Σε σαπουνόπερα τείνει να εξελιχθεί η πιθανότητα απόκτησης φρεγατών MMSC από το Πολεμικό Ναυτικό, ένα ενδεχόμενο που χαριτολογώντας θα λέγαμε πως σε πολλούς προκαλεί “αλλεργίες” ακόμα και αν δεν γνωρίζουν γιατί ακριβώς, ή μάλλον κυρίως τότε. Στο τελευταίο επεισόδιο της σαπουνόπερας αυτής διαβάζουμε ότι το αμερικανικό Ναυτικό «πιάστηκε κορόιδο» και μετά τις LCS που δεν φέρουν σόναρ τροπίδας, τώρα ούτε και η νέα του κλάση φρεγατών Constellation [που απέδωσε το πρόγραμμα προμήθειας FFG(X)] θα φέρει τέτοιο αισθητήρα. Στο συγκεκριμένο θέμα έχουμε αναφερθεί βέβαια και στο παρελθόν, όπου σε παλαιότερο άρθρο μας είχαμε γράψει τα εξής:
«ΘΕΜΑ 11ο: Καλά όλα αυτά, αλλά δεν έχει σόναρ τρόπιδας. Άρα δεν είναι ASW φρεγάτα! Όλα τα άλλα πλοία στον πλανήτη γιατί έχουν και οι MMSC δεν έχουν.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ο λόγος που δεν έχει σόναρ τρόπιδος η MMSC είναι απλός. Δεν μπορεί να πάρει. Το σχέδιο της LCS, και κατά συνέπεια της MMSC, είναι βελτιστοποιημένο για υψηλές ταχύτητες. Ένα εξόγκωμα στην τροπίδα ή την πλώρη, θα δημιουργούσε πολλά υδροδυναμικά προβλήματα, και εκτός της -πολύ- χαμηλότερης ταχύτητας, θα είχαμε και μικρότερη ακτίνα δράσης. Βέβαια όλα αυτά δεν ενδιαφέρουν, από τη στιγμή που εμείς θέλουμε μια φρεγάτα που να “κάνει τη δουλειά της”. Άσπρη γάτα, μαύρη γάτα, ποντίκια να πιάνει. Συνεπώς, φρεγάτα με σόναρ τρόπιδας ή φρεγάτα χωρίς σόναρ τρόπιδος, υποβρύχια να βρίσκει. Η MMSC θα φέρει το κορυφαίο CAPTAS-4, με ικανότητα εντοπισμού υποβρυχίων μέχρι και σε απόσταση 150 χιλιομέτρων.
Η δυνατότητά του να κατεβαίνει κάτω από τα θερμοκλινή, το κάνει ασυναγώνιστο στον τομέα του. Το CAPTAS-4 σε συνδυασμό με τα MH-60R και τον εκσυγχρονισμό/δικτύωση των ΜΕΚΟ200ΗΝ θα προσφέρει απόλυτη προστασία απέναντι από υποβρύχια στο ΠΝ. Ας δει κάποιος πως κάνει ανθυποβρυχιακό πόλεμο το USN και θα καταλάβει ότι το σόναρ τροπίδας είναι επιθυμητό μεν, όχι απαραίτητο δε. Και προφανώς, το ΠΝ από την ύπαρξη ενός σόναρ τροπίδας και την επίτευξη πολύ υψηλών ταχυτήτων, επέλεξε το 2ο. End of Story. Ας συνεχίσουν οι πολέμιοι των MMSC να θεωρούν πως βρήκαν “αδύνατο” σημείο. Δεν είναι.»
Επιπλέον των παραπάνω, θα άξιζε τον κόπο να επεκταθούμε περαιτέρω σε ορισμένα ακόμα σημεία:
1) Ο ναυτικός πόλεμος δεν είναι στάσιμος, αντίθετα εξελίσσεται και τα αντίστοιχα συστήματα κι όπλα έχουν μακράν τον μεγαλύτερο προϋπολογισμό από τους υπόλοιπους κλάδους. Ασφαλώς αυτοί που είναι πίσω από τις κονσόλες και θα κληθούν να εξασφαλίσουν την κυριαρχία των ωκεανών για λογαριασμό του Αμερικανικού Ναυτικού δεν είναι ηλίθιοι, ή μάλλον δεν είναι ΤΟΣΟ ηλίθιοι όσο φαντάζονται κάποιοι στην Ελλάδα.
2) To αμερικανικό Ναυτικό σε όλη του την ιστορία υπήρξε πάντα πρωτοπόρο και ρηξικέλευθο, υιοθετώντας λύσεις σε εποχές που φάνταζαν είτε τρέλα, είτε επιστημονική φαντασία. Από λύσεις πρόωσης, μέχρι κάθετους εκτοξευτές και κατευθυνόμενα βλήματα, οι εξελίξεις ήταν πάντα πρωτοβουλία του Αμερικανικού Ναυτικού κι όλοι οι υπόλοιποι απλά ακολουθούσαν και μιμούνταν (όταν δεν αντέγραφαν στεγνά) αργά ή γρήγορα. Το ότι λοιπόν το αμερικανικό Ναυτικό και κανένα άλλο στον κόσμο αποφάσισε να καταργήσει το σόναρ από τις τροπίδες των πλοίων του, δεν είναι περίεργο.
3) Το σόναρ τροπίδας, όπως έχουμε ήδη γράψει σε περισσότερες περιπτώσεις στο παρελθόν δεν είναι πανάκεια. Οι περισσότερες μονάδες επιφάνειας με έμφαση στον ανθυποβρυχιακό πόλεμο βασίζονται κυρίως στο συρόμενο σόναρ τους για να εντοπίσουν υποβρύχια, όχι στο σόναρ τροπίδας. Επιπλέον, έχουμε δει πολεμικά πλοία να αναβαθμίζουν τις ανθυποβρυχιακές τους ικανότητες με την προσθήκη συρόμενου σόναρ, όχι σταθερού σόναρ τροπίδας (κορβέτες, ΤΠΚ κ.α). Κανονικά θα έπρεπε να συνέβαινε το ανάποδο και τα υπό αναβάθμιση πλοία να αποκτούσαν σόναρ τροπίδας ως αναβάθμιση. Συμβαίνει μόνο στις υπό εκσυγχρονισμό LaFayette (μόνο μια) που αποκτούν το Bluewatcher.
4) Το οποίο σόναρ τροπίδας στην πράξη έχει ιδιαίτερα περιορισμένο φάκελο χρήσης όσον αφορά το μέχρι ποιες ταχύτητες μπορεί να χρησιμοποιηθεί αξιόπιστα αλλά και τις παρεχόμενες εμβέλειες αποκάλυψης. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ένα σταθερό σόναρ τροπίδας χρησιμεύει κυρίως για άμυνα ενάντια σε υποβρύχια κι αυτό όχι πάντα, σε συγκεκριμένες συνθήκες και ταχύτητες που αυτό μπορεί να λειτουργήσει αξιόπιστα.
5) Η μη υιοθέτηση κάποιου όπλου ή αισθητήρα, δεν είναι το τέλος του κόσμου. Η κάθε ναυτική δύναμη έχει το δικό της επιχειρησιακό δόγμα, τεχνολογικές λύσεις, απαιτήσεις και προδιαγραφές και με βάση αυτές κινείται. Έτσι μπορεί να δούμε πλοία χωρίς σόναρ και να απορούμε μα πώς είναι δυνατόν να πολεμήσει ένα τέτοιο πλοίο, ή μπορεί να δούμε και πλοία χωρίς CWIS και προφανώς (έτσι δεν είναι;) να έχουμε την ίδια απορία. Και τα δυο πλοία θα πολεμήσουν ενώ κανένα από τα δυο δεν είναι «σαπάκι» (sic) για τον λόγο αυτό.
6) Οι φρεγάτες της κλάσης Constellation δεν έγιναν σε ένα βράδυ «σαπάκια» κι «αλουμινότρατες» όταν αποκαλύφθηκε πως δεν θα φέρουν σόναρ τροπίδας, αλλά ούτε και είναι τρομερό σκάνδαλο το ότι δεν θα εγκατασταθεί αυτός ο αισθητήρας. Σίγουρα δεν είναι ούτε… ποινικό αδίκημα, γιατί ναι, η απελπισία ορισμένων έχει σπάσει όλα τα κοντέρ σε σημείο που να επικαλούνται ακόμα κι αυτό.
7) Τα παραπάνω δεν συνεπάγονται ότι «επειδή πρόκειται για τις MMSC» (και για αυτόν τον λόγο) πρέπει να ξεχάσουμε ό,τι ξέρουμε για τον ανθυποβρυχιακό πόλεμο. Απλά σημαίνει ότι οι εξελίξεις τρέχουν, κι αυτοί που οδηγούν τις εξελίξεις έχουν βγάλει τα συμπεράσματά τους και πορεύονται με αυτά.
Kλείνοντας να σημειώσουμε πως η παραπληροφόρηση σε σχέση με τα συγκεκριμένα πλοία έχει χτυπήσει κόκκινο εδώ και καιρό, αναγκάζοντάς μας να γράφουμε άρθρα επί άρθρων για να διορθώνουμε πρωτοφανείς ανακρίβειες, ακόμα και στεγνά ψέματα, σε σημείο που εύλογα ρισκάρουμε να παρεξηγηθούμε, αν και όταν κάνουμε το ίδιο ακριβώς για άλλα πλοία δεν φαίνεται να ενοχλείται κανείς.
Εμείς θα συνεχίσουμε να το κάνουμε, διότι για αυτό μας εμπιστεύονται οι αναγνώστες μας. Για να μην τους χαϊδεύουμε τα αυτιά και να τους λέμε το τι συμβαίνει και το τι ισχύει, όχι το τι θα θέλαμε να ισχύει, για να μην πούμε τίποτα χειρότερο. Και θα σας αποκαλύψουμε και κάτι “μεταξύ μας”, έχουμε αρκετές απαντήσεις σε ερωτήσεις, που θα δημοσιευτούν στο Τεύχος Φεβρουαρίου!
ΑΠΑΝΤΑΜΕ: Επίπεδα Eπιβιωσιμότητας πολεμικών πλοίων και η LCS, η αλήθεια και… τα παραμύθια