Είναι γνωστές οι οριακές διαθεσιμότητες του στόλου των ελληνικών μεταγωγικών C-130 λόγω των προβλημάτων υποστήριξης τους, που έχουν οδηγήσει σε μεγάλο αριθμό αεροσκαφών καθηλωμένο. Και δεν είναι μυστικό το ότι η Πολεμική Αεροπορία και γενικότερα οι Ένοπλες Δυνάμεις, τα χρειάζονται διακαώς. Το κύριο ζήτημα όμως, είναι ότι όσο περνά ο χρόνος το πρόβλημα θα επιδεινώνεται, αν δεν αναζητηθούν λύσεις. Και μάλιστα με διαχρονική προοπτική, το οποίο σημαίνει ότι πρέπει να είναι ελληνικές.
Φυσικά οι σκέψεις μεταφοράς αεροπλάνων για συντήρηση στο Ισραήλ ή οπουδήποτε αλλού είναι λογικές από την στιγμή που έχει φθάσει ο κόμπος στο χτένι, αλλά αποτελούν λύση ανάγκης. Διότι ναι μεν θα καταστεί επιχειρησιακός ένας αριθμός αεροσκαφών σε σχετικά εύλογο χρονικό διάστημα, αλλά το ζήτημα αφορά το σύνολο του στόλου και στο να υπάρχει μόνιμη λύση που να τον συντηρεί και να κρατά τη διαθεσιμότητα σε υψηλό επίπεδο.
Ακόμη, το να στέλνονται τα αεροσκάφη στην αλλοδαπή είναι ιδιαίτερα δαπανηρό και με τα ελληνικά δημοσιονομικά δεδομένα δεν έχει μέλλον. Και φυσικά εκτός από κοστοβόρο δεν είναι λογικό να εξαρτώνται οι διαθεσιμότητες μας από μια άλλη χώρα, ειδικά όταν εμείς έχουμε την τεχνογνωσία για την συντήρηση των αεροσκαφών.
ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ: 3 C-130H της ΠΑ θα μεταφερθούν στο Ισραήλ για επαναφορά σε πτητική κατάσταση
Σε ότι αφορά την ελληνική πραγματικότητα, υπάρχουν δύο δυνατότητες. Με δεδομένο ότι οι υποδομές για την ολοκλήρωση του έργου συντήρησης υπάρχουν στην ΕΑΒ, όπου εξ αιτίας διαφόρων χρονίων προβλημάτων έχουμε σοβαρή καθυστέρηση, χρειάζεται είτε “ενοικίαση” προσωπικού άλλων εταιριών, είτε ανάθεση του έργου συντήρησης σε υποεργολάβο.
Η ΕΑΒ προχώρησε αρχικά στην ανάθεση του έργου της συντήρησης τεσσάρων αεροσκαφών C-130B/H σε μια εταιρία. Ταυτόχρονα κήρυξε διεθνή διαγωνισμό με το ίδιο αντικείμενο, ώστε με την ανάδειξη αναδόχου να τερματιστεί η σύμβαση της απευθείας ανάθεσης. Μέχρι στιγμής όμως αν και εξεδήλωσαν ενδιαφέρον τέσσερις εταιρείες, εν τέλει οι τρεις έμειναν στο στάδιο διατύπωσης ερωτήσεων και προσφορά υπέβαλε μόνο μια, η ίδια που είχε επιλεγεί για απευθείας ανάθεση του έργου (η AMS AERO: Aerospace Management and Support PCC), τις εργασίες του οποίου και συνεχίζει κανονικά.
Σημειώνεται, ότι η σύμβαση παροχής έργου είναι συμφέρουσα για την ΕΑΒ για τους παρακάτω λόγους:
- Η ανάδοχος εταιρεία έχει αναλάβει την πλήρη ευθύνη των εργασιών, χωρίς να δημιουργεί προβλήματα στην ΕΑΒ, με παράλληλες εργασίες και αντικρουόμενα συμφέροντα. Έχει την πλήρη ευθύνη των εργαζομένων της για την απρόσκοπτη και αποδοτική εργασία τους. Να σημειωθεί ότι η ΕΑΒ διατηρεί τον ποιοτικό έλεγχο και όλες τις εργασίες πιστοποίησης ορθής λειτουργίας όλων των συστημάτων του αεροσκάφους.
- Η εταιρία παραλαμβάνει κάθε αεροσκάφος C-130 από την ΕΑΒ, και υποχρεούται να το παραδώσει, επισκευασμένο – επιθεωρημένο, για 6ετή χρήση από την Πολεμική Αεροπορία. Ο χρόνος παράδοσης έχει καθοριστεί στη σύμβαση ανά κατηγορία εργασίας 6ετούς συντήρησης, όπως προβλέπουν τα αντίστοιχα τεχνικά εγχειρίδια και αν απαιτηθούν πρόσθετες εργασίες (πολύ πιθανόν λόγω της μεγάλης παλαιότητας των αεροσκαφών) θα καλυφθεί ο επιπλέον χρόνος με υπερωριακή εργασία των εργαζομένων της αναδόχου εταιρείας.
- Είναι εκ των προτέρων γνωστό το απαιτούμενο κόστος εργατοώρας για τις προγραμματισμένες εργασίες, το οποίο είναι χαμηλότερο της χρέωσης της ΕΑΒ προς την Πολεμική Αεροπορία. Δηλαδή η ΕΑΒ κερδίζει ένα σημαντικό ποσό από τις εργασίες που εκτελεί η εταιρεία.
Η επιλογή της αναδόχου έγινε από επιτροπή της ΕΑΒ, η οποία απαρτίστηκε από ανώτατα στελέχη της, λόγω της εξαιρετικής σοβαρότητας του θέματος. Ο ίδιος ο ΥΕΘΑ κ. Ν. Παναγιωτόπουλος σε επίσκεψή του το Φεβρουάριο 2021 στις εγκαταστάσεις της ΕΑΒ, αναφερόμενος στα C-130 είχε μιλήσει για εθνική ανάγκη άμυνας και ασφάλειας της χώρας.
Η άλλη “εγχώρια” λύση αφορά την ενοικίαση εργολαβικού προσωπικού από την ΕΑΒ. Και αυτή είναι αποδεκτή από την στιγμή που θα τεθεί πλαίσιο λειτουργίας και χρονοδιάγραμμα ώστε να αποφθεχθούν προβλήματα του παρελθόντος. Με απλά λόγια θα πρέπει να καθορισθεί και να μην είναι άγνωστος και ανεξέλεγκτος ο χρόνος απασχόλησής του ενοικιαζόμενου προσωπικού, διότι τότε θα είναι άγνωστος και ο χρόνος παράδοσης του κάθε αεροσκάφους στην Πολεμική Αεροπορία. Και εν τέλει θα είναι άγνωστο και το συνολικό κόστος του ενοικιαζομένου προσωπικού για την συντήρηση του στόλου των αεροσκαφών. Επίσης θεωρείται αυτονόητο ότι θα πρέπει να προβλεφθεί και πόσο προσωπικό θα απαιτηθεί σε δεύτερο χρόνο, ώστε εφόσον καταστεί επιχειρησιακός συνολικά ο στόλος των C-130, να πραγματοποιούνται κανονικά οι εργασίες συντήρησης και να έχει εξασφαλισθεί η ροή ανταλλακτικών ώστε να μην καθηλωθούν πάλι σε λίγα χρόνια για τους ίδιους λόγους.
Το ερώτημα λοιπόν είναι, θέλουμε ή δεν θέλουμε επιχειρησιακά C-130 στην Πολεμική μας Αεροπορία. Διότι αν θέλουμε πρέπει να ληφθούν αποφάσεις με διαχρονική ελληνική προοπτική που θα έχει ως γνώμονα να βγει κερδισμένη η Πολεμική Αεροπορία.