Την ώρα που το Πεκίνο ενδυναμώνει τη συμμαχία του με τη Μόσχα, η Ευρώπη ψάχνει ένα ουσιαστικό “αντίβαρο” σε αυτή τη σχέση, ισχυροποιώντας τους δεσμούς της με την Ινδία αλλά και την Ιαπωνία.
Ο πόλεμος της Ουκρανίας – αλλά και η συνεχιζόμενη σκληρή αντιπαράθεση στην οικονομία μεταξύ ΗΠΑ – Κίνας – οδηγούν την Ευρώπη να διευρύνει τους δεσμούς της με άλλους δυνατούς “παίκτες” στην Ασία, όπως είναι η Ινδία και η Ιαπωνία.
Υλοποιώντας αυτήν τη στρατηγική, την επόμενη εβδομάδα ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν αναμένεται να ταξιδέψουν στο Τόκιο για να λάβουν μέρος σε μια σύνοδο κορυφής ΕΕ-Ιαπωνίας.
Επιπλέον, ο ηγέτης της ισχυρότερης οικονομίας της Γηραιάς Ηπείρου, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς ήδη πραγματοποίησε το πρώτο του ταξίδι στην Ασία από τότε που έγινε γερμανός καγκελάριος, επισκεπτόμενος την Ιαπωνία και όχι την Κίνα, με την οποία είχε καλλιεργήσει ισχυρές σχέσεις η προκάτοχός του, Άνγκελα Μέρκελ…
Τον “τόνο” της νέας εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ στην Ασία είχε δώσει άλλωστε μερικές μέρες πριν η πρόεδρος της Κομισιόν, προειδοποιώντας κατά τη διάρκεια μιας εκδήλωσης στην Ινδία για τη συνεργασία «χωρίς όρια» μεταξύ Πεκίνου και Μόσχας.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι επερχόμενη τσεχική προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ σχεδιάζει μεταξύ άλλων να φιλοξενήσει μια σειρά εκδηλώσεων με εταίρους του Ινδο-Ειρηνικού, παρά το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή στο προσκήνιο βρίσκεται ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει τη σημασία που δίνει η ΕΕ στην βελτίωση των σχέσεών της και τη στρατηγική συνεργασία με τις δύο χώρες.
Για δύο δεκαετίες, η Κίνα αποκόμισε τεράστια οφέλη μετά την ένταξή της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Πολλές ευρωπαϊκές πολυεθνικές εταιρείες δραστηριοποιούνται εκεί, γεγονός που βοήθησε την Κίνα να αναπτύξει δυναμικά την οικονομία της.
Πράγματι, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ώθησαν σε πολλές περιπτώσεις τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να δραστηριοποιηθούν στην κινεζική αγορά, κάνοντας την ίδια ώρα τα “στραβά μάτια” στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τη φίμωση του τύπου κ.α. από την πλευρά του Πεκίνου.
Τα πράγματα όμως πλέον αλλάζουν. Η πρόσφατη πανδημία έδειξε ότι ο βαθμός εξάρτησης από τα κινεζικά εργοστάσια είναι τέτοιος που πλέον προβληματίζει την Ευρώπη. Παράλληλα, ο σφιχτός “εναγκαλισμός” του ασιατικού “γίγαντα” με τον Πούτιν – που πλέον από σημαντικός εμπορικός εταίρος και προμηθευτής ενέργειας έχει αναδειχθεί σε “εχθρό” – είναι ένας πσοβαρός λόγος για να επανεξετάσουν οι “27” και η ηγεσία των Βρυξελλών τις σχέσεις τους με το Πεκίνο.
Η Ιαπωνία, οι αλυσίδες ανεφοδιασμού και οι ισχυρές ένοπλες δυνάμεις της Ινδίας και της Ιαπωνίας
Όπως παραδέχτηκε ο Σολτς, η επιλογή της Ιαπωνίας ως του πρώτου ασιατικού προορισμού από τότε που έγινε Γερμανός καγκελάριος δεν ήταν «τυχαία».
Ενώ απέφυγε κάθε άμεση κριτική στην Κίνα, ο Σολτς τόνισε την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι στο μέλλον οι αλυσίδες εφοδιασμού θα εξαρτώνται λιγότερο από μεμονωμένες χώρες, χαρακτηρίζοντας αυτήν την ενέργεια ως «ένα καθήκον που είναι πιο επίκαιρο από ποτέ».
Ο κ. Σολτς δεν αναφέρθηκε βεβαίως στην Κίνα ονομαστικά ενώ ακολούθως “φωτογράφισε” τη Ρωσία:
«Ένα πράγμα είναι σαφές: οι εταιρείες μας και εμείς οι ίδιοι θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να διασφαλίσουμε ότι κανείς δεν θα εξαρτάται από τις αλυσίδες εφοδιασμού από μία μόνο χώρα. Αυτή είναι η εμπειρία που είχαμε τώρα με την κρίση της Ουκρανίας.”
Ο ρόλος δε της Ιαπωνίας χαιρετίστηκε ως ενός από τους πιο στενούς εταίρους με τη Δύση από την έναρξη του πολέμου. Εξάλλου πρόκειται μία από τις λίγες ασιατικές χώρες (μαζί με τη Νότια Κορέα και τη Σιγκαπούρη) που συμμετείχαν από την πρώτη στιγμή στις κυρώσεις που επιβλήθηκαν από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ στη Ρωσία.
Από την άλλη πλευρά, κατά την επίσκεψή της στο Νέο Δελχί, η φον ντερ Λάιεν επέκρινε χωρίς περιστροφές την Κίνα για τη συνεργασία της με τη Ρωσία, ενώ χαιρέτισε την Ινδία ως τη μεγαλύτερη δημοκρατία στον κόσμο και δεσμεύτηκε να εμβαθύνει τους εμπορικούς δεσμούς της Ευρώπης μαζί της.
Σε μια προσπάθεια μάλιστα να πείσει την Ινδία να μειώσει τη συνεργασία της με τη Ρωσία, πρόσθεσε: «Η έκβαση του πολέμου όχι μόνο θα καθορίσει το μέλλον της Ευρώπης, αλλά θα επηρεάσει επίσης βαθιά την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού και τον υπόλοιπο κόσμο».
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι δύο χώρες, η Ινδία και η Ιαπωνία διαθέτουν ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, εξοπλίζονται ταχύτατα το τελευταίο διάστημα ενώ και οι δύο έχουν κακές – έως εχθρικές – σχέσεις με την Κίνα.
Η Γαλλία εξετάζει την πώληση μεταχειρισμένων Rafale M στην Ινδία
Τέλος, δεν θα πρέπει να να διαφύγει της προσοχής μας μία ακόμη αποστολή, την οποία ανέλαβε να υλοποιήσει η Ιαπωνία για τους συμμάχους της: να “δέσει” μαζί της – και κατ’επέκταση με τους συμμάχους της – με μία νέα αμυντική συμφωνία την Ταϊλάνδη αλλά και να δουλέψει στο διπλωματικό αλλά και οικονομικό τομέα, προκειμένου να αυξήσει την επιρροή της και σε άλλα κρίσιμα κράτη που βρίσκονται στο “στόχαστρο” της Κίνας, όπως το Βιετνάμ.
Όλες αυτές οι κινήσεις δείχνουν ότι συγκροτούνται σιγά σιγά δύο νέοι παγκόσμιοι πόλοι και πλέον περνάμε στη φάση της αναλυτικής συγκρότησης των σχετικών συμμαχιών, με τα κράτη σε όλο τον πλανήτη να καλούνται να πάρουν τις αποφάσεις τους με ποιό “άρμα” από τα δύο θα συνδέσουν το μέλλον τους…
(Με πληροφορίες από το Politico)