αποχώρηση της Ανγκελα Μέρκελ του ανοίγει έναν δρόμο για να καταστεί ντε φάκτο ηγέτης της ΕΕ, τουλάχιστον όσον αφορά οικονομικά ζητήματα», εξηγεί το Politico.
Μάλιστα στην περίπτωση που ο ιταλός πρωθυπουργός καταφέρει να συνάψει μια συμφωνία συνεργασίας με τον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον νέο καγκελάριο της Γερμανίας Ολαφ Σολτς, θα μπορούσε να προκύψει «ένα κεντρώο τρίο που θα μπορούσε να αλλάξει δραματικά τον τρόπο που λειτουργεί η Ευρώπη». Και αυτή η συμφωνία τουλάχιστον με τη Γαλλία, ήδη έγινε…
Η συμφωνία του Κυρηναλίου και η αναβάθμιση του ρόλου της Ρώμης
Η συμφωνία του Κυρηναλίου η οποία υπεγράφη τον προηγούμενο μήνα μεταξύ της Ιταλίας και της Γαλλίας είναι ίσως το πρώτο μεγάλο βήμα για την ανάδειξη ενός νέου ηγέτη στην Ευρώπη ή έστω, ενός νέου δυναμικού διδύμου εξουσίας.
Μεγάλη σύγκλιση Ιταλίας-Γαλλίας, συνθήκη για άμυνα, οικονομία, μεταναστευτικό
Η Ρώμη και το Παρίσι θεωρούν ότι η Συνθήκη αυτή πρόκειται να ενισχύσει, στο σύνολό της, ολόκληρη την Ευρώπη.
Μεταξύ αυτών που συμφωνήθηκαν ήταν η ενίσχυση της συνεργασίας στην άμυνα, στις κοινές δράσεις στη Μεσόγειο και στην Αφρική ενώ κύριος στόχος της συνθήκης είναι να ενδυναμωθεί ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως και η δυνατότητα δράσης της σε διεθνή κλίμακα.
Ίσως είναι τώρα η στιγμή, όπου η ΕΕ θα βγει από το λήθαργό της και θα διεκδικήσει το ρόλο που δικαιωματικά θα ‘πρεπε να κατέχει στη διεθνή σκακιέρα.
Ίσως είναι τώρα η ώρα να “ξυπνήσει” η τεράστια δύναμη της Ιταλίας, η οποία ταλανίζεται από χρόνια πολιτικής αστάθειας, στα χέρια ενός ηγέτη ωστόσο που θα πρέπει να αποδείξει την αξία του.
Ίσως είναι τώρα που τα οξύτατα προβλήματα που γέννησε η πανδημία και ταρακούνησαν την Ευρώπη της λιτότητας, της μη εμπνευσμένης ηγεσίας και των μηδενικών οραμάτων, να αναλάβουν οι χώρες του νότου να τη βγάλουν από αυτό το τέλμα.
Και η Ελλάδα μπορεί να συμβάλλει ουσιαστικά σε αυτό το σχήμα, αρκεί να είναι ξεκάθαρες και συμφωνημένες οι κατευθυντήριες γραμμές πάνω στις οποίες θέλει να κινηθεί στο μέλλον η Ευρώπη.