Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Γερμανία έχουν τρωθεί λόγω της δυσαρέσκειας για τις επεκτατικές πολιτικές του Ερντογάν στην περιοχή του, τον συνδυασμό απειλών και προσβολών που στοχεύουν τους Ευρωπαίους ηγέτες και τον συγκεντρωτισμό της διακυβέρνησής του μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016. Η Τουρκία έχει γίνει πιο αυταρχική και η εικόνα της στη Γερμανία έχει επιδεινωθεί σε σημείο που σήμερα το 40% των Γερμανών τη βλέπουν ως αντίπαλο, μια “διάκριση” που μοιράζεται μόνο η Ρωσία και η Κίνα.
Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση της Καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ, υπήρξε σχετικά συγκαταβατική, αγνοώντας την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και φωνές εντός της Γερμανίας, κατά της αυταρχικής διακυβέρνησης του Ερντογάν, ενώ μπλόκαρε κυρώσεις για τις ενέργειες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Γερμανία υποστήριξε επίσης την αμφιλεγόμενη συμφωνία για το μεταναστευτικό το 2016, που θα παρείχε χρήματα στην Τουρκία, ως αντάλλαγμα τον περιορισμό των μεταναστευτικών ροών.
Αντίθετα, η νέα κυβέρνηση συνασπισμού της Γερμανίας ενσαρκώνει μια σειρά αλλαγών στις σχέσεις με την Τουρκία που αντικατοπτρίζουν εν μέρει μια απογοήτευση με τη δημοκρατική οπισθοδρόμησή της υπό τον Ερντογάν και την επιθετική εξωτερική πολιτική που εφάρμοσε τα τελευταία χρόνια. Κάθε μέλος έχει διαφορετικές προσεγγίσεις, αλλά όλοι συμφωνούν πως χρειάζονται αλλαγές στις σχέσεις των δυο χωρών.
Ο Ερντογάν διαφημίζει το τουρκικό πρόγραμμα μη επανδρωμένων αεροσκαφών, ως την κορωνίδα στην προσπάθειά του να δημιουργήσει μια ανεξάρτητη στρατιωτική αμυντική βιομηχανία. Παρά τα βήματα που έχουν γίνει προς αυτόν τον στόχο, η Τουρκία εξακολουθεί να εξαρτάται από τις εισαγωγές όπλων από άλλες χώρες, όπως η Γερμανία, για τις στρατιωτικές της ανάγκες.
Όσον αφορά τις εξαγωγές όπλων, οι Πράσινοι που είναι μέλη του συνασπισμού, δήλωσαν κατηγορηματικά ότι θέλουν να μη δουν «κανένα γερμανικό όπλο σε εμπόλεμες ζώνες και δικτατορίες». Τον Ιούνιο, οι Πράσινοι μαζί με βουλευτές του Die Linke, του γερμανικού αριστερού κόμματος, υπέβαλαν προτάσεις στην Bundestag υπέρ του εμπάργκο όπλων κατά της Τουρκίας. Αυτή η πρόταση τελικά καταψηφίστηκε από τους Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ και το SPD.
Ακριβώς όπως και οι Πράσινοι, το FDP έχει κάνει εκτενή αρνητικά σχόλια για την Τουρκία και σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν πιο τολμηρό στις θέσεις του. Από το 2017, το FDP έχει υποστηρίξει τον τερματισμό των ενταξιακών συνομιλιών της Τουρκίας με την ΕΕ, υποστηρίζοντας ότι «μια Τουρκία που κυβερνάται με αυταρχικό τρόπο από τον Πρόεδρο Ερντογάν δεν μπορεί, στα μάτια των Ελεύθερων Δημοκρατών, να είναι υποψήφια για ένταξη». Ο Κρίστιαν Λίντνερ, ο ηγέτης του FDP που πρόκειται να αναλάβει το Υπουργείο Οικονομικών, έχει επίσης στο παρελθόν ζητήσει πάγωμα της οικονομικής συνεργασίας με την Τουρκία. Το FDP όμως, εναντιώνεται στα κελεύσματα για πάγωμα των εξαγωγών οπλικών συστημάτων στην Τουρκία.
Τα μέλη του συνασπισμού κατέστησαν σαφές ότι βλέπουν την ανάγκη αλλαγής στον τρόπο με τον οποίο το Βερολίνο συνεργάζεται με την Άγκυρα για τις στρατιωτικές εξαγωγές, την οικονομική συνεργασία, την ένταξη στην ΕΕ και τη μετανάστευση. Σε καθένα από αυτά, η Τουρκία και ο Ερντογάν μπορεί να βρουν μια Γερμανία που να είναι λιγότερο φιλική από ό,τι επί καγκελαρίου Μέρκελ.