Γράφει ο Ηρακλής Μαρδύρης
Η Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση είναι αδύνατη χωρίς κοινή Ευρωπαϊκή άμυνα και κοινή ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική. Η οικονομική ένωση είναι μόνο το πρώτο βήμα και τα λάθη που έγιναν στην κοινή οικονομία δεν πρέπει να επαναληφθούν σε αυτούς τους τομείς. Τα χρονικά όρια στενεύουν. Ο κόσμος αλλάζει γρήγορα, τόσο οι προκλήσεις, όσο και οι ευκαιρίες πολλαπλασιάζονται, συνεπώς η Ένωση πρέπει να αλλάξει και σβέλτα. Η ΕΕ πρέπει να έχει τα εργαλεία να αντεπεξέλθει. Οι ΗΠΑ φαίνεται να αποσύρονται και τα κενά θα καλυφθούν. Το από ποιόν και πως δεν είναι γνωστό. Η πρόσφατη κρίση με την Τουρκία έκανε ακόμα πιο εμφανή αυτή την αδυναμία της ΕΕ. Δεν είναι εφικτό, αλλά ούτε σωστό να βασίζεται όλη η Ένωση στις Γαλλικές κατά βάση ένοπλες δυνάμεις. Δεν είναι δυνατόν, αλλά ούτε αποδεκτό η κάθε χώρα να στέλνει τα δικά της μηνύματα προτάσσοντας μικροσυμφέροντα πάνω από το κοινό καλό. Ποιο όμως είναι το κοινό καλό; πως θα οριστεί και από ποιόν; Η χώρα που συστηματικά έβαζε το συμφέρον της πάνω από αυτό της Ένωσης και προσπαθούσε να την κρατήσει στο επίπεδο μιας τελωνειακής ένωσης, δεν είναι πια μαζί μας. Δυστυχώς έφυγαν και οι ένοπλες δυνάμεις της δημιουργώντας ένα ακόμα μεγαλύτερο κενό.
Την προηγούμενη εβδομάδα οι προβολείς ήταν στραμμένοι στις διαπραγματεύσεις και τον ιστορικής σημασίας πρώτο προϋπολογισμό της ΕΕ χωρίς τη Μ. Βρετανία, λόγο του τρόπου δανεισμού, χρηματοδότησης και αντιμετώπισης της πανδημίας του κορωνοϊού, αλλά και για το μέγεθος του, €1.074 τρις και €750 δις ταμείο για την κρίση του κορωνοϊού. Ήταν μια συμφωνία που έβαλε τις βάσεις για την μελλοντική οικονομία της ΕΕ. Αυτό που δεν πήρε πολύ δημοσιότητα ήταν το ότι αυτός ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει δισεκατομμύρια ευρώ για την άμυνα.
Η συμφωνία προβλέπει για πρώτη φορά €7,014 δις για το Ευρωπαϊκό Αμυντικό Ταμείο (European Defence Fund, EDF), το οποίο θα χρηματοδοτήσει την κοινή αμυντική ικανότητα και την έρευνα και ανάπτυξη. €1,5 δις προβλέπονται για υποδομές που θα χρησιμοποιηθούν για την μετακίνηση στρατιωτικών μέσων και δυνατοτήτων μέσα στην Ευρώπη (military mobility) και 5 δις για την χρηματοδότηση επιχειρήσεων τόσο της ΕΕ όσο και συμμάχων της (European Peace Facility). Θα πρέπει όμως να σημειωθεί πως ο προϋπολογισμός είναι σημαντικά χαμηλότερος από αυτόν που είχε προτείνει η Commission το 2018. Είναι περίπου όπως είχε προταθεί από το συμβούλιο της Φινλανδικής προεδρίας, που τότε είχε κατακριθεί και θεωρηθεί ανεπαρκής. Από το Δεκέμβριο του 2019 όμως πολλά συνέβησαν στον κόσμο και ειδικά η πανδημία, το κόστος της οποίας είναι δύσκολο να εκτιμηθεί, με προβλέψεις ύφεσης κοντά στο 9% για το 2020 και ανάκαμψης μόνο 5% το 2021 (προβλέψεις που βασίζονται σε αμφίβολες υποθέσεις). Παρά τις προσπάθειες κυρίως της Γαλλίας και της Γερμανίας τα υπόλοιπα μέλη κράτη δεν πείστηκαν.
Βλέποντας το ποτήρι μισογεμάτο, ο συμφωνηθέν προϋπολογισμός θα μπορούσε να ήταν πολύ χαμηλότερος και δείχνει τουλάχιστον ότι τα μέλη συμφωνούν στην ανάγκη τέτοιου αμυντικού προϋπολογισμού και είναι διατεθειμένα να χρηματοδοτήσουν σχετικές αμυντικές ενέργειες, και αυτό είναι το θετικό.
Το ερώτημα είναι αν αυτοί οι πόροι είναι ικανοί για να ξεκινήσουν τη μηχανή της Ευρωπαϊκής αμυντικής συνεργασίας ώστε στα επόμενα χρόνια να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις μελλοντικές προκλήσεις.
Από τη μια μεριά είναι κάτι εντελώς νέο και απείρως μεγαλύτερος από το τίποτα των περασμένων περιόδων, αλλά η Ευρωπαϊκή ηγεσία έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι η άμυνα και η ασφάλεια είναι από τις κύριες προτεραιότητες και ότι η Ένωση θα πρέπει να γίνει αυτόνομος παίκτης στην γεωπολιτική σκακιέρα, χωρίς εξαρτήσεις και περιορισμούς. Από αυτή την οπτική, ο συμφωνηθέν προϋπολογισμός δεν εντυπωσιάζει κανένα.
Αν υποθέσουμε ότι ο προϋπολογισμός δεν αυξηθεί στο άμεσο μέλλον, τότε θα πρέπει να δοθεί εξαιρετική σημασία στις προτεραιότητες. Σε ποια πρότζεκτ θα γίνουν οι πρώτες επενδύσεις.
Η ασφάλεια της Ευρώπης βασίζεται εν πολύς στο ΝΑΤΟ και το πρόγραμμα military mobility υποστηρίζεται από το NATO και θα ενισχύσει την συνεργασία ΕΕ και ΝΑΤΟ (δεν είναι όλες οι χώρες της ΕΕ μέλη του ΝΑΤΟ, Κύπρος, Σουηδία, Αυστρία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Μάλτα). Συνεπώς υποδομές που θα επέτρεπαν Ευρωπαϊκές και ΝΑΤΟικές δυνάμεις να αναπτύσσονται ταχύτατα στην Κύπρο και να λειτουργούν σε αρμονία με τις τοπικές δυνάμεις είναι ένα θέμα που πρέπει να μας απασχολήσει.
Τέλος, αυτός ο προϋπολογισμός έχει προβλέψεις ώστε να εκπαιδευτούν και να εξοπλιστούν φιλικές προς την ΕΕ χώρες, όπως η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία ή οι Κούρδοι, ώστε τόσο να ενισχύσει τα συμφέροντα της, όσο και να αποτρέψει την είσοδο άλλων παικτών (πχ Ρωσία ή Τουρκία) σε περιοχές ενδιαφέροντος.