Του Βασίλη Νέδου από την “Καθημερινή”
Η δυνατότητα άμεσης αντικατάστασης των οπλικών συστημάτων που εξυπηρετούν πάγιες ανάγκες της άμυνας της χώρας είναι η βασικότερη παράμετρος η οποία μπορεί να επηρεάσει την απόφαση της Αθήνας να παραχωρήσει κάποια στην Ουκρανία. Η Ελλάδα θα ήταν διατεθειμένη να παραχωρήσει τα τεθωρακισμένα BMP-1, εφόσον αυτά μπορούσαν να αντικατασταθούν άμεσα από αντίστοιχων δυνατοτήτων οχήματα μεταφοράς προσωπικού και μάχης.
Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι πέρα από τα ΒΜΡ-1, αιτήματα είτε απευθείας από την Ουκρανία είτε από ενδιάμεσους δρώντες όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία, υπάρχουν και για άλλα συστήματα, όπως τα αντιαεροπορικά Stinger αλλά και οι αντιπλοϊκοί πύραυλοι τύπου Harpoon του Πολεμικού Ναυτικού (Π.Ν.). Η πίεση για την παραχώρηση των BMP-1 στην Ουκρανία έρχεται κατά κύριο λόγο από το Βερολίνο. Αν μη τι άλλο, σχολίαζαν αρμόδιες πηγές, ο γερμανικός στρατός διαθέτει λύσεις που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως ενδιάμεσες έως ότου καταστεί δυνατή η μονιμότερη ενίσχυση του Στρατού Ξηράς με αξιόπιστες μονάδες μεταφοράς προσωπικού.
Η συζήτηση για την πιθανότητα παραχώρησης BMP-1, υπό τις προϋποθέσεις που παρουσιάστηκαν μόλις, μπορεί να παραμένει ανοιχτή, ωστόσο για τα υπόλοιπα συστήματα και, κυρίως, για τους αντιπλοϊκούς πυραύλους τύπου Harpoon η Αθήνα δεν το συζητάει.
Αντιθέτως, στους κόλπους του υπουργείου Εθνικής Αμυνας υφίσταται μια αρκετά εκτεταμένη συζήτηση για το πώς το Π.Ν. και οι Ενοπλες Δυνάμεις γενικότερα θα μπορούσαν να διευρύνουν το σχετικό οπλοστάσιό τους με περισσότερα πυραυλικά συστήματα, τα οποία λόγω και του ανάγλυφου του Αιγαίου Πελάγους προσδίδουν πολύ μεγαλύτερη αξία στην αποτροπή, απ’ ό,τι –για παράδειγμα– πολυδάπανες επενδύσεις όπως αυτή που έχει κάνει η Αγκυρα ναυπηγώντας το ελικοπτεροφόρο «Αναντολού» (είτε το εξοπλίσει με ελικόπτερα είτε το μετατρέψει σε πλατφόρμα μεταφοράς μη επανδρωμένων αεροσκαφών).
Η Ουκρανία, πάντως, ήδη διαθέτει πολύ πιο οικονομικούς και αρκετά αξιόπιστους αντιπλοϊκούς πυραύλους εγχώριας παραγωγής, τους Neptune, γνωστούς πλέον σε παγκόσμιο επίπεδο από τη βύθιση του καταδρομικού «Μόσκβα», της ναυαρχίδας του ρωσικού στόλου στη Μαύρη Θάλασσα. Ωστόσο η αλλαγή των συνθηκών της σύγκρουσης στην Ουκρανία και η αύξηση της ναυτικής πίεσης προς την ευρύτερη περιοχή από το Μικολάιβ έως τα περίχωρα της Οδησσού και τις εκβολές του Δούναβη, που αποτελεί και την τελευταία πρόσβαση του Κιέβου στη Μαύρη Θάλασσα, αυξάνουν τις ανάγκες για άμυνα κατά πολεμικών πλοίων. Μέχρι στιγμής, πάντως, έχει αποδειχθεί ότι η χρήση αντιπλοϊκών πυραύλων γίνεται σε συνδυασμό με την αξιοποίηση UAV τα οποία επιφορτίζονται με τον εντοπισμό των στόχων και την κατάδειξή τους.