Η μη κυβερνητική οργάνωση Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch, HRW) κατηγορεί σε έκθεσή της που δίνει στη δημοσιότητα σήμερα τον στρατό της Μπουρκίνα Φάσο ότι σκότωσε τουλάχιστον 60 αμάχους σε επιδρομές με MEAM (Μη Επανδρωμένα Αεροχήματα Μάχης), πιθανότατα τουρκικής προέλευσης Bayraktar, οι οποίες παρουσιάστηκαν από τις αρχές της χώρας της Αφρικής ως στοχευμένα πλήγματα εναντίον τζιχαντιστών.
«Τρία πλήγματα drones του στρατού της Μπουρκίνα Φάσο, που παρουσιάστηκαν από την κυβέρνηση ως επιχειρήσεις με στόχο τζιχαντιστές μαχητές, προκάλεσαν τον θάνατο τουλάχιστον 60 αμάχων σε δυο αγορές και μια κηδεία από τον Αύγουστο του 2023», επισημαίνει η ΜΚΟ.
Το καθεστώς του λοχαγού Ιμπραήμ Τραορέ υιοθέτησε, αφότου κατέλαβε την εξουσία με το στρατιωτικό πραξικόπημα του 2022, εξαιρετικά επιθετική στρατηγική έναντι των τζιχαντιστικών οργανώσεων· ΜΚΟ και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων λένε πως οι επιχειρήσεις του στρατού έκτοτε έχουν στοιχίσει τη ζωή μεγάλου αριθμού αμάχων.
Η κρατική τηλεόραση μεταδίδει συχνά εικόνες από πλήγματα τηλεκατευθυνόμενων μη επανδρωμένων αεροσκαφών εναντίον φερόμενων ως τζιχαντιστών.
Η HRW λέει πως πήρε συνεντεύξεις από δεκάδες αυτόπτες μάρτυρες μεταξύ του Σεπτεμβρίου και του Νοεμβρίου του 2023, ενώ παράλληλα ανέλυσε φωτογραφίες, βίντεο και δορυφορικές εικόνες στο πλαίσιο της έρευνάς της.
«Ο στρατός της Μπουρκίνα Φάσο χρησιμοποίησε ένα από τα πιο ακριβή οπλικά συστήματα στο οπλοστάσιό του για να επιτεθεί σε μεγάλες συγκεντρώσεις ανθρώπων, προκαλώντας τον θάνατο πολυάριθμων αμάχων, κατά παραβίαση των νόμων του πολέμου», τονίζει στην έκθεση η Ιλάρια Αλεκγρότσι, ερευνήτρια της HRW ειδικευμένη στο Σαχέλ.
Τα πλήγματα αυτά εξαπολύθηκαν με drones τύπου Bayraktar TB2, που κατασκευάζονται στην Τουρκία κι έχουν τη δυνατότητα να φέρουν ως και τέσσερις πυραύλους ή βόμβες κατευθυνόμενες με λέιζερ, σύμφωνα με τη ΜΚΟ.
Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναφέρει πως εξασφάλισε από επιζήσαντες κατάλογο με τα ονόματα επτά ανθρώπων ηλικίας 20 ως 40 ετών που σκοτώθηκαν και άλλων πέντε που τραυματίστηκαν στην αγορά του χωριού Μπουλκεσί (βόρεια) τη 18η Νοεμβρίου. Το χωριό παρουσιάστηκε από την κρατική τηλεόραση ως «βάση εφοδιασμού» των τζιχαντιστών.
«Ήταν έμποροι, πολίτες, όχι μαχητές», είπε 69χρονος, που έχασε δυο γιους του, ηλικίας 20 και 40 ετών, στον βομβαρδισμό.
Στο Μπιντί (βόρεια) την 21η Σεπτεμβρίου βομβαρδίστηκε σκηνή όπου είχαν συγκεντρωθεί κάπου εκατό άνθρωποι για την κηδεία γυναίκας. Σκοτώθηκαν 24 πολίτες.
«Είδα πολλά πτώματα σκορπισμένα στο έδαφος, κάποια κομματιασμένα (…), ανθρώπινα μέλη, ανθρώπινα όργανα, ήταν φρικτό», αφηγήθηκε αυτόπτης μάρτυρας στην HRW.
Στην έκθεσή της επισημαίνεται πως κάτοικοι ενίοτε αναγκάζονται να συνεργαστούν με τζιχαντιστές που ελέγχουν τις περιοχές τους.
Κάτοικος του χωριού Μπουρό (βόρεια), όπου έχασαν τη ζωή τους την 3η Αυγούστου 28 άνδρες, τόνισε πως η κοινότητα «θεωρείτο ζώνη των τζιχαντιστών από την κυβέρνηση. Φοβόμασταν να πάμε σε νοσοκομείο και να πούμε πως τραυματιστήκαμε από drone».