Οι πρόσφατοι λεονταρισμού, και μάλιστα γραμμένοι στα ελληνικά, του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, φαίνεται πως προβλημάτισαν πολλούς, αν και στην πράξη, είναι ως επί το πλείστον λόγια του αέρα.
Ο αυταρχικός Ερντογάν, μετά από δυο δεκαετίες ως ηγέτης της χώρας του, φιλοδοξεί να κερδίσει και τις “εκλογές” που θα γίνουν σε ένα χρόνο. Όλως “τυχαίως”, 1-2 μέρες πριν ανακοινώσει και τυπικά την υποψηφιότητά του, επιδόθηκε σε ρεσιτάλ απειλών εναντίον της Ελλάδας. Κοινή πρακτική ενός αυταρχικού ηγέτη, που θέλει να εξάγει την δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης στο εξωτερικό, και σε εχθρούς που είναι ανύπαρκτοι.
Μήπως όμως η Ελλάδα πρέπει να γίνει υπαρκτός εχθρός;
Η ρητορική των Ελλήνων πολιτικών τις τελευταίες δεκαετίες, περιστρέφεται γύρω από μια αμυντική στάση εναντίον της Τουρκίας, που ομοιάζει με κατευνασμό. Ο κατευνασμός βεβαίως, είναι μια λάθος προσέγγιση, όπως έχουμε διδαχτεί από το παρελθόν. Πολλοί θυμούνται το “ισοδύναμο τετελεσμένο”, μια φράση ουσιαστικά άνευ ουσίας, αφενός διότι χάθηκε στη λήθη της ιστορίας, αφετέρου διότι ήταν ουτοπική στην εφαρμογή της.
Ενδεχομένως τα ελληνικά επιτελεία έχουν σχέδια για αντεπίθεση εντός των εχθρικών εδαφών, σε περίπτωση επίθεσης από την Τουρκία. Δεν είμαστε σε θέση να το γνωρίζουμε. Ωστόσο, αυτή η “επιθετική” προσέγγιση, θα πρέπει να υπάρχει (αν δεν υπάρχει ήδη) και να διατυμπανιστεί προς πάσα κατεύθυνση, ειδικά προς τον φιλόδοξο αναθεωρητή.
Βέβαια θα πρέπει να υπάρχουν τα μέσα για να μπορεί κατί τέτοιο να είναι υλοποιήσιμο. Αν θεωρήσουμε ότι υπάρχουν, ο εχθρός θα πρέπει να καταλάβει πως δεν θα έχει να αντιμετωπίσει μόνο άμυνα στις ακτές των νησιών και στον Έβρος, αλλά και επίθεση στο έδαφός του.
Και όταν λέμε (αντ)επίθεση, δεν πρέπει να εννοούμε μόνο τα σημεία εκκίνησης μιας αποβατικής ενέργειας, ή τα πολεμικά αεροδρόμια. Όλες οι άλλες υποδομές, ακόμη και αυτές που θεωρητικά είναι πολιτικοί στόχοι, αλλά συμβάλουν στις πολεμικές επιχειρήσεις του εχθρού, είναι νόμιμος στόχος. Αυτοκινητόδρομοι, γέφυρες, διυλιστήρια που μπορεί να τροφοδοτούν την πολεμική μηχανή του εχθρού με καύσιμα, κοκ.
Οι επιθέσεις εναντίον πολιτικών στόχων που χρησιμεύουν για τις πολεμικές επιχειρήσεις του επιτιθέμενου, αποτελούν “fair game”. Κάτι αντίστοιχο βλέπουμε να συμβαίνει σήμερα στην Ουκρανία, με την έναρξη αποστολής “επιθετικών” όπλων, που θεωρητικά, θα μπορούν να πλήξουν ρωσικούς στόχους, στην απέναντι πλευρά των συνόρων.
Τι κάνουμε λοιπόν;
Κατευνασμός, παθητική άμυνα, ισοδύναμα τετελεσμένα, ή κάτι πιο “τολμηρό”; Κατά των υπογράφοντα, η Ελλάδα θα πρέπει να διαθέτει δυνατότητες να πλήττει στόχους βαθιά στην τουρκική ενδοχώρα, πάντα στα πλαίσια διεξαγωγής ενός “νόμιμου” πολέμου. Κάποια μέσα ήδη υπάρχουν, αλλά είναι σίγουρα ανεπαρκή.
Το διεθνές δίκαιο, θεωρεί νόμιμο και φυσικό το δικαίωμα άμυνας, όταν ένα κράτος δεχθεί ένοπλη επίθεση. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τη διεθνή νομολογία, συμπεριλαμβανομένης αυτής του Διεθνούς Δικαστηρίου, η άσκηση ένοπλης βίας πρέπει να πληροί τους κανόνες της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας.
Μπορεί να υπάρχει μια σχετική ασάφεια περί της “αναγκαιότητας και της αναλογικότητας”, όπως προαναφέρθηκε όμως, όταν η “αναγκαιότητα” επιτάσσει την καταστροφή στόχων που θεωρητικά είναι “πολιτικοί”, αλλά ουσιαστικοί για την πολεμική προπαρασκευή και εξαπόλυση επίθεσης από τον αντίπαλο, τότε ουσιαστικά μπορούν να καταστραφούν “νόμιμα”.
Ας ήμαστε πραγματιστές. Είναι πολύ δύσκολο (αλλά όχι απίθανο), η Τουρκία να εμπλακεί σε γενικευμένο πόλεμο με την Ελλάδα. Ένα “θερμό επεισόδιο” είναι ένα πιο ρεαλιστικό σενάριο. Ωστόσο, μια ήττα της Τουρκίας, θα προκαλέσει κατακλυσμιαίες αλλαγές στη χώρα. Ο Ερντογάν θα εξοντωθεί πολιτικά και ενδεχομένως και κυριολεκτικά. Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά. Όταν κατανοήσει όμως πως η Ελλάδα διαθέτει επαρκή μέσα όχι μόνο να αποκρούσει ένα θερμό επεισόδιο, αλλά ακόμη και μια γενικευμένη σύρραξη, δεν θα τολμήσει να κάνει ένα “απονενοημένο διάβημα”.
Φυσικά δεν μιλάμε για προληπτικά πλήγματα που είναι βέβαιο πως θα θέσουν ουσιαστικά τη χώρα στο περιθώριο μιας μετέπειτα ειρηνευτικής διαπραγμάτευσης. Κάτι τέτοιο θα ήταν αυτοκαταστροφικό, διότι χάνεται το “ηθικό πλεονέκτημα” και δεν θα υπάρξει ουδείς στην διεθνή κοινότητα που θα συνταχθεί με την Ελλάδα. Προφανώς δεν ζούμε σε περασμένες δεκαετίες, όπου αυτά τα “τσιτάτα” μπορεί να έπειθαν κάποιους αφελείς, αν και στην πραγματικότητα, δεν είχαν κανένα αντίκρυσμα. Η ουσία είναι απλή: Θα πρέπει να πειστεί ο επιτιθέμενος, με λόγια και πράξεις αν χρειαστεί, πως τα οφέλη του από μια επιχείρηση, θα είναι πολύ λιγότερα από τυχόν κέρδη.
Στην εξίσωση θα πρέπει να υπάρχουν λοιπόν δυο κρίσιμοι παράμετροι. Τα κατάλληλα μέσα για πόλεμο εντός της Τουρκίας (και δεν εννοούμε εισβολή, αλλά καταστροφές υποδομών), και φυσικά πολιτική αποφασιστικότητα για την ανάληψη μιας τέτοιας δράσης, σε περίπτωση που χρειαστεί. Και όλα αυτά, πρέπει ο εχθρός να τα γνωρίζει και να πειστεί.
Ουτοπία ή δυνητική πραγματικότητα;