Την εντύπωση που έχει κάνει διεθνώς το ιρανικό περιφερόμενο πυρομαχικό Shahed-136, την οφείλει βέβαια στην απόδοση του στο μέτωπο της Ουκρανίας. Όπου οι Ρώσοι τις τελευταίες εβδομάδες το χρησιμοποιούν συστηματικά, για να χτυπήσουν υποδομές κοινής ωφελείας της χώρας, κυρίως κέντρα διανομής ρεύματος και εργοστάσια παραγωγής.
Το ερώτημα είναι απλό: Αν μπορεί το Ιράν, που βρίσκεται υπό διεθνές εμπάργκο εξοπλισμών αλλά και αρκετών άλλων κρίσιμων τεχνολογιών, να κατασκευάζει όχι μόνο το Shahed-136 αλλά και πολλές δεκάδες ακόμη μοντέλων μη επανδρωμένων κάθε τύπου (αεροσκάφη, σκάφη επιφανείας, υποβρύχια), γιατί η χώρα μας να μην μπορεί να κάνει το ίδιο;
Ουκρανία: κατάρριψη 13 Shahed-136 – οι Ρώσοι έχουν παραγγείλει 2.400 μονάδες από το Ιράν
Το ερώτημα όμως που θέτουμε είναι και σε μεγάλο βαθμό άδικο. Καθώς το Ιράν συγκριτικά με την Ελλάδα είναι μια μεγάλη χώρα, που επενδύει σημαντικά ποσά σε εξοπλισμούς, που «δανείζεται» σχετικές τεχνολογίες όπου βρει (από Ρωσία, Βόρεια Κορέα, αραβικές χώρες), και κυρίως επενδύει συστηματικά στην τοπική έρευνα. Το τελευταίο ακριβώς γιατί είναι σε πολύχρονο εμπάργκο, οπότε έπρεπε να βρει λύσεις για να κρατήσει σε λειτουργία μεγάλο μέρος του δυτικού οπλισμού της (όπως π.χ. τα μαχητικά F-14, F-4, F-5 της αεροπορίας της), αλλά και να παράγει νέα αποτροπή έναντι των πολλών αντιπάλων του.
Τι είναι όμως το Shahed-136; Ένα πολύ απλό περιφερόμενο πυρομαχικό με θερμικό κινητήρα κατασκευασμένο από την ιρανική εταιρία HESA, θυγατρική της κρατικής IAIO, το οποίο εκτοξεύεται από κινητό πολλαπλό φορέα, με βοηθητική ρουκέτα και μετά συνεχίζει προς το στόχο του.
Στην πράξη το συγκεκριμένο μπορεί και να χαρακτηριστεί έως και «πρωτόγονο», καθώς δεν διαθέτει ηλεκτροοπτικό σύστημα αναγνώρισης και στοχοποίησης, προφανώς δεν έχει σύνθετους αλγόριθμους αναγνώρισης στόχων, ενώ μάλλον δεν έχει καν επικοινωνία με τον χρήστη. Αντίθετα από όλα αυτά, που τα συναντάμε στα εξελιγμένα UAV και περιφερόμενα πυρομαχικά, το Shahed-136 εξαπολύεται και ακολουθεί την προγραμματισμένη του διαδρομή, χρησιμοποιώντας ένα σύστημα αδρανειακής πλοήγησης, και με υποβοήθηση GPS/GLONASS. Κι όμως είναι τόσο επιζήμιο όσο έχουν βιώσει οι Ουκρανοί τον τελευταίο καιρό, γιατί φέρει αρκετά μεγάλη πολεμική κεφαλή και μπορεί να κάνει σημαντική καταστροφή σε υποδομές, έστω και αν η ακρίβεια του είναι μέτρια.
Έτσι το Shahed-136 δίνει μια διαφορετική διάσταση στον πόλεμο των μη επανδρωμένων, όπως αυτός έχει εμφανιστεί στην Ουκρανία. Ως σύστημα φθηνό (εκτιμάται σε κόστος το πολύ 100.000 δολάρια το ένα, ενώ έχουν ακουστεί και ακόμη χαμηλότερα ποσά), αργοκίνητο (έως 185 χιλιόμετρα την ώρα), αλλά με μεγάλη εμβέλεια, ίσως και πάνω από 2.000 χιλιόμετρα. Πετά χαμηλά, είναι φτιαγμένο από συνθετικά υλικά με μικρό ίχνος σε ραντάρ, προφανώς είναι αρκετά ευάλωτο, αλλά ικανό να «περάσει» από πολλές «τρύπες» αντιαεροπορικής άμυνας, που δεν μπορεί να καλύψει κάθε σημείο και κάθε πόλη και κάθε υποδομή.
«Τεμαχίζοντας» τη δομή του
Αρχικά ο κινητήρας του Shahed-136, ο οποίος βρίσκεται στο πίσω μέρος της ατράκτου οδηγώντας μια απλή δίφυλλη ξύλινη έλικα, είναι ένας τετρακύλινδρος δίχρονος 550 κυβικών εκατοστών, με κωδικό MD550, αντιγραφή σχεδίου της γερμανικής εταιρίας Limbach που πλέον παράγεται στην Κίνα. Η απόδοση του είναι 50 ίπποι στις 7.500 στροφές, και το βάρος του 15 κιλά. Ο κινητήρας αυτός είναι διαθέσιμος διεθνώς, πωλείται ακόμη και online με κόστος περίπου 18.000 δολάρια (στο www.made-in-china.com, ενώ παλαιότερα πωλούνταν και στο AliExpress). Στο Ιράν το αντίγραφο του παράγεται από την εταιρία Oje Parvaz Mado Nafar, η οποία «εξειδικεύεται» σε κόπιες τέτοιων συστημάτων και ήδη της έχουν επιβληθεί σχετικές διεθνείς κυρώσεις.
Την τακτική αυτή τη χρησιμοποιούν συστηματικά οι Ιρανοί, όπου π.χ. ένα άλλο UAV τους, το Shahed-129 διαθέτει κινητήρα Rotax 914, ή αντιγραφή του. Μια πρακτική που την βλέπουμε και στην Τουρκική αμυντική βιομηχανία, είτε με απόκτηση δικαιωμάτων συμπαραγωγής, είτε όχι.
Το βασικό εδώ είναι ένα: Κινητήρες τέτοιων επιδόσεων υπάρχουν πολλοί, π.χ. άλλα μοντέλα είναι ο τεχνολογίας Βάνκελ AR801 της βρετανικής UAV Engines, ή o γερμανικός Hirth 42, πωλούνται διεθνώς και νόμιμα, προσφέρονται για συμπαραγωγή και ως σχεδίαση είναι απλοί χωρίς κάποια ιδιαίτερη καινοτομία.
Η πολεμική κεφαλή τώρα, είναι στο εμπρόσθιο τμήμα του σκάφους, έχει βάρος κάπου 40 κιλά και μπορεί να παραχθεί από οποιοδήποτε εργοστάσιο πυρομαχικών, καθώς περιέχει εκρηκτική ύλη, πιθανά κάποια θρασμαυτογόνα επένδυση και ένα πυροκροτητή. Στην Ελλάδα, θεωρούμε σίγουρο πως η ΕΑΣ έχει την πλήρη τεχνογνωσία για κάτι αντίστοιχο και σε λίγο χρόνο.
Το κυρίως αεροσκάφος, σε σχέδιο ιπτάμενης πτέρυγας έχει μικτό βάρος 200 κιλά, άνοιγμα πτερύγων 2,5 μέτρα, μήκος 3,5, με ακροπτερύγια. Και εδώ όμως ως αεροδυναμική επίλυση δεν έχουμε κάτι πρωτοποριακό. Υπάρχουν παρόμοια μεσαίου μεγέθους διαθέσιμα στην εμπορική αγορά, κυρίως σε ρόλους επισκόπησης, παρακολούθησης καλλιεργειών, ή μεταφοράς μικρών φορτίων. Αναφέρουμε, ενδεικτικά, μόνο το αμερικανικό DeltaQuad Pro ή το καναδέζικο Delair UX11.
Φυσικά εδώ υπάρχει και σοβαρή ελληνική προσπάθεια όπως το «Αρχύτας» της EFA Group, αλλά και το LOTUS της Intracom Defence, που εξελίσσεται από κοινοπραξία αρκετών ακόμη εταιριών και ακαδημαϊκών εργαστηρίων, με την τεχνογνωσία του εργαστηρίου Μηχανικής Ρευστών και Στροβιλομηχανών, της σχολής Μηχανολόγων Μηχανικών του Αριστοτελείου (με διευθυντή τον γνωστό καθηγητή κ. Κύρο Υάκινθο).
Το εργαστήριο έχει δείξει άλλωστε και παρεμφερείς σχεδιάσεις όπως το DELAER RX3. Οι παραπάνω προσπάθειες έχουν και γνώση των συστημάτων διεύθυνσης και πλοήγησης τέτοιων κατασκευών, οπότε συμπληρώνουν το όλο εγχείρημα.
Η ελληνική δυνατότητα
Από τα παραπάνω φαίνεται πως το Ιράν, αλλά και πολλές ακόμη χώρες που παράγουν εσπευσμένα διαφόρων ειδών UAV δεν έχουν κάνει σε αρκετά από αυτά κάποιο τεχνολογικό «άλμα» (αν και σίγουρα τα πιο εξελιγμένα συστήματα τους έχουν σημαντική τεχνογνωσία και καινοτομίες). Το αντίθετο, στις περισσότερες λύσεις τους, έχουν επικεντρωθεί στην σύνθεση και ολοκλήρωση (integration) υπαρχόντων τεχνολογιών, παράγοντας αποδοτικά μη επανδρωμένα σκάφη, με λογικό κόστος.
Ακόμη και το διάσημο τουρκικό Bayraktar TB2, το οποίο κοστολογείται στα περίπου 5 εκατομμύρια δολάρια το ένα, ξεκίνησε με πολλά ξένα εξαρτήματα, π.χ. κινητήρα της αυστριακής Rotax, πυργίσκο ηλεκτροοπτικών της καναδικής Wescam, συστήματα διεύθυνσης της γερμανικής MT-Propeller, ενώ τα πυρομαχικά οικογένειας ΜΑΜ που μεταφέρει έχουν τεχνογνωσία από την γερμανική TDW.
Στην πορεία βέβαια η εταιρία Baykar αντικατέστησε τα περισσότερα με τοπικής σχεδίασης και παραγωγής. Αυτό όμως που έκαναν οι Τούρκοι μηχανικοί ήταν να επενδύσουν ιδιαίτερα στο λογισμικό κατεύθυνσης και διαχείρισης του σκάφους, στις τηλεπικοινωνίες του, στον σχετικά απλό χειρισμό του, και βέβαια στην προσφορά στον εκάστοτε πελάτη ενός ολοκληρωμένου πακέτου όπλου, εκπαίδευσης, πυρομαχικών, με πολλά έτοιμα σενάρια χρήσης σε επιθετικό ή εποπτικό ρόλο.
Το συμπέρασμα, τουλάχιστον για εμάς, είναι προφανές: Στην Ελλάδα υπάρχει η τεχνογνωσία, εν μέρει και η δυνατότητα παραγωγής κάποιων κρίσιμων απαρτιών, για να φτιαχτεί γρήγορα ένα εγχώριο Shahed-136 ή κάτι ανάλογο.
Το οποίο ως «αυτοκτονίας» δεν έχει και ιδιαίτερες απαιτήσεις αντοχής, δεν προορίζεται για μεγάλο χρόνο χρήσης, δεν απαιτεί ειδικές εγκαταστάσεις μακρόχρονης αποθήκευσης, δεν χρειάζεται μεγάλο στοκ ανταλλακτικών, δεν χρειάζεται καν χειριστή και σχετική εκπαίδευση. Eνώ το σύστημα εξαπόλυσης του, όπως βλέπουμε από το ιρανικό παράδειγμα, είναι απλά φορτηγά με μια μετασκευή στο χώρο φόρτωσης.
Το μεγάλο τους προσόν; Ακριβώς λόγω χαμηλής τιμής και ευκολίας μαζικής παραγωγής (αν γίνουν οι ανάλογες επενδύσεις) μπορούν να εξαπολύονται μαζικά και από οποιοδήποτε σημείο καθώς ο φορέας τους είναι όχημα. Έτσι είναι ικανά να «γεμίσουν» ένα ορίζοντα, να χρησιμοποιηθούν για απευθείας κρούση αλλά και για παραπλάνηση, να είναι η πολεμική τους κεφαλή γεμάτη εκρηκτικά, αλλά και εμπρηστικά υλικά, ή chaffs, να στοχεύσουν κάθε σταθερό στόχο. Όπότε να παράγουν μεγάλη αναστάτωση και καταστροφή, να δεσμεύσουν μεγάλο όγκο αντιαεροπορικής άμυνας και υποδομών πολιτικής προστασίας στον εντοπισμό, κατάρριψη ή και αντιμετώπιση των ζημιών που προκαλούν. Ως ένα εργαλείο δηλαδή μαζικού disruption, με ικανοποιητικά αποτελέσματα στη μάχη και κυρίως πολύ αποδοτικά σε ως λόγος τακτικής επίδοσης/κόστος.
Να λοιπόν η παρατήρηση μας. Στην Ελλάδα όπως είπαμε ήδη αναπτύσσονται 3 τουλάχιστον μη επανδρωμένα (είναι και το επίσης «Αρχύτας» της ΕΑΒ), υπάρχουν και άλλες εταιρίες με τεχνογνωσία μη επανδρωμένων, όπως η UCANDRONE, υπάρχει η διεθνής εμπορική παραγωγή παρόμοιων συστημάτων και υποσυστημάτων, υπάρχουν ακόμη και έτοιμα σχέδια που μπορεί να αγοραστούν τα δικαιώματα τους. Άρα η εξέλιξη ενός καθαρά πολεμικού μη επανδρωμένου, σε ρόλο και δομή που να θυμίζει το ιρανικό Shahed-136, δηλαδή φθηνό, απλό, χωρίς ειδικές απαιτήσεις μπορεί να γίνει και άμεσα. Και είναι κάτι που χρειαζόμαστε, ίσως και πολύ πιο νωρίς από την απόκτηση των πιο εξειδικευμένων «αδελφών» του.