Του Γιώργου Βρανά
Αναδημοσίευση από την ΠΤΗΣΗ, τεύχος 174, Δεκέμβριος 1999
Το ενδεχόμενο της προμήθειας Eurofighter Typhoon από την Τουρκία, είναι κάτι που δεν το έχουμε συζητήσει ποτέ στη σελίδα μας, για ευνόητους λόγους. Θεωρούμε πως δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση, εκτός αν κάτι αλλάξει στην Τουρκία προς όφελος της χώρας μας. Σήμερα οι Ευρωπαίοι βλέπουν πως τα τουρκικά όπλα δεν έχουν στόχο τη Ρωσία ή το Ιράν, αλλά την Ελλάδα, την Κύπρο, τους Κούρδους της Συρίας και του Ιράκ. Συνεπώς, δεν βλέπουμε τέτοιο ενδεχόμενο στο ορατό μέλλον, αλλά και πάλι, έχουμε υποχρέωση να σας ενημερώσουμε για τις διαφορές μεταξύ του Μαχητικού Ενάεριας Υπεροχής Dassault Rafale της Πολεμικής Αεροπορίας, και του Eurofighter Typhoon. Το άρθρο που ακολουθεί, είναι αναδημοσίευση από το 1999, αλλά τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε!
Typhoo ή Rafale
Τα δύο μαχητικά παρουσιάζουν αρκετά κοινά στοιχεία και, απ’ ότι φαίνεται, στοχεύουν πολλές φορές στο ίδιο «αγοραστικό κοινό». Έχουν όμως ταυτόχρονα και πολλές επιμέρους διαφορές, που μεταφράζονται σε αντίστοιχες πρόσθετες δυνατότητες του καθενός τύπου. Η σύνθεση των χαρακτηριστικών τους καθιστά έναν ενδεχόμενο συνδυασμό τους κορυφαίο σε επιμέρους τομείς αποτελεσματικότητας του σύγχρονου αεροπορικού πολέμου. Το γεγονός αυτό, θέλουμε να πιστεύουμε, ότι αποτελεί μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για τη συνδυασμένη προώθησή τους στη διεθνή αγορά. Μια τέτοια έξυπνη κίνηση θα αποτελούσε την έμπρακτη απόδειξη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στο χώρο της αεροδιαστημικής βιομηχανίας και θα εξασφάλιζε τη συντριπτική κυριαρχία του συνδυασμού για την επόμενη, τουλάχιστον, δεκαετία.
Όπως είναι γνωστό στους παλαιότερους αναγνώστες της «Π&Δ», οι ευρωπαϊκές χώρες, που μετέχουν στην παραγωγή των δύο κορυφαίων μαχητικών, ξεκίνησαν πριν από είκοσι χρόνια περίπου μια κοινή προσπάθεια ανάπτυξης του επόμενου μαχητικού για τις πολεμικές τους αεροπορίες (Future European Fighter Aircraft-FEFA). Θεωρητικά λοιπόν, επειδή υπήρχε κοινός «εχθρός», που για την εποχή εκείνη ήταν οι αεροπορίες των χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ήταν δυνατό να υπάρξει σύγκλιση των απαιτούμενων χαρακτηριστικών ενός νέου μαχητικού. Υπήρχαν όμως ταυτόχρονα και διαφορές στις επιμέρους απαιτήσεις κάθε μιας χώρας, που βασίζονταν στις πραγματικές επιχειρησιακές ανάγκες των πολεμικών τους αεροποριών.
Ελληνικά Rafale: Η επίλεκτη δύναμη στρατηγικής κρούσης της ΠΑ
Για παράδειγμα, οι χώρες που συμμετείχαν στην κοινοπραξία PANAVIA (Βρετανία, η Ιταλία και η τότε Δ. Γερμανία) δεν είχαν στη διάθεσή τους ένα πραγματικό μαχητικό εναέριας μάχης, αφού η συμπαραγωγή της εποχής, το ολοκαίνουργιο TORNADO, ήταν προσανατολισμένο στη διεκπεραίωση αποστολών αέρος-εδάφους. Αντίθετα, για τη Γαλλία, το επίσης νέο Mirage 2000, αποτελούσε τη μοναδική για την εποχή ευρωπαϊκή απάντηση στα σοβιετικά «υπερμαχητικά» Mig-29 και Su-27. Η Ισπανία αποτελούσε εξαίρεση στον κανόνα, αφού τα F-18 που είχε επιλέξει, της παρείχαν τη δυνατότητα να καλύπτει και τις δύο απαιτήσεις, έστω και με κάποιους συμβιβασμούς στα επιμέρους χαρακτηριστικά επιχειρησιακής αποτελεσματικότητας.
Προσωρινά, οι χώρες που συμμετείχαν στην κοινοπραξία PANAVIA αντιμετώπισαν το πρόβλημα έλλειψης σύγχρονου μαχητικού εναέριας μάχης με διαφορετικούς, αλλά, εν πολλοίς, «εμβαλωματικούς» τρόπους. Η μεν Βρετανία ενέταξε στη δύναμη της RAF μια τροποποιημένη έκδοση του TORNADO (ADV), που στην πράξη αποδείχθηκε λανθασμένη κίνηση, ενώ οι υπόλοιπες δύο χώρες επέλεξαν τον εκσυγχρονισμό (σαν προσωρινή λύση), των ήδη αρχαιολογικής, περίπου, αξίας F-4F και F-104S.
Αντίστοιχα, η Γαλλία κινήθηκε στα χνάρια της RAF, αλλά στην αντίθετη κατεύθυνση, τροποποιώντας το Mirage 2000, προκειμένου να προκύψει ένα μαχητικό με αξιοπρεπείς απλά δυνατότητες προσβολής στόχων στο έδαφος. Μια περισσότερο εξελιγμένη και μεγενθυμένη έκδοση του Mirage, που βαφτίστηκε Mirage 4000, δεν έτυχε της υποστήριξης της γαλλικής ΠΑ και στην ουσία ξεπεράσθηκε από τις εξελίξεις.
Με τα δεδομένα αυτά, οι εκπρόσωποι των υποψήφιων εταιριών κατασκευής, κάθισαν σ’ ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων και προσπάθησαν να συντάξουν μια κοινή προδιαγραφή για το μαχητικό που θα έλυνε το σύνολο των επιχειρησιακών προβλημάτων, που αντιμετώπιζε η καθεμία απ’ τις χώρες που εκπροσωπούσαν. Η μακρόχρονη παράδοση κυρίως των τριών μεγαλύτερων κρατών (Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία) στο χώρο της αεροναυπηγικής οδήγησε στις πρώτες προστριβές «γοήτρου», με αφορμή την αεροδυναμική διαμόρφωση του νέου Ευρωμαχητικού.
ΑΠΟΨΗ: Rafale, γιατί όλα δείχνουν πως θα ξεπεράσει το Mirage 2000 σε επιτυχία;
Οι Γάλλοι επικαλούμενοι την αυτοδυναμία τους στη σχεδίαση και κατασκευή μαχητικών, πρότειναν κάποια εξέλιξη των Mirage 2000/4000, και ζήτησαν ηγετικό ρόλο στο νέο πρόγραμμα. Οι Γερμανοί, με μια πραγματικά υπέρογκη θεωρητική υποδομή προσέγγισης της αποτελεσματικότερης νέας διαμόρφωσης, πρότειναν αρχικά μια εξελιγμένη αεροδυναμικά έκδοση του P-530 Cobra (πρόγονου του F-18) και στη συνέχεια, μαχητικά που ήταν σχεδιαστικά πολύ κοντά στην σημερινή διαμόρφωση του Typhoon. Οι Βρετανοί επέμεναν σε σχεδιάσεις που έμοιαζαν με τα αμερικανικά F-16, αλλά είχαν και επιμέρους στοιχεία από το TORNADO. Στη συνέχεια αναζητήθηκαν και άλλα ανασταλτικά προσκόμματα από τις υποψήφιες εταιρίες, ενώ παράλληλα άρχισαν να αποτελούν αντικείμενα διαμάχης και άλλα ζητήματα, όπως η εμπορευσιμότητα της νέας σχεδίασης στις διεθνείς αγορές μαχητικών αεροσκαφών.
Οι Γάλλοι, δηλαδή η εταιρία Dassault, προσδοκούσαν εξ αρχής και στην εμπορική προοπτική του νέου προϊόντος, αντίθετα με τους υπόλοιπους υποψήφιους εταίρους που αν και δεν την απέκλειαν, στην ουσία επικέντρωναν την προσοχή τους στην ικανοποίηση των απαιτήσεων των πολεμικών αεροποριών των χωρών τους. Για το λόγο αυτό, παράλληλα με τις διεργασίες για την ανάπτυξη του νέου μαχητικού, η Dassault συνέχιζε από μόνη της τις δικές της προτάσεις με τη μορφή του προγράμματος πειραματικού μαχητικού αεροσκάφους (ACX). Παράλληλα, τα υπόλοιπα μέρη ανέθεσαν στη βρετανική British Aerospace την κατασκευή ενός αντίστοιχου πειραματικού πρωτοτύπου, του EAP, στο οποίο θα δοκιμάζονταν πολλές από τις τεχνολογικές λύσεις που προτείνονταν για το FEFA.
Γιατί τα γαλλικά Rafale έχουν τόσο χαμηλή διαθεσιμότητα; Και τι σημαίνει αυτό για τα δικά μας;
Τελικά, εν μέσω διαφωνιών και αντιπαραθέσεων, η μεν Γαλλία αποχώρησε από το πρόγραμμα το 1985, ενώ οι υπόλοιπες χώρες συνέχισαν από κοινού την ανάπτυξη του FEFA, που υλοποιείται σήμερα στο Ευρωμαχητικό Typhoon. Το αεροσκάφος δηλαδή που είδαμε να επισκέπτεται τη χώρα μας με ευκαιρία την εορτή του Προστάτη της ΠΑ, αλλά και στα πλαίσια της απόφασης της ελληνικής κυβέρνησης για την απόκτησή του. Αντίστοιχα, οι αποχωρήσαντες Γάλλοι, ξεκινώντας από το ACX έφθασαν στο σημερινό Rafale, που επίσης παρακολουθήσαμε να εκτελεί εντυπωσιακούς ελιγμούς στην πρόσφατη εορτή της ΠΑ.
Λόγω της πολυεθνικής του προέλευσης, το Typhoon καθυστέρησε σημαντικά τόσο στην ημερομηνία της πρώτης πτήσης του πρωτοτύπου, όσο και στην εξελικτική ανάπτυξη των διαφόρων συστημάτων του, σε σχέση με το καλύτερα συντονισμένο στον τομέα αυτό Rafale. Για παράδειγμα, ενώ ακόμη και σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένα Typhoon αντιπροσωπευτικό της έκδοσης παραγωγής, έχουν αντίθετα παραδοθεί τα πρώτα επιχειρησιακά γαλλικά μαχητικά στο πολεμικό ναυτικό της χώρας τους.
La Boom! 80 Rafale αγοράζουν τα Εμιράτα, η μεγαλύτερη παραγγελία που έγινε ποτέ
Τα πρώτα αυτά Rafale είναι εφοδιασμένα με «εισαγωγικές εκδόσεις» των ηλεκτρονικών βοηθημάτων παραγωγής, που πρόκειται να εξελιχθούν ακόμη περισσότερο στη συνέχεια, ενώ ορισμένα μόνο από τα πρωτότυπα Typhoon είναι εξοπλισμένα με πλήρεις συλλογές ηλεκτρονικών. Τα πρωτότυπα όμως αυτά χρησιμοποιούνται καθαρά σε σκοπούς δοκιμής και προετοιμασίας των αντίστοιχων «εισαγωγικών εκδόσεων» διαφόρων συστημάτων και απέχουν αρκετά από την εν σειρά παραγωγή. Ακόμη, ενώ στο Rafale έχει ολοκληρωθεί η πιστοποίηση μιας σειράς όπλων και επιχειρησιακών φορτίων, στο Typhoon, η διαδικασία αυτή βρίσκεται στα αρχικά της στάδια.
Οι διαφορές αυτές σε ποσοστό ωριμότητας παρότι δίδουν στους Γάλλους το πλεονέκτημα της καλύτερης «έξωθεν μαρτυρίας», εντούτοις θα επηρεάσουν, όπως φαίνεται, ελάχιστα τις ημερομηνίες παράδοσης των εξαγωγικών εκδόσεων των δύο μαχητικών. Πράγματι, και οι δύο κατασκευαστές (κοινοπραξία Eurofighter και Dassault) προβλέπεται να παραδώσουν τα πρώτα μαχητικά τους σε χώρες εκτός της αρχικής λίστας πελατών, γύρω στο 2004 με 2005. Επίσης και στις δύο περιπτώσεις αναμένεται περαιτέρω εξέλιξη των δύο τύπων, στους τομείς κυρίως των κινητήρων, των ηλεκτρονικών και των μεταφερόμενων όπλων, προκειμένου τα αεροσκάφη να παραμείνουν στην πρώτη γραμμή της τεχνολογίας για μακρύ χρονικό διάστημα.
Μια “δυνατή” δόση ελληνικών Rafale F3R, έτσι, για να πάει καλά η μέρα
Στην εν συνεχεία, λοιπόν, ανάλυση των χαρακτηριστικών των δύο κορυφαίων ευρωπαϊκών μαχητικών αεροσκαφών, λάβαμε κυρίως υπόψη το παρόν στάδιο ανάπτυξης των αεροσκαφών και το σχεδιασμό για βελτιώσεις των επιμέρους συστημάτων, που εμπίπτει το πολύ στην επόμενη δεκαετία. Θεωρήθηκαν δηλαδή σαν δεδομένα τα σημερινά τεχνολογικά χαρακτηριστικά τους, ή το πολύ εκείνα για τα οποία υπάρχει ορατό πεδίο ανάπτυξης.
Διαμόρφωση
Η κοινή προσπάθεια των κατασκευαστών, στα αρχικά στάδια ανάπτυξης των δύο τύπων αεροσκαφών, απεικονίζεται σαφώς στην αεροδυναμική τους διαμόρφωση. Και τα δύο ανήκουν στην ευρωπαϊκή σχολή των «delta-canard μαχητικών». Ο λόγος δε της επιλογής της συγκεκριμένης διαμόρφωσης είναι μάλλον προφανής και σχετίζεται με την προσπάθεια επίτευξης της μέγιστης δυνατότητας ελιγμών, ενώ παράλληλα επιδιώκεται η ελαχιστοποίηση της επαγόμενης οπισθέλκουσας, που ούτως ή άλλως αναπτύσσεται κατά την εκτέλεση των ελιγμών.
‘Bunker Buster’ για τα Rafale: H «βαριά» έκδοση του έξυπνου όπλου ΑΑSM και οι δυνατότητές του
Οι πτέρυγες διαμόρφωσης «δέλτα» παρουσιάζουν περιορισμένη υπερηχητική οπισθέλκουσα λόγω της μεγάλης γωνίας οπισθόκλισής τους και της μικρής αναλογίας πάχους προς τη χορδή. Επίσης, λόγω της κατά κανόνα μεγάλης επιφάνειας τους δίνουν χαμηλές τιμές πτερυγικής φόρτισης, γεγονός που ευνοεί σημαντικά την ευελιξία ενός μαχητικού. Παρουσιάζουν όμως το μειονέκτημα ανάπτυξης υπερβολικής επαγόμενης οπισθέλκουσας, ακόμη και σε πολύ μικρές τιμές γωνίας προσβολής.
Το πρόβλημα αυτό είναι δυνατόν να υπερκεραστεί, καθιστώντας το αεροσκάφος ασταθές κατά τον εγκάρσιο άξονα και ελέγχοντάς το με σύστημα Fly-By-Wire, όπως είδαμε για πρώτη φορά να εφαρμόζεται στο Mirage 2000. H επιβαλλόμενη αυτή αστάθεια, περιορίζει την οπισθέλκουσα του αεροσκάφους, επειδή κατά τους ελιγμούς, οι επιφάνειες ελέγχου (elevons) αποκλίνουν προς την κοιλία της αεροτομής, βελτιστοποιώντας έτσι την απόδοσή της. Συνεπώς, λοιπόν, φαίνεται ότι ένα ασταθές μαχητικό με πτέρυγα «δέλτα», είναι περισσότερο ευέλικτο από ένα ευσταθές στους ελιγμούς αλλαγής στάσης, αλλά κυρίως το επιτυγχανόμενο κέρδος αφορά στους παρατεταμένους ελιγμούς αλλαγής θέσης, όπου σκοπός είναι η ελαχιστοποίηση της οπισθέλκουσας.
Για να επιτευχθούν αντίστοιχα οι υψηλότερες δυνατές επιδόσεις στους στιγμιαίους ελιγμούς αλλαγής στάσης, είναι απολύτως απαραίτητη η εξασφάλιση αντίστοιχα υψηλής ισχύος ελέγχου. Η ισχύς αυτή εξασφαλίζεται από σχεδιαστικό συνδυασμό μεγάλης επιφάνειας πηδαλίων ελέγχου, επαρκούς γωνίας απόκλισης των πηδαλίων αυτών και βέβαια από την δημιουργία του δυνατόν μεγαλύτερου μοχλοβραχίονα της άντωσης των πηδαλίων, ως προς το κέντρο βάρους του αεροσκάφους. Στο πεδίο αυτό τα κινητά πτερύγια canard (που στην ουσία είναι πηδάλια ανόδου-καθόδου τοποθετημένα μπροστά από το χείλος προσβολής των πτερύγων), πέραν της ισχύος ελέγχου, αποσταθεροποιούν ακόμη περισσότερο το αεροσκάφος και παρέχουν αυξημένες δυνατότητες ελιγμών.
Είναι λογικό λοιπόν για δύο σχεδιάσεις που έχουν κάποιες κοινές ρίζες, να επιλεγεί κοινή αεροδυναμική διαμόρφωση. Τα κοινά τους δε στοιχεία δεν σταματούν στη γενική μορφή, αλλά επεκτείνονται και σε επιμέρους λεπτομέρειες. Βασικές διαστάσεις (μήκος ατράκτου, ύψος, εκπέτασμα πτερύγων) αλλά και αναλογίες διαστάσεων (λόγος διατάματος, αναλογία επιφάνειας canard προς επιφάνεια πτερύγων) σε μεγάλο βαθμό συμπίπτουν, δημιουργώντας την εντύπωση ότι τα δύο μαχητικά στην ουσία διαφέρουν μόνο στα σημεία.
Στην πραγματικότητα όμως, παρά την γενική ομοιότητά τους, τα δύο αεροσκάφη διαφέρουν σε επιμέρους καθοριστικούς τομείς, σε έκταση που να επιτρέπει τη διατύπωση άποψης περί «διαφορετικού στην ουσία στόχου σχεδίασης». Η μεγαλύτερη οπισθόκλιση του χείλους προσβολής της πτέρυγας του Typhoon, σε συνδυασμό με το μεγαλύτερο λόγο εκλέπτυνσης, δείχνουν προσπάθεια βελτιστοποίησης των υπερηχητικών επιδόσεων του μαχητικού. Τα αντίθετα αντίστοιχα στοιχεία του Rafale αποκαλύπτουν τάση βελτιστοποίησής του στη διηχητική περιοχή.
Τα πτερύγια canards του Typhoon είναι τοποθετημένα στη μεγαλύτερη δυνατή απόσταση από το κέντρο βάρους του αεροσκάφους, (σχεδόν στην περιοχή της εμπρόσθιας γωνίας του cockpit), μεγιστοποιώντας την αστάθεια του αεροσκάφους και την ισχύ ελέγχου των πτερυγίων. Στο Rafale, η Dassault έχει επιλέξει την τοποθέτηση των canards σχεδόν στο χείλος προσβολής της πτέρυγας, με αποτέλεσμα την ύπαρξη μικρότερου μοχλοβραχίονα ως προς το κέντρο βάρους και ταυτόχρονα λιγότερη αστάθεια. Το γαλλικό, επίσης, μαχητικό, ενσωματώνει προέκταση της πτέρυγας προς την άτρακτο (Leading Edge Root Extension) για την ενίσχυση της άντωσης στις μεγάλες γωνίες προσβολής, σε αντίθεση με το Typhoon που για το σκοπό αυτό έχει μικρές και λιγότερο αποτελεσματικές επιφάνειες (strakes), ανάλογες με εκείνες του Mirage 2000.
Άλλο στοιχείο αεροδυναμικής διαφοροποίησης αποτελούν και οι εισαγωγές αέρα του προωθητικού συστήματος. Στο Rafale, οι αεραγωγοί έχουν σχήμα μισοφέγγαρου και αποτελούν μέρος μιας ιδιαίτερα προηγμένης σχεδίασης του μπροστινού μέρους της ατράκτου (σε σχήμα V). Μοιάζουν δε με του αεραγωγούς του αμερικανικού F/A-18 A/C Hornet, που είναι γνωστό για τις μεγάλες τιμές γωνίας προσβολής που μπορεί να επιτύχει. Αντίθετα, οι αεραγωγοί του Typhoon είναι τοποθετημένοι κάτω από το ρύγχος του αεροσκάφους και έχουν κινητό χείλος προσβολής, προκειμένου να λειτουργούν ικανοποιητικά στις μικρές ταχύτητες πτήσεως.
Υπάρχουν ακόμη πολλές ήσσονος σημασίας διαφορές, όπως είναι η θέση, το μέγεθος και η λειτουργία του αερόφρενου, όπου στο Rafale υποκαθίστανται από την απόκλιση των elevons, ενώ στο Typhoon έχει αξιοσημείωτο μέγεθος και ευρίσκεται στη ράχη, πίσω ακριβώς από την καλύπτρα. Η διάταξη του Rafale παρουσιάζει μικρότερη αποτελεσματικότητα από εκείνη του Typhoon, αλλά ταυτόχρονα είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί σε μεγαλύτερο εύρος ταχυτήτων.
Γενικά, θα μπορούσαμε να εκτιμήσουμε ότι η αεροδυναμική διαμόρφωση του Typhoon του δίνει σημαντικό πλεονέκτημα υπεροχής σε δυνατότητες ελιγμών, κυρίως στην υποηχητική και την υπερηχητική περιοχή (με αριθμούς Μαχ μικρότερους από 0,8 και μεγαλύτερους από 1,2), γεγονός που είναι σύμφωνο με την βελτιστοποίηση που επιδίωξαν οι κατασκευαστές του. Το Rafale προσεγγίζει ενδεχομένως σε δυνατότητα ελιγμών στη διηχητική περιοχή (από 0,9 έως 1,1 Μάχ), ενώ, ταυτόχρονα, είναι λιγότερο ασταθές και έχει μεγαλύτερο πτερυγικό φόρτο, επιτρέποντάς του να αποδώσει καλύτερα σε αποστολές διείσδυσης σε χαμηλό ύψος, όπου τα στοιχεία αυτά έχουν καθοριστικό ρόλο.
Κατασκευή
Εκτός από την αεροδυναμική και γεωμετρική τους διαμόρφωση, τα δύο ευρωπαϊκά μαχητικά μοιάζουν ακόμη και στις μεθόδους και τα υλικά κατασκευής. Κύριο υλικό της δομής και στις δύο περιπτώσεις αποτελούν τα σύνθετα ανθρακονήματα, ενώ στο Rafale χρησιμοποιείται σε αρκετά μεγάλο ποσοστό το προηγμένο κράμα αλουμινίου-λιθίου. Αντίθετα, το υλικό αυτό χρησιμοποιείται ελάχιστα στο Typhoon όπου προτιμάται το περισσότερο κλασικό αεροπορικό αλουμίνιο. Και στα δύο υπάρχει τιτάνιο, με ευρύτερη χρήση στο Rafale, όπου το υλικό αυτό αποτελεί κύριο συστατικό των canards και των χειλών προσβολής των πτερύγων. Στο Typhoon, η χρήση τιτανίου περιορίζεται στα canards και στη βοηθητική εισαγωγή αέρα του κινητήρα, που βρίσκεται στη βάση του κάθετου σταθερού.
ΑΠΟΨΗ: Η αγορά των Rafale κίνηση υπεροχής από την Ελλάδα χωρίς δυνατότητα απάντησης από την Τουρκία…
Τα λειτουργικά συστήματα των δύο μαχητικών παρουσιάζουν επίσης πολλές ομοιότητες, με το υδραυλικό σύστημα να λειτουργεί στην ίδια πίεση (5.000 λίβρες ανά τετραγωνική ίντσα) και να κινεί τα ίδια εξαρτήματα. Επίσης, ανάλογη είναι και η διάταξη και η χωρητικότητα των εσωτερικών δεξαμενών καυσίμου, με μικρή υπεροχή του Typhoon σε χωρητικότητα (περί τα 300 λίτρα καυσίμου), που όπως θα δούμε στη συνέχεια είναι απαραίτητα για να καλύψουν τη σχετικά μεγαλύτερη κατανάλωση των κινητήρων του. Το Rafale υπερέχει σημαντικά στην ποσότητα εξωτερικού καυσίμου που μπορεί να μεταφέρει (πάνω από 2 προς 1), καθώς έχει πέντε κατάλληλους σταθμούς φόρτωσης, έναντι τριών του Typhoon, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να χρησιμοποιεί πολύ μεγαλύτερες δεξαμενές.
Ουσιαστική διαφορά υπάρχει στο σύστημα προσγείωσης των δύο μαχητικών, όπου το Rafale υπερέχει σημαντικά. Η διάταξή του είναι δανεισμένη από το F-18 και αφορά σε αρθρωτά κύρια σκέλη, που αποθηκεύονται στην άτρακτο και το ριναίο σκέλος, με διπλούς τροχούς, που διπλώνει προς την κατεύθυνση του ρύγχους. Οι απαιτήσεις του γαλλικού ναυτικού έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο για τη διαμόρφωση και την κατασκευή του σκέλους του Rafale, αφού έχουν επιβάλλει αυξημένη αντοχή και στιβαρότητα. Στο Typhoon, το σύστημα προσγείωσης είναι μάλλον αποτέλεσμα περιορισμένης έμπνευσης των σχεδιαστών του, αφού στην ουσία αποτελεί περιοριστικό παράγοντα για τη μεταφορά εξωτερικών φορτίων μεγάλου όγκου.
Rafale εκτοξεύει AM39 Exocet, εικόνα από τους εξουσιαστές του Αιγαίου για τα επόμενα 30 χρόνια
Τα κύρια σκέλη του Typhoon στηρίζονται στις πτέρυγες και αποθηκεύονται εγκάρσια τόσο σ’ αυτές, όσο και στην αντίστοιχη περιοχή της ατράκτου που φθάνει περίπου μέχρι τη νοητή γραμμή του διαμήκους άξονα συμμετρίας του αεροσκάφους. Έτσι, περιορίζεται σημαντικά η ανεπηρέαστη επιφάνεια των πτερύγων αλλά και της κοιλίας της ατράκτου, όπου θα μπορούσαν να αναρτηθούν φορτία. Το ριναίο σκέλος του αεροσκάφους της κοινοπραξίας διπλώνει προς την ουρά, με αποτέλεσμα να περιορίζει ακόμη περισσότερο τον διαθέσιμο χώρο κάτω από την άτρακτο, επιτρέποντας στην ουσία την μεταφορά στο σταθμό αυτό, το πολύ μιας δεξαμενής των 1.000 λίτρων.
Τα δύο μαχητικά έχουν ακολουθήσει διαφορετικές οδούς για τον περιορισμό της αντανακλαστικής τους επιφάνειας στα εχθρικά RADAR (RCS). Το γαλλικό μαχητικό παρουσιάζει ίσως τη μεγαλύτερη συλλογή λύσεων περιορισμού του RCS, από οποιοδήποτε άλλο σημερινό υπαρκτό αεροσκάφος, εκτός των F-22 και F-117. Υπάρχουν σχεδιαστικά στοιχεία όπως ο περιορισμός των γωνιών, η ενσωμάτωση πτερύγων-ατράκτου, η διαμόρφωση σε σχήμα V του ρύγχους, η κατά το δυνατό εξομάλυνση των αεραγωγών και συγχώνευσή τους με την άτρακτο, η ευθυγράμμιση canards και πτερύγων κ.ά. Η σημασία που έχει αποδοθεί στον περιορισμό της αντανακλαστικής επιφάνειας του αεροσκάφους αυτού φαίνεται και από τη διαμόρφωση, σε σχήμα ζιγκ-ζαγκ (serrated), που έχει δοθεί στα χείλη εκφυγής των canards και των πηδαλίων flaperons, έτσι ώστε η προσπίπτουσα ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία να διαχέεται ακανόνιστα, όταν τα πηδάλια αυτά έχουν αποκλίνει από την ουδέτερη θέση τους.
Η Safran γιορτάζει την κατασκευή του 600ου κινητήρα M88 για τα Rafale
Αντίθετα, το Typhoon παρουσιάζει σημαντικά θεωρητικά μειονεκτήματα στον τομέα αυτό, αφού λείπει εντελώς η ενσωμάτωση των πτερύγων με την άτρακτο (συναντιώνται σχεδόν υπό γωνία 90 μοιρών), το αεροσκάφους παρουσιάζει πολλές ακμές, το ρύγχος του είναι κλασικής σχεδίασης, ο αεραγωγός του είναι επίσης σχεδόν κάθετος και βέβαια λείπουν οι επιφάνειες ζιγκ-ζαγκ. Η ευρωπαϊκή κοινοπραξία ισχυρίζεται βέβαια ότι το προϊόν της διαθέτει τη μικρότερη αντανακλαστική επιφάνεια, από οποιοδήποτε άλλο μαχητικό παραγωγής, γεγονός όμως που δε συμβαδίζει με τη γενική του μορφή.
Ίσως ο ισχυρισμός αυτός να βασίζεται στη χρήση υλικών απορρόφησης της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας (RAM), πλην όμως, στην περίπτωση αυτή το ίδιο θα μπορούσε να επικαλεστεί και η Dassault, αφού στην ουσία η χρήση των RAM δεν αφορά σε κύρια επιλογή σχεδίασης. Το σύνολο πάντως του έγκυρου διεθνούς ειδικού τύπου επαινεί και ξεχωρίζει τις ιδιότητες χαμηλής αποκαλυψιμότητας του Rafale, ενώ για το Typhoon υπάρχει η εκτίμηση ότι κινείται στα επίπεδα ενός F-16, στο οποίο έχουν προστεθεί υλικά RAM.
To συμπέρασμά μας λοιπόν για το αντικείμενο της τεχνολογίας κατασκευής, είναι ότι τα εύσημα για την ευρηματικότερη σχεδίαση πρέπει να αποδοθούν στη γαλλική βιομηχανία. Εάν όμως αναλογιστούμε ότι το Typhoon σχεδιάστηκε αρχικά με μεγάλη προτεραιότητα στην κάλυψη μιας ιδιαίτερα απαιτητικής και συγκεκριμένης απαίτησης, της εναέριας δηλαδή κυριαρχίας με αντίπαλα τα Su-27 FLANKER και τους απογόνους τους, μπορούμε να κατανοήσουμε τους λόγους για τους οποίους ορισμένα αντικείμενα σχεδίασης δεν έχουν τύχει της δέουσας προσοχής. Αντίθετα, οι απαιτήσεις των Γάλλων αφορούσαν σε ένα ευρύ πεδίο επιχειρησιακών ρόλων και έτσι αναζητήθηκαν οι βέλτιστες δυνατές λύσεις σε κάθε σημείο και γωνία του μαχητικού, που θα εξυπηρετούσαν καλύτερα τους ρόλους αυτούς. Θα πρέπει ακόμη να λάβουμε υπόψη ότι σε μια μονοεθνική σχεδίαση είναι πολύ ευκολότερο να υπάρξουν τροποποιήσεις και βελτιώσεις, που να συμβαδίζουν με την αιχμή της τεχνολογίας, απ’ ότι σε μια πολυεθνική, όπου οι οποιοδήποτε τροποποιήσεις της βασικής σχεδίασης θα πρέπει να περάσουν από πολλαπλάσιες εγκρίσεις και πιθανές αντιρρήσεις.
Πρόωση-Κινητήρες
Η επίτευξη των επιθυμητών επιδόσεων επιτάχυνσης και αναρρίχησης καθώς και υψηλής ικανότητας σε παρατεταμένους ελιγμούς αλλαγής θέσης εξαρτάται, πέραν της αεροδυναμικής διαμόρφωσης και από την απόδοση του συστήματος πρόωσης των δύο μαχητικών. Επίσης, από το προωθητικό σύστημα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και η σημαντικότατη επιχειρησιακή επίδοση της εμβέλειας, που είναι συνάρτηση της κατανάλωσης καυσίμου. Και τα δύο μαχητικά είναι εφοδιασμένα με δύο κινητήρες διπλού άξονα και διπλής ροής (twin spool turbofan), που ενσωματώνουν τις τελευταίες εξελίξεις της τεχνολογίας στο τομέα αυτόν. Έτσι, και στις δύο περιπτώσεις εντοπίζονται ολικοί λόγοι συμπίεσης της τάξης του 25 προς 1, μικρές διαστάσεις και βάρος, σπονδυλωτή κατασκευή, τεχνική ολόσωμων δίσκων και πτερυγίων (blisks), μονοκρυσταλλικά πτερύγια και ηλεκτρονικά-ψηφιακά συστήματα ελέγχου λειτουργίας.
Η απόδοση των κινητήρων είναι βέβαια σε διαφορετικά επίπεδα και το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζεται στις επιδόσεις ελιγμών και αναρρίχησης των δύο μαχητικών, όπου το Typhoon παρουσιάζει σημαντική υπεροχή. Ο υπέρτερος λόγος ώσης προς βάρους και η υψηλότερη απόδοση σε προωθητική ισχύ των κινητήρων EJ 200 της ευρωπαϊκής κοινοπραξίας, έναντι των αντίστοιχων στοιχείων των γαλλικών Μ88-2 συμβάλλουν καθοριστικά για τη διαφορά στις απόλυτες επιδόσεις. Ακόμη ο κινητήρας EJ 200 καταναλώνει, ανά κιλό ώσης που παράγει, περίπου το ίδιο βάρος καυσίμου με τον M88, γεγονός που τον καθιστά κατά βάση αποδοτικότερο.
Τελικά όμως, εάν οι κινητήρες χρησιμοποιούνται σε καταστάσεις μέγιστης απόδοσης, το Rafale καταναλώνει σημαντικά λιγότερη ποσότητα καυσίμου, λόγω ακριβώς της μικρότερης προωθητικής του ισχύος (η κατανάλωση στη μονάδα του χρόνου προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό της ειδικής κατανάλωσης επί την προωθητική δύναμη). Η μικρότερη λοιπόν συνολικά κατανάλωση του γαλλικού μαχητικού, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα μεταφοράς μεγαλύτερου όγκου εξωτερικών καυσίμων (μέχρι και 5 δεξαμενές!) του παρέχουν σαφή υπεροχή στις επιδόσεις εμβέλειας, τόσο στις αποστολές εναέριας μάχης, όσο και σε εκείνες της διείσδυσης.
Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι τα στοιχεία επιδόσεων που φαίνονται στους διπλανούς πίνακες, έχουν δοθεί κατά καιρούς από τους κατασκευαστές των αεροσκαφών και έτσι πιθανόν να είναι ωραιοποιημένα. Από το γεγονός όμως της αναζήτησης από τους Γάλλους, μιας ισχυρότερης έκδοσης του κινητήρα M88, και αντίστοιχα από την κοινοπραξία Eurofighter, διαφόρων τρόπων επαύξησης του μεταφερόμενου όγκου καυσίμων, γίνεται προφανές ότι εάν τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι, είναι τουλάχιστον περίπου όπως περιγράφεται στους πίνακες.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης το ότι και από τα δύο μαχητικά λείπει το σύστημα κατεύθυνσης ώσης. Για το μεν Rafale,ουδέποτε έχει γίνει μνεία του συστήματος, ενώ για το Typhoon, αν και αναπτύσσεται ανάλογο σύστημα που θα αντικαθιστά τα ακροφύσια των κινητήρων EJ200, δεν έχει μέχρι στιγμής ζητηθεί η ενσωμάτωσή του στο αεροσκάφος. Το γεγονός αυτό είναι παράδοξο, εάν αναλογιστεί κανείς ότι τα μελλοντικά αμερικανικά και ρωσικά μαχητικά σχεδιάζονται με το σύστημα αυτό σαν μέρος του βασικού εξοπλισμού.
Ενδεχομένως, η εξήγηση για την αποστροφή στο σύστημα αυτό να σχετίζεται με το χρόνο που θα απαιτήσει η ενσωμάτωση του συστήματος στο λογισμικό του συστήματος ελέγχου πτήσεως. Ήδη η παραγωγή των αεροσκαφών αυτών έχει καθυστερήσει σημαντικά, γεγονός που οδηγεί τις κυβερνήσεις των χωρών παραγωγής σε έξοδα μόνο, χωρίς αντίστοιχα να απολαμβάνουν των εσόδων μιας εξαγωγικής επιτυχίας.
ΔΕΟΣ: Η φωτογραφία που εξηγεί γιατί η Ελλάδα αγόρασε τα Rafale, και θα συνεχίζει να τα αγοράζει…
Τελικά λοιπόν, στο αντικείμενο του προωθητικού συστήματος, φαίνεται ότι η τεχνολογική πρωτοπορία ανήκει στην ευρωπαϊκή κοινοπραξία, με συνεπακόλουθο τις υψηλότερες επιδόσεις επιτάχυνσης, αναρρίχησης και ελιγμών του Typhoon. Το Rafale, βρίσκεται σε αξιοπρεπή απόσταση, με επιδόσεις ανάλογες ή λίγο καλύτερες των σημερινών κορυφαίων δυτικών μαχητικών (F-16, F-18 και Mirage 2000), ενώ υπερτερεί σημαντικά στον τομέα της εμβέλειας, προσεγγίζοντας ακόμη και τις επιδόσεις του κορυφαίου στον τομέα F-15E Strike Εagle. Αποδεικνύονται λοιπόν οι διαφορετικές προτεραιότητες που υπήρξαν κατά το σχεδιασμό και την ανάπτυξη των εν λόγω μαχητικών.
Ηλεκτρονικά
Τα ηλεκτρονικά βοηθήματα αποτελούν πλέον, εκτός ενός σημαντικότατου ποσοστού του βάρους και του κόστους ενός μαχητικού, έναν από τους κυριότερους παράγοντες της επιχειρησιακής του αποτελεσματικότητας. Στον τομέα λοιπόν αυτό οι δύο ευρωπαϊκές σχεδιάσεις περιλαμβάνουν τεχνολογικές λύσεις, που βρίσκονται στην αιχμή της τεχνολογίας, χωρίς να υστερούν (το αντίθετο μάλιστα) των αμερικανικών μαχητικών. Τα κοινά στοιχεία εντοπίζονται στην ύπαρξη ανάλογων συστημάτων ελέγχου πτήσεως (Fly-By-Wire), στα επίσης ανάλογα συστήματα αεροναυτιλίας και επικοινωνιών, στο ολοκληρωμένο και αυτοματοποιημένο σύστημα ενεργών και παθητικών ηλεκτρονικών αντιμέτρων, στην ύπαρξη παθητικών ηλεκτροοπτικών μέσων εντοπισμού και παρακολούθησης στόχων και στην προηγμένη διαμόρφωση του cockpit. Υπάρχουν ακόμη ή πρόκειται να ενσωματωθούν στις εκδόσεις παραγωγής σκοπευτικά κάσκας (Helmet Mounted Sight), που θα επιτρέπουν την εκτέλεση εναέριας μάχης, χωρίς να χρειάζεται να αποσπάται η προσοχή των ιπταμένων στις οθόνες του cockpit.
Σερβία: Θέλει δύο Μοίρες μαχητικών, στις υποψηφιότητες Eurofighter και Rafale
Οι κυριότερες διαφοροποιήσεις παρατηρούνται στο σύστημα ελέγχου πυρός, όπου και πάλι αντικατοπτρίζονται οι διαφορετικές προτεραιότητες σχεδίασης των δύο τύπων. Το radar ECR-90 του Typhoon είναι εφοδιασμένο με μηχανική κεραία, μεγάλης ταχύτητας σάρωσης, και υψηλότατες επιδόσεις σε εμβέλεια εντοπισμού και παρακολούθησης εναέριων στόχων. Παρότι μπορεί, με αρκετή επιτυχία, να λειτουργήσει σε διαμορφώσεις χαρτογράφησης του εδάφους και παρακολούθησης-αποφυγής εδαφικών εμποδίων, η απόδοσή του σ’ αυτές δεν αποτέλεσε βασική προτεραιότητα σχεδίασης. Επίσης, το συγκεκριμένο RADAR δεν έχει τη δυνατότητα ταυτόχρονης λειτουργίας σε περισσότερες της μιας διαμόρφωσης, λόγω, βεβαίως, της μηχανικής του κεραίας, οπότε στην πραγματικότητα είναι ένα ραντάρ μονού σε κάθε περίπτωση ρόλου.
Αντίθετα, το RΒΕ-2 του Rafale, είναι εφοδιασμένο με κεραία ηλεκτρονικής σάρωσης, που παρέχει δυνατότητα ταυτόχρονης λειτουργίας σε δύο ή και περισσότερες διαμορφώσεις. Μπορεί δηλαδή να εκτελείται ταυτόχρονα έρευνα για τον εντοπισμό εναέριων στόχων σε μια περιοχή, να παρακολουθούνται κάποιοι στόχοι σε μια άλλη, ενώ παράλληλα να διενεργείται και παρακολούθηση των εδαφικών εξάρσεων σε μια αποστολή χαμηλής διείσδυσης. Είναι δηλαδή το πρώτο πραγματικό radar πολλαπλών λειτουργιών, υπό την έννοια ότι οι λειτουργίες αυτές είναι ταυτόχρονες, δίνοντας σε πραγματικό χρόνο πληροφορίες για εναέριους και επίγειους στόχους. Οι εμβέλειες εντοπισμού και παρακολούθησης στόχων του RBE-2 είναι στο επίπεδο εκείνων του RDY, γνωστού από το Mirage 2000, δηλαδή υστερούν έναντι εκείνων του ECR-90. Αντίθετα όμως, οι επιλογές διαμορφώσεων του συγκεκριμένου συστήματος καλύπτουν κάθε «επιθυμία» σχεδιασμού και εκτέλεσης αποστολών προσβολής στόχων στο έδαφος, στην επιφάνεια της θάλασσας και στον αέρα.
Ακόμη, διαφοροποίηση υπάρχει και στα ηλεκτροπτικά μέσα, υπό την έννοια του ότι και πάλι το γαλλικό σύνολο υπερτερεί σε πληρότητα, ενώ το αντίστοιχο του Typhoon υπερτερεί σε εμβέλεια και θέση τοποθέτησης. Πράγματι, το σύστημα Υπέρυθρης Έρευνας και Παρακολούθησης (IRST) με την επωνυμία Pirate, που χρησιμοποιείται από το Typhoon έχει τη δυνατότητα εντοπισμού εναέριων στόχων στα 75 περίπου χιλιόμετρα, έναντι των 50 που φέρεται σαν απόδοση του γαλλικού αντίστοιχου συστήματος OSF. To Pirate φαίνεται ότι υπερτερεί ακόμη και σε δυνατότητα κατόπτευσης, όντας τοποθετημένο στο αριστερό πλαϊνό μέρος του ρύγχους. Το γαλλικό σύστημα όμως αποτελείται στην ουσία από τρεις διαφορετικούς αλλά συνεργαζόμενους αισθητήρες, που περιλαμβάνουν IRST, τηλέμετρο/καταδείκτη laser και κάμερα τηλεόρασης.
Με την σύνθεσή του αυτή μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί στις αποστολές εναέριας μάχης, αλλά και στις αντίστοιχες προσβολής στόχων στο έδαφος. Μάλιστα, στις δεύτερες μπορεί να καλύψει τις απαιτήσεις κατάδειξης στόχων, χωρίς να χρειάζεται η μεταφορά ξεχωριστού ατρακτιδίου, γεγονός που σημαίνει την αποδέσμευση ενός κρίσιμου σταθμού για όπλα. Για το συγκεκριμένο σκοπό το Typhoon προβλέπεται να χρησιμοποιεί κάποιο από τα διαθέσιμα σχετικά ατρακτίδια, πλην όμως αυτό θα καταλαμβάνει τη θέση ενός βλήματος στην κοιλία του μαχητικού και επιπρόσθετα θα περιορίζει σε κάποιο βαθμό τις επιδόσεις του αεροσκάφους.
Βίντεο: Rafale σε χαμηλές πτήσεις πάνω από τη θάλασσα, σύντομα και στο Αιγαίο
Η διάταξη και διαμόρφωση του πιλοτηρίου των δύο μαχητικών είναι σημαντικά προηγμένη σε σχέση με τα μαχητικά που βρίσκονται σήμερα σε υπηρεσία. Δεν υπάρχει σχεδόν κανένα αναλογικό όργανο και δεσπόζουν οι έγχρωμες οθόνες πολλαπλών λειτουργιών. Το πιλοτήριο του Typhoon περιέχει 4 από τις εν λόγω οθόνες, που ενεργοποιούνται με περιφερειακά πλήκτρα αφής, ενώ αντίστοιχα εκείνο του Rafale περιλαμβάνει 3, που ενεργοποιούνται με την αφή πάνω στην ίδια την οθόνη.
Υπάρχουν ακόμη Head Up Display και διάφορες μονόχρωμες ψηφιακές εικόνες παρακολούθησης της λειτουργίας συστημάτων. Σε γενικές γραμμές δεν υπάρχει υπεροχή κάποιου από τους δύο τύπους στο συγκεκριμένο αντικείμενο, αλλά το περισσότερο εντυπωσιακό Cockpit ανήκει μάλλον στο Rafale. To Τyphoon, επιβεβαιώνοντας το σκοπό για τον οποίο σχεδιάστηκε, έχει εφοδιαστεί με σύστημα ανάθεσης εντολών με φωνή (DIRECT VOICE INPUT), προκειμένου να ελαχιστοποιείται η απόσπαση της προσοχής του ιπταμένου κατά τις αερομαχίες.
Παρατηρούμε λοιπόν και εδώ ότι το αντικείμενο του Typhoon σ’ ένα ενδεχόμενο αεροπορικό πόλεμο είναι σαφώς προσδιορισμένο και για το λόγο αυτό του έχουν δοθεί τα ηλεκτρονικά βοηθήματα εκείνα, που θα μεγιστοποιήσουν τη δυνατότητα πρώτης αποκάλυψης και προσβολής εναέριων στόχων. Αντίθετα, το Rafale παρουσιάζει κάποιο βαθμό υστέρησης στο συγκεκριμένο τομέα, πλην όμως διακρίνεται για την «πολυπραγμοσύνη» του, δηλαδή τη δυνατότητα που παρέχουν τα ηλεκτρονικά του στην ταυτόχρονη εκτέλεση αποστολών προσβολής στόχων τόσο στο έδαφος, όσο και στον αέρα.
Οπλισμός
Το συγκεκριμένο αντικείμενο εξέτασης αποτελεί το σημαντικότερο ίσως παράγοντα διαφοροποίησης των δύο μαχητικών αεροσκαφών. Το Typhoon σχεδιάστηκε εξαρχής για τη μεταφορά μεγάλου φορτίου και ποικιλίας βλημάτων αέρος-αέρος σε 8 από τους διαθέσιμους 13 σταθμούς μεταφοράς. Τα βλήματα αυτά μπορούν να είναι είτε τα μικρής εμβέλειας βλήματα αερομαχίας AIM-9, ASRAAM και ΙRIS-T, ή τα αντίστοιχα βλήματα αναχαίτισης AMRAAM και τα μελλοντικά METEOR. Συνολικά μπορούν να μεταφερθούν 10 βλήματα, 4 αναχαίτισης και 6 αερομαχίας, ταυτόχρονα με 3 εξωτερικές δεξαμενές συνολικής χωρητικότητας 4000 λίτρων καυσίμου.
ΑΠΟΨΗ: Γιατί έχοντας αγοράσει Rafale, πρέπει να αγοράσουμε και F-35;
Η πανοπλία αυτή, σε συνδυασμό με τα ηλεκτρονικά βοηθήματα και τις επιδόσεις του αεροσκάφους, εξασφαλίζει τις υψηλότερες δυνατές πιθανότητες υπεροχής έναντι όλων των σημερινών μαχητικών αεροσκαφών, τόσο σε κλειστές εμπλοκές, ανεξαρτήτως του γωνιακού συσχετισμού θέσης των αντιπάλων, όσο και σε προσβολή εναέριων στόχων πέραν του οπτικού ορίζοντα, σε αποστάσεις που με τα σημερινά διαθέσιμα όπλα (ΑΜRAAM) φθάνουν τα 90 χιλιόμετρα (σε μεγάλο ύψος), ενώ μελλοντικά θα ξεπεράσουν τα 100 χιλιόμετρα ανεξαρτήτως του ύψους εμπλοκής (METEOR).
Αντίστοιχα το γαλλικό μαχητικό μπορεί να χρησιμοποιήσει για την ανάρτηση βλημάτων αέρος-αέρος, 10 από τους διαθέσιμους 14 σταθμούς μεταφοράς. Τα βλήματα που πιστοποιούνται για μεταφορά από το Rafale είναι τα γνωστά μας Magic-2, για τις κλειστές εμπλοκές και οι δύο εκδόσεις του MICA (EM/IR), για τις μακρινές αναχαιτίσεις. Οι αριθμοί μεταφοράς βλημάτων, με 3 εξωτερικές δεξαμενές και 5 εξωτερικές δεξαμενές είναι αντίστοιχα 8 και 6 βλήματα. Οι δυνατότητες των βλημάτων Magic-2 είναι βέβαια ανάλογες των ΑΙΜ-9, κατώτερες όμως σαφώς (σε ευελιξία και δυνατότητα βολής εκτός γραμμής σκόπευσης) από εκείνες των ASRAAM και IRIS-T. Αντίστοιχα, οι δυνατότητες των MICA είναι ανάλογες αυτών του AMRAAM, αλλά και πάλι σαφώς κατώτερες του μελλοντικού METEOR.
To μόνο σημείο υπεροχής του Rafale στον τομέα αυτό αφορά στη δυνατότητα «αθέατης» προσβολής των αντιπάλων του, χρησιμοποιώντας τα χαρακτηριστικά του περιορισμένου ηλεκτρομαγνητικού ίχνους, το ηλεκτροπτικό σκοπευτικό OSF και τα βλήματα MICA υπέρυθρης καθοδήγησης. Το Typhoon δε διαθέτει τέτοιο ολοκληρωμένο συνδυασμό, πλην όμως κανείς δεν αποκλείει την ανάπτυξή του στο μέλλον. Αντίθετα, για το γαλλικό μαχητικό τα πράγματα είναι μάλλον προδιαγεγραμμένα, αφού αφενός δεν υπάρχει στον ορίζοντα κάποιο βλήμα ανάλογο των ASRAAM, IRIS-T και METEOR, ενώ, αντίστοιχα, ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις που γαλλικά αεροσκάφη εξοπλίστηκαν με βλήματα μη-εγχώριας παραγωγής. Διαπιστώνεται λοιπόν σαφής υπεροχή του μαχητικού της κοινοπραξίας έναντι του Rafale, γεγονός που συμφωνεί απόλυτα και με τις προτεραιότητες που δόθηκαν στη σχεδίασή τους.
Περνώντας όμως στον τομέα των όπλων προσβολής στόχων στο έδαφος, ισχύουν τα αντίθετα. Σε αποστολές διείσδυσης του Typhoon, όπου θα πρέπει να τοποθετηθούν και οι 3 δεξαμενές καυσίμου, που μπορεί να μεταφέρει το αεροσκάφος, μένουν στην ουσία μόνο 4 σταθμοί για φορτία αέρος-εδάφους. Δύο από τους σταθμούς αυτούς βρίσκονται μπροστά από τις θυρίδες αναδίπλωσης των σκελών και μπορούν να αναρτηθούν σε αυτούς το πολύ δύο βόμβες των 250 κιλών ή μια βόμβα laser των 500 κιλών. Οι άλλοι δύο σταθμοί βρίσκονται πίσω από το κέντρο βάρους του μαχητικού και μπορούν το πολύ να μεταφέρουν μία βόμβα των 250 κιλών.
Εάν τώρα αφαιρεθεί η εξωτερική δεξαμενή που φέρεται στην κοιλιά της ατράκτου, τότε προστίθεται χώρος για μια ακόμη βόμβα των 250 ή των 500 κιλών, laser ή κοινή. Επίσης, στην υποθετική περίπτωση που δε θα χρησιμοποιηθούν οι εξωτερικές δεξαμενές των πτερύγων, το Typhoon μπορεί επιπρόσθετα να μεταφέρει 2 βλήματα μακρού πλήγματος STORM SHADOW ή SCALP. Συνολικά λοιπόν βλέπουμε ότι, σε ρεαλιστική βάση, οι δυνατότητες μεταφοράς οπλικού φορτίου από το Typhoon περιορίζονται στα 1.750 περίπου κιλά και μάλλον αφορούν δευτερεύουσες αποστολές προσβολής στόχων κοντά στο πεδίο της μάχης, και όχι βεβαίως αποστολές διείσδυσης. Το γαλλικό μαχητικό με τη σειρά του δείχνει στον τομέα αυτό καλύτερα προετοιμασμένο, αφού μπορεί να μεταφέρει φορτία αέρος- εδάφους σε 9 από τους 14 σταθμούς του.
Έτσι, όταν υπάρχουν 3 εξωτερικές δεξαμενές, το Rafale μεταφέρει ταυτόχρονα 2 βλήματα SCALP ή δύο βόμβες laser των 1.000 κιλών ή, εναλλακτικά, 12 βόμβες των 250 κιλών. Σε περίπτωση δε τοποθέτησης 5 δεξαμενών, με την απίστευτη ποσότητα των 8500 λίτρων καυσίμου, υπάρχουν ακόμη περιθώρια για μεταφορά 4 βομβών των 250 κιλών, όσων δηλαδή μεταφέρει το Typhoon στη μέγιστη εμβέλειά του.
Τα στοιχεία αυτά ολοκληρώνουν την εικόνα της σύντομης ανασκόπησης των δύο μαχητικών. Όπως δε προείπαμε, φαίνεται καθαρά ότι το επιχειρησιακό αντικείμενο του κάθε ενός τύπου είναι διαφορετικό. Το Typhoon, αναδεικνύεται στον απόλυτο κυρίαρχο των αιθέρων, μέχρι τουλάχιστον την ένταξη σε υπηρεσία του F-22 Raptor, ενώ το Rafale προβάλλει σαν το ευρωπαϊκό αντίστοιχο της επιτυχημένης σειράς μαχητικών πολλαπλού ρόλου F-4, F-18 και F-15E της τέως Mc Donell Douglas.