Πριν γράψουμε για τις γερμανικές αμυντικές εξαγωγές του 2023 να πούμε πως η χρονιά που έκλεισε ήταν μια “ενδιάμεση” στο χώρο των διεθνών αμυντικών πωλήσεων: καθώς πολλά συμβόλαια κλείστηκαν ή έγιναν οι σχετικές υποσχετικές, πολλές διαπραγματεύσεις συνέχισαν και πολλές δεσμεύσεις για αγορά ακούστηκαν, αλλά ο πραγματικός οικονομικός και παραγωγικός όγκος της -δυστυχώς- νέας παγκόσμιας κούρσας εξοπλισμών δεν έχει φανεί ακόμη. Θα τον δούμε στα αμέσως επόμενα χρόνια, όταν όλες αυτές οι παραγγελίες ξεκινήσουν να υλοποιούνται.
Στην Γερμανία λοιπόν, παραδοσιακά μεγάλο εξαγωγέα όπλων, το 2023 έκλεισε με σημαντική άνοδο στα 11,71 δις ευρώ (ως εγκρίσεις εξαγωγών), δηλαδή σχεδόν 40% άνοδο από το προηγούμενο έτος, όπως αναφέρει το Tagesschau. Η αύξηση όμως οφείλεται κυρίως στις εξαγωγές προς Ουκρανία που ανήλθαν σε 4,15 δις, δηλαδή το ένα τρίτο!
Οι επόμενες χώρες σε αξία γερμανικών αμυντικών εξαγωγών ήταν η Nορβηγία (1,2 δις με άρματα Leopard 2A7 και έναρξη παραγωγής υποβρυχίων Type 212 CD), η Ουγγαρία (1,03 δις με τη μεγάλη συνεργασία κιόλας στην συμπαραγωγή τεθωρακισμένων Lynx), η Βρετανία (655 εκατ.) οι ΗΠΑ (545 εκατ.) και η Πολωνία (327 εκατ.).
“Έκτακτος” πελάτης στο κλείσιμο της χρονιάς εμφανίζεται το Ισραήλ με 323 εκατ. που κι αυτό μετά την επίθεση της Χαμάς, μπήκε σε εξοπλιστικό παροξυσμό. Χαρακτηριστικό είναι πως μια χρονιά νωρίτερα, το Ισραήλ είχε πάρει γερμανικά αμυντικά συστήματα αξίας μόλις 32 εκατ. ευρώ, δηλαδή τα δεκαπλασίασε.
Το πρόβλημα της Γερμανίας όμως, αν μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι, είναι πως οι εξαγωγές της σε όπλα γίνονται κυρίως εντός ΝΑΤΟ (συν την Ουκρανία) χωρίς δηλαδή πρόσβαση στις αναπτυσσόμενες αγορές της Ασίας, του Κόλπου, της Αφρικής. Εκεί είτε δεν μπορεί να δράσει ανταγωνιστικά, είτε αυτοδεσμεύεται από αυστηρούς πολιτικούς περιορισμούς, π.χ. αρνούμενη να εγκρίνει την πώληση Eurofighter στην Σαουδική Αραβία. Μια πολιτική όμως που δύσκολα θα αλλάξει σύντομα, μιας και η χώρα κυβερνάται από πολυκομματικό συνασπισμό.