Με αφορμή την είδηση του τραγικού θανάτου του υποσμηναγού (Ι) Μάριου-Μιχαήλ Τουρούτσικα και του σμηναγού (Ι) Ευστάθιου Τσιτλακίδη, θέλησα να μοιραστώ κάποιες σκέψεις. Όχι για τους ίδιους, αφού δεν τους γνώριζα προσωπικά. Όμως έχω την τύχη να έχω γνωρίσει πολλούς “Μάριους” και “Στάθηδες” στη ζωή μου, θεωρώ πως θα τους τιμήσω καλύτερα αν μιλήσω για την αριστεία που πρεσβεύουν και τη σημασία της για τη χώρα μας.
Η επιλογή των καλύτερων
Η Στρατιωτική Σχολή Ικάρων, όπως και η Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και η Σχολή Ευέλπιδων, είχαν, έχουν και θα έχουν από τις υψηλότερες βάσεις εισαγωγής. Τα παιδιά που εισάγονται στις σχολές αυτές έχουν ήδη αριστεύσει στη σκληρή διαδικασία των πανελληνίων εξετάσεων. Την οποία διαδικασία δεν έχει καμία σημασία να κρίνουμε εδώ. Σημασία έχει ότι είναι ίδια για όλους. Κάποια νέα αγόρια και κορίτσια μπορούν να πειθαρχήσουν τους εαυτούς τους τόσο, ώστε να ξεπεράσουν τους υπόλοιπους. Υπ’ αυτή την έννοια, έχουν ξεχωρίσει ήδη ως μερικοί από τους καλύτερους της γενιάς τους.
Η εισαγωγή στη σχολή είναι εισαγωγή σε μια νέα ζωή, πολύ διαφορετική από τη σχολική που ήξεραν, αλλά και από την φοιτητική που θα γνωρίσουν οι περισσότεροι φίλοι τους. Τα δεκαοκτάχρονα αυτά παιδιά μαθαίνουν να υπακούουν, να σέβονται, να συνεργάζονται, να επιμένουν. Σηκώνονται από τα αξημέρωτα για πρωινή γυμναστική, συνεχίζουν με τις παρακολουθήσεις των υψηλού επιπέδου μαθημάτων από τις οποίες ποτέ δεν απουσιάζουν, την απαρέγκλιτη μελέτη, τον ύπνο νωρίς. Αν κάποιος δεν μπορεί να προσαρμοστεί σε αυτόν τον τρόπο ζωής επιστρέφει στο σπίτι του. Άλλωστε, τα παιδιά στις στρατιωτικές σχολές δεν χρωστούν μαθήματα. Όταν θα αποφοιτήσουν, μαζί με τη σειρά τους, δεν θα έχουν συλλέξει απλώς τεχνικές γνώσεις πάνω στο αντικείμενό τους. Θα έχουν ζήσει τέσσερα χρόνια πειθαρχίας, προσπάθειας, υπέρβασης και επιτυχίας, ανάμεσα σε υψηλότατου επιπέδου συμμαθητές και καθηγητές. Μπήκαν στη σχολή ήδη καλοί. Βγαίνουν εξαιρετικοί.
Μετά την ορκωμοσία ξεκινά η σταδιοδρομία τους. Οι νέοι ανθυποσμηναγοί θα πάνε αρχικά στην Καλαμάτα, μετά στις μονάδες τους, ΣΜΕΤ, εκπαίδευση στον τύπο, πτήσεις, εξομοιωτής, μελέτη, επιχειρησιακά, σωστικά, διαδικασίες, τακτικές, αρχηγός σχηματισμού… Αυτοί οι άνθρωποι που φτάνουν μέχρι εδώ, υποσμηναγοί και σμηναγοί πλέον, έχουν μάθει από μικρά παιδιά να τα καταφέρνουν, πάντα, να μην κολώνουν πουθενά. Γι’ αυτό μπορεί ο Ιπτάμενος της Πολεμικής Αεροπορίας να είναι αεροπόρος, αλλά ταυτόχρονα να είναι και μηχανικός και πολεμιστής. Τί σημαίνει αυτό; Ότι η μελέτη δεν τελειώνει ποτέ. Θα θυμάμαι πάντα σαν να ήταν μόλις χτες, μια εικόνα από τη θητεία μου πριν από δύο δεκαετίες.
Κάποτε στην 331ΜΠΚ: Ήταν 6:15 το πρωί, χειμώνας, σκοτάδι, υγρασία, και πήγαινα να ξεκλειδώσω τη μοίρα, να ανοίξω φώτα, θέρμανση κ.ο.κ. πριν ξεκινήσει το πρόγραμμα πτήσεων της ημέρας. Όταν έφτασα, η πόρτα ήταν ξεκλείδωτη. Βρήκα τον μοίραρχό μου ήδη στο γραφείο του να διαβάζει. «Θέλετε καφέ;», «όχι ευχαριστώ», τον είχε φτιάξει μόνος του, ελληνικό όπως πάντα. Μπροστά του είχε έναν φωτοτυπημένο τόμο εκατοντάδων σελίδων. Μελετούσε το εγχειρίδιο του νέου, τότε, πυραύλου ΑΜ-39 Blk II Exocet. Ένας Αντισμήναρχος ιπτάμενος, διοικητής μιας από τις πλέον μάχιμες μονάδες της ΠΑ, με χιλιάδες ώρες πτήσης στην πλάτη του, με τη φόρμα του γεμάτη σήματα από σχολεία και πιστοποιήσεις, ηγέτης στην εκπαίδευση και στον πόλεμο για καμιά τριανταριά άριστους αεροπόρους, δεκάδες μηχανικούς και τεχνικούς, υπεύθυνος για είκοσι πανάκριβες πτητικές μηχανές, τα καύσιμα, τα όπλα, τη συντήρηση και τις διαθεσιμότητές τους, καθημερινός υπερασπιστής του Αιγαίου, έκλεβε χρόνο από τον ύπνο του για να μελετάει την διαρκώς αυξανόμενη γνωστική ύλη της «δουλειάς» του.
Στον «έξω κόσμο», ένα στέλεχος αντίστοιχα μεγάλων ευθυνών είναι ζήτημα αν θα κλέψει χρόνο από τον ύπνο του για να υπολογίσει το ετήσιο μπόνους του. Επιπλέον, ο μοίραρχός μου είχε την ευγενή καλοσύνη να μου πει «κάτσε» και να αφιερώσει λίγα λεπτά για να απαντήσει στις μάλλον αφελείς ερωτήσεις εκείνου του νεαρού στρατεύσιμου, απλά και μόνο επειδή ενδιαφερόταν και ρωτούσε. Η συμπεριφορά και το ήθος του ίδιου και των ιπταμένων του μετέτρεψαν, έναν νεαρό που απλώς διάβαζε ΠΤΗΣΗ, σε ισόβιο λάτρη της Πολεμικής μας Αεροπορίας. Στον «έξω κόσμο» αντίθετα, τα στελέχη με τόσο χαοτική διαφορά σε γνώσεις και στάτους από εμένα που συνάντησα όταν ξεκινούσα την καριέρα μου, κατά κανόνα δεν πρόσεχαν καν ότι υπάρχω.
Για πόσο ακόμα θα βρίσκουμε τέτοιους ανθρώπους;
Ο χαμός δύο τέτοιων αεροπόρων, εκτός από τραγικός σε ανθρώπινο επίπεδο, είναι και εξαιρετικά επιζήμιος για την αεροπορία, τις ένοπλες δυνάμεις, τη χώρα. Το αεροσκάφος, όσα εκατομμύρια και αν στοιχίζει, αναπληρώνεται. Θεωρητικά μπορούμε όλοι εμείς οι υπόλοιποι να εργαστούμε σκληρά και να βρούμε τα χρήματα, όπως βρίσκουμε για έκτακτα επιδόματα. Τα Rafale, άλλωστε, έφτασαν στη χώρα μας σε χρόνο ρεκόρ. Για έναν Μάριο και έναν Στάθη, όμως, πόσα χρόνια χρειάζονται; Και, ακόμα χειρότερα, πού θα τους (ξανα)βρούμε;
Μια χώρα που συρρικνώνεται δημογραφικά έχει ολοένα μικρότερη βάση επιλογής. Αν αυτή η χώρα πληρώνει και μισθούς πείνας στα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων, δεν μπορεί να προσελκύσει πλέον τους καλύτερους. Τους καλύτερους θα τους παρακολουθεί απλώς να αποδημούν και θα αποδίδει μοιρολατρικά στο φαινόμενο το όνομα brain drain. Τέλος, αν αυτή η χώρα κάνει ότι μπορεί για να πολιτικοποιήσει τις ένοπλες δυνάμεις, να κρίνει δηλαδή με το πλέον αναξιοκρατικό κριτήριο καριέρες και ζωές σε έναν θεσμό – τον μόνο που έχει απομείνει ίσως – στον οποίο το ταξίδι ξεκινά με τόσο αξιοκρατικές προϋποθέσεις, ε, τότε αυτή η χώρα δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα υπάρχουν Μάριοι και Στάθηδες για πολύ καιρό ακόμα.
Σειρά από “Αν”
Τί θα έπρεπε να κάνει αυτή η χώρα, η οποία τυχαίνει να αντιμετωπίζει διαρκώς αυξανόμενης έντασης υπαρξιακή απειλή; Μα φυσικά θα έπρεπε πρώτα απ’ όλα να ασχοληθεί με το πιο κρίσιμης σημασίας και δυσαναπλήρωτο κεφάλαιο – το ανθρώπινο. Οι ένοπλες δυνάμεις δεν είναι μόνο εξοπλισμοί παρελάσεων και πλατφόρμες χωρίς όπλα, είναι πρώτα και κύρια οι άνθρωποί τους.
- Αν αυτούς τους ανθρώπους τους αντιμετωπίζουμε ως αναγκαίο «κόστος», μόνιμα θα τσιγκουνευόμαστε. Αν, όμως, τους το επιτρέψουμε, μπορούν να αποτελούν κοιτίδα επιστημονικής προόδου, τεχνογνωσίας και βιομηχανικής συνέργειας. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες και κυρίως στην Τουρκία, αν…
- Αν τους αμείβαμε ως επιστήμονες – που είναι, ως διοικητές και ηγέτες – που είναι, ως διαχειριστές τεράστιων κεφαλαίων – που είναι, ως ανθρώπους που διακινδυνεύουν τη ζωή τους, έστω. Τότε θα υπήρχε κάποια λογική σε αυτό που τους ζητάμε. Στο ενιαίο μισθολόγιο δεν υπάρχει λογική.
- Αν το ίδιο το κράτος απαγόρευε ρητά στον εαυτό του να εμπλέκονται οι πολιτικοί προϊστάμενοι των ενόπλων δυνάμεων στις κρίσεις αξιωματικών, τουλάχιστον μέχρι τον βαθμό του ταξίαρχου. Ας δεχτούμε ότι ο εκάστοτε υπουργός θα έχει άποψη για τους στρατηγούς, ναυάρχους και πτεράρχους, με τους οποίους θα συνεργάζεται άμεσα άλλωστε. Πιο πριν, δεν του πέφτει λόγος.
- Αν φροντίζαμε οι συχνές μετακινήσεις τους να είναι βιώσιμες για τους ίδιους και τις οικογένειές τους.
- Αν τους δίναμε να σχεδιάσουν πάνω σε μακροπρόθεσμους προϋπολογισμούς, όπως μακροπρόθεσμη είναι η αποστολή τους, κάτι σαν τα ΕΜΠΑΕ (που καταργήθηκαν), αλλά ακόμα μεγαλύτερου ορίζοντα.
- Αν δεν τους θυμόμασταν μόνο μετά από μια τραγωδία ή μια κρίση, ή όταν πλησιάζουν εκλογές.
Αν κάτι από όλα αυτά αρχίσει να συμβαίνει, αντί να μένουν οι αρμόδιοι στα στεφάνια και εμείς στα «αθάνατος» κάθε φορά που ντύνεται μια οικογένεια στα μαύρα, τότε μπορεί οι εισακτέοι στις στρατιωτικές σχολές να μην γίνονταν όλο και λιγότεροι.
Το «σύστημα» δεν είναι κάτι τόσο τεράστιο και ανίκητο όσο φαίνεται. Μια υπουργική απόφαση χρειάζεται, ένα προεδρικό διάταγμα, μια υπογραφή για να γίνει η αρχή. Ώστε η τραγική απώλεια του Μάριου, του Στάθη και τόσων άλλων, να μας προκαλεί μόνο θλίψη, όχι οργή.