Η πρόσφατη απόφαση του Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, να διοχετεύσει τα όπλα που προορίζονται για την Ουκρανία μέσω του ΝΑΤΟ, με το κόστος να καλύπτεται εξ ολοκλήρου από τη Συμμαχία, αποτελεί μια κίνηση που αλλάζει το τοπίο της διεθνούς πολιτικής και της υποστήριξης προς την Ουκρανία. Η δήλωση αυτή, που έγινε στις 10 Ιουλίου 2025, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνέντευξης με τη δημοσιογράφο του NBC News, Κρίστεν Γουέλκερ, δεν είναι απλώς μια τεχνική διευθέτηση, αλλά ένα «colpo grosso» – ένα πολυδιάστατο χτύπημα που συνδυάζει γεωπολιτική, στρατηγική, οικονομικό όφελος για τις ΗΠΑ, ενίσχυση της αμερικανικής επιρροής στο ΝΑΤΟ και πίεση προς τις ευρωπαϊκές χώρες να αναλάβουν μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης.
Με αυτή την κίνηση, ο Τραμπ όχι μόνο εξασφαλίζει τη συνέχιση της στρατιωτικής υποστήριξης προς την Ουκρανία (ικανοποιώντας τους Ρεπουμπλικανούς γερουσιαστές), αλλά καταφέρνει να αυξήσει τη συμμετοχή των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει την αμερικανική αμυντική βιομηχανία και διατηρεί την εικόνα του ως ηγέτη που προωθεί τα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ.
Ο Τραμπ, στη συνέντευξή του, εξήγησε ότι οι ΗΠΑ θα προμηθεύουν όπλα, όπως τα προηγμένα συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας Patriot, στο ΝΑΤΟ, το οποίο θα αναλάβει τη διανομή τους στην Ουκρανία. Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο της συμφωνίας είναι ότι το ΝΑΤΟ θα καλύπτει το 100% του κόστους αυτών των όπλων.
«Στέλνουμε όπλα στο ΝΑΤΟ και το ΝΑΤΟ πληρώνει για αυτά τα όπλα, στο 100%», δήλωσε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας την οικονομική διάσταση της κίνησης. Αυτή η προσέγγιση όχι μόνο μειώνει το οικονομικό βάρος για τις ΗΠΑ, αλλά μετατρέπει την παροχή όπλων σε μια κίνηση που ενισχύει τη συνεισφορά των ΗΠΑ στη Συμμαχία. Μέχρι πρότινος, τα όπλα που προσέφεραν οι ΗΠΑ στην Ουκρανία δίνονταν ως απευθείας βοήθεια, χωρίς να δηλώνονται απαραίτητα μέσω του ΝΑΤΟ. Τώρα, με τη διοχέτευση μέσω της Συμμαχίας, η αξία αυτών των όπλων προστίθεται στη συνολική συνεισφορά των ΗΠΑ, αυξάνοντας δυσανάλογα το ποσοστό της συμμετοχής τους στον προϋπολογισμό του ΝΑΤΟ.
Ο προϋπολογισμός του ΝΑΤΟ καλύπτεται στο μεγαλύτερο βαθμό από τις ΗΠΑ, με σημαντικές συνεισφορές και από άλλες ισχυρές χώρες, όπως η Γερμανία, η Βρετανία και η Γαλλία, που πληρώνουν ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Στο παρελθόν, χώρες όπως η Ελλάδα ή η Σλοβακία, που παρείχαν όπλα στην Ουκρανία, αποζημιώνονταν είτε από τη Γερμανία είτε από τα ταμεία του ΝΑΤΟ.
Η κίνηση αυτή είναι έξυπνη εμπορικά για πολλούς λόγους. Πρώτον, η αύξηση της αμερικανικής συνεισφοράς μέσω της διοχέτευσης όπλων στο ΝΑΤΟ επιτρέπει στον Τραμπ να παρουσιάσει την κυβέρνηση του ως την πιο αφοσιωμένη στη Συμμαχία, ενισχύοντας την εικόνα του ως ηγέτη που ενισχύει την αμερικανική ηγεμονία. Δεύτερον, η συμφωνία ωφελεί την αμερικανική αμυντική βιομηχανία, καθώς εταιρείες όπως η Raytheon, που κατασκευάζει τα συστήματα Patriot, επωφελούνται από τις πωλήσεις όπλων χωρίς να επιβαρύνεται ο αμερικανικός προϋπολογισμός. Αυτό ενισχύει την εγχώρια οικονομία, δημιουργεί θέσεις εργασίας και ενισχύει τη θέση των ΗΠΑ ως κορυφαίου προμηθευτή όπλων παγκοσμίως.
Τρίτον, η στρατηγική αυτή πιέζει τις ευρωπαϊκές χώρες να συνεισφέρουν περισσότερο, καθώς η αυξημένη αμερικανική συνεισφορά εγείρει ερωτήματα για την ισορροπία των δαπανών εντός του ΝΑΤΟ. Χώρες όπως η Γερμανία, η Βρετανία και η Γαλλία, που ήδη συνεισφέρουν σημαντικά, ενδέχεται να κληθούν να καλύψουν μεγαλύτερο μέρος του κόστους των όπλων, ενώ μικρότερες χώρες, όπως η Ελλάδα, μπορεί να αντιμετωπίσουν πιέσεις για να αυξήσουν τη περαιτέρω τη συμμετοχή τους.
Ο Τραμπ, που έχει εκφράσει απογοήτευση για την έλλειψη προόδου στις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου, προανήγγειλε μια «σημαντική δήλωση» για τη Ρωσία στις 14 Ιουλίου 2025. Αν και δεν έδωσε λεπτομέρειες, η δήλωση αυτή αναμένεται να συνδέεται με την ευρύτερη στρατηγική του για την επίλυση της σύγκρουσης, η οποία παραμένει ένα από τα πιο πιεστικά ζητήματα της εξωτερικής του πολιτικής.
Η συμφωνία συνδέεται και με διπλωματικές κινήσεις. Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, είχε επικοινωνία με τον Τραμπ την ίδια ημέρα, καλώντας τους ηγέτες της Συμμαχίας να ενισχύσουν την υποστήριξη προς την Ουκρανία με περισσότερα πυρομαχικά και συστήματα αεράμυνας. «Μόλις μίλησα με τον Πρόεδρο Τραμπ και συνεργάζομαι στενά με τους Συμμάχους για να εξασφαλίσουμε την υποστήριξη που χρειάζεται η Ουκρανία», ανέφερε ο ίδιος.
Παράλληλα, ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, δήλωσε σε δημοσιογράφους στην Κουάλα Λουμπούρ, ότι οι ΗΠΑ συνομιλούν ενεργά με ευρωπαϊκές χώρες για τη διάθεση συστημάτων Patriot στην Ουκρανία. Ο Ρούμπιο πρότεινε ότι χώρες που έχουν παραγγείλει Patriot και πρόκειται να τα παραλάβουν σύντομα θα μπορούσαν να αναβάλουν τις παραδόσεις τους υπέρ της Ουκρανίας, ενισχύοντας την ιδέα της κατανομής του βάρους μεταξύ των συμμάχων. Μέχρι τώρα, οι περισσότεροι Patriot προέρχονταν από τα αμερικανικά αποθέματα.
Παρά τα πλεονεκτήματα, η συμφωνία δεν είναι χωρίς προκλήσεις. Για την Ουκρανία, που βρίσκεται σε κρίσιμη φάση του πολέμου, η έμμεση διοχέτευση αμερικανικών όπλων μέσω του ΝΑΤΟ μπορεί να καθυστερεί την παράδοση κρίσιμου εξοπλισμού. Ο Πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι έχει επανειλημμένως ζητήσει ταχύτερη και πιο άμεση στρατιωτική βοήθεια, καθώς οι ρωσικές επιθέσεις εντείνονται.
Επιπλέον, η συμφωνία μπορεί να προκαλέσει τριβές εντός του ΝΑΤΟ, καθώς ορισμένα μέλη ενδέχεται να διστάσουν να αναλάβουν το πλήρες κόστος των αμερικανικών όπλων. Χώρες όπως η Γερμανία και η Νορβηγία, που έχουν εκφράσει προθυμία να χρηματοδοτήσουν συστήματα Patriot για την Ουκρανία, μπορεί να βρεθούν υπό πίεση να αυξήσουν περαιτέρω τις συνεισφορές τους. Η πρόταση του Ρούμπιο να αναβληθούν παραδόσεις Patriot σε άλλες χώρες υπέρ της Ουκρανίας μπορεί να προκαλέσει αντιδράσεις από κράτη που περιμένουν αυτά τα συστήματα για τη δική τους ασφάλεια.
Η κίνηση του Τραμπ είναι μια επίδειξη της δικής του “σχολής” διπλωματικής και στρατηγικής ευφυΐας. Καταφέρνει να στηρίξει την Ουκρανία, να ενισχύσει την αμερικανική αμυντική βιομηχανία, να αυξήσει τη συμμετοχή των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ και να πιέσει τους ευρωπαϊκούς συμμάχους να συνεισφέρουν περισσότερο, χωρίς να αφήνει περιθώρια κριτικής.