Ένα από τα πιο εντυπωσιακά αεροσκάφη που έχει πετάξει ποτέ είναι το στρατηγικό βομβαρδιστικό Convair B-58 Hustler. Ο σχεδιασμός του θυμίζει μαχητικό αεροσκάφος, κι όχι άδικα αφού οι σχεδιαστικές του γραμμές βασίστηκαν σε αεροναυπηγικές αρχές που συνήθως συναντούμε σε αναχαιτιστικά της εποχής του.
Η ανάπτυξη του -πανέμορφου- B-58 ξεκίνησε σε μια εποχή όπου η σοβιετική αντιαεροπορική άμυνα εξελισσόταν ταχύτατα προκειμένου να αντιμετωπίσει τα αμερικανικά στρατηγικά βομβαρδιστικά Β-36 και τους διαδόχους τους. Αντιαεροπορικοί πύραυλοι αλλά και μαχητικά κατευθυνόμενα από ραντάρ εδάφους, αναπτύσσονταν για να καταστήσουν το σοβιετικό εναέριο χώρο απρόσβλητο στα αμερικανικά βομβαρδιστικά με πυρηνικά όπλα. Έτσι το πρόγραμμα ξεκίνησε με την έκδοση των προδιαγραφών από την USAF το 1949, αλλά η πραγματική ανάπτυξη του αεροσκάφους υπό την ονομασία “Hustler” άρχισε το 1952.
Η κύρια επιχειρησιακή απαίτηση ήταν να δημιουργηθεί ένα βομβαρδιστικό ικανό να πετάξει σε μεγάλα υψόμετρα και σε υψηλές υπερηχητικές ταχύτητες, μειώνοντας έτσι τον χρόνο που θα ήταν εκτεθειμένο στην εχθρική άμυνα, ενώ θα μπορούσε να ξεφεύγει από τα σοβιετικά αναχαιτιστικά χάρη στην υψηλή του ταχύτητα. Η κεντρική ιδέα ήταν να επιτευχθεί αυτό μέσω της ενσωμάτωσης των πιο προηγμένων τεχνολογιών που εξελίσσονταν τότε, που για την εποχή του, αλλά και για σήμερα, ήταν πρωτοποριακές.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών των απαιτήσεων δημιούργσε το B-58 Hustler, που έφθανε τα 2 Mach. Το πλήρωμά του αποτελούνταν από έναν πιλότο, έναν πλοηγό-βομβαρδιστή και έναν χειριστή αμυντικών συστημάτων, οι οποίοι κάθονταν σε ανεξάρτητες θέσεις, ενώ αντί για εκτινασσόμενα καθίσματα, εξαπολυόταν μια “κάψουλα” με το κάθε μέλος του πληρώματος μέσα της.

Το αεροσκάφος είχε διαμόρφωση πτερύγων σχήματος δέλτα, παρόμοια σε σχεδίαση με αυτή των υπερηχητικών μαχητικών της Convair, των F-102A Delta Dagger και F-106 Delta Dart.
Το Hustler είχε μήκος 29,5 μέτρα, εκπέτασμα 17,3 και ύψος 9,5 μέτρα. Η πρόσθια άκρη των πτερύγων ήταν κεκλιμένη σε γωνία 60 μοιρών, ενώ η αεροδυναμική σχεδίαση οδήγησε σε άτρακτο στενή στο κέντρο της (ως μπουκάλι Coca-Cola, όπως την έλεγαν χαριτολογώντας), μειώνοντας σημαντικά την αεροδυναμική αντίσταση.
Το αεροσκάφος κινούνταν από τέσσερις κινητήρες General Electric J79-GE-5, αξονικής ροής με μετάκαυση, τοποθετημένοι σε πυλώνες κάτω από τις πτέρυγες. Αυτοί απέδιδαν 10.400 λίβρες ώσης (45,82 kN) και 15.600 λίβρες (69,4 kN) με μετάκαυση. To μήκος τους ήταν 5.13 μέτρα και η διάμετρος τους 0,965.
Το βομβαρδιστικό είχε ταχύτητα πλεύσης 982 χιλιόμετρα την ώρα και μέγιστη ταχύτητα 2.100. Η επιχειρησιακή οροφή ήταν στα 64.800 πόδια (19.751 μέτρα), ενώ η μέγιστη ακτίνα δράσης χωρίς ανεφοδιασμό ήταν 4.400 μίλια (7.00 χιλιόμετρα) και το μέγιστο βάρος απογείωσης του αεροσκάφους έφτανε τα 80.200 κιλά.
Η τεχνολογία όπως είπαμε και στην αρχή, που ενσωματώθηκε στο B-58, ήταν εξαιρετικά προηγμένη. Η ατράκτος κατασκευάστηκε από προηγμένα κράματα αλουμινίου και τιτανίου, που εξασφάλιζαν εξαιρετική αντοχή στις υψηλές θερμοκρασίες που προκύπτουν από την υπερηχητική πτήση στο φάσμα των 2 Μαχ.
Μια σημαντική καινοτομία ήταν το σύστημα ψύξης. Για να διατηρήσει τις εσωτερικές θερμοκρασίες σε ασφαλή για τα υποσυστήματα επίπεδα, το αεροσκάφος χρησιμοποιούσε το καύσιμο του ως ψυκτικό κυκλοφορώντας το μέσω σωληνώσεων, πριν φτάσει στους κινητήρες, απορροφώντας θερμότητα από τα ηλεκτρονικά και άλλα ευαίσθητα συστήματα.

Το αεροσκάφος πρωτοτυπούσε καθώς δεν διέθετε αποθήκη βομβών. Το οπλοστάσιο του περιλάμβανε συνδυασμό από μια πυρηνική κεφαλή W-39, και/ή πυρηνικές βόμβες Mk.43 ή B61. Η κεφαλή W-39, η ίδια που χρησιμοποιήθηκε στο βαλλιστικό πύραυλο μέσης εμβέλειας Redstone ή τον πύραυλο cruise Snark, μεταφερόταν σε μεγάλη απορριπτόμενη κεντρική δεξαμενή που περιείχε επίσης καύσιμα για το αεροσκάφος. Οι μικρότερες βόμβες μεταφέρονταν σε υποπτερυγικούς πυλώνες. Για άμυνα κατά μαχητικών, το αεροσκάφος ήταν εξοπλισμένο με ένα εξάκαννο πυροβόλο General Electric M61 Vulcan, τοποθετημένο στην ουρά, με φόρτο 1.200 βλήματα, το οποίο τηλεχειριζόταν ο Χειριστής Αμυντικών Συστημάτων.
Το B-58 είχε επίσης ηλεκτρονικά συστήματα με αρκετούς αυτοματισμούς, εξαιρετικά προηγμένα για την εποχή τους. Περιλάμβαναν αυτόματα συστήματα πλοήγησης, βομβαρδισμού και επικοινωνίας, τα οποία συνδυάζονταν με το AN/ASQ-42, ένα από τα πρώτα ολοκληρωμένα συστήματα διαχείρισης αποστολών. Αυτό επέτρεπε στον πλοηγό-βομβαρδιστή, να προγραμματίσει τον βομβαρδισμό με μεγάλη ακρίβεια, προσαρμόζοντας την πορεία και την εκτόξευση του πυρηνικού όπλου σε πραγματικό χρόνο. Η βόμβα θα εξαπολυόταν αυτόματα για να πλήξει με ακρίβεια τον προκαθορισμένο στόχο.

Η εκπαίδευση των πληρωμάτων του B-58 ήταν μια άλλη πρόκληση για την USAF. Καθώς έπρεπε να προσαρμοστούν στη διαχείριση ενός αεροσκάφους που απαιτούσε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα δεξιοτήτων, πέρα από το συνηθισμένο της εποχής. Αυτά λόγω της πολύ υψηλής ταχύτητας του και της πολυπλοκότητας των συστημάτων του, αλλά και της ιδιόρρυθμης πτητικής συμπεριφοράς του. Έτσι ο φόρτος εργασίας ήταν μεγάλος και εξαντλητικός.

Σε επιχειρησιακή αξιολόγηση του B-58, γνωστή ως “Operation Greased Lightning”, το αεροσκάφος πέτυχε το 1963 πτήση από το Τόκιο στο Λονδίνο σε 8 ώρες και 35 λεπτά, με 5 εναέριους ανεφοδιασμούς, ένα εκπληκτικό ρεκόρ. Γενικότερα το βομβαρδιστικό που “φλέρταρε” με επιδόσεις μαχητικού είχε αποσπάσει πολλά βραβεία και ρεκόρ ταχύτητας.

Παρά τις τεχνολογικές του καινοτομίες, το B-58 Hustler αντιμετώπισε πολλά προβλήματα κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του. Η συντήρηση ήταν εξαιρετικά δύσκολη και δαπανηρή, με ειδικές υποδομές ενώ το προσωπικό απαιτούσε εξειδικευμένη εκπαίδευση και τη μέγιστη προσοχή για τη διαχείριση ενός τόσο προηγμένου αεροσκάφους. Επίσης, η σχετικά μικρή ακτίνα δράσης του (για στρατηγικό βομβαρδιστικό), επέβαλλε ανάγκη για εναέριο ανεφοδιασμό προκειμένου να φθάσει τους προκαθορισμένους στόχους βαθιά μέσα στην ΕΣΣΔ, με αντίστοιχα ακριβή εκπαίδευση και υποστήριξη αποστολής.
Το Hustler μπήκε σε υπηρεσία το 1960 και εξόπλισε 2 πτέρυγες στρατηγικού βομβαρδισμού, καθώς πλεον το κόστος του ανά μονάδα είχε ξεπεράσει κάθε πρόβλεψη. Δυστυχώς το αστραφτερό βομβαρδιστικό με τις κομψές γραμμές του, παρήχθη σε λίγα αντίτυπα, μόλις 116 και λίγα χρόνια μετά ξεκίνησε η απόσυρση του, που έγινε το 1970. Η ανάπτυξη ακόμα πιο προηγμένων αντιαεροπορικών συστημάτων από την ΕΣΣΔ, που είχαν δυνατότητα κατάρριψης στόχων σαν τα Β-58, καθιστούσαν την υπερηχητική πτήση σε μεγάλο υψόμετρο λιγότερο αποτελεσματική. Επίσης, οι περικοπές κόστους, η ανάπτυξη βομβαρδιστικών πολύ μεγαλύτερης ακτίνας δράσης όπως το B-52, χωρίς ανάγκη για συνεχείς εναέριους εφοδιασμούς για κρούση στη Μόσχα, αλλά και η ανάγκη για αεροσκάφη πολλαπλών ρόλων, έφεραν την γρήγορη “αποστρατεία”.
Παρά την σύντομη υπηρεσία του, το Convair B-58 Hustler άφησε μια σημαντική κληρονομιά στην αεροπορική τεχνολογία. Ήταν το πρώτο βομβαρδιστικό που πέταξε υπερηχητικά σε τακτική υπηρεσία, έδωσε πολύτιμα μαθήματα σχετικά με την αεροδυναμική, τη θερμοδυναμική και την διαχείριση υπερηχητικών ταχυτήτων, και έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία πιο σύγχρονων και αποτελεσματικών αεροσκαφών.