Χθες με το προεδρικό διάταγμα 595/2022 ο Πρόεδρος της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ Ελ Σίσι κήρυξε την θαλάσσια οριοθέτηση στα δυτικά της χώρας του, δηλαδή με τη Λιβύη. Συγκεκριμένα ορίζονται δύο στοιχεία. Αρχικά τα 12 μίλια χωρικά ύδατα της Αιγύπτου (πάντα σε σχέση με την Λιβύη) με σημείο εκκίνησης το παράλιο σύνορο Αιγύπτου-Λιβύης. Για τον ορισμό αυτό ανακοινώθηκαν 7 συντεταγμένες (σημεία 2 έως 8) στο σχετικό διάταγμα. Στη συνέχεια, από το σημείο 8, με ευθεία γραμμή προς το Βορρά, έως το σημείο 9, ορίζεται η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της Αιγύπτου.
Το ενδιαφέρον εδώ είναι πως η ΑΟΖ (από το σημείο 8 έως το 9) ορίζεται σε μήκος 175 χιλιομέτρων μετά τα 12 μίλια, δηλαδή ακριβώς κάπου στο μέσο της συνολικής απόστασης από την Κρήτη. Άρα η Αίγυπτος τηρεί στο σημείο εκείνο (το 9) την αρχή της «μέσης γραμμής» με την Ελλάδα.
Η Αιγυπτιακή κίνηση έτσι είναι ξεκάθαρο πως ορίζει στην συγκεκριμένη περιοχή την ΑΟΖ της, σεβόμενη την Ελληνική πλευρά και το δικό της δικαίωμα άσκησης εκμετάλλευσης. Οπότε ευθέως παρακάμπτεται το τουρκολιβυκό μνημόνιο που «παρεμβαλλόταν» νότια της Κρήτης, εξαφανίζοντας και την ελληνική διεκδίκηση, αλλά και την αιγυπτιακή.
Η απόφαση αυτή του Ελ Σίσι γίνεται βέβαια από θέση ισχύος καθώς η Αίγυπτος, τόσο γεωπολιτικά όσο και στρατιωτικά μπορεί να υπερασπιστεί το συγκεκριμένο όριο. Η γειτονική Λιβύη, αυτή τη στιγμή είναι στο έλεος της, μη διαθέτοντας ουσιαστικά οργανωμένο στρατό, με ανύπαρκτο ναυτικό και ψήγματα αεροπορίας, διχασμένη κιόλας στη μέση μεταξύ κυβέρνησης «Τρίπολης» (που αναγνωρίζεται διεθνώς) και των δυνάμεων του Χαφτάρ στα δυτικά. Ταυτόχρονα η περιοχή που πλέον μονομερώς λέει η Αίγυπτος πως «είναι ζώνη εκμετάλλευσης μου» είναι μακριά για την Τουρκία, που πολύ δύσκολα θα δομήσει εκεί ναυτικές επιχειρήσεις, είτε επίδειξης ισχύος και σημαίας είτε απόπειρας ελέγχου.
Δεν πρέπει όμως να μας διαφεύγει πως η Αίγυπτος με τη κίνηση της, που όπως φαίνεται έγινε χωρίς πρόθεση κοινής δράσης με την Αθήνα, είναι και ένα μήνυμα προς εμάς ή γιατί όχι μια προσυμφωνημένη διαδρομή. Έτσι, αν η Αίγυπτος δηλώνει διπλωματικά πως «διεκδικώ για ΑΟΖ την μέση απόσταση με εσάς, την Ελλάδα», είναι μια σπάνια ευκαιρία για τη χώρα μας να αποκριθεί, οριοθετώντας και αυτό το αντίστοιχο τμήμα. Δηλαδή τα 12 μίλια χωρικά ύδατα στα νότια της Κρήτης (μόνο εκεί, όχι σε όλο το νησί, ώστε να μην δοθεί «πάτημα» στην Τουρκία να μιλήσει για επέκταση 12 μιλιών στον Αιγιακό χώρο) αλλά -και εδώ το περαιτέρω κρίσιμο- για δικό μας ορισμό και ΑΟΖ στην ίδια περιοχή, ώστε να «συναντήσει» αυτή της Αιγύπτου.
Δημιουργώντας έτσι ένα κοινό τετελεσμένο για Τουρκία και Λιβύη, αντίστοιχο του Τουρκολυβικού παραδοξολογήματος «μοιράσματος ΑΟΖ». Μόνο που το ελληνο-αιγυπτιακό μοίρασμα ΑΟΖ, νότια της Κρήτης έως τα παράλια της Αιγύπτου, θα έχει πολύ μεγαλύτερο διεθνές βάρος, θα τηρεί σε σημαντικό βαθμό τη διεθνή νομιμότητα, τόσο τη γραπτή όσο και την εθιμική, και σε τελική ανάλυση θα μπορεί να στοιχειοθετηθεί ως βάση διαπραγμάτευσης, εφόσον όλα τα εμπλεκόμενα μέρη -η Τουρκία ουσιαστικά- προσέλθουν με καλή πρόθεση σε ένα τραπέζι διαλόγου.
Το τελευταίο είναι η ορθή λογικά και νομικά διαδρομή, καθώς -πρέπει να το πούμε εδώ- οι μονομερείς κηρύξεις ΑΟΖ δεν είναι η ιδανική μέθοδος οριοθέτησης τους. Το Δίκαιο της Θάλασσας δίνει το δικαίωμα σε κάθε χώρα να ορίσει “έως 200 ναυτικά μίλια” ΑΟΖ από τα παράλια της, αλλά όταν αυτά επικαλύπτονται με αντίστοιχο ορισμό γειτονικής χώρας (κάτι που είναι και καθεστώς στη Μεσόγειο, ως κλειστή θάλασσα) τότε ο μόνος δρόμος είναι η μεταξύ τους διαπραγμάτευση.
Άρα, Ελλάδα και Αίγυπτος πρέπει να “σύρουν” τη Λιβύη (τουλάχιστον, ως την πιο ασθενέστερη) σε κάποια σχετική συνεννόηση, αλλά και να δημιουργήσουν το παράδειγμα για την Τουρκία. Η τελευταία μπορεί είτε να αρνηθεί να προσέλθει, άρα θα εκτεθεί διεθνώς, μπορεί να διεκδικήσει δυναμικά τη δική της οριοθέτηση, άρα θα φανεί ως επιθετικός παράγοντας, είτε με δυσφορία να επιλέξει μια μακρόχρονη καθυστέρηση και διπλωματική θολότητα, που είναι και το πιο πιθανό.