Σε μία κρίσιμη χρονική συγκυρία, οι υπουργοί Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα συναντηθούν σήμερα στις Βρυξέλλες προκειμένου να συζητήσουν μια σειρά μέτρων επείγουσας φύσης, προκειμένου να ανασχεθεί η τεράστια αύξηση των τιμών του αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε στα 27 κράτη συγκεκριμένες προτάσεις, ορισμένες από τις οποίες να κρίνονται ήδη ως ιδιαίτερα περίπλοκες, με την ελπίδα να καταρτιστεί την ερχόμενη εβδομάδα ένα κείμενο που θα εξασφαλίσει επαρκή συναίνεση ώστε να εγκριθεί άμεσα.
Αν και η ιδέα να φορολογηθούν εκτάκτως τα υπερκέρδη εταιρειών του τομέα της πυρηνικής ενέργειας και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τα έσοδα που θα προκύψουν να αναδιανεμηθούν έτυχε καλής υποδοχής, οι χώρες μέλη παραμένουν διχασμένες ως προς το ζήτημα της επιβολής πλαφόν στην τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου.
Στην καρδιά του διαλόγου βρίσκονται οι δυσλειτουργίες της ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρισμού, όπου η τιμή χονδρικής συνδέεται με την τιμή του τελευταίου εργοστασίου που καλύπτει τη ζήτηση, συχνά σταθμού που λειτουργεί με φυσικό αέριο.
Η Κομισιόν προτείνει να επιβληθεί πλαφόν στα έσοδα των εταιρειών πυρηνικής ενέργειας και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (αιολικής, ηλιακής, βιομάζας, υδροηλεκτρικής) που πωλούν σε τιμή πολύ υψηλότερη από τα κόστη παραγωγής τους.
Τα κράτη μπορεί να αφαιρούν τη διαφορά μεταξύ του πλαφόν (συζητείται το επίπεδο των 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα) και της τιμής της αγοράς και να αναδιανέμουν τα «υπερκέρδη» σε ευάλωτα νοικοκυριά και σε επιχειρήσεις.
«Η ιδέα έλαβε τεράστια υποστήριξη από τα κράτη», όμως «ο διάβολος βρίσκεται στις λεπτομέρειες, πρέπει να αποφασιστεί το πλαφόν», τόνισε ευρωπαίος διπλωμάτης. Βερολίνο και Παρίσι πρότειναν αυτόν τον μηχανισμό.
Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει να δημιουργηθεί «προσωρινό τέλος αλληλεγγύης» στους παραγωγούς και στους διανομείς αερίου, άνθρακα και πετρελαίου, που ευνοούνται από την απογείωση των τιμών σε παγκόσμια κλίμακα.
Χρειάζεται «συζήτηση χωρίς ταμπού» για «τους ενεργειακούς ομίλους που καταγράφουν εξαιρετικά κέρδη σε καιρό πολέμου», δήλωσε χθες Πέμπτη η αυστριακή υπουργός Λεονόρε Γκέβεσλερ.
Οι αντιδράσεις και οι απειλές Πούτιν
Ο δυνητικός αντίκτυπος του μέτρου στην αγορά προκαλεί σκεπτικισμό σε ορισμένες ευρωπαϊκές πρωτεύουσας, ενώ το ρωσικό αέριο δεν αποτελεί πλέον παρά το 9% των ευρωπαϊκών εισαγωγών (από 40% πριν από τον πόλεμο). Και ορισμένες χώρες, που παραμένουν πολύ εξαρτημένες από τη Μόσχα σε ό,τι αφορά την ενέργεια, φοβούνται καταστροφικές οικονομικές συνέπειες.
Προχθές Τετάρτη, ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν μίλησε για «εντελώς βλακώδη απόφαση» απειλώντας να διακόψει κάθε παράδοση αερίου σε όποια χώρα υιοθετήσει τέτοιο μηχανισμό.
«Η πρόταση αυτή δεν είναι εποικοδομητική. Είναι μια άλλη μορφή κύρωσης σε βάρος της Μόσχας μάλλον, παρά αληθινή λύση στην ενεργειακή κρίση», ήταν η αντίδραση του τσέχου υπουργού Ενέργειας Γιόζεφ Σίκελα, η χώρα του οποίου ασκεί το τρέχον διάστημα την εναλλασσόμενη προεδρία του ευρωπαϊκού συμβουλίου.
Η Ουγγαρία από την πλευρά της λέει πως «δεν καταλαβαίνει» αυτό το μέτρο, που εγείρει κίνδυνο να «προκληθεί έλλειψη».
Από τη δική της πλευρά, η Ιταλία προβλέπει πλήρες πλαφόν για έξι μήνες στις τιμές του αερίου που αγοράζει η ΕΕ, ανεξαρτήτως της προέλευσής του, συμπεριλαμβανομένου του υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ) που μεταφέρεται με πλοία. Το Βέλγιο και η Ελλάδα συμφωνούν με την ιδέα.
«Για να αντιμετωπιστεί το κακό στη ρίζα, χρειάζεται πλαφόν τιμής στο σύνολο της αγοράς αερίου» και όχι μόνο στις ποσότητες αερίου που εισάγονται από τη Ρωσία, κρίνει ο βέλγος πρωθυπουργός Αλεξάντερ Ντε Κρο.