Παρά την πλούσια ιστορία τους, το Μεξικό και η Ελλάδα δεν εμφανίζονται συχνά στα χρονικά του σύγχρονου πολέμου στον αέρα. Ωστόσο, η Ελλάδα και το Μεξικό καταγράφονται ως πρωτοπόροι στη χρήση του αεροσκάφους ως βομβαρδιστικού εναντίον πλοίων, μια καινοτομία που οδήγησε τόσο στην εμβληματική επιδρομή στο Περλ Χάρμπορ όσο και στην ανάπτυξη του αεροσκάφους ως “φονιά” πολεμικών πλοίων εξοπλισμένου με αντιπλοϊκούς πυραύλους.
Οι Έλληνες είναι οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν το βρεφικό μέσο του αεροσκάφους μεταξύ των δυτικών κρατών και του υπόλοιπου κόσμου για να πετύχουν την καταστροφή πλοίων στη θάλασσα.
Το περιστατικό συνέβη κατά τη διάρκεια του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου το 1912-1913, που πολλοί ιστορικοί τον θεωρούν ως προθέρμανση για τον επερχόμενο Πρώτο Παγκάοσμιο Πόλεμο, κατά τη διάρκεια του οποίου η παραπαίουσα Οθωμανική αυτοκρατορία ηττήθηκε από τα συνδυασμένα χτυπήματα των τεσσάρων μικρών βαλκανικών κρατών, της Βουλγαρίας, της Σερβίας, της Ελλάδας και του Μαυροβουνίου.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 24 Ιανουαρίου/5 Φεβρουαρίου 1913: Η πρώτη αποστολή ναυτικής συνεργασίας της ιστορίας
Στις 5 Φεβρουαρίου 1913, ένα γαλλικής κατασκευής διεθέσιο αεροπλάνο ‘Maurice Farman’, εξοπλισμένο με πλωτήρες ώστε να επιπλέει στην επιφάνεια του νερού, απογειώθηκε πάνω από το ανατολικό Αιγαίο. Το αεροσκάφος ανήκε στο ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό και σε αυτό επέβαιναν ο πιλότος, υπολοχαγός του Ελληνικού Στρατού, Μιχαήλ Μουτούσης και ο παρατηρητής, σημαιοφόρος του ναυτικού, Αριστείδης Μωραϊτίνης. Αποστολή τους ήταν να εποπτεύσουν τις θέσεις αγκυροβολίας του τουρκικού στόλου στο ναύσταθμο του Ναγαρά, στο στενό των Δαρδανελίων. Οι δύο αξιωματικοί έφτασαν πάνω από τις θέσεις του τουρκικού στόλου και έκαναν τρεις κύκλους πάνω από τα πολεμικά πλοία καταγράφοντας τις θέσεις και τον βαθμό ετοιμότητάς τους από το ύψος των 1,350 ποδών. Στην τελευταία τους διέλευση ο Μωραϊτίνης έριξε με το χέρι και τέσσερις χειροβομβίδες.
Αναφορές από τις τουρκικές στρατιωτικές πηγές κατέγραψαν ότι τρεις από αυτές τις χειροβομβίδες έπεσαν στη θάλασσα χωρίς να βλάψουν κανέναν, ενώ η τέταρτη δημιούργησε έναν κρατήρα 15 εκατοστών στο έδαφος. Αν και δεν προξένησαν ζημιές στα τουρκικά πλοία και δεν κατέγραψαν απώλειες, η αποστολή των δύο Ελλήνων αεροπόρων πιστώνεται ως η πρώτη στον κόσμο αποστολή ναυτικής συνεργασίας και η πρώτη περίπτωση στα χρονικά που αεροπλάνο επιτέθηκε σε πολεμικό πλοίο σε περίοδο επιχειρήσεων. Μετά την αρχική τους έκπληξη και αμηχανία, οι Τούρκοι ναύτες άνοιξαν πυρ κατά του μοναχικού αεροσκάφους με τυφέκια αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Παρόλα αυτά, οι δύο Έλληνες αξιωματικοί ήταν εξοπλισμένοι με μικρά πιστόλια που θα χρησιμοποιούσαν σε περίπτωση αναγκαστικής προσγείωσης ή κατάρριψής τους, που δηλώνει -αν όχι κάτι άλλο- πως η περίπτωση αυτή θεωρήθηκε πιθανή και υπήρξε πρόληψη για την αντιμετώπισή της.
Το αεροσκάφος Farman πήρε το δρόμο της επιστροφής αλλά προσθαλασσώθηκε 40 λεπτά μετά την απογείωσή του, μια πράξη που οδήγησε πολλούς ιστορικούς να αναφέρουν πως χτυπήθηκε από τα τουρκικά πυρά. Στην πραγματικότητα, δεν ήταν οι Τούρκοι τυφεκιοφόροι αλλά ο αναξιόπιστος κινητήρας που πρόδωσε το ελληνικό αεροσκάφος. Ο ελληνικός στόλος, όμως, ήταν σε ετοιμότητα και το πλήρωμα και το αεροπλάνο διασώθηκαν και ρυμουλκήθηκαν πίσω στη βάση τους.
Τέσσερις σχεδόν μήνες μετά το περιστατικό αυτό, σε μια άλλη άκρη του κόσμου, στον κόλπο της Καλιφόρνια, ένα μοναχικό αεροσκάφος άφηνε τις βόμβες του εναντίον του καταδρομικού ‘General Guerrero’ της κυβέρνησης του Μεξικό.
Το 1913, το Μεξικό περνούσε έναν ακόμα διχαστικό εμφύλιο πόλεμο, αυτό που έγινε γνωστό ως “Μεξικανική Επανάσταση”, στην οποία διάφορες φατρίες συγκρούονταν για τον έλεγχο της χώρας. Ο Βικτωριάνο Χουέρτα είχε αναλάβει τον έλεγχο της χώρας από την τότε κυβέρνηση -που και η ίδια είχε αναλάβει τον έλεγχο με στρατιωτικό πραξικόπημα- ενώ από την άλλη ήταν οι Federales και οι δυνάμεις των “Συνταγματιστών”.
Τον Ιανουάριο του 1913, “Συνταγματιστές” αξιωματικοί επισκέφτηκαν την Καλιφόρνια των ΗΠΑ για να επιθεωρήσουν τις εξελίξεις στον τομέα της στρατιωτικής αεροπλοΐας. Εκείνο που τους κίνησε το ενδιαφέρον ήταν ένας κατασκευαστής αεροσκαφών, ο Glenn L. Martin, τα αεροσκάφη του οποίου χρησίμευσαν ως “μαγιά” για ένα παράδοξο πείραμα. Οι Μεξικανοί κατέληξαν να προσλάβουν τον Γάλλο Didier Masson, που εργαζόταν στην εταιρεία του Martin ως εκπαιδευτή πιλότο για τη νεοσύστατη “αεροπορία” τους που θα περιλάμβανε τα νεωτερικά προϊόντα των Αμερικανών.
Ο Masson δέχτηκε την πρότασή τους, όταν του πρόσφεραν 300 δολάρια μηνιαίο μισθό, ισότιμο με τον μισθό Αμερικανού συνταγματάρχη της εποχής, καθώς και 50 δολάρια επιπλέον για κάθε αναγνωριστική αποστολή που θα πραγματοποιούσε και 250 δολάρια για κάθε βομβαρδισμό στην υπηρεσία του αγώνα τους. Οι αξιωματικοί επίσης αγόρασαν ένα διπλάνο του Martin (με την έλικα στο οπίσθιο τμήμα), το οποίο θα πετούσε ο Masson. Το αεροπλάνο εξοπλίστηκε ειδικά για την περίπτωση με ένα επιπλέον κάθισμα “βομβαρδιστή” και ένα πρωτόγονο οπτικό βοήθημα βομβαρδισμού και έλαβε το όνομα ‘Sonora’, από την πολιτεία του Μεξικό που θα έδρευε στο εξής.
Καθώς δεν υπήρχαν βόμβες ειδικά κατασκευασμένες για αεροπλάνα ακόμα, μια και τα νεαρά μηχανήματα δεν είχαν σχεδιαστεί ή τροποποιηθεί για τέτοιες αποστολές, εκρηκτικές βομβίδες τροποποιήθηκαν ειδικά για την περίπτωση σε τοπικά εργαστήρια. Οι βόμβες είχαν μήκος 45 εκατοστών και περιείχαν μασούρια δυναμίτη μεταξύ των οποίων είχαν τοποθετηθεί μεταλλικά πριτσίνια για να λειτουργήσουν ως θραύσματα. Ένας πυροκροτητής πίεσης είχε τοποθετηθεί στην άκρη της βόμβας μεταφέροντας το σπινθήρα μέσω ενός μεταλλικού σωλήνα ενώ ένα αυτοσχέδιο σύνολο πτερυγίων τοποθετήθηκε στο άλλο άκρο για να εξασφαλίσει την ομαλή και κάθετη πτώση της βόμβας.
Η ακριβής ημερομηνία της αποστολής δεν είναι γνωστή. Κάποιοι αναφέρουν την 10η Μαΐου και άλλοι την 29 Μαΐου 1913. Όπως και να έχει, ο Masson και το ‘Sonora’ πέταξαν στην πρώτη αποστολή βομβαρδισμού στο Δυτικό Ημισφαίριο εναντίον του κυβερνητικού καταδρομικού ‘General Guerrero’, που ήταν αγκυροβολημένο έξω από το λιμάνι των Guaymas.
Δεν υπάρχουν ακριβείς αναφορές από το περιστατικό για να είμαστε απόλυτα σίγουροι τί συνέβη. Οι πηγές διαφωνούν στο πώς ακριβώς αφέθηκαν οι βόμβες, από ποιό ύψος έγινε η άφεση και αν το πολεμικό πλοίο απάντησε με πυρά. Γνωρίζουμε, όμως, πως ούτε το πλοίο ούτε το αεροσκάφος έπαθαν ζημιές.
Ήταν μια καθόλου εντυπωσιακό έναυσμα για τον αγώνα του αεροσκάφους εναντίον πλοίου, που θα εξελισσόταν σε καθοριστικό παράγοντα κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα αλλά 30 μόλις χρόνια μετά, οι εύθραυστες και αναποτελεσματικές ιπτάμενες μηχανές θα έφταναν πάνω από τον πανίσχυρο στόλο στο Περλ Χάρμπορ και στον κόλπο του Λέϋτε και θα άλλαζαν το πρόσωπο του πολέμου, για πάντα!