Έκλεισε σήμερα η προεκλογική εκστρατεία στην Τουρκία, χωρίς μια «μεγάλη αναταραχή» για την οποία υπήρχε φόβος, δηλαδή ίσως μια αιματηρή σύγκρουση μεταξύ οπαδών, μια σημαντική προβοκάτσια κ.ο.κ. Ήρεμη βέβαια δεν ήταν, καθώς εκτοξεύτηκαν σκληρές κατηγορίες και από τις δύο πλευρές, με τον Κιλιτσντάρογλου και την αντιπολίτευση να χαρακτηρίζουν τον Ερντογάν δυνάστη, επικίνδυνο, υποστηρικτή τρομοκρατών (ισλαμιστών), εχθρό της δημοκρατίας, διεφθαρμένο, επικεφαλής ενός σκοτεινού κυκλώματος εξουσίας που νέμεται τη χώρα, αυταρχικό και έτοιμο να αμφισβητήσει τη λαϊκή ετυμηγορία και να κάνει έως και πραξικόπημα.
Ο Κιλιτσντάρογλου διεξήγαγε επίσης μια ιδιαίτερη για τα τουρκικά δεδομένα εκστρατεία, με μεγάλη χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπου εμφανιζόταν συνεχώς μέσα από το σπίτι του (ακόμη και από την κουζίνα του) να κάνει μικρές ομιλίες για ειδικά θέματα, με σηκωμένα μανίκια, αλλά σε ήπιο τόνο, προσπαθώντας να κερδίσει τις ψήφους των μετριοπαθών και της νεολαίας. Βέβαια και συγκεντρώσεις έκανε μεγάλες, όπως είναι η τυπική τουρκική προεκλογική φόρμα, και σε μπαλκόνια βγήκε, αλλά γενικά η εκστρατεία του ήταν πιο μοντέρνα και «συναινετική». Ενώ κεντρικό σύνθημα ήταν το Haydi!, δηλαδή το “άντε-εμπρός”, που εκφραζόταν ανάλογα την περίσταση ως “ας νικήσουμε”, “για την Τουρκία”, “για την δημοκρατία” κ.ο.κ.
Ο Ερντογάν από την πλευρά του, προτίμησε περισσότερο τις πομπώδεις τεράστιες συγκεντρώσεις, στις οποίες εντυπωσίαζε τόσο με την προσέλευση των οπαδών του, αλλά και τις έντονες διατυπώσεις, κατηγορώντας με τη σειρά του την αντιπολίτευση ως… «ασθενικούς» και υποταγμένους Τούρκους, που δεν έχουν θέση στο δικό του όραμα μεγαλείου, οι οποίοι υποστηρίζουν τρομοκράτες (τους Κούρδους σε αυτή την εκδοχή).
Το δικό του πλήθος σε υψηλούς τόνους τον χαιρέταγε με την ραμπιά, δηλαδή το χέρι προτεταμένο με ανοιχτή παλάμη με τον αντίχειρα κλειστό, ένας χαιρετισμός της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, δηλαδή ένα σύμβολο ισλαμικού ριζοσπαστισμού.
Ο Ερντογάν παρά τον όγκο των σκανδάλων που τον βαρύνει (αλλά και εξαιτίας τους) ήταν λαϊκιστής, ασαφής, περιφρονητικός για την πολυσυλλεκτική αντιπολίτευση, ανέφερε διαρκώς τη θέση που έχει καταλάβει η Τουρκία στα 20 χρόνια εξουσίας του, υποσχόταν παροχές, ενώ άφηνε υπονοούμενα πως οι αντίπαλοι του είναι ελεγχόμενοι από «ξένα κέντρα» και όχι υπέρ μιας τουρκικής αυτόνομης πορείας. Και βέβαια έκανε συνεχώς εγκαίνια έργων όπως ο πυρηνικός σταθμός στο Άκουγιου, παρουσιάσεις νεών οπλικών συστημάτων (εγχώριας παραγωγής) και άλλων «εθνικών» επιτευγμάτων.
To ελικοπτεροφόρο Anadolu στη Σμύρνη – περιοδεία για… ψήφους του Ερντογάν
Στο ερώτημα βέβαια ποιος θα κερδίσει τις εκλογές, που είναι διπλές, προεδρικές και βουλευτικές, απάντηση σήμερα δεν μπορούμε να δώσουμε, αν και θα προτείνουμε ένα «νικητή». Το αποτέλεσμα της κάλπης είναι δύσκολο να προβλεφθεί όχι μόνο γιατί οι δύο αντίπαλοι στην προεδρική κούρσα δεν φαίνεται να έχουν σημαντική διαφορά μεταξύ τους (βέβαια οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δίνουν πρώτο τον Κιλιτσντάρογλου, που ηγείται της αντιπολιτευτικής συμμαχίας) αλλά και γιατί στις βουλευτικές η σύγκρουση διαφοροποιείται. Εκεί έχουμε πάλι συμμαχίες να διεκδικούν τους ψήφους: κυρίως τη Λαϊκή του AKP (Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) του Ερντογάν με το κόμμα του ακροδεξιού Μπαχτσελί, το MHP (Εθνικιστικής Δράσης) και την Εθνική Συμμαχία μεταξύ CHP (το Ρεπουμπλικανικό κόμμα) και μικρότερων όπως το DEVA και το Ευδαιμονίας μαζί με το εθνικιστικό ΙΥΙ. Υπάρχει ακόμη η Εργασίας και Ελευθερίας με κυρίως το κουρδικό κόμμα HDP και μικρά κόμματα της Αριστεράς, Πράσινους κ.λπ. Τέλος υπάρχει η ακροδεξιά Πατρογονική συμμαχία, του κόμματος της Νίκης και του κόμματος της Δικαιοσύνης.
Οι συμμαχίες αυτές έχουν συνεννοηθεί για «μοίρασμα» των υποψηφίων τους σε διάφορες επαρχίες, ώστε να υπάρχει εκπροσώπηση όλων των κομμάτων στη Βουλή, κάτι όμως που θα παράγει ένα πολυσύνθετο σκηνικό στην συγκρότηση της και αναμένεται να γίνουν πολλά παζάρια για το ποιος και πως θα στηρίξει την όποια κυβέρνηση.
Όλα τα παραπάνω συνοδεύονται και από τον φόβο του πως θα αντιδράσει ο Ερντογάν μετά από 20 χρόνια στην εξουσία, και κατά πόσο είναι πρόθυμος να την παραδώσει, έχοντας συγκροτήσει ισχυρούς μηχανισμούς διαχείρισης της. Ανάμεσα της και στρατιωτικής φύσης, όπως την ισχυρά οπλισμένη Στρατοχωροφυλακή, που έδωσε μεγάλη μάχη κατά των επίδοξων πραξικοπηματιών το 2016.
Νικητής θα είναι ο…
Στην Ελλάδα συνήθως λέμε ότι η Τουρκία είναι μια «γιαλαντζί» δημοκρατία, αλλά αυτή είναι μια επιφανειακή προσέγγιση. Σαφώς η δημοκρατία υποφέρει βαριά υπό τον Ερντογάν, αλλά υπάρχει πανσπερμία κομμάτων και αντιλήψεων, πολλαπλές αντιθέσεις και εντός των συμμαχιών (που είναι εκλογικές και όχι ιδεολογικές), πολλές εθνολογικής φύσεως διαφορές (κυρίως με την θέση του κουρδικού στοιχείου), υπάρχουν έντονες πολιτισμικές και ιδεολογικές προσεγγίσεις, αλλά και νεποτισμός και προσωποπαγή σχήματα και πολιτικές.
Η Τουρκία έτσι πολιτικά δεν είναι ούτε «μονοσήμαντη» ούτε εύκολη στην κατανόηση της, έχει ένα ρευστό πολιτικό και κοινωνικό πεδίο, στο οποίο επί Ερντογάν προστέθηκε και η θρησκευτική ρευστότητα (η κεμαλική κοσμικότητα έχει υποχωρήσει σαφώς), ενώ αναδείχθηκαν και νέα πολιτικά και κοινωνικά αιτήματα, όπως αυτό της μόρφωσης, με μεγάλο μέρος των νέων να έχει πλέον ανώτερη-ανώτατη παιδεία.
Ποιος λοιπόν θα νικήσει στις εκλογές; Ξεπερνώντας πρόσωπα και κόμματα, η δική μας αίσθηση και προσέγγιση είναι πως σε αυτές οι εκλογές, όπου αμφισβητείται πολύ σοβαρά η «παντοκρατορία Ερντογάν», ο πραγματικός νικητής θα είναι ο Τουρκικός ριζοσπαστισμός. Μια αντίληψη δηλαδή εξαιρετικότητας που θα παραμείνει, ακόμη και αν ο Ερντογάν χάσει και φύγει από το πολιτικό σκηνικό. Μια αίσθηση «μεγαλείου» και «πεπρωμένου», την οποία ασπάζονται και πολλά κόμματα της αντιπολίτευσης, βλέποντας ότι έχει απήχηση μεγάλη. Η Τουρκία έτσι έχει εδώ και πολλά χρόνια πάψει να είναι εσωστρεφής και φοβική (όπως ήταν π.χ. τη δεκαετία του 80), πειθήνια στο ΝΑΤΟ και στη Δυτική Συμμαχία και με ίσως κύριο όραμα τον «εξευρωπαϊσμό» της. Τώρα πρωτεύει άλλη αντίληψη, παντουρκική-παντουρανική που είναι μεν ερντογανικής σύλληψης ως σύγχρονο κατασκεύασμα, αλλά έχει βαθιές ρίζες. Στον τουρκικό μυστικισμό, στην οθωμανική παράδοση ενσωμάτωσης αλλογενών πληθυσμών (με τη βία ή και όχι), στην σουνιτική εξωστρέφεια, στον τουρκικό ευσεβισμό που προσφέρει θρησκευτική βεβαιότητα στην τάση για εξάπλωση και στο κυνήγι για επιρροή.
Η Τουρκία βαδίζει έτσι σε ένα δρόμο ριζοσπαστικής ανανέωσης της, δύσβατο, ανηφορικό, ασταθή, επικίνδυνο, αλλά με αρκετά εφόδια. Έχει πλέον το 19ο ΑΕΠ στον κόσμο, είναι 17η (ή 18η) σε πληθυσμό, έχει μεγάλο ποσοστό νέων, έχει 208 πανεπιστήμια, έχει μεγάλη βαριά βιομηχανία, έχει εξαγωγές, διμερείς συμμαχίες και συμμετοχή σε νέα πολυπολικά διεθνή σχήματα, διαθέτει και αναπτύσσει εγχώρια τεχνογνωσία, είναι παρεμβατική στην περιφέρεια της. Δεδομένα που ξεπερνούν τις κομματικές αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της και μπορεί να δράσουν ως ενοποιητικός παράγοντας με υπόσχεση “προόδου και σημαντικότητας” για όλους. Μεγάλη σαφώς και η λίστα των αδυναμιών της, σε επίπεδο θεσμών, σε συνοχή κοινωνική, σε ψαλίδα εισοδημάτων, σε εσωτερική συναίνεση, σε εθνολογική σύνθεση, σε διεθνή αστάθεια, καθώς επιχειρεί να συνεταιριστεί τους πάντες μα με βιασύνη και έλλειμα πειθούς και ισχύος, τόσο ήπιας όσο και σκληρής.
Παρόλα αυτά, όποιο και να είναι το αποτέλεσμα των εκλογών, ο νικητής προβλέπουμε ότι είτε εξ ανάγκης, είτε από πίστη, είτε από κοινωνική πίεση, θα συνεχίσει την ριζοσπαστική μετεξέλιξη της χώρας, με διαρκή αναζήτηση ραγδαίας “ανόδου” σε όλα τα επίπεδα, ως αυτοεπιβεβαιούμενη προφητεία επαναφοράς της σε κάποιο ιστορικό βάθρο που “κακώς της αφαιρέθηκε”. Ως μοναδική μέθοδος δηλαδή που προσφέρεται για να παραμένει ενωμένη η Τουρκία, που ακριβώς επιταχύνοντας εδώ και δεκαετίες, δεν έχει περιθώριο πλέον ούτε να «φρενάρει» (δεν υπάρχουν θεσμοί που να επιτρέπουν τέτοια διαχείριση) ούτε να «σκοντάψει» (αν συμβεί, ρισκάρει την διάλυση της). Και ακριβώς αυτή η πορεία προς τον πολιτικό και γεωπολιτικό ριζοσπαστισμό είναι που μπορεί να φέρει σημαντική εξέλιξη και στις διμερείς μας σχέσεις.