Σοβαρά ζητήματα αποκαλύπτει πρόσφατη μελέτη του βρετανικού -αντίστοιχου- Ελεγκτικού Συνεδρίου (Νational Audit Office), σχετικά με τη διαθεσιμότητα και την απόδοση των 38 (έως τώρα) μαχητικών F-35B, που αξιοποιεί το Πολεμικό Ναυτικό της χώρας. Η μελέτη ξεκινά όμως με την διαπίστωση της τεχνολογικής και επιχειρησιακής υπεροχής του μαχητικού.
Όπου “…η ικανότητα που παρέχεται από το F-35 σε πολλαπλούς ρόλους είναι σημαντικά ανώτερη από οποιοδήποτε προηγούμενο αεροσκάφος του Ηνωμένου Βασιλείου. Προσφέρει ιδιαίτερη βελτίωση στις δυνατότητες stealth, στο συγκερασμό δεδομένων από διαφορετικούς αισθητήρες και στις δυνατότητες ηλεκτρονικού πολέμου. Αυτά συνδυάζονται για να δημιουργήσουν ένα αεροσκάφος που είναι πολλές φορές πιο πιθανό να επιβιώσει και να επιφέρει επιχειρησιακά αποτελέσματα σε εχθρικό περιβάλλον. Επιπλέον, το F-35 μπορεί να ενισχύσει την απόδοση άλλων πλατφορμών του Ηνωμένου Βασιλείου, συμπεριλαμβανομένων των αεροπλανοφόρων κλάσης Queen Elizabeth και των αεροσκαφών Typhoon, μέσω της επιβιωσιμότητάς του, των παρεμβολών στις εχθρικές αεράμυνες και των δυνατοτήτων κοινής χρήσης δεδομένων”.
Ποιές είναι όμως στη συνέχεια οι βασικές διαπιστώσεις;
Α. Xαμηλή διαθεσιμότητα
Όπως αναφέρεται στην σχετική έκθεση, “το 2024, ο στόλος των F-35 του Ηνωμένου Βασιλείου είχε ποσοστό μερικής επιχειρησιακής διαθεσιμότητας (ορίζεται ως η ικανότητα ενός αεροσκάφους να εκτελέσει τουλάχιστον μία από τις επτά πιθανές απαιτούμενες αποστολές του) περίπου στο μισό του στόχου του Υπουργείου Άμυνας. Ενώ το ποσοστό πλήρους επιχειρησιακής διαθεσιμότητας (ορίζεται ως η ικανότητα ενός F-35 να εκτελέσει όλες τις απαιτούμενες αποστολές του) ήταν περίπου το ένα τρίτο του στόχου”.
Εδώ επισημαίνεται πως οι στόχοι (το επιδιωκόμενο δηλαδή ποοσοστό διαθεσιμότητας) που είχε θέσει το βρετανικό υπουργείο Άμυνας είναι χαμηλότεροι από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Για λόγους ασφαλείας αυτοί δεν αποκαλύπτονται ποιοι είναι σε απόλυτο αριθμό, αλλά αναφέρεται η σχετική εκπλήρωση τους, που είναι απογοητευτική.
Οι χαμηλές αυτές επιδόσεις “οφείλονται κυρίως στην έλλειψη μηχανικών F-35 στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην παγκόσμια έλλειψη ανταλλακτικών F-35”. Εδώ εξηγείται πως το διεθνές πρόγραμμα υποστήριξης του F-35 “δεν έχει καταφέρει να παραδώσει ανταλλακτικά με τον ρυθμό που απαιτούν το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλοι εταίροι του μαχητικού, επειδή το απόθεμα ανταλλακτικών δεν έχει αυξηθεί τόσο γρήγορα όσο ο παγκόσμιος στόλος των F-35″.
Μια άλη επισήμανση λέει πως το υπουργείο Άμυνας της χώρας “κατάφερε βελτιώσεις κατά την ανάπτυξη της Ομάδας Κρούσης Αεροπλανοφόρου του 2025, επιτυγχάνοντας τον στόχο για το ποσοστό μερικής διαθεσιμότητας και και σχεδόν επιτυγχάνοντας τον στόχο για πλήρη διαθεσιμότητα. Αλλά αυτά τα ποσοστά είναι απίθανο να αποδειχθούν βιώσιμα μετά την λήξη της ανάπτυξης”.
Β. Προβλήματα με τον οπλισμό
Εδώ η επισήμανση γίνεται για την μεγάλη καθυστέρηση στην ενσωμάτωση των αεροσκαφών, όπλων που αναπτύσσονται εντός Βρετανίας. Έτσι “η αρχική ημερομηνία ένταξης για τους πυραύλους Spear 3 (αέρος-εδάφους) και Meteor (αέρος-αέρος) ήταν ο Δεκέμβριος του 2024, αλλά τώρα το υπουργείο αναμένει πλήρη ένταξη στις αρχές της δεκαετίας του 2030. Οι καθυστερήσεις οφείλονται στην κακή απόδοση των προμηθευτών, σε εμπορικές συμφωνίες που δεν προτεραιοποίησαν την ενσωμάτωση των όπλων, όπως και τη χαμηλή προτεραιότητα ενσωμάτωσης του Meteor, στο παγκόσμιο πρόγραμμα ανάπτυξης του F-35″.
Θυμίζουμε εδώ πως η ενσωμάτωση του πυραύλου Meteor στο F-35 (που έχει αναλάβει η Βρετανία να ολοκληρώσει), ενδιαφέρει και την Ελλάδα. Η οποία έχει ήδη το βλήμα στο οπλοστάσιο της για τα μαχητικά Rafale, και θέλει να το χρησιμοποιεί και στα F-35A που θα παραλάβει. Ώστε να υπάρχει και κοινό απόθεμα πυρομαχικών μεταξύ των δύο τύπων αεροσκαφών, αλλά και να ωφεληθεί από τις υψηλές επιδόσεις του, σε περισσότερα μαχητικά.
Γ. Ζητήματα προσωπικού
Επόμενο ζήτημα είναι οι σημαντικές ελλείψεις προσωπικού σε διάφορους ρόλους, που αντιμετωπίζει η Βρετανία για τα F-35 της, οι οποίες δεν αναμένεται να επιλυθούν πλήρως για αρκετά χρόνια, παρόλο που γίνεται προσπάθεια στρατολόγησης. Όπως λέει η έκθεση, “το Νοέμβριο του 2024, υπήρχαν σοβαρές ελλείψεις σε θέσεις μηχανικών, ιδιαίτερα σε θέσεις επιθεωρητών, καθώς και ελλείψεις σε ειδικούς κυβερνοασφάλειας, πιλότους και εκπαιδευτές χειριστών”. Ως λόγοι εδώ αναφέρονται πως η υπηρεσία στα F-35B δεν θεωρείται ελκυστική στη Βρετανία καθώς σημαίνει μακροχρόνια υπηρεσία σε αεροπλανοφόρα σε μακρινές αποστολές, ακόμη εξαιτίας κακών συνθηκών διαβίωσης, αλλα και προηγούμενης υποεκτίμησης του αριθμού των απαιτούμενων μηχανικών.
Δ. Υπερβάσεις κόστους
Σημαντική είναι και η εκτίμηση που γίνεται για το πραγματικό κόστος χρήσης και απόκτησης των μαχητικών. Όπως λέει η έκθεση “εκτιμούμε ότι το Υπουργείο Άμυνας έχει δαπανήσει μέχρι σήμερα 11 δισεκατομμύρια λίρες, ποσό μεγαλύτερο από αυτό που έχει αναφέρει και από αυτό που προέβλεπε να δαπανήσει κατά την αρχική ανάλυση αγοράς το 2013. Όπως για όλα τα προγράμματά του, το υπουργείο παρακολουθεί μόνο το ποσό που δαπανά για εξοπλισμό και υποστήριξη, για το οποίο αναφέρει δαπάνες 9,35 δισεκατομμυρίων λιρών μέχρι το τέλος Μαρτίου 2025. Εάν συμπεριληφθούν οι δαπάνες για προσωπικό, υποδομές, εκπαίδευτικές πτήσεις και άλλα έξοδα, εκτιμούμε ότι αυτά θα προσθέσουν τουλάχιστον 1,5 δισεκατομμύριο λίρες. Η αρχική μελέτη κόστους του 2013 ανέφερε ότι το F-35 θα ήταν συγκρίσιμο ή φθηνότερο από μαχητικά τέταρτης γενιάς όπως το Typhoon, αλλά το υψηλότερο από το προβλεπόμενο κόστος παραγωγής, ανάπτυξης και υποστήριξης του παγκόσμιου προγράμματος από τότε, αποδεικνύει πως αυτή η εκτίμηση ήταν υπερβολικά αισιόδοξη.”
Περαιτέρω σε ότι αφορά το συνολικό κόστος ζωής του προγράμματος και αυτό εκτιμάται πως είναι σημαντικά υψηλότερο από αυτό που έχει δημοσίως αναφέρει το βρετανικό υπουργείο Άμυνας (MoD). Σύμφωνα με την έκθεση “..η δημόσια πρόβλεψη του προγράμματος για το συνολικό κόστος ζωής, ύψους 18,76 δισεκατομμυρίων λιρών, υποθέτει ότι θα προμηθευτούν μόνο 48 αεροσκάφη και ότι η ημερομηνία απόσυρσής τους θα είναι το 2048, παρόλο που η πολιτική του υπουργείου Άμυνας προβλέπει την προμήθεια 138 αεροσκαφών και την απόσυρσή τους το 2069. Μετά από προτροπή του Ελεγκτικού, το υπουργείο προέβλεψε ότι το κόστος για 138 αεροσκάφη μέχρι την ημερομηνία απόσυρσης τους το 2069 θα ανέλθει σε λίγο κάτω από 57 δισεκατομμύρια λίρες. Αυτό το ποσό δεν περιλαμβάνει μη εξοπλιστικά κόστη, όπως το προσωπικό, τα καύσιμα και πολλές υποδομές. Εκτιμούμε ότι αυτά τα κόστη θα προσθέσουν 14 δισεκατομμύρια λίρες στην εκτίμηση του Υπουργείου Άμυνας, ανεβάζοντας το συνολικό κόστος ζωής σε 71 δισεκατομμύρια λίρες”.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω, βλέπουμε πως και η Βρετανία βιώνει την “περιπέτεια” των F-35: ως δηλαδή μια πλατφόρμα πολύ υψηλών επιδόσεων και πολλαπλασιαστή ισχύος, η οποία όμως απαιτεί σημαντικές επενδύσεις πόρων κάθε τύπου, από κονδύλια εως προσωπικό και υποδομές, δεν έχει καταφέρει ακόμη να πετύχει υψηλές διαθεσιμότητες και παραμένει δέσμια των καθυστερήσεων που προκαλεί το σύστημα κεντρικής υποστήριξης του αεροσκάφους που πρέπει να παράξει ένα μεγάλο όγκο ανταλλακτικών για ένα πολύ μεγάλο πολυεθνικό στόλο μαχητικών.