Η οικογένεια υποβρυχίων KSS-III, γνωστή ως κλάση Dosan Ahn Changho, αποτελεί την κορυφαία έκφραση της τεχνολογικής ωρίμανσης της Νότιας Κορέας στον χώρο των συμβατικών υποβρυχίων. Κανένα άλλο μη πυρηνικό πρόγραμμα υποβρυχίων στον κόσμο δεν συνδυάζει σε μία πλατφόρμα τόσο υψηλό εκτόπισμα, προηγμένα ηλεκτρονικά, ενσωμάτωση βαλλιστικών πυραύλων, αναερόβια πρόωση, μπαταρίες ιόντων λιθίου, πλήρη εγχώρια παραγωγή και ικανότητα στρατηγικής κρούσης.

Η δημιουργία του KSS-III δεν μπορεί να κατανοηθεί χωρίς αναφορά στην ιστορική διαδρομή της κορεατικής ναυπηγικής συνεργασίας με τη Γερμανία. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, η Νότια Κορέα προμηθευθηκε υποβρύχια κλάσης KSS-I (Korean Submarine-I) βασισμένα στο γερμανικό Type 209/1200. Η συνεργασία αυτή δεν ήταν επιφανειακή. Οι Γερμανοί της HDW μετέφεραν σημαντικό τεχνολογικό υπόβαθρο, επιτρέποντας στους Κορεάτες να αναπτύξουν τις πρώτες δυνατότητες εγχώριας συναρμολόγησης. Η πορεία συνεχίστηκε με τα KSS-II, που βασίστηκαν στο Type 214. Με αυτή τη γενιά οι Κορεάτες απέκτησαν βαθιά γνώση του AIP με κυψέλες καυσίμου PEM, προηγμένη υδροακουστική τεχνολογία, συστήματα αυτοματισμού και ψηφιακής διαχείρισης μάχης, αλλά και εμπειρία στη ναυπήγηση μεγάλων, σύνθετων υποβρυχιακών κύτων.
Όταν ξεκίνησε το πρόγραμμα KSS-III το 2007, η Νότια Κορέα είχε ήδη αποκτήσει την τεχνογνωσία ώστε να σχεδιάσει πλήρως το πρώτο της συμβατικό υποβρύχιο. Που δεν αποτελεί μετεξέλιξη του 214, αλλά νέα πλατφόρμα που αξιοποίησε την εμπειρία από τα γερμανικά συστήματα για να δομηθεί σύμφωνα με τις επιχειρησιακές απαιτήσεις της κορεατικής χερσονήσου.
Το KSS-III έχει μήκος που κυμαίνεται από 83,3 μέτρα στο Batch-I (την πρώτη δηλαδή παρτίδα από 3 σκάφη που έχουν ήδη κατασκευαστεί) έως 89,3 μέτρα στο Batch-II (άλλα 3 υπό κατασκευή), ενώ η διάμετρος είναι στα 9,6 μέτρα. Το εκτόπισμα φθάνει τους 3.700 τόνους σε κατάδυση, ενώ στο Batch-II αγγίζει τους 3.900 τόνους λόγω της ενίσχυσης της ενεργειακής υποδομής και της προσθήκης επιπλέον κελιών κατακόρυφης εκτόξευσης πυραύλων (VLS), που από 6 τώρα φθάνουν τα 10. Η αύξηση του εκτοπίσματος σημαίνει αυξημένη χωρητικότητα για καύσιμο, μπαταρίες, AIP, σόναρ και όπλα.
Στο Batch-II χρησιμοποιούνται μπαταρίες ιόντων λιθίου της Samsung, οι οποίες προσφέρουν υψηλότερη πυκνότητα ενέργειας, μειωμένο βάρος και σημαντικά ταχύτερη φόρτιση. Η μετάβαση στις λιθίου αποτελεί μια από τις σημαντικότερες εξελίξεις στην τεχνολογία των συμβατικών υποβρυχίων διεθνώς, διότι αυξάνει δραστικά τον χρόνο παραμονής σε σιωπηλή λειτουργία χωρίς AIP και μειώνει την ανάγκη για ανάδυση.

Η Κορέα ενσωμάτωσε ένα προηγμένο AIP με κυψέλες καυσίμου PEM, αποδίδοντας περίπου 150 kW ανά μονάδα, παρόμοιο με το γερμανικό σύστημα αλλά με εκτεταμένες εγχώριες βελτιώσεις. Οι κυψέλες PEM δεν παράγουν θόρυβο, λειτουργούν σε χαμηλές θερμικές υπογραφές και συνεργάζονται άριστα με τις μπαταρίες ιόντων λιθίου, δημιουργώντας ένα υβριδικό ενεργειακό σύστημα με υψηλή ευελιξία. Η αυτονομία του KSS-III σε πλήρη κατάδυση φθάνει τις 3 εβδομάδες, ενώ σε μειωμένη ταχύτητα και χρήση Li-Ion μπορεί να παραταθεί. Η εμβέλεια υπολογίζεται κάπου στα 10.000 ναυτικά μίλια,
Το βάθος κατάδυσης υπερβαίνει τα 400 μέτρα, τιμή εξαιρετική για συμβατικό υποβρύχιο τέτοιου μεγέθους.
Το κύτος του KSS-III είναι μονού κελύφους, από κράματα υψηλής αντοχής και χαμηλού μαγνητικού ίχνους. Ο σχεδιασμός επιτρέπει στο υποβρύχιο να προβεί σε bottoming, ελεγχόμενη δηλαδή κατάκλιση στον πυθμένα για απόλυτη σιωπή και απόκρυψη. Η διαμόρφωση των πηδαλίων και το υδροδυναμικό προφίλ είναι βελτιστοποιημένα για σταθερότητα σε υψηλές ταχύτητες αλλά και για ελιγμούς σε μικρό βάθος, ενώ το μεγαλύτερο εκτόπισμα προσφέρει μικρή διατομή θορύβου σε χαμηλές ταχύτητες λόγω της κατανομής των μηχανικών δομών.

Στον τομέα των αισθητήρων, η Κορέα ανέπτυξε ένα πλήρες υδροακουστικό σύστημα που βασίζεται σε τεχνολογίες των LIG Nex1 και Hanwha Systems. Το κύριος σόναρ του KSS-III είναι ενεργοπαθητικό, πολλαπλών συχνοτήτων και υψηλής ανάλυσης, τοποθετημένος στην πλώρη. Πλευρικές συστοιχίες συμπληρώνουν την ανίχνευση, ενώ το συρόμενο σόναρ προσφέρει πολύ μεγάλη εμβέλεια και υψηλή παθητική ευαισθησία. Ο συνδυασμός των συστημάτων αυτών επιτρέπει στο KSS-III να εντοπίζει θορύβους χαμηλής έντασης σε μεγάλες αποστάσεις, ακόμη και σε περιβάλλοντα με υψηλή ακουστική πολυπλοκότητα όπως η Κορεατική Θάλασσα, η Νότια Κινεζική ή περιοχές του Ειρηνικού με έντονα υποθαλάσσια ρεύματα και ανακλάσεις.

Στον τομέα του ηλεκτρονικού πολέμου, το KSS-III διαθέτει προηγμένο ESM με δυνατότητα ανίχνευσης ραντάρ, επικοινωνιών, συστημάτων πλοήγησης και άλλων ηλεκτρομαγνητικών εκπομπών, με ικανότητα ταξινόμησης και αποθήκευσης ηλεκτρομαγνητικών υπογραφών. Το σύστημα ESM ενσωματώνεται με το ICMS, το κορεατικό σύστημα διαχείρισης μάχης. Αυτό είναι κατασκευής της Hanwha Systems, ανοιχτής αρχιτεκτονικής, αξιοποιεί τεχνητή νοημοσύνη για ταξινόμηση απειλών, μοντέλων διάδοσης θορύβου και προβλέψεις συμπεριφοράς στόχων, ενώ έχει πλήρη σύντηξη δεδομένων από σόναρ, ESM, οπτοηλεκτρονικά αισθητήρια και συστήματα επικοινωνιών.
Το ICMS μπορεί να παρακολουθεί δεκάδες στόχους ταυτόχρονα, να προβλέπει μελλοντικές θέσεις και να υπολογίζει λύσεις βολής για τορπίλες, και πυραύλους. Η Κορέα εστιάζει στην πλήρη δικτυοκεντρική λειτουργία, ώστε ένα KSS-III να μοιράζεται δεδομένα με επιφανειακά πλοία, αεροσκάφη θαλάσσιας επιτήρησης και συμμαχικά υποβρύχια.
Στον οπλισμό, το KSS-III διαθέτει έξι σωλήνες τορπιλών 533 χιλιοστών, ικανούς να εκτοξεύσουν τις κορεατικές K731 Tiger Shark, της LIG Nex1. Πρόκειται για τορπίλες βαρέος τύπου, προηγμένης γενιάς με καθοδήγηση μέσω οπτικής ίνας, υψηλή ταχύτητα, μεγάλη εμβέλεια και ενισχυμένο αλγόριθμο στόχευσης για δύσκολα ανθυποβρυχιακά περιβάλλοντα. Η κορεατική σχολή έχει αναπτύξει τορπίλες που λειτουργούν με ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα σε “θορυβώδη” ύδατα, όπου οι ανακλάσεις από ναυάγια, βράχους ή και αντίμετρα, μπορούν να παραπλανήσουν παλαιότερα συστήματα.

Το σημαντικότερο όμως στοιχείο του οπλισμού του KSS-III είναι το εγχώριο K-VLS, το μοναδικό (έως σήμερα) σύστημα κατακόρυφης εκτόξευσης βαλλιστικών πυραύλων σε συμβατικό AIP υποβρύχιο (6 κελιά για τα Batch-I και 10 για τα Batch-II). Αυτά μπορούν να εκτοξεύσουν τον βαλλιστικό πύραυλο μικρού βεληνεκούς, Hyunmoo-4-4, με εμβέλεια 500 έως 800 χιλιομέτρων, κεφαλή 1–2 τόνων, και ικανότητα διείσδυσης σε ενισχυμένους στόχους. Ο Hyunmoo-4-4 χρησιμοποιεί καθοδήγηση INS/GPS με τελική διόρθωση και έχει επιτυχώς δοκιμαστεί από υποβρύχια KSS-III ήδη από το 2021.

Πέραν των SLBM, προβλέπεται να ενσωματωθεί και πύραυλος cruise, μια μετεξέλιξη των εγχώριων Hyunmoo-3A/B/C με εμβέλειες από 500 έως 1.500 χιλιόμετρα. Έτσι Το K-VLS προσφέρει σημαντική ικανότητα προσβολής πλοίων, αεροδρομίων, ναυστάθμων και υποδομών βαθιά πίσω από το μέτωπο της σύγκρουσης.
Για την Ελλάδα, η ύπαρξη τέτοιων δυνατοτήτων θα αποτελούσε πολλαπλασιαστή ισχύος χωρίς προηγούμενο. Καθώς η χώρα μας…









