Έξι και πλέον μήνες έχουν περάσει από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Μεγάλος αριθμός αναλυτών, προέβλεπαν μια γρήγορη και αποφασιστική νίκη, με την κατάληψη μεγάλου αριθμού εδαφών, ή ακόμη και την ολοκληρωτική διάλυση της Ουκρανίας.
Αρχικά, πριν την εισβολή, μια σειρά δημοσιευμάτων σε μεγάλα ΜΜΕ της Δύσης, εξυμνούσαν την αναγέννηση των ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων, ειδικά τα τελευταία χρόνια. Ακόμη και αυτά τα ΜΜΕ όμως, έπεσαν ως ένα βαθμό θύματα της μηχανής προπαγάνδας του Κρεμλίνου.
Οι περισσότεροι ίσως θυμούνται την ομιλία του Πούτιν το 2018, όταν ανακοίνωσε πως η Ρωσία, έχει αναπτύξει μια σειρά από υπερόπλα. Ενδεικτικά, ο νέος διηπειρωτικός βαλλιστικός πύραυλος Sarmat, ένας πολυηχητικός πύραυλος cruise με το δυσοίωνο όνομα «Κίνζαλ» (Στιλέτο) και ένα υποβρύχιο drone ικανό να φέρει συμβατική και πυρηνική κεφαλή. Ομοίως, πολλά δυσοίωνα είχαν ειπωθεί στη Δύση για το νέο άρμα μάχης Τ-14 Armata, το μαχητικό 5ης γενιάς Su-57, κ.α.
Στην πράξη, η παρουσία “θαυματουργών” όπλων στη μάχη, είτε απουσίαζε, είτε δεν έκανε καμία ουσιαστική διαφορά, παρά το γεγονός πως η Ρωσία έχει ξοδέψει πάνω από ένα τρισεκατομμύριο δολάρια τα τελευταία 20 χρόνια. Ο ρωσικός στρατός εξακολουθεί να βασίζεται σε άρματα μάχης Τ-72, Τ-80, ακόμη και Τ-62, που αν και εκσυγχρονισμένα, δεν μπορούν να συγκριθούν με τις αντίστοιχες τεχνολογίες των αρμάτων μάχης της Δύσης.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, φάνηκε αρχικά να έχει επιτυχίες, αν και αμέσως φάνηκαν προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, τις τακτικές μάχης και στην ποιότητα υλικών και μέσων.
Φάνηκε ξεκάθαρα πως εφαρμόστηκε ένα ψυχροπολεμικό δόγμα, ενός “κεραυνοβόλου” πολέμου, με μαζικές επιχειρήσεις τεθωρακισμένων. Επειδή όμως η Ουκρανία δεν μπορεί να συγκριθεί με το πέρασμα της Φούλντα, όπου χιλιάδες σοβιετικά άρματα θα ξεχύνονταν στη δυτική Ευρώπη, η επιχείρηση απέτυχε. Και η Ρωσία δεν έχει ουδεμία σχέση με την ΕΣΣΔ, ενώ η στρατιωτική ρωσική ισχύς είναι ένα κλάσμα της σοβιετικής.
Ομοίως, είδαμε και σοβαρά λάθη τακτικής. Για παράδειγμα, φάλαγγες ρωσικών αρμάτων μάχης να δέχονται καταστροφικά πλήγματα από φορητά αντιαρματικά βλήματα όπως Javelin και NLAW. Πολλές φορές, αυτές οι φάλαγγες δε συνοδεύονταν από μονάδες πεζικού, που θα είχαν ως ρόλο την εκκαθάριση ουκρανικών ομάδων μάχης με αντιαρματικά. Έχουν καταγραφεί επίσης αρκετές περιπτώσεις επιθέσεων εναντίον φαλαγγών αρμάτων, που προκαλούν πανικό στα πληρώματα. Αντί για παράδειγμα να στρέψουν τα πυροβόλα και τους θώρακές τους προς την πηγή της επίθεσης, υποχωρούν άτακτα.
Επιπλέον, το ρωσικό δόγμα μάχης, δεν επιτρέπει την ανάληψη πρωτοβουλιών από τους ηγήτορες μικρότερων σχηματισμών, ακόμη και ομάδων μάχης, που έχουν μια πιο ξεκάθαρη και σαφή γνώση του πεδίου. Αντιθέτως, βασίζεται στην ανελαστική μεταβίβαση εντολών από την ανώτερη ηγεσία, που βρίσκεται πολλά χιλιόμετρα πίσω από το μέτωπο.
Από την άλλη, μετά το 2014, οι Ουκρανοί έχουν λάβει αμερικανική βοήθεια σε εκπαίδευση και σύγχρονο εξοπλισμό, κάτι που συνεχίζει μέχρι σήμερα. Τα ρωσικά επιτελεία, δεν έχουν καταφέρει να προσαρμοστούν αναλόγως, στις νέες τακτικές μάχης.
Ο ρωσικός στρατός ταλανίζεται επίσης από μεγάλα προβλήματα διαφθοράς, που ως συνέπεια έχουν, μεταξύ άλλων, την προμήθεια ακατάλληλου υλικού. Για παράδειγμα, η Ρωσία αγόρασε μια τεράστια ποσότητα ελαστικών για τεθωρακισμένα οχήματα από την Κίνα. Η κάκιστη ποιότητά τους, είχε αρνητικές συνέπειες στο πεδίο της μάχης. Το ίδιο ισχύει για φορητούς ασυρμάτους, επίσης κινεζικής προέλευσης, που είναι για ερασιτέχνες και όχι για έναν επαγγελματικό στρατό.
Άλλα προβλήματα για τις ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις, συμπεριλαμβάνουν την κακή εκπαίδευση και το χαμηλό ηθικό των στελεχών, καθώς η απουσία τελικού σκοπού του πολέμου, που επικεντρώνεται γύρω από την ασαφή προσέγγιση της “αποναζιστικοποίησης”, που ως αφορμή για την εισβολή, στερείται βάσης.
Η ανωτέρω πραγματικότητα, την οποία παραθέτουμε συνοπτικά, δεν ελήφθη υπόψιν από πολλούς αναλυτές, ίσως επειδή πολλά από αυτά τα προβλήματα, δεν ήταν ευρύτερα γνωστά. Ωστόσο, πολλοί ήταν εκείνοι που μέσω καταξιωμένων ΜΜΕ, είχαν υποστηρίξει πως οι ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις, είχαν κάνει τεράστια άλματα στον τομέα ανανέωσης και εκσυγχρονισμού των συμβατικών όπλων και τακτικών τους. Η εισβολή στην Ουκρανία, απέδειξε το ακριβώς αντίθετο.