Αναγνωριστική φαίνεται πως ήταν η χθεσινή επίσκεψη του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου στις ΗΠΑ, με συνάντηση με τον ομόλογο του Άντονι Μπλίνκεν. Καθώς ναι μεν συζήτησαν πολλά, ανάμεσα τους και το θέμα της πώλησης των 40 F-16V όπως και των 79 κιτ αναβάθμισης παλαιότερων F-16 της Τουρκικής Αεροπορίας, χωρίς όμως να βγει στη δημοσιότητα κάποια εξέλιξη.
Το σχετικό που είχαμε ήταν η δήλωση του πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Άγκυρα, Jeffry Flake, που κινήθηκε στα τυπικά. Πως η κυβέρνηση Μπάιντεν θέλει την πώληση, αλλά το Κογκρέσο που θα την εγκρίνει -ή τουλάχιστον δεν θα την απορρίψει- είναι αυτόνομο θεσμικά και δεν μπορεί κανείς να προκαθορίσει ένα χρονοδιάγραμμα εξελίξεων.
Kοινή δήλωση ΗΠΑ-Τουρκίας: Αναφορές στη σημασία σταθερότητας στην Αν. Μεσόγειο
Πάντως είναι ενδιαφέρον να σχολιάσουμε την πρόσφατη παρουσίαση της πιθανής πώλησης στην Τουρκία ως περίπου «πακέτο» με την πώληση 30 F-35 στην Ελλάδα (τυπικά βέβαια οι δύο πωλήσεις είναι ανεξάρτητες). Μια δηλαδή απόπειρα εξισορρόπησης, όπου και οι δύο χώρες εξοπλίζονται από τις ΗΠΑ -σε ρόλο ακόμη μια φορά πατερναλιστικό- αλλά η «καλή» Ελλάδα αμείβεται με το υψηλής τεχνολογίας και ικανοτήτων F-35, ενώ η «άτακτη» Τουρκία, μετά από τιμωρία στη «γωνία», παίρνει ένα φρεσκάρισμα στο στόλο των F-16 της. Είναι απλοϊκή η παραπάνω αμερικανική προσέγγιση; Είναι και φαίνεται διεθνώς. Και απογοητεύει πολλούς, που ήλπιζαν -κακώς όπως θα εξηγήσουμε στη συνέχεια- σε μια πιο ριζική στάση έναντι της Τουρκίας. Αυτό όμως δεν πρόκειται να συμβεί για πολλούς λόγους.
Αρχικά ιστορικούς. Καθώς οι ΗΠΑ δεν έχουν ουσιαστικά ασκήσει εντός ΝΑΤΟ και συμμάχων τους, μια εξόφθαλμα επιθετική πολιτική, ειδικά σε θέματα στέρησης εξοπλισμών. Παρασκηνιακά πολλά γίνονται, αλλά το ότι το 2019 η Τουρκία αποβλήθηκε από το πρόγραμμα συμπαραγωγής και προμήθειας F-35, έχοντας ήδη πληρώσει κοντά στο 1,5 δις δολάρια, εμπλέκοντας και αμυντικές βιομηχανίες της στην παραγωγή εξαρτημάτων ήταν ένα τεράστιο γεγονός. Τόσο διπλωματικά όσο και αμυντικά. Μόνο για το τελευταίο, να πούμε πως ακόμη και φέτος -τελευταία μάλλον χρονιά- η τουρκική αμυντική βιομηχανία θα παράξει εξαρτήματα για την γραμμή παραγωγής των F-35. Γιατί ακριβώς η αποβολή της από το πρόγραμμα δεν μπορούσε να υλοποιηθεί μέσα σε μια νύχτα, καθώς θα αναστάτωνε το πρόγραμμα παραδόσεων των νέων αεροσκαφών.
Θα θέλαμε να συμβεί κάτι περισσότερο από αυτό; Προφανώς. Η Ελλάδα επιθυμεί η Τουρκία να παραμείνει σε ενδονατοϊκή απομόνωση, να υφίσταται ένα διαρκές, επίσημο ή άτυπο, εμπάργκο όπλων, να μην πάρει F-16, ή κινητήρες για άρματα, για νέα πολεμικά πλοία και αεροσκάφη, να μην της διατεθούν νέα πυρομαχικά κ.ο.κ. Πόσο αυτό όμως είναι δυνατό να συνεχίσει και μάλιστα για μεγάλο διάστημα; Δεν προβλέπουμε, αλλά ήδη απολαμβάνουμε το χρονικό παράθυρο που μας έχει δοθεί. Καθώς αρκετά εξοπλιστικά προγράμματα της Τουρκίας έχουν πάει πίσω χρονικά και έχει η Άγκυρα υποχρεωθεί σε νέες επενδύσεις, προσπαθώντας να παράγει τοπικά οπλικά συστήματα.
Να θυμίσουμε εδώ το εξής για να μην απογοητευόμαστε: Λίγα χρόνια πριν, γύρω στο 2017, ήταν η Τουρκία που περίμενε να παραλάβει έως και 100 F-35 και ήταν η Ελλάδα που ζούσε στη μνημονιακή ένδεια και δεν έβλεπε φως αναβάθμισης της Αεροπορίας της. Αυτό σήμερα έχει αλλάξει, έχουμε όφελος για τα ελληνικά εξοπλιστικά, άρα και για τη διαπραγματευτική και αποτρεπτική μας ισχύ. Για όσο κρατήσει βέβαια και για όσο αντέξουμε να το συντηρήσουμε.
ΕΞΕΛΙΞΗ Ο Καναδάς συμφώνησε για 88 F-35, με 14 δις δολάρια – πως μας αφορά
Πέρα από τον ιστορικό λόγο της αμερικανικής απροθυμίας να τιμωρηθεί εξοπλιστικά η Τουρκία για μεγάλο χρόνο, υπάρχει και το πάγιο ζήτημα της γεωπολιτικής ισορροπίας. Είναι γνωστό, το επαναλαμβάνουμε. «Δώρο» την Τουρκία στη Ρωσία ή στην Κίνα, η Ουάσιγκτον δεν θα την κάνει. Θα το αντιπαλέψει, θα πιέσει, θα στηρίξει την τουρκική αντιπολίτευση, θα ασκήσει ίσως «γκριζα» διπλωματία και παρέμβαση, αλλά δεν θα παρατήσει την προσπάθεια. Προσοχή εδώ, δεν είναι δεδομένο πως οι ΗΠΑ είναι ικανές να παρεμποδίσουν την Τουρκία στην εξωστρέφεια της και στην προσπάθεια για γεωπολιτική αυτονόμηση. Αλλά όσο γίνεται να καθυστερήσει, να κατευναστεί, να λοξοδρομήσει, να εκτονωθεί, να υποβαθμιστεί αυτή η τουρκική φιλοδοξία, οι ΗΠΑ θα το κάνουν, είτε κραδαίνοντας μαστίγιο είτε σερβίροντας καρότο.
Τόσο γιατί ξέρουν πως η Τουρκική πρόθεση για «ειδικό ρόλο» στην Κεντρική Ασία και Ανατολική Μεσόγειο είναι έμμεση ισχυροποίηση της Ρωσίας και υπονόμευση του ΝΑΤΟ, όσο και γιατί βλέπουν πως σε ένα επανακαθορισμό γεωπολιτικών ισορροπιών, με νέες μεγάλες δυνάμεις να διεκδικούν ρόλο (κυρίως η Κίνα και η Ινδία, αλλά και ένας συνασπισμός αραβικών κρατών), η Τουρκία ως νέος πόλος ισχύος δημιουργεί ακόμη πιο ισχυρές δυναμικές αποσάθρωσης. Και οι ΗΠΑ αν μη τι άλλο μισούν την αναταραχή που αμφισβητεί τη διεθνή πρωτοκαθεδρία τους.
Πώληση F-35 στην Ελλάδα και F-16 στην Τουρκία, μια πρώτη ανάλυση
Σε πιο κυνικό τόνο, οι ΗΠΑ, όπως και πολλές ακόμη χώρες στη Δύση, αναγνωρίζουν την αξία της Τουρκίας. Ως μεγάλη χώρα, με υψηλή παραγωγή και εξαγωγές, με νεανικό πληθυσμό που θέλει να καταναλώσει, με πολλά πανεπιστήμια και αύξηση της προσέλευσης σε αυτά, άρα με ογκούμενο εξειδικευμένο προσωπικό με δεξιότητες, με τοπική επιρροή και παρέμβαση. Με ειδικές σχέσεις με Ρωσία που ίσως μπορεί η Δύση να εκμεταλλευθεί, με γεωγραφική θέση που προσφέρει έλεγχο σε παραδοσιακές ροές εμπορίου και πρώτων υλών (π.χ. φυσικό αέριο).
Βλέπουν δηλαδή πέρα από τις Ερντογανικές «κορώνες» και τα πλήθη από μαντηλοφορούσες και ενθουσιώδεις οπαδούς που τον υποδέχονται στις προεκλογικές του συγκεντρώσεις. Βλέπουν πέρα από τη διάχυση του ριζοσπαστικού ισλαμισμού στην Τουρκία, βλέπουν πέρα από τη μόνιμη αναταραχή στα ανατολικά με τους Κούρδους, βλέπουν πέρα από την εμπλοκή της Άγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο, με απειλές προς την Ελλάδα, ρεβεράντσες με τη Λιβύη και δυσφορία με την Αίγυπτο. Και αυτό που βλέπουν είναι μια χώρα που πρέπει να παραμείνει στενός συνεργάτης και εταίρος, με αναγνώριση των ειδικών του χαρακτηριστικών και φιλοδοξιών. Κάτι δηλαδή ως ένα «ισλαμικό Ισραήλ», με δική του αδιαπραγμάτευτη ατζέντα αλλά και φιλία με την Ουάσιγκτον. Θυμίζουμε εδώ πως τέτοια φιλοδοξία κάποτε υπήρξε και για το Πακιστάν και απέτυχε, αλλά και για την Αίγυπτο, που προς το παρόν πετυχαίνει, αλλά με ευάλωτες ισορροπίες.
Το τέταρτο στοιχείο που εμποδίζει την αμερικανική προσπάθεια για πλήρη απομόνωση της Τουρκίας: Η παραδοσιακή θεώρηση των πιο συντηρητικών αμερικανικών κύκλων που -σε κάποιο βαθμό- βλέπουν την Άγκυρα με το γνωστό φίλτρο του Οριενταλισμού. Ότι δηλαδή είναι μια γραφική-εξωτική χώρα, λίγο ατίθαση, λίγο ισλαμική, λίγο μεγαλόστομη και διεκδικητική αλλά στο τέλος θα θελήσει να παραμείνει «σύμμαχος». Στην θεωρία αυτή, συναντάται και ο «αμερικανικός εξαιρετισμός», η θεώρηση δηλαδή των ίδιων των ΗΠΑ πως αποτελούν ένα κράτος-πρότυπο, φάρο δημοκρατίας και ισχύος, με σχεδόν θεϊκή εντολή να καθοδηγήσουν τον κόσμο. Έτσι οι «εξαίρετοι Αμερικανοί» αντιμετωπίζουν πολλές χώρες στον περίγυρο τους, σαν την Τουρκία, ως ιθαγενείς εν αναμονή προσηλυτισμού: που με λίγο ακόμη κόπο, σε λίγες ακόμη δεκαετίες, θα μπουν και αυτοί υπό την αμερικανική «αιγίδα», θα ενταχθούν στο φαντασιακό της «Δυτικής Δημοκρατίας». Και θα μετασχηματιστούν με βάση ένα κοινό πολιτικό και εν μέρει πολιτισμικό πρότυπο, διατηρώντας κάποια τοπικά χαρακτηριστικά τους ως φολκλόρ…
Πέρα από τα παραπάνω μακροπρόθεσμα, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως η Τουρκία, ή τουλάχιστον αμερικανικοί κύκλοι, προτείνουν και μια σειρά ωφελειών για το τώρα, αν η Άγκυρα πάρει τα F-16 που ζητά. Εδώ βρίσκουμε το επιχείρημα της κυβέρνησης Μπάιντεν, πως μπορεί να πειστεί η Τουρκία στην έγκριση εισόδου Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, με μερικό αντίτιμο την πώληση των μαχητικών. Στην βραχυπρόθεσμη αμερικανική ανάλυση αυτό είναι πολύ πιο σημαντικό, να ολοκληρωθεί η επέκταση του ΝΑΤΟ με δύο ακόμη χώρες στα σύνορα με Ρωσία, οπότε «ναι», αξίζει να θυσιαστεί λίγο κύρος για να ηρεμήσει και η Τουρκία στις απαιτήσεις της. Άλλωστε το να πάρει 40 ακόμη μαχητικά -πάντα για την αμερικανική αντίληψη- δεν είναι κάτι που ανατρέπει ισορροπίες στο Αιγαίο, αφού «προσφέρουμε στην Ελλάδα 30 F-35, άρα υπερκαλύπτουμε την τουρκική ενίσχυση». Μικροπάζαρα θα πει κανείς, αλλά ουδέποτε αυτά εκλείπουν, ακόμη και από τα πιο σοβαρά διεθνή τραπέζια διαπραγμάτευσης.
Τουρκία: Βήμα πίσω για την επικύρωση της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ
Ένα ακόμη υπέρ της Τουρκίας επιχείρημα: Ότι προσφέρει στο Ουκρανικό ζήτημα με τον δικό της τρόπο, οπότε πρέπει να αμειφθεί. Καθώς κάνει διαμεσολάβηση μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, συντηρεί την ροή σιτηρών από ουκρανικά λιμάνια για να αποφευχθεί επισιτιστική κρίση στην Αφρική και στην Ασία, τροφοδοτεί με όπλα το Κίεβο και καταδικάζει -έστω στα χαρτιά- την ρωσική επιθετικότητα. Άρα προς το παρόν πάντα, ένα «μπόνους» λίγων μαχητικών δεν είναι κάτι αξιοσημείωτο.
F-16 για την Τουρκία, πότε ή ποτέ;
Έχει λοιπόν η Τουρκία χώρο και πιθανότητες να πάρει F-16, να πάρει ακόμη περισσότερο, ένα αμερικανικό «συγχωροχάρτι» για τις ατασθαλίες της, και να αποκατασταθεί στο δυτικό χώρο όπως επιθυμεί, ως νέος ισχυρός παίκτης; Έχει αλλά με αρκετά τρέχοντα εμπόδια. Τα παραθέτουμε συνοπτικά.
Α. Την αντίδραση ισχυρών κύκλων της αμερικανικής πολιτικής και γραφειοκρατίας. Αρχικά την «αντιτουρκική» ομάδα στο Κογκρέσο, που έχει επικεφαλής τον γερουσιαστή Μπόμπ Μενέντεζ αλλά και πολλούς ακόμη, Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικανούς, που κινούνται όχι τόσο από «έρωτα για την Ελλάδα» (αυτό ισχύει για μερικούς), αλλά κυρίως από ανησυχία για την τουρκική ασυδοσία και επιθετικότητα σε όλο τον περίγυρο της και βέβαια για τη ρωσική της συναλλαγή. Στο ίδιο ανάχωμα βρίσκουμε οργανώσεις του αμερικανοεβραϊκού λόμπι, που προβλέπουν την «ιρανοποίηση της Τουρκίας» και βέβαια θα σταθούν απέναντι της, έχοντας και άφθονο πολιτικό κεφάλαιο. Τέλος την όποια επιρροή της ελληνοαμερικανικής κοινότητας, που σε κάποιες πολιτείες και κομητείες των ΗΠΑ μπορεί να επηρεάσει οριακά εκλογικά αποτελέσματα, αλλά και να προσφέρει σημαντική οικονομική ενίσχυση σε προεκλογικές εκστρατείες. Ομάδες δηλαδή που μπορεί να φρενάρουν θεσμικά την όποια έγκριση πώλησης όπλων στην Τουρκία και για σημαντικό διάστημα.
Μπομπ Μενέντεζ: «Εντελώς απαράδεκτες» οι συνεχιζόμενες απειλές του Ερντογάν εναντίον της Ελλάδας
Β. Σε συνάρτηση με το παραπάνω, προσθέτουμε τη διαφαινόμενη απροθυμία της κυβέρνησης Μπάιντεν να δημιουργήσει σήμερα ρήξη στο κόμμα των Δημοκρατικών, για χάρη της Τουρκίας. Ο Μενέντεζ «φωνάζει» πως δεν θα εγκρίνει πώληση F-16, τα ίδια λένε και άλλοι Δημοκρατικοί όπως ο Φρανκ Παλόνε, ο Brad Sherman, η Grace Meng και τόσοι ακόμη που έχουμε καταγράψει. Ο Μπάιντεν όπως φαίνεται θέλει επανεκλογή του -κάτι δύσκολο λόγω ηλικίας- αλλά σε κάθε περίπτωση η αντιπαράθεση κυβέρνηση Δημοκρατικών με Δημοκρατικούς γερουσιαστές και βουλευτές περισσεύει αυτήν την εποχή. Υπόγεια βέβαια θα δούμε αν μπορούν να μεταπειστούν οι τελευταίοι, αλλά και αυτό θέλει χρόνο.
Αμερικανικές εκλογές: «Άντεξε» το ελληνοαμερικανικό λόμπι, ποιοι επανεκλέγονται
Γ. Τη γεωστρατηγική θεώρηση – αρκετά μοντέρνα- που βλέπει την Τουρκία ως «χαμένη υπόθεση» πλέον. Διατυπώνεται και από συντηρητικούς αλλά και από φιλελεύθερους κύκλους στις ΗΠΑ, από τα αντίστοιχα think-tanks, που καταγράφουν πως «δεν μπορούμε πια να εμπιστευθούμε την Τουρκία» και πως «η Άγκυρα δεν είναι αξιόπιστος σύμμαχος». Θέσεις που η Τουρκία αφελώς (ή πονηρά;) ενισχύει, εκβιάζοντας τώρα Σουηδία και Φινλανδία για να μπουν στο ΝΑΤΟ, να της προσφέρουν πριν στο πιάτο τις «κεφαλές» γκιουλενιστών και Κούρδων.
Δ. Παράλληλα με το προηγούμενο, το φόβο πως η Τουρκία ακόμη και να κατευναστεί προς το παρόν, ακόμη και να «εξαφανιστεί» ο Ερντογάν, ακόμη και να επιστρέψει στη δυτική αγκάλη, θα διατηρεί ως χώρα όλα τα χαρακτηριστικά του γεωπολιτικού ριζοσπαστισμού. Ισλαμισμό, νεανικό δυναμικό πληθυσμό, αναζήτηση ταυτότητας, ισχυρούς εθνικούς μύθους (παντουρανισμό), ταύτιση κράτους-θρησκείας, αναζήτηση εσωτερικών και εξωτερικών εχθρών για αυτοκαθορισμό. Ακόμη γειτνίαση με πλουτοπαραγωγικές πηγές που καλλιεργούν τη φιλοδοξία παρέμβασης, ονειρώξεις επαναφοράς σε πρότερη «λαμπρότητα» δηλαδή σε μια νέο-οθωμανική εποχή, γλωσσική ιδιαιτερότητα, διάθεση ιστορικού αναθεωρητισμού, όπως και δυσφορία προς την «επιθετική Δύση».
Ε. Τη διαπίστωση πως η Τουρκία ειδικά στα εξοπλιστικά της προγράμματα βαδίζει προς απεξάρτηση από τη Δύση -αλλά και την Ανατολή. Άρα η μεταφορά προς τα εκεί τεχνογνωσίας, παρoχής εξοπλισμών ως ενδιάμεσων λύσεων, όλα τελικά ενισχύουν την τουρκική αμυντική βιομηχανία να προβάλλει ως διεθνής ανταγωνιστής δυτικών όπλων. Και με πρόσβαση σε αναπτυσσόμενες αγορές, όπου η Δύση δυσκολεύεται να μπει λόγω κόστους και γραφειοκρατίας.
ΣΤ. Την πάγια απαίτηση της Τουρκίας για συμμετοχή της αμυντικής της βιομηχανίας. Εδώ είχαμε και τη «διευκρίνηση» των κυρώσεων του αμερικανικού νόμου CATSAA, που επιβάλλονται σε «πρόσωπα ή οντότητες». Με την επισήμανση δηλαδή πως οι αμερικανικές κυρώσεις για την αγορά των S-400 έχουν επιβληθεί στην τουρκική αμυντική βιομηχανία, άρα εφόσον αυτές οι κυρώσεις διατηρηθούν, δεν θα μπορεί π.χ. η Turkish Aerospace να κάνει συναρμολόγηση των νέων τουρκικών F-16. Θα δεχθούν κάτι τέτοιο οι Τούρκοι; Δύσκολο.
Ζ. Το ίδιο δύσκολο είναι να αποδεχθεί η Τουρκία και κάποιο όρο στην πώληση των F-16, π.χ. ότι αυτά δεν θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου. Δεν έχει σημασία αν ένας τέτοιος όρος μπορεί να εφαρμοστεί πρακτικά, και μόνο η ύπαρξη του θα είναι για την Άγκυρα «κόκκινο πανί» και απαγορευτικό για το κύρος της.
Η. Τις επικείμενες εκλογές στην Τουρκία. Μια υπόσχεση πώλησης F-16 από τις ΗΠΑ μπορεί να είναι ότι θέλει ο Ερντογάν για να την παρουσιάσει στην προεκλογική του εκστρατεία, αλλά το κάτι πιο ουσιαστικό, όπως ένα σαφές χρονοδιάγραμμα, δύσκολα θα του το προσφέρει η Ουάσιγκτον. Καθώς αυτό θα είναι παρέμβαση στην εκλογική διαδικασία, θα ερεθίσει την τουρκική αντιπολίτευση και θα παράγει ίσως και μεγαλόφωνες αντιδράσεις.
55% αύξηση του κατώτατου μισθού στην Τουρκία, η τρίτη σε ένα χρόνο, ο Ερντογάν “τα δίνει όλα”
Η αργοπορία είναι ελληνικό κέρδος
Καταλήγουμε στο εξής: Η αμερικανοτουρκική σχέση είναι σε αναβρασμό αρκετά χρόνια, πλέον βλέπουμε μια διάθεση επαναπροσέγγισης από την Ουάσιγκτον, αρκετά καιροσκοπική όμως, λόγω διεύρυνσης ΝΑΤΟ και Ουκρανικού. Η Τουρκία επίσης ζητά να αποκατασταθεί στη «Δύση» αλλά θέτοντας όρους. Ανάμεσα τους όμως παρεμβάλλονται πολλά, μεγάλα και μικρά. Που στο ειδικό θέμα της πώλησης F-16 σηματοδοτούν αρκετή καθυστέρηση ακόμη. Μπορεί να είναι μήνες, π.χ. μετά τις τουρκικές εκλογές και το ξεκαθάρισμα εκεί του σκηνικού, μπορεί να είναι και αρκετά περισσότερο, αν ο Μενέντεζ και οι σύμμαχοι του στο Κογκρέσο καταφέρουν να εξαντλήσουν την θεσμική αναβολή που τους προσφέρει η νομοθεσία. Το νέο κενό λοιπόν, μετρά αμυντικά υπέρ Ελλάδος. Είτε ως είσοδος σε υπηρεσία νέων όπλων, είτε σε εκπαίδευση σε αυτά, είτε σε χρόνο διαπραγμάτευσης για νέες αγορές.
Με ένα μεγάλο «αν» εδώ που δεν θα κουραστούμε να διατυπώνουμε. Αν καταφέρουμε να διατηρήσουμε την επένδυση σε εξοπλισμούς των τελευταίων δύο ετών. Αν αποφύγουμε να αποδειχθεί και αυτή ένα βεβιασμένο, πιεσμένο από τις καταστάσεις, πρόγραμμα-«μπάλωμα». Αν καταφέρουμε ότι νέο παίρνουμε να το διατηρήσουμε σε λειτουργία. Αν ότι αγοράσαμε αποδειχθεί «συνεργάσιμο» και πολλαπλασιαστικό ισχύος.
Η αντίληψη “Συρίγου”
Στο γεωπολιτικό μέρος, για να σχολιάσουμε και την άποψη του κ. Άγγελου Συρίγου υφυπουργού Παιδείας, ότι «θέλουμε η Τουρκία να παραμείνει στη Δύση», την οποία διατύπωσε βέβαια με μια υπέρβαση φραστική ότι «καλύτερα να πάρει F-16, παρά να είναι τελείως ανεξέλεγκτη με ρωσικά μαχητικά». Η άποψη αυτή δεν είναι ούτε αιρετική, ούτε προδοτική όπως καθ’ υπερβολή χαρακτηρίστηκε. Τα «θέλουμε την Τουρκία στην Δύση», τα λέει η Ελλάδα ως κεντρικό στοιχείο της εξωτερικής της πολιτικής εδώ και δεκαετίες. Ακριβώς τονίζοντας, ότι επειδή επιθυμούμε η Τουρκία να γίνει μια δυτική δημοκρατία, διαπιστώνουμε πόσο εξωφρενική και αντίθετη με τα δυτικά ιδεώδη είναι η επιθετική συμπεριφορά της. Στη λογική της «Τουρκίας εντός Δύσης», η Ελλάδα δεν έφερε αντίρρηση στην έναρξη διαπραγματεύσεων για την ένταξη της στην Ευρωπαική Ένωση (άλλο αν τώρα αυτές είναι κλινικά νεκρές), ενώ διατηρεί ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με την Άγκυρα σε όλα τα διεθνή φόρα, έστω και τυπικά. Και περιμένουμε υπομονετικά πότε η Τουρκία θα προσέλθει στη Χάγη, να λύσουμε πολιτισμένα τις όποιες διαφορές μας…
Το ζήτημα είναι πως ο κ. Συρίγος διατυπώνει μια αντίληψη σχεδόν «θεσμική» αλλά και σχεδόν σίγουρα αδιέξοδη. Όχι γιατί η Τουρκία δεν συνετίζεται. Και αυτό είναι παλαιομοδίτικο ως διαπίστωση, πως δηλαδή η Δύση έχει εργαλεία ελέγχου της Άγκυρας, κάτι που όπως είδαμε το ελπίζει ακόμη και σήμερα η Ουάσιγκτον. Αλλά γιατί η Τουρκία δεν θέλει καν να μετέχει στο δυτικό παιχνίδι, έστω και ως «άτακτη», αυτό δηλαδή που έκανε στις δεκαετίες του ’80 και ’90.
Η αλλαγή της είναι σαφής και δομική, με ένα πληθυσμό που οι νέες γενιές γαλουχούνται με διαφορετικό «σετ» αξιών και εθνικών μύθων, από ότι οι μεταπολεμικές. Όπου η περηφάνεια για την κεμαλική κοσμικότητα και το μοντερνισμό έχει αντικατασταθεί από την πρόταση για ισλαμικό νεωτερισμό και για περηφάνεια «εξόδου» στην περιφέρεια. Όπου το αίτημα για δημοκρατία έχει υποσκελιστεί μερικά από αίτημα για ευημερία. Όπου η εσωτερική πολιτική σκηνή εκεί που είχε ως διωκόμενους την εγχώρια αριστερά, τον συνδικαλισμό και τα κοινωνικά κινήματα, τώρα καταδιώκει τους γκιουλενιστές, τους «πασιφιστές», τους «προδότες του Κόκκινου Μήλου». Όπου η μαντήλα φοριέται μαζικά ως εγχώριος δικαιωματισμός, συνυπάρχοντας με τους «δυτικίζοντες», κάτι που η κεμαλική παράδοση είχε επενδύσει δεκαετίες να σιγάσει. Μια χώρα που δεν θέλει καν να λέγεται “Τurkey” αλλά πλέον Turkiye, ζητώντας μέχρι και από την ορθογραφία δικαίωση.
Η νέα Turkiye λοιπόν κινείται αυτόνομα από το τι θέλει η Ελλάδα -ή οι ΗΠΑ- για αυτή, οπότε ως δευτερεύων ζήτημα απαιτεί και τα δώρα ενηλικίωσης της (ζώντας μια δεύτερη νεότητα). Είτε αυτά λέγονται F-16, είτε ανοχή, είτε ψαλίδι για να κόψει και τα υπόλοιπα δεσμά της.