Ο Hartmann γεννήθηκε στις 19 Απριλίου του 1922, μια περίοδο όπου οι στερήσεις, ο παγκόσμιος πληθωρισμός και οι αιματηρές πολιτικές αναταραχές έκαναν την ηττημένη του Α΄ Παγκοσμίου Γερμανία ένα δύσκολο μέρος για επιβίωση, παρότι ο πατέρας του ασκούσε το ιατρικό επάγγελμα. Έτσι – και κατόπιν των συστάσεων του εξαδέλφου του, που τελούσε γενικός πρόξενος στη Σαγκάη – ο πατέρας Hartmann μετανάστευσε με την οικογένειά του στην Άπω Ανατολή.

Αν και λόγω εθνικότητας δεν επηρεαζόταν από τα αυξανόμενα κρούσματα βίας την περίοδο της καταρρεύσεως των αποικιακών αυτοκρατοριών, αποφάσισε τον επαναπατρισμό, όταν βρήκε ένα πρωί, έξω από το γραφείο του, καρφωμένα σε πασσάλους τα κεφάλια τριών Άγγλων γνωστών του. Το 1929 εγκαταστάθηκε κοντά στη Στουτγκάρδη, ανοίγοντας νέο ιατρείο. Τότε ήταν που ο μεγαλύτερος από τους δύο γιους του, ο Erich, αγάπησε την αεροπορία από τα ανεμόπτερα, που είχαν καταστεί δημοφιλέστατα στη Γερμανία. Η αγάπη του αυτή μεταλαμπαδεύτηκε από τη μητέρα του, η οποία υπήρξε μια από τις πρώτες χειρίστριες ανεμοπτέρων στη χώρα της.
Όταν το ναζιστικό κόμμα ήρθε στην εξουσία και άρχισε να επανεξοπλίζει τη Γερμανία, δημιουργήθηκε η καινούρια γενιά εφήβων με αγάπη για τις πτήσεις. Ο Hartmann ήταν στρατολογημένος στη Hitlerjugend (τη Χιτλερική Νεολαία) όταν ξέσπασε ο πόλεμος. Μόλις τελείωσε το γυμνάσιο την άνοιξη του 1940, εκλήθη να παρουσιαστεί στο 10ο Σύνταγμα Εκπαίδευσης στο Neukuhren της Ανατολικής Πρωσίας.
Η εκπαίδευσή του με Messerschmitt Bf-109D ανέδειξε την κλίση και τις δεξιότητές του, που έγιναν ακόμη περισσότερο αξιοπρόσεκτες μετά την προσβολή 24 εναερίων στόχων με μόλις 50 βολές. Κανένας από τους εκπαιδευομένους δεν είχε καν προσεγγίσει τέτοια επιτυχία σε μία μόνο πτήση.
Η μετάβαση στο Ανατολικό Μέτωπο και η πρώτες επιτυχίες
Μετά την ολοκλήρωση της εκπαιδεύσεώς, ο Hartmann μετέβη στην 52η Πτέρυγα Μάχης (Jagdgeschwader) του Ρωσικού Μετώπου, η οποία στάθμευε στο Maykop, βορείως του Καυκάσου, και είχε αποκτήσει λαμπρή φήμη, πριν ακόμη ο φέρελπις πιλότος ενταχθεί στις τάξεις της. Ο διοικητής, Σμήναρχος Dietrich Hrabak, όπου ήταν παρασημοφορημένος με το Σταυρό των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού για τις πάνω από 60 επιβεβαιωμένες καταρρίψεις του, ενέπνευσε αμέσως τον νεαρό που έμελλε να καταστεί ο μεγαλύτερος άσος όλων των εποχών.
Στις 10 Οκτωβρίου του 1942, ο Hartmann τοποθετήθηκε στην III/JG.52, με έδρα τη Soldatskaya στις όχθες του ποταμού Terek. Μόλις τέσσερις ημέρες αργότερα πραγματοποίησε την πρώτη του πτήση, δίπλα στον έμπειρο Σμηνία Eduard Rossmann. Το αεροσκάφος του Hartmann ξέμεινε από καύσιμα και υποχρεώθηκε σε αναγκαστική προσγείωση με την κοιλιά της ατράκτου. Βρέθηκε όμως από Γερμανούς πεζικάριους και μπόρεσε να επιστρέψει σώος στη μονάδα του. Από τότε ακολούθησαν πολλές ακόμη αποστολές με τον Rossmann παραπλεύρως, από τις συστάσεις και την καθοδήγηση του οποίου άρχισε να βελτιώνεται αισθητά στις τεχνικές αερομαχιών, υιοθετώντας την υπομονετική και μεθοδική του προσέγγιση των στόχων.
Οι δεξιότητές του τέθηκαν υπό δοκιμασία την 5η Νοεμβρίου του 1942, όπου απογειώθηκε με τέσσερα ακόμη αεροπλάνα για την αναχαίτιση σοβιετικής επιθέσεως εναντίον μονάδων της Wehrmacht κοντά στην πόλη Digors. Ήταν 18 Ilyushin Il-2 Shturmovik που συνοδεύονταν από 10 μαχητικά Lavochkin LaGG-3. Ο Hartmann χτύπησε ένα Shturmovik στο ψυγείο λαδιού από τα 200 μόλις πόδια ύψος. Ο Ρώσος χειριστής βγήκε από το σχηματισμό του με κατεύθυνση προς Ανατολάς, αναζητώντας ένα μέρος για να προσγειωθεί. Ο Hartmann τον ακολούθησε για να τον αποτελειώσει, αλλά το εχθρικό αεροσκάφος εξερράγη και ένα από τα θραύσματα χτύπησε το δικό του, με αποτέλεσμα ο κινητήρας να πάρει φωτιά. Ο Hartmann υποχρεώθηκε σε μία ακόμη προσγείωση με την κοιλιά, όπου και πάλι διεσώθη και επέστρεψε στη βάση του. Ακόμη κι αν κατέστρεψε δύο αεροπλάνα της Luftwaffe, είχε πια σημειώσει την πρώτη του επιτυχία.
Η συνέχεια στo Military History