Το Bristol Beaufighter υπήρξε αδιαμφισβήτητα ένα από τα καλύτερα βρετανικά αεροσκάφη, τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Σχεδιάστηκε το 1938 ως μαχητικό, μέχρι την εμφάνιση του de Havilland DH.98 «Mosquito» οπότε και άλλαξε ρόλο, περνώντας σε συνοδείες μακράς εμβελείας και σε εφόδους εναντίον θαλασσίων στόχων. Είχε αξιοσημείωτη δράση από τη Μεσόγειο έως την Άπω Ανατολή, όπου του δόθηκε για την αποτελεσματικότητά του το προσωνύμιο «αθόρυβος θάνατος».
Πως προέκυψε η ανάγκη δημιουργίας του
Πριν από την έλευση του πολέμου, η κατηγορία δικινητήριων μαχητικών δεν είχε λάβει τη δέουσα προσοχή στις περισσότερες χώρες. Ο λόγος είναι πως τα μαχητικά θεωρούνταν κατά βάση αναχαιτιστές ημέρας και η συγκεκριμένη ιδιότητα μπορούσε να καλυφθεί αποτελεσματικά από μονοκινητήρια. Ως εκ τούτου, οι ενέργειες κατασκευής και παραγωγής βαρέων αεροσκαφών με μεγάλη αυτονομία πτήσεως ήταν λίαν περιορισμένες. Εξαίρεση ασφαλώς αποτελεί η Γερμανία, όπου πρόγραμμα δημιουργίας τέτοιων μαχητικών υπήρξε από τα μέσα της δεκαετίας του ’30, με πρώτο το θρυλικό Messerschmitt Bf 110.
Όταν ξεκίνησε ο πόλεμος, η απουσία βαρέων μαχητικών μακράς εμβελείας στη Βρετανία ήταν μια ταπείνωση για τη RAF, δεδομένου του ότι τα Hurricanes και το Spitfires δεν διέθεταν ικανότητες για πολύωρες πτήσεις. Συντόμως πάντως έγινε κατανοητό πως ένας τέτοιος μαχητής θα αποτελούσε ανεκτίμητη προσθήκη στο στόλο της για την εκτέλεση ποικίλων ρόλων. Τέτοιο ήταν το Bristol Beaufighter, το οποίο τέθηκε σε υπηρεσία ένα χρόνο μετά τo ξεκίνημα των εχθροπραξιών στην Ευρώπη, σε μια εποχή δηλαδή που οι Βρετανοί χρειάζονταν επιτακτικώς τις υπηρεσίες του.
Η έναρξη των εργασιών
Το γεγονός ότι το Beaufighter υπήρξε διαθέσιμο από τα τέλη κιόλας του Φθινοπώρου του 1940, οφείλεται κατά πολύ στην προνοητικότητα της Bristol Airplane Company η οποία είχε εγκαίρως προβλέψει πως ένα δικινητήριο μαχητικό για περιπολίες μεγάλης διαρκείας θα χρειαζόταν στον επερχόμενο πόλεμο. Έτσι, στα τέλη του 1938, ο επικεφαλής μηχανικός Leslie George Frise ξεκίνησε το σχεδιασμό, εξετάζοντας τη δυνατότητα της εγκαταστάσεως πτερύγων, ουράς, κινητήρων και συστήματος προσγείωσης του παλαιοτέρου Bristol Beaufort σε μια νέα λεπτότερη άτρακτο.
Το project εγκαινιάστηκε χωρίς κρατική χρηματοδότηση. Η οικονομική του όμως λύση με τη χρήση υπαρχόντων κομματιών είχε μεγάλη απήχηση στην κυβέρνηση, η οποία κατέβαλε αξιοθαύμαστες προσπάθειες ώστε να ανταποκριθεί στις τεράστιες απαιτήσεις ενός μεγάλου προγράμματος επανεξοπλισμού της χώρας. Έτσι, στις 16 Νοεμβρίου του 1938, το Υπουργείο της Βασιλικής Αεροπορίας έστειλε στην εταιρεία υπογεγραμμένο συμβόλαιο παραγγελίας τεσσάρων πρωτοτύπων.
Η πρώτη πτήση
Tο πρώτο εξ αυτών πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση, άνευ οπλισμού, στις 17 Ιουλίου του 1939, ενώ μόλις δύο εβδομάδες νωρίτερα, είχε υπογραφεί κρατική συμφωνία παραγωγής 300 μονάδων (αυτό το εξαιρετικά ασύνηθες για το Υπουργείο Αεροπορίας, αποδεικνύει το επείγον της καταστάσεως και τη ανάγκη της εσπευσμένης μεταφοράς τους σε μάχιμες μονάδες). Οι βασικές διαφορές του από το Beaufort αφορούσαν: α) την κοντύτερη και σαφώς λεπτότερη άτρακτο, β) το μικρότερο ρύγχος, ώστε να μειωθεί το βάρος και να δοθεί επιπρόσθετος χώρος για τις μεγάλες του έλικες και γ) τα ατρακτίδια των κινητήρων, τα οποία ήταν κάτω από τις πτέρυγες και μεταφέρθηκαν πιο πάνω.
Επειδή το αεροσκάφος είχε λίγο μεγαλύτερο βάρος (21.200 λίβρες) από τον προκάτοχό του Beaufort (21.000), χρειαζόταν καλύτερους κινητήρες. Οι Hercules ήταν ακόμη πολύ καινούριοι και γι’αυτό έτρεφαν δυσπιστία. Στο πρώτο πρωτότυπο (R2052) τοποθετήθηκαν οι Hercules ΙΙΙ που προσέφεραν ταχύτητα 335 μιλίων/ώρα σε ύψος 16.800 ποδιών. Το δεύτερο όμως είχε κατώτερες επιδόσεις. Το Υπουργείο Αεροπορίας πρότεινε την επόμενη έκδοση με Rolls Royce Merlin. Παραλλήλως, η εταιρεία εργαζόταν στη βελτίωση του κινητήρα. Αυτός ήταν ο Hercules ΙΧ των 1.500 ίππων (με καύσιμα 100 οκτανίων), ο οποίος εγκαταστάθηκε στο Beaufighter Μk I. Ενώ οι επιδόσεις του έφτασαν να συναγωνίζονται αυτές του Hurricane, δεν ήταν οι αρμόζουσες ενός μαχητού ημέρας. Έτσι έγινε γρήγορα αντιληπτό ότι το δικινητήριο θα μπορούσε να μεταβληθεί σε ένα ιδανικό νυχτερινό μαχητικό.
Η γέννηση του νυχτερινού μαχητικού
Τα κύρια γερμανικά βομβαρδιστικά είχαν ταχύτητα ίδια με του Beaufighter, αλλά αναγκάζονταν να πετούν πιο αργά ώστε να μεγιστοποιούν την εμβέλειά τους. Έτσι το βρετανικό μαχητικό θα μπορούσε να τα προλάβει, ενώ διέθετε και τον εσωτερικό χώρο για τις πρώτες εκδόσεις του αναχαιτιστικού ραντάρ AI. Επίσης, θα έφερε και τέσσερα πυροβόλα των 20 χλστ. στο ρύγχος. Να πούμε εδώ πως τα πρώτα Beaufighters παραδόθηκαν χωρίς οπλισμό στις πτέρυγες. Όταν τα πυροβόλα τίθεντο σε λειτουργία, η ανάκρουση έκανε το ρύγχος να βυθίζεται τόσο, ώστε ο πιλότος να χάνει τον στόχο του. Μετά τα πρώτα πενήντα που κατασκευάστηκαν, η σειρά συνεχίστηκε με έξι Brownings των 0,303 ιντσών να προστίθενται στη δύναμη πυρός του αεροσκάφους.
Όταν τον Οκτώβριο του 1940 η 29η Μοίρα έγινε πλήρως επιχειρησιακή, το Beaufighter Mk IF θα ξεκινούσε τις πρώτες του αποστολές ως νυχτερινό μαχητικό και σύντομα θα γινόταν η αιχμή του δόρατος της Βασιλικής Αεροπορίας στην αναχαίτιση εχθρικών βομβαρδιστικών. Είχε μέγιστη ταχύτητα 323 μιλίων στα 15.000 πόδια και αυτονομία πτήσεως 1.500 μιλίων με ταχύτητα πορείας 194 μιλίων. Έφτανε στο ανώτατο ύψος των 28.900 ποδιών με ρυθμό αναρρίχησης 1.850 ποδιών το λεπτό.
Αν και χρειάζονταν μερικοί μήνες για την αντικατάσταση των Bristol Blenheims IF (που επίσης διέθεταν ραντάρς AI) στις μονάδες πρώτης γραμμής, οι νυχτερινές επιχειρήσεις δεν απαιτούσαν πολλά αεροσκάφη. Ο λόγος είναι πως το μαχητικό καθοδηγείτο στο στόχο του από ένα επίγειο ραντάρ σε επαφή με το δικό του και έτσι υπήρχε ένα όριο στο πόσα θα μπορούσαν να ίπτανται ταυτοχρόνως. Το μοναδικό Beaufighter που διέθετε μέχρι εκείνη τη στιγμή η 29η Μοίρα, εκτέλεσε την πρώτη του περιπολία το βράδυ της 17ης προς 18η Σεπτεμβρίου. Αργότερα θα αναλάμβανε και αποστολές ως τορπιλοφόρο εναντίον πλοίων και ως βομβαρδιστικό εναντίον χερσαίων στόχων. Από πολλές απόψεις η καριέρα του έμοιαζε με αυτή του «Mosquito» που θα το αντικαθιστούσε, αλλά ποτέ δεν το παραγκώνισε εντελώς.
Το άρθρο θα συνεχιστεί αύριο