Του Babak Taghvaee. Δημοσιεύθηκε στην ΠΤΗΣΗ, νο 34, Μάρτιος 2023
Από τις 23 έως τις 26 Ιανουαρίου 2023, οι Πολεμικές Αεροπορίες των ΗΠΑ και του Ισραήλ μαζί με τον Στρατό και την Αεροπορία του Αμερικανικού Ναυτικού, συμμετείχαν σε κοινή άσκηση με την ονομασία Juniper Oak 23-2, στην υλοποίηση της οποίας είχε επίσης εμπλοκή και μεγάλος αριθμός πλοίων των ναυτικών των δύο χωρών, συμπεριλαμβανομένου του πυρηνοκίνητου αεροπλανοφόρου USS George H.W. Bush. Κατά τη διάρκεια της άσκησης 117 αεροπλάνα, 15 ελικόπτερα και 4 drone από όλες τις συμμετέχουσες δυνάμεις πραγματοποίησαν μια σειρά επιχειρήσεων, για να βελτιώσουν το επίπεδο διαλειτουργικότητάς τους σε αποστολές κρούσης, καταστολής αεράμυνας και έρευνας-διάσωσης μάχης.
Η υλοποίηση της άσκησης σημείωσε πολλά ιστορικά ορόσημα, ενώ, αν και ποτέ δεν ελέχθη επίσημα, ήταν μια προετοιμασία των δύο χωρών για κοινή επιχείρηση αεροπορικής επιδρομής εναντίον των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, εάν και όταν αυτό αποφασιστεί. Στο άρθρο που ακολουθεί, εξετάζουμε σημαντικές αποστολές που προσομοιώθηκαν από τους συμμετέχοντες στην ισραηλινή επικράτεια, όπως και στην ευρύτερη ανατολική Μεσόγειο.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της Juniper Oak 23-2, AEW&C A-50U της Ρωσικής Αεροπορικής και Διαστημικής Δύναμης, που πετούσε από την Αεροπορική Βάση Hmeimim στη Συρία, και ένα E-7T της 131 Filo της Τουρκικής Αεροπορίας, που επιχειρούσε από την αεροπορική βάση του Ικονίου (3ncu Ana Jet Us), παρακολούθησαν τη δράση συλλέγοντας πληροφορίες. Το εν λόγω τουρκικό αεροσκάφος («13-004») πραγματοποίησε δύο οκτάωρες πτήσεις στις 25 και 26 Ιανουαρίου πάνω από τη Μεσόγειο, περίπου 200 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Κύπρου.
Μήνυμα στο Ιράν
Σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες παρατηρητών του χώρου και στρατηγικών αναλυτών, το θεοκρατικό καθεστώς του Ιράν είναι κοντά στην κατασκευή της πρώτης πυρηνικής κεφαλής για τοποθέτηση στους βαλλιστικούς πυραύλους μέσου βεληνεκούς, στερεού προωθητικού, δύο σταδίων, Sedjil-2 και Sedjil-3, έναν βαλλιστικό πύραυλο στερεού καυσίμου τριών σταδίων, ικανό να φτάσει οπουδήποτε στην Ευρώπη. Καθώς η ιρανική υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας και το υπουργείο Άμυνας πλησιάζουν στην κατασκευή των πρώτων πυρηνικών όπλων για την Αεροδιαστημική Δύναμη του Σώματος των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC), το Ισραήλ από την πλευρά του εντείνει τα σχέδια για την αποτροπή αυτής της επικίνδυνης έκβασης του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν.
Στο παρελθόν έχουν πραγματοποιηθεί από το Ισραήλ δολιοφθορές με στόχο εγκαταστάσεις ιρανικών αμυντικών και πυρηνικών βιομηχανιών, όπως και δολοφονίες στελεχών τους, επιδιώκοντας να επιβραδύνουν τους πυρηνικούς εξοπλισμούς της Τεχεράνης. Επιπλέον, για πολλά χρόνια έχει χρησιμοποιηθεί η πολιτική πίεση των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά, καθώς η διπλωματία απέτυχε και μέχρι στιγμής δεν έχει συναφθεί σχετική συμφωνία, η μόνη και έσχατη επιλογή που απομένει για το Τελ Αβίβ είναι μια πλήρους κλίμακας αεροπορική επιδρομή κατά των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων.
Μια τέτοια επιχείρηση όμως δεν είναι δυνατή χωρίς τη βοήθεια των ΗΠΑ, καθώς η ισραηλινή αεροπορία και οι ισραηλινές δυνάμεις μπορεί να είναι σε θέση να διεξαγάγουν με ασφάλεια και επιτυχία την επιχείρηση, αλλά ενδέχεται να μην μπορέσουν να υπερασπιστούν το Ισραήλ από αντίποινα και αντεπιθέσεις του Ιράν, οι οποίες θα πραγματοποιηθούν όχι μόνο με βλήματα κρουζ και βαλλιστικούς πυραύλους που θα εκτοξεύονται από το έδαφος του Ιράν, αλλά και μέσω κατευθυνόμενων ρουκετών ακριβείας και τακτικών βαλλιστικών πυραύλων στα χέρια οργανώσεων που συνεργάζονται στενά με τη δύναμη IRGCQF στο Ιράκ, τη Συρία και τον Λίβανο.
Ως προειδοποιητικό μήνυμα προς το καθεστώς του Ιράν, όπως επίσης και ως προσπάθεια αύξησης του επιπέδου διαλειτουργικότητας των ενόπλων δυνάμεων Ισραήλ και ΗΠΑ για ένα κοινό χτύπημα κατά ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων, πραγματοποιήθηκε η άσκηση Juniper Oak 23-2, η οποία, εκτός από τα εναέρια μέσα που προαναφέρθηκαν, ενέπλεξε και πολλά χερσαία συστήματα όπως αντιαεροπορικές συστοιχίες και ΠΕΠ HIMARS. Μια άλλη συμμετοχή που προβλήθηκε ιδιαίτερα, ήταν η αποστολή B-52H, τα οποία επιχείρησαν απευθείας από τις ΗΠΑ, αν και ο ισχυρισμός κάποιων ΜΜΕ ότι τα Stratofortress πραγματοποίησαν βομβαρδισμό μακέτας ιρανικής πυρηνικής εγκατάστασης αποδείχθηκε ψευδής.
Ανάπτυξη δυνάμεων
Η άσκηση είχε τρεις μεγάλες φάσεις: την ανάπτυξη, την εκτέλεση (σε δύο ημέρες με πρόβα και επιχειρήσεις και με δύο σενάρια, κρούσης και CSAR) και την αναδιάταξη.
Η φάση ανάπτυξης ξεκίνησε στις 20 Ιανουαρίου και ολοκληρώθηκε στις 23 Ιανουαρίου 2023. Η USAF μετακίνησε στο Ισραήλ τρία ελικόπτερα και 16 μαχητικά, εκ των οποίων τέσσερα ήταν F-15E Strike Eagle της 389ης FS από την AB Shahid Muwaffaq Al-Salti στην Ιορδανία και τέσσερα F-16CM Block 50 της 55ης και 77ης Μοίρας Μαχητικών από την ΑΒ Prince Sultan της Σαουδικής Αραβίας που στάλθηκαν στην ισραηλινή ΑΒ Hatzerim. Επιπλέον τέσσερα F-35Α της 395ης FS από τη RAF Lakenheath αναπτύχθηκαν στην AB Nevatim. Παρ’ όλα αυτά, το γραφείο δημοσίων σχέσεων της 48ης FW αρνήθηκε να σχολιάσει την ιστορική εμπλοκή των Lightning II στην άσκηση για άγνωστους λόγους.
Την ίδια μέρα, δύο KC-46A («20-46072» και «20-46073»), και τα δύο της 2ης ARS υπό την 305η AMW, έφτασαν επίσης στην ΑΒ Nevatim, ενώ για τον ανεφοδιασμό επτά B-52H, που όπως προαναφέρθηκε συμμετείχαν στην άσκηση στις 25 Ιανουαρίου, αναπτύχθηκαν ιπτάμενα τάνκερ σε τρία αεροδρόμια: ένα στις ΗΠΑ και δύο στην Ευρώπη. Ο Αμερικανικός Στρατός διέθεσε τέσσερα AH-64E Guardian, M142 HIMARS, τα οχήματα φόρτωσης και ένα θωρακισμένο M998 HMMWV, που αναπτύχθηκαν στο σύνολό τους στην ΑΒ Nevatim με ένα C-17A Globemaster III («10-022»). Τρία ακόμη C-17A της USAF χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά των AH-64E.
Φάση εκτέλεσης
Στις 23 Ιανουαρίου η 69η Μοίρα Hammers με οκτώ F-15I, η 107η Μοίρα Knights of the Orange Tail με οκτώ F-16I, μαζί με 16 F-35I από τις Μοίρες 116, 117 και 140 της Ισραηλινής Αεροπορίας που υποστηρίζονταν από τέσσερα KC-707 («264», «272», «275» και «290»), δύο SIGINT/ELINT Nachshon Shavit μαζί με δύο Nachshon Eitam AEW&C και ένα Nachshon Oron πραγματοποίησαν πλήθος εξόδων στο πλαίσιο πολλαπλών διαδοχικών αποστολών.
Επίσης, εκείνη την ημέρα δύο τακτικά μεταγωγικά C-130J-30 («667» και «669») από την 103η Μοίρα και ένα C-130HI («102», εκσυγχρονισμένο) από την 131η Μοίρα συμμετείχαν σε προσομοίωση αποστολής CSAR. [Το Nachson Oron είναι άλλο ένα αεροπλάνο συλλογής πληροφοριών/ειδικών αποστολών που βασίζεται στην τροποποιημένη πλατφόρμα του Gulfstream G550, όπως και τα Nachshon Eitam και Nachshon Shavit, μοιάζοντας περισσότερο με τη διαμόρφωση του πρώτου. Μέχρι σήμερα, ένα από αυτά («680») έχει ενταχθεί σε υπηρεσία με την 122η Μοίρα Nachshon που «στεγάζει» και τα υπόλοιπα. Αναφέρεται ότι η έκδοση προορίζεται για την εκτέλεση πολλών διαφορετικών ρόλων ηλεκτρονικού πολέμου, με συλλογή πληροφοριών μέσω ραντάρ, δεκτών στο ηλεκτρομαγνητικό φάσμα και ηλεκτροοπτικών ερευνητών, σε υποστήριξη αποστολών κατάδειξης αντιαεροπορικών συστοιχιών και ηλεκτρονικής επίθεσης των εχθρικών αισθητήρων, όπως και λειτουργίας ως κόμβου αναμετάδοσης επικοινωνιών («Communication node»).]
Στις 24 Ιανουαρίου οι συμμετέχοντες στην Juniper Oak 23-2 ασκήθηκαν σε κοινές αποστολές, κυρίως αέρος-εδάφους. Η Ισραηλινή Αεροπορία διέθεσε 24 μαχητικά, ανάμεσά τους οκτώ F-15I, οκτώ F-16I και οκτώ F-35I, ενώ η USAF έλαβε μέρος με 16 μαχητικά που περιλάμβαναν τέσσερα F-15E, τέσσερα F-16CM και τέσσερα F-35A, με την Αεροπορία Ναυτικού να διαθέτει 16 F/A-18E/F και τέσσερα EA-18G, που συνολικά πραγματοποίησαν 100 εξόδους! Τα δύο KC-46A της 2ης ARS μαζί με ένα KC-707 της 120ης Μοίρας της IAF ανεφοδίαζαν με καύσιμα αυτόν τον μεγάλο στόλο αεροσκαφών.
Εκείνη την ημέρα χρησιμοποιήθηκε εκ νέου αριθμός αεροσκαφών συλλογής πληροφοριών για ενίσχυση της επίγνωσης της κατάστασης και τον εναέριο συντονισμό. Η Ισραηλινή Αεροπορία χρησιμοποίησε τρία αεροσκάφη για τον σκοπό αυτό, το Shavit «676», το Eitam «569» και το Oron «680», ενώ η USAF είχε επίσης δύο πλατφόρμες ειδικών εφαρμογών, το E-11A BACN (Battlefield Airborne Communications Node) «12-9506» και το ELINT/SIGINT RC-135W Rivet Joint «62-4139» (με κωδικό κλήσης Hunter 52). Ειδικά το τελευταίο παρακολουθούσε συνεχώς τις δραστηριότητες της Ρωσικής Αεροπορικής και Διαστημικής Δύναμης, συμπεριλαμβανομένων των τοποθεσιών S-400 SAM και των Su-35S στη Συρία.
Τα Oron και Shavit εκτελούσαν την ίδια αποστολή και επιπλέον επιτηρούσαν τις δραστηριότητες φατριών των ένοπλων οργανώσεων τόσο της Χαμάς όσο και της PIJ (Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ) στη Γάζα και της Χεζμπολάχ στον Λίβανο, διασφαλίζοντας ότι δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν απειλή για τους συμμετέχοντες στην άσκηση, ιδιαίτερα των αμερικανικών δυνάμεων.
Οι αποστολές κρούσης
Η σημαντικότερη φάση της άσκησης, δηλαδή η προσομοίωση της αεροπορικής επιδρομής σε ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, πραγματοποιήθηκε στις 25 Ιανουαρίου. Ξεκίνησε με υπερπτήσεις στις προκαθορισμένες περιοχές εξόρμησης τεσσάρων βαρέων βομβαρδιστικών B-52H («60-0009», «60-0017», «60-0021» και «61-0007»), που είχαν απογειωθεί σχεδόν 13 ώρες νωρίτερα από τη Minot AFB (στη Βόρεια Ντακότα). Αποτελούσαν μάλιστα μέρος ενός σχηματισμού επτά συνολικά Stratofortress, με τα τρία να είναι σε εφεδρεία (ή άλλη αποστολή). Τα βομβαρδιστικά παρέμειναν στον ισραηλινό εναέριο χώρο περίπου δυο ώρες, ενώ σε οποιαδήποτε πραγματική επιχείρηση αυτά τα B-52H θα μπορούσαν να εκτοξεύσουν πυραύλους κρουζ σε διάφορες ιρανικές θέσεις ραντάρ αεράμυνας και έγκαιρης προειδοποίησης υποστηρίζοντας την κύρια αποστολή.
Το πιο απαιτητικό μέρος της φάσης κρούσης ήταν να μπορέσουν τα B-52H να φτάσουν στο Ισραήλ στον συντομότερο δυνατό χρόνο. Τα αεροσκάφη πέταξαν χωρίς σταθμό με υποστήριξη ανεφοδιασμού που παρείχαν 13 τάνκερ της USAF, περιλαμβανομένων εννέα KC-135R, ενός KC-135T και τριών KC-46A, τα οποία είχαν αναπτυχθεί στις 24 Ιανουαρίου 2023, προκαταβολικά για την αποστολή στο Bangor της πολιτείας Μέιν στις ΗΠΑ, στη Rota της Ισπανίας και στη Σούδα. Στο Bangor ήταν τέσσερα KC-135R («59-1488», «63-8013», «59-1509» και «61-0317») με κωδικούς κλήσης «Deed11» έως και «Deed14». Ανεφοδίασαν τα βομβαρδιστικά προτού διασχίσουν τον Ατλαντικό στις 24-01 και στη συνέχεια κατά την επιστροφή τους στις 25-01.
Έξι ιπτάμενα τάνκερ αναπτύχθηκαν στη Rota, και ήταν τρία KC-135R/T («59-1495», «58-0054»και «62-3566») με κωδικούς «Deed21» έως «Deed23», τα οποία παρείχαν καύσιμα στα B-52H πάνω από τη δυτική Μεσόγειο στην πορεία τους ανατολικά, ενώ άλλα τρία, όλα KC-46A («18-46049», «15-46009» και «18-46054») με κωδικούς «Deed25» μέχρι «Deed27», τα ανεφοδίαζαν κατά την επιστροφή τους από το Ισραήλ προς τον Ατλαντικό Ωκεανό.
Για να μπορέσουν τα B-52H να πετάξουν πάνω από το Ισραήλ και την Ανατολική Μεσόγειο, τρία KC-135R είχαν αναπτυχθεί στη Σούδα μία ημέρα πριν για την αποστολή. Ήταν τα «62-3540», «61-0276» και «60-0324» και πέταξαν με κωδικούς κλήσης «LAGR96», «Nacho71» και «LAGR97» αντίστοιχα.
Ένα από τα B-52H, το «61-0007», διαχωρίστηκε από τα άλλα και «έπιασε» σχηματισμό με έξι μαχητικά πραγματοποιώντας υπερπτήση σε όλο σχεδόν το Ισραήλ, σε μια άκρως συμβολική ενέργεια. Τα ισραηλινά αεροσκάφη που το συνόδευαν ήταν ένα F-15I («208»), ένα F-16I («887») και ένα F-35I («946»), ενώ τα αμερικανικά ήταν ένα F-15E («87-0183»), ένα F-35A («19-5475») και ένα EA-18G («168900»). Ένα ισραηλινό F-15D της 133ης Μοίρας και ένα M-346 της 102ης Μοίρας χρησιμοποιήθηκαν από δύο φωτογράφους της IAF, για να απαθανατίσουν τον σχηματισμό. Αυτή η φωτογραφική αποστολή ήταν μέρος της συνολικής προσπάθειας προβολής της άσκησης, στο πλαίσιο Ψυχολογικών Επιχειρήσεων (PSYOPS), και οι εικόνες κυκλοφόρησαν ευρέως.
Μετά τα B-52H ήρθε η σειρά για τέσσερα F-35I της 140ης Μοίρας της IAF και τέσσερα F-35A της 395ης FS της USAF να προσομοιώσουν αποστολή SEAD/DEAD (στα οποία ειδικεύονται πλέον τα Lightning II). Τα JSF υποστήριζαν τέσσερα EA-18G, το καθένα οπλισμένο με δύο AGM-88C HARM και δύο AIM-120C AMRAAM, φέροντας δύο ατρακτίδια παρεμβολών. Μετά από αυτά, έξι F-15E της USAF και έξι F/A-18E/F μαζί με έξι F-15I της 69ης Μοίρας και ισάριθμα F-16I της 107ης Μοίρας πραγματοποίησαν βομβαρδισμούς, υλοποιώντας αποστολή κρούσης ακριβείας με πραγματικά πυρομαχικά σε πεδίο βολής του νότιου Ισραήλ. Συνοδεύονταν από τρία F/A-18E του USN, οπλισμένα το καθένα με έναν AIM-9X στον δεξιό ακροπτερυγικό πυλώνα τους και τέσσερις έως έξι AIM-120C AMRAAM, μαζί με τέσσερα F-16CM της USAF. Σύμφωνα με το Αμερικανικό Ναυτικό, που ήταν το μόνο που αποδέσμευσε στοιχεία, τα Super Hornet πραγματοποίησαν άφεση έξι GBU-16.
Εκτός από τα τάνκερ που ανεφοδίαζαν με καύσιμα τα B-52H, άλλα έξι αεροσκάφη συμμετείχαν εκείνη την ημέρα στις αποστολές. Ήταν δύο KC-707 («275» και «290») της 120ης Μοίρας που παρείχαν καύσιμα σε F-15I και F-16I σε χαμηλό ύψος πάνω από τη Νεκρά Θάλασσα. Επιπλέον ένα F/A-18F («168486») της VFA-103 (από το αεροπλανοφόρο George H.W. Bush) ανεφοδίασε το EA-18G που εμπλεκόταν στη φωτογράφηση με τη μέθοδο «buddy-buddy», ενώ δύο KC-46A της 2ης ARS («20-46072» και «20-46073») πετούσαν από την ΑΒ Nevatim (με κωδικούς κλήσης «Exxon12» και «Exxon11» αντίστοιχα) για ανεφοδιασμό των F-35A και F-35I των αποστολών SEAD/DEAD. Τέλος, το KC-135R («57-1453») της 106ης Μοίρας της Αμερικανικής Εθνοφρουράς, που επιχειρούσε από την ΑΒ Al-Udeid (Κατάρ), υποστήριξε με καύσιμα το RC-135W Rivet Joint («62-4134») της 38ης RS, που επιχειρούσε με κωδικό κλήσης «Hunter53» από την Κρήτη.
Τα δύο KC-46A της USAF που πέταξαν από τη Nevatim έδωσαν για πρώτη φορά στους Ισραηλινούς πιλότους F-35I την ευκαιρία της εμπειρίας να λάβουν καύσιμα από τα καινούρια αυτά ιπτάμενα τάνκερ, από τα οποία τα δυο πρώτα της ισραηλινής παραγγελίας θα παραδοθούν το 2025. [«Πτήση» 33, Ιανουάριος 2023, «KC-707, Οι Desert Giants της Ισραηλινής Αεροπορίας προετοιμάζονται για πόλεμο!».]
Η σμήναρχος Elizabeth Hanson, διοικητής της 305ης AMW, πιλότος ιπτάμενου τάνκερ η ίδια με εμπειρία άνω των 3.300 ωρών πτήσης σε T-37, T-1A, C-17A, C-12F, KC-46A και KC-10A (συμπεριλαμβανομένων 578 ωρών σε μάχη) σχολίασε για την ιστορική συμμετοχή τού τύπου στην άσκηση: «Το KC-46 αποτελεί “game changer”, καθώς είναι εξοπλισμένο με υποδομές αυτοπροστασίας και επικοινωνιών, που το καθιστούν λιγότερο ευάλωτο και περισσότερο επιβιώσιμο σε “αμφισβητούμενο” περιβάλλον λόγω εχθρικής παρουσίας. Έχουμε ήδη ολοκληρώσει περισσότερες από 13.000 αποστολές με τον τύπο, αποδεικνύοντας την ικανότητα της πλατφόρμας να προβάλλει ισχύ και να διασυνδέει μικτή αεροπορική δύναμη από τους κλάδους των ενόπλων μας δυνάμεων, καθώς και των συμμάχων και των εταίρων μας. Η συμμετοχή μας στην Juniper Oak απέδειξε την ετοιμότητα του αεροσκάφους να υποστηρίξει συνδυασμένες επιχειρήσεις με ισραηλινές δυνάμεις. Τα πολύτιμα διδάγματα θα τα μοιραστούμε με τους εταίρους μας, καθώς συνεχίζουμε να βελτιώνουμε τις τακτικές, τις τεχνικές και τις διαδικασίες, για να αυξήσουμε την επιχειρησιακή ικανότητα του αεροσκάφους».
Είναι αξιοσημείωτο ότι εκτός του RC-135W της USAF, μια «αρμάδα» από εναέριες πλατφόρμες ειδικών αποστολών πετούσαν στην περιοχή για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, ανάμεσά τους το ELINT/SIGINT EP-3E ARIES II «157325», δύο E-2D Hawkeye της VAW-121 («166889» και «169077») του Αμερικανικού Ναυτικού, ένα Nachshon Shavit («679»), ένα Nachshon Eitam («537») και το Nachshon Oron («680») AEW&C.
Κοινή αποστολή CSAR
Μια από τις κύριες ανησυχίες της IAF ήταν πάντα η παροχή CSAR για οποιονδήποτε από τους πιλότους που τυχόν θα καταρριπτόταν στο Ιράν, σε μια αποστολή όπως αυτή που περιγράφηκε παραπάνω. Με την αδυναμία να σταθμεύσει κάποιο από τα CSAR S-65C-3 Yasur 2025 και τα τάνκερ KC-130HI Karnaf σε οποιαδήποτε χώρα γειτονική του Ιράν, η IDF θα πρέπει να βασιστεί στην USAF γι’ αυτόν τον σκοπό, δηλαδή να μεταφέρει τις ομάδες Έρευνας και Διάσωσης Μάχης της Μονάδας 669 της IAF βαθιά στο ιρανικό έδαφος.
Για να προσομοιώσει ένα τέτοιο σενάριο στην Juniper Oak, στο οποίο συμμετείχαν αμερικανικές και ισραηλινές ομάδες CSAR που συνεργάζονται μαζί, η USAF ανέπτυξε ένα AC-130J της 4ης Μοίρας Ειδικών Επιχειρήσεων-SOS (Special Operations Squadron) και ένα HC-130J της 39ης Μοίρας Διάσωσης-RQS (Rescue Squadron) μαζί με τρία ελικόπτερα HH-60G των 301 και 305 RQS, τα πληρώματα των οποίων πραγματοποίησαν κοινές αποστολές με τους Ισραηλινούς που επιχειρούσαν με ένα S-65C-3 της 114ης Μοίρας Leaders.
Το HC-130J ανεφοδίασε τα S-65C-3 και HH-60G της IAF, ενώ το AC-130J μαζί με τέσσερα AH-64E Guardian του Αμερικανικού Στρατού και τέσσερα AH-64D Saraf της 113ης ισραηλινής Μοίρας Hornet (τα οποία στο σύνολό τους πετούσαν από την ΑΒ Tel Nof) παρείχαν συνοδεία και εγγύς αεροπορική υποστήριξη των ομάδων CSAR στο έδαφος. Για την προστασία των ελικοπτέρων χρησιμοποιήθηκαν το AC-130J και F-16CM της USAF.
Από το αεροπλανοφόρο George H.W. Bush όπου βρισκόταν ο στρατηγός Michael «Erik» Kurilla, διοικητής της CENTCOM, σχολίασε σχετικά με την άσκηση: «Παρακολουθήσαμε τις δυνάμεις μας να συμμετέχουν στην Juniper Oak 23-2 μαζί με τους εταίρους μας των Ισραηλινών Δυνάμεων Αυτοάμυνας και τον στρατηγό Halevi (αρχηγό του Γενικού Επιτελείου του IDF), να επιχειρούν μαζί και να φέρουν σε πέρας τόσες πολλές πτυχές μιας συνδυασμένης και πολυεπίπεδης άσκησης με ενσωματωμένα UAV, στρατηγικά βομβαρδιστικά και μαχητικά σε αποστολές πληγμάτων ακριβείας. Περισσότεροι από 6.400 Αμερικανοί και 1.500 Ισραηλινοί στρατιώτες πραγματοποίησαν επιδρομές μεγάλης εμβέλειας, καταστολή εχθρικής αεράμυνας, ηλεκτρονική κρούση, επιθετικές αεροπορικές επιχειρήσεις, αεροπορική απαγόρευση πεδίου μάχης και δραστηριότητες σε ναυτικό περιβάλλον, ενώ στις τέσσερις ημέρες της άσκησης οι δυνάμεις που συμμετείχαν, έκαναν χρήση περισσότερων των 180.000 λιβρών πραγματικών πυρομαχικών».
Η αναδιάταξη των δυνάμεων και η επιστροφή στις βάσεις τους ξεκίνησε στις 26 Ιανουαρίου και διήρκεσε μέχρι το βράδυ της 27ης Ιανουαρίου. Σύμφωνα με ισραηλινά δημοσιεύματα, η Juniper Oak 23-2 έστειλε ένα «ισχυρό μήνυμα στους εχθρούς του Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένου του Σώματος των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης», αλλά βοήθησε και τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου να αυξήσει τη δημοτικότητά του δείχνοντας την επιμονή του στην αντιμετώπιση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν.