Σκεφθείτε το εξής σενάριο: Ζευγάρι αλλοδαπών, κάποιας μακρινής εθνικότητας, αγοράζει σπίτι στην Αθήνα μέσω προγράμματος Golden Visa, οπότε αποκτά και άδεια παραμονής. Άνθρωποι φαινομενικά φιλήσυχοι, ευγενείς, λίγο απόμακροι, μιλάνε αγγλικά και τη δική τους γλώσσα, δεν κάνουν εντύπωση σε κανέναν, δεν κινούν καμμία υποψία. Αν τους ρωτήσει κανείς “έχουν μια επιτυχημένη επιχείρηση στη χώρα τους, αλλά πάντα ήθελαν να περνάνε λίγους μήνες το χρόνο στην όμορφη Ελλάδα”.
Στην συνέχεια το ευγενές ζευγάρι του (λίγο κινηματογραφικού) σεναρίου μας, αγοράζει από Έλληνα εισαγωγέα έναν πολύ καλής ποιότητας τρισδιάστατο εκτυπωτή, αλλά και διάφορα ηλεκτρονικά από τοπικά μαγαζιά, πάντα μικρές ποσότητες ανά κατάστημα. Οι ίδιοι παραγγέλνουν από την Κίνα, μέσω γνωστής πλατφόρμας ηλεκτρονικών πωλήσεων και μερικές δεκάδες ηλεκτρικά μοτέρ και άλλα εξαρτήματα, από αυτά που χρησιμοποιούνται σε drone, τα οποία επίσης δεν ελέγχονται από κανένα στην εισαγωγή τους, παρά μόνο για να επιβληθεί ο τυπικός φόρος.
Έτσι οι “φίλικοι ξένοι” μπορούν σε λίγους μήνες παραμονής να έχουν παράγει εντός του σπιτιού τους 20-30-40 τετρακόπτερα drones (και περισσότερα), χωρίς κανείς να το καταλάβει και υποψιαστεί. Τι λείπει; Ένα εκρηκτικό φορτίο, το οποίο φθάνει στην Ελλάδα το καλοκαίρι, μέσα σε 2 βαλίτσες (άλλωστε κάθε drone χρειάζεται μόλις ένα κιλό το καθένα εκρηκτικής ύλης), οι οποίες ξεφορτώνονται μέσω ενός γιοτ που έχει δέσει κάπου στην Αττική, σε μια από τις μαρίνες. Ένα από τα χιλιάδες που φθάνουν κάθε σεζόν, και επίσης κανείς δεν ερευνά ενδελεχώς, παρά μόνο γίνεται ένας έλεγχος διαβατηρίων.
Τα παραπάνω συναρμολογούνται επιμελώς σε ένα -πλέον θανάσιμο- πακέτο από drone-καμικάζι, τα οποία στοιβάζονται σε ένα βανάκι που έχει ενοικιαστεί γιατί χρειάζεται να γίνει “μια μετακόμιση”. Λίγες μέρες μετά το βαν αυτό, φθάνει κάπου στο Σχηματάρι, σε απόσταση μολις 1.500 μέτρων από την αεροπορική βάση της Τανάγρας, όπου βρίσκονται δεκάδες μαχητικά Rafale και Mirage 2000-5.

Το σενάριο -κάπως φωσκολικό αλλά πιάνετε την ιδέα- εξελίξτε το, ο καθένας όπως θέλει. Το “φιλικό ζευγάρι” μπορεί να είναι και περισσότερα. Τα εγχώριας συναρμολόγησης drone, μπορεί να αγοραστούν και τοπικά, ένα-ένα από μαγαζιά ειδών χόμπι. Το ειδικό λογισμικό που θα φορτωθεί σε αυτά, “σπάζοντας” το δικό τους, το μεταφέρει κανείς σε ένα στικάκι USB, ή απλά το κατεβάζει από το διαδίκτυο από ένα “αγνωστο στο κοινό” site. Το κοινό σημείο; Όλα αυτά είναι πολύ εύκολο να συμβούν, δεν ελέγχονται, ακόμη και στο πιο καλά φυλασσόμενο κράτος είναι αδύνατον να προβλεφθούν, όπως έδειξε το ρωσικό παράδειγμα.
Λέμε το προφανές: Η ουκρανική επιτυχία της ταυτόχρονης επίθεσης με μικρά drones, κατά βάσεων της ρωσικής Στρατηγικής Αεροπορίας, είναι ένα συμβάν που και έχει ξανασυμβεί (όχι σε τέτοια έκταση), και σίγουρα μπορεί να επαναληφθεί από οποιαδήποτε καλά οργανωμένη χώρα του κόσμου. Τα υλικά είναι απλά, η τεχνογνωσία προσιτή, η θέση των αεροπορικών βάσεων σε κάθε χώρα γνωστή, οι δορυφορικές φωτογραφίες που επιτρέπουν και την στοχοποίηση με ακρίβεια λίγων μέτρων διατίθενται είτε δωρεάν, είτε με μια εμπορική συνδρομή κάποιων εκατοντάδων ευρώ, το πολύ χιλιάδων. Όλα δηλαδή τα κομμάτια του πάζλ είναι “γύρω μας” και αρκεί κάποιος να πάρει την απόφαση να οργανώσει τη συναρμολόγηση τους.
Πως αντιμετωπίζεται μια τέτοια επίθεση
Αυτό λοιπόν είναι το δύσκολο σενάριο, η αντιμετώπιση και η προετοιμασία για μια τέτοια επιθετική ενέργεια. Και αφορά ειδικά την Ελλάδα η οποία έχει τα εξής μειονεκτήματα σε ότι αφορά τις κρίσιμες εγκαταστάσεις της, είτε αυτές είναι αεροπορικές βάσεις, είτε λιμάνια, είτε αποθήκες καυσίμων, είτε δίκτυα ρεύματος υψηλής τάσης και μεταφοράς φυσικού αερίου, είτε στρατιωτικές αποθήκες, είτε συγκροτήματα κεραιών, ραντάρ, κ.ο.κ. Αρχικά από όλα τα παραπάνω διαθέτουμε… λίγα. Οι στόχοι δηλαδή υψηλής αξίας δεν είναι πολλές εκατοντάδες. Επίσης, οι δικοί μας μεγάλοι στόχοι είναι αρκετά συγκεντρωμένοι, κυρίως στην Αθήνα και πολύ κοντά σε αστικό ιστό, δηλαδή σε περιοχές όπου η απόκρυψη μέσα στο πλήθος είναι πολύ πιο εύκολη. Ακόμη, πολλοί στόχοι μας έχουν ελάχιστη φύλαξη, συνήθως ένα φράχτη με σύρμα, στην καλύτερη περίπτωση μερικά φυλάκια με σκοπούς, οριακά και ένα περίπολο κάθε λίγες ώρες.
Και βέβαια είμαστε μια έντονα τουριστική χώρα, γενικότερα ένας εξωστρεφής τόπος, όχι αστυνομοκρατούμενος, με ελάχιστη καχυποψία και όχι σπάνια τη “χαλαρότητα” σε τυπικές διαδικασίες.
Τέλος, η χώρα μας, ως μικρής έκτασης δεν έχει “στρατηγικό βάθος”, δεν μπορεί να δημιουργήσει “απομονωμένες” κρίσιμες υποδομές σε απόσταση από τον ενδεχόμενο κίνδυνο. Αλλά και να είχε στρατηγικό βάθος, κι αυτό δεν εγγυάται τίποτα, όπως είδαν οι Ρώσοι στην πράξη, με μια από τις αεροπορικές βάσεις τους που χτυπήθηκαν να είναι στην Σιβηρία, πάνω από 4.000 χιλιόμετρα μακριά από την Ουκρανία.
Αναγκαίος εξοπλισμός, λύσεις και προβλήματα
Ας δούμε λοιπόν πως μια κρίσιμη εγκατάσταση, μια αεροπορική βάση αρχικά, θα μπορούσε να αντιμετωπίσει μια τέτοια επίθεση drones, αλλά με τα ειδικά χαρακτηριστικά που είδαμε στην επιχείρηση της Ουκρανίας: Δηλαδή απογείωση τους από πολύ κοντινή απόσταση, άρα το χρονικό περιθώριο εντοπισμού/αναχαίτισης είναι ελάχιστο (1-2 λεπτά καθώς ένα drone τύπου τετρακόπτερου τόσο χρειάζεται για να καλύψει μια απόσταση 1-2 χιλιομέτρων), ενώ μιλάμε και για σχετικά μαζική εξαπόλυση, με αρκετά drone να είναι ταυτόχρονα στον αέρα και να κινούνται επιθετικά. Όλα τα παραπάνω σε χαμηλό υψόμετρο κάπου 100-200 μέτρων, πιθανά και από διαφορετικές διευθύνσεις.
1. Σύστημα παρεμβολών
Βασικό στοιχείο, με ικανότητα εντοπισμού αρχικά των εισερχόμενων, άρα με ραντάρ, συγκρότημα ηλεκτροοπτικών, ακουστικούς αισθητήρες, όλα συνδεδεμένα και με κέντρο ελέγχου για να δοθεί ο απαραίτητος συναγερμός, αλλά και με δυνατότητα αυτοματοποιημένης λειτουργίας. Μαζί με τους σένσορες, ένα δίκτυο παρεμβολέων με εμβέλεια τουλάχιστον 10 χιλιόμετρα, ώστε να καλύπτει το σύνολο της βάσης και ένα αξιόλογο τμήμα της περιμέτρου.
Κρίσιμο εδώ; Τέτοιο σύστημα οφείλει να λειτουργήσει στιγμιαία στον εντοπισμό, άρα για λόγους ασφαλείας, τα μέρη του (αισθητήρες, παρεμβολείς, γεννήτριες, τηλεπικοινωνίες κ.α.) πρέπει να είναι σε περίσσεια ώστε να διασφαλιστεί η απόδοση ακόμη και με τεχνική αστοχία. Επίσης τέτοιο σύστημα εμπεριέχει το σοβαρό αλλά αναγκαίο ρίσκο, να παρεμβάλλει τις τρέχουσες δράσεις της αεροπορικής βάσης, δηλαδή τις τακτικές τηλεπικοινωνίες της, ακόμη και τη λειτουργία των αεροσκαφών.

Για τί παρεμβολείς μιλάμε; Πολυφασματικούς, γιατί δεν μπορείς να προβλέψεις σε ποια συχνότητα ακριβώς θα λειτουργούν τα καμικάζι-drone, μαζί με παρεμβολή σημάτων GPS/GLONASS/Βeidou, αλλά και δικτύων 3G-4G-5G κ.λπ. δηλαδή δεδομένων πλοήγησης τους. Οπότε οι παρεμβολείς πρέπει να είναι εξελιγμένοι, πολυκατευθυντικοί, υψηλής ισχύος, με συνεχή τροφοδοσία και πολύ σύγχρονο και με δυνατότητες εξέλιξης λογισμικό. Ζητάμε λοιπόν εδώ κάτι ανάλογο με τα συστήματα “Τηλέμαχος”, “Υπερίων”, “Κένταυρος” που παράγει ήδη η ΕΑΒ (… βρίσκεται δίπλα στην Τανάγρα), αλλά σε μεταξύ τους συνδυασμό, παράλληλη λειτουργία και αυτοματοποιημένα.
2. Σύστημα ενεργητικής κατάρριψης
Οι παρεμβολείς βέβαια δεν επαρκούν, καθώς ούτε απόλυτη είναι η απόδοση τους, ούτε μπορεί να αντιμετωπίσουν drones οπτικής ίνας, τα οποία δεν επηρεάζονται ηλεκτρονικά. Άρα στην περίμετρο της κρίσιμης εγκατάστασης χρειάζονται στοιχεία δραστικής κατάρριψης. Τι τύπου; Σταθεροί ή κινητοί πυργίσκοι πολυβόλων/ελαφριών πυροβόλων, με δικό τους ο καθένας σύστημα εντοπισμού (ραντάρ/ηλεκτροοπτικά), που να επικαλύπτονται οι ζώνες δράσης τους. Ιδανικά, στους ίδιους πυργίσκους και προσθήκη αντιαεροπορικών πυραύλων μικρής εμβέλειας. Στο σύντομο μέλλον και μικροκυματικό όπλο ή και laser, που να μπορεί να καταστείλει, με καταστροφή των ηλεκτρονικών, τέτοιες επιθέσεις.

Ξανά εδώ κρίσιμο είναι η δικτύωση όλων των παραπάνω με λογισμικό αναγνώρισης/ταυτοποίησης στόχων, ιδανικά και διαμοιρασμός τους στα στοιχεία αναχαίτισης, ώστε να αντιμετωπίζεται η επίθεση κορεσμού. Και εδώ μεγάλο ζήτημα η υψηλή απόδοση που να μειώνει τους ψευδοσυναγερμούς, να μη δημιουργεί ρίσκο στην ίδια την υπό υπεράσπιση υποδομή, αλλά και να μπορούν τα παραπάνω όπλα να διατηρούνται επανδρωμένα, ενεργά, συνεχώς!
3. Παθητική προστασία
Ιδανική κάθε αεροπορική βάση θα έπρεπε να έχει ένα “αποστειρωμένο” περίγυρο, απαγόρευσης πρόσβασης και δραστηριότητας, κάτι βέβαια πάρα πολύ δύσκολο (έως και αδύνατο στην Ελλάδα, με αεροπορικές βάσεις κοντά σε πόλεις/χωριά).
Πιο λογικά, κάθε αεροσκάφος μεγέθους μαχητικού, θα πρέπει να βρίσκεται τον περισσότερο χρόνο μέσα σε κλειστό shelter, και να εξυπηρετείται εκεί, άρα να αποφεύγεται όσο γίνεται η έκθεση του σε ανοιχτό χώρο. Εδώ ζητείται και ενίσχυση των shelter, ώστε να αντέχουν απευθείας βολή από σύγχρονο ισχυρό πυρομαχικό (όχι πλεόν drone τύπου τετρακόπτερου, αλλά μεγαλύτερα μεγέθους Shahed, ή και κατευθυνόμενα όπλα μεγάλου βεληνεκούς, βαλλιστικούς πυραύλους, ρουκέτες, cruise κ.λπ.). Τα παραπάνω απαιτούν και νέα μελέτη των διαδρόμων εσωτερικής μετακίνησης στη βάση, καμουφλάζ, αυτοματισμούς στη σφράγιση των πυλών και των θυρίδων του shelter κ.λπ.
Παράλληλα, οι κρίσιμες υποδομές της βάσης, π.χ. αποθήκες καυσίμων και πυρομαχικών, διοικητήρια, υπόστεγα επισκευών, συγκροτήματα τηλεπικοινωνιών, είτε θα πρέπει να υπογειοποιηθούν (ισχύει σε αρκετό βαθμό αλλά όχι πλήρως), είτε και να καλυφθούν με μεταλλικά δίκτυα, που θα εμποδίζουν το απευθείας πλήγμα των drones.

4. Επάνδρωση και φύλαξη
Προφανώς απαιτείται για όλα τα παραπάνω, καλή επάνδρωση και εξειδικευμένη ανθρώπινη φύλαξη των εγκαταστάσεων, σε όλη την περίμετρο και εσωτερικά. Οπότε χρειαζόμαστε περισσότερο προσωπικό από ότι διατίθεται και προβλέπεται σήμερα, σε συνεχείς βάρδιες, χωρίς διακοπή ή περιόδους “χαλάρωσης”. Μπορεί τα συστήματα που περιγράψαμε παραπάνω (παρεμβολείς/αναχαίτιση) να είναι αυτοματοποιημένα, αλλά αυτό δεν ακυρώνει την ανάγκη για εξτρά προσωπικό, το οποίο θα αναλάβει την επιτήρηση και σε ακόμη πιο μεγάλες αποστάσεις, π.χ. με την χρήση δικών του drone περιπολίας, ή με τυφέκιο “antidrone” όπως αυτό που αναπτύσσει το ΚΕΤΑΚ, αλλά θα χρειάζεται και για συντήρηση, επισκευή, χρήση αυτών των δομών. Άρα επιλύσεις του τύπου “έφεδροι λίγων μηνών κάνουν περιμετρική φρούρηση χωρίς ειδικό εξοπλισμό, εκπαίδευση και εμπειρία” δεν θα επαρκούν.
5. Νέα φιλοσοφία άμυνας
Τα παραπάνω, όπλα, υποδομές, δίκτυα, προσωπικό, εκπαίδευση, οχύρωση, είναι τα “ειδικά” στοιχεία. Καθώς τα γενικά και πιο σημαντικά είναι δύο: Το πρώτο είναι μια ριζικά εξελιγμένη αντίληψη και κουλτούρα άμυνας κρισίμων εγκαταστάσεων, που θα κάνει απόλυτα κατανοητό το ελάχιστο της προειδοποίησης, το δύσκολο της ανίχνευσης της απειλής, το μεγάλο μέγεθος της, άρα συνολικά και το κρίσιμο της. Όπου βέβαια δεν μιλάμε πλέον μόνο για drone, όπως στο παράδειγμα που περιγράφουμε, αλλά και για κάθε τύπου νέο όπλο μεγάλης εμβελείας, υψηλής ταχύτητας, μαζικής εξαπόλυσης, παραμονεύει. Εδώ λοιπόν η άμυνα εγκαταστάσεων μετασχηματίζεται σε “υψηλής εξειδίκευσης” ειδικότητα και σχολή σκέψης, που θα έχει μεγάλη προσαρμοστικότητα, ευελιξία αντίδρασης, συνεχή ανασχεδιασμό, χώρο για πρωτοβουλία, συνεχείς δοκιμές και τόλμη στο να παραδεχθείς το αδύνατο της 100% κάλυψης.
6. Επενδύσεις
Το δεύτερο κρίσιμο που αναφέραμε. Τα απαραίτητα κονδύλια, που επειδή δεν είναι αχανή θα πρέπει να κατευθυνθούν σε επιλεγμένες εγκαταστάσεις, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη επικάλυψη με γειτονικές. Εδώ, και δυστυχώς, αντιλήψεις για “πανεθνικό θόλο αεράμυνας κατά UAV και άλλων απειλών” πολύ δύσκολα υλοποιούνται καθώς τα ποσά που θα απαιτηθούν ξεπερνούν κάθε αμυντικό προϋπολογισμό, πόσο μάλλον τον ελληνικό. Άρα είναι απαραίτητη η αξιολόγηση και η εστίαση σε κάποιες υποδομές, με δεδομένο όμως πως η ροή κονδυλίων θα είναι διαρκής, ώστε να συμπληρώνεται/αναβαθμίζεται ο απαραίτητος εξοπλισμός, και ιδανικά θα επεκτείνεται και σε άλλες. Έτσι η πλήρης πολυστρωματική άμυνα (που κανένα κράτος στον κόσμο, ούτε το μικρής έκτασης, τεχνολογικά εξελιγμένο Ισραήλ δεν έχει πετύχει), ως στόχος και περιγραφή, καλό είναι να ερμηνευθεί με μεγαλύτερη ανάλυση και πραγματισμό. Οπότε να γίνει και κατανοητός από την κοινωνία, αλλά και βήμα εξέλιξης του, χωρίς υπέρμετρες υποσχέσεις.
Το παράδειγμα που δεν μπορείς να αποφύγεις
Με την τραγική διεθνή εξέλιξη των τελευταίων ετών, όπου έχουν ανοίξει νέα πολεμικά μέτωπα και εκτεταμένης σύγκρουσης (Ουκρανία, Ισραήλ, Γάζα, Υεμένη) και αναμένονται κι άλλα (π.χ. η Ταϊβάν) τα διδάγματα της πολεμικής πρακτικής και τα παραδείγματα που έρχονται είναι σχεδόν κατακλυσμιαία. Και δεν μας δίνουν πολλά περιθώρια επιλογής, δηλαδή να ενσωματώσουμε “κάποια” και “κάποια άλλα” να τα αφήσουμε για αργότερα. Καθώς η νέα όψη των πολέμων αμφισβητεί σωρεία δογμάτων και πρακτικών, που πάνω τους έχουν δομηθεί δεκαετίες αμυντικής σκέψης και οργάνωσης.
Και στην ελληνική περίπτωση όμως πάλι έχουμε ζήτημα. Στην Ουκρανία και οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές είχαν τον αιματηρό χρόνο (3 έτη ήδη) να εφεύρουν, να προσαρμοστούν, να καινοτομήσουν στο πεδίο της μάχης, πληρώνοντας όμως με χιλιάδες απώλειες κάθε επόμενη εβδομάδα σύγκρουσης. Και τα καταφέρνουν, η μεν Ουκρανία με πανεθνική συστράτευση, η δε Ρωσία με καταφυγή σε πολεμική οικονομία. Στην χώρα μας όμως, ένας απευκταίος πόλεμος δεν έχουμε κανένα εχέγγυο πως θα κρατήσει χρόνια απαντοχής και “εκμάθησης” (και ποιος θα το υπέμενε άλλωστε). Μπορεί λοιπόν να είναι των ολίγων ημερών που προβλέπουν (λανθασμένα κατά τη γνώμη μας) τα περισσότερα σενάρια, αλλά μπορεί να είναι και το ενδιάμεσο: Δηλαδή λίγων εβδομάδων/μηνών. Αλλά σε κάθε περίπτωση να είναι μια “εκρηκτική” σύγκρουση ακραίας κλιμάκωσης όπου οι εμπλεκόμενοι θα εξαντλήσουν ταχύτατα τα οπλοστάσια τους. Άρα όποιος κινηθεί ταχύτερα, τολμηρότερα, πετύχει το “πρώτο χτύπημα”, επιλέξει πρώτος στόχο και αναπτύξει το ειδικό σχέδιο του, να έχει και σοβαρή πιθανότητα νίκης. Έτσι λοιπόν σενάρια σαν αυτό που περιγράφουμε, σαν αυτό που είδαμε στην Ρωσία να υλοποιείται σε ένα πρωί, γίνονται όλο και πιθανότερα και όλο και ελκυστικότερα. Για όλους.