Η απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης των Δημοκρατικών να επιτρέψει στην Ουκρανία να χρησιμοποιήσει πυραύλους ATACMS εναντίον στόχων μέσα στη Ρωσία, αποτελεί μια σημαντική ανατροπή της προηγούμενης πολιτικής. Λογικά έχει προκύψει λόγω της πρόσφατης ανάπτυξης χιλιάδων Βορειοκορεατών στρατιωτών για να υποστηρίξουν την προσπάθεια του πολέμου της Μόσχας. Αυτή η κίνηση αποκαλύφθηκε από τον δημοσιογράφο του Washington Post, John Hudson, σε μια σειρά από αναρτήσεις στο X (πρώην Twitter), οι οποίες περιγράφουν τις λεπτομέρειες της νέας αμερικανικής στρατηγικής.
NEW: Biden has authorized Ukraine to use the powerful ATAMCs long-range weapon for limited strikes inside Russia in response to North Korea’s deployment of thousands of troops to aid Moscow’s war effort, two senior U.S. officials tell The Post
— John Hudson (@John_Hudson) November 17, 2024
Η πρώτη ανάρτηση του John Hudson στο X αναφέρει ότι η απερχόμενη κυβέρνηση Μπάιντεν έχει εξουσιοδοτήσει την Ουκρανία να χρησιμοποιήσει τα πυραυλικά συστήματα ATACMS για περιορισμένες επιθέσεις μέσα στη Ρωσία, ως απάντηση στην ανάπτυξη χιλιάδων Βορειοκορεατών στρατιωτών. Οι ΗΠΑ προηγουμένως είχαν αυστηρά απαγορεύσει την χρήση των όπλων μεγάλου βεληνεκούς που προμήθευσε στην Ουκρανία εναντίον στόχων μέσα στη Ρωσική επικράτεια.
Στις επόμενες αναρτήσεις, ο Hudson εξηγεί ότι η χαλάρωση των περιορισμών για τη χρήση των ATACMS από το Κίεβο για να χτυπήσει στόχους μέσα στη Ρωσία έγινε καθώς περίπου 10.000 Βορειοκορεάτες στρατιώτες έχουν σταλεί στην περιοχή του Κουρσκ για να βοηθήσουν τη Μόσχα να ανακαταλάβει εδάφη που είχε κερδίσει η Ουκρανία. Αυτή η κίνηση έρχεται δύο μήνες πριν την επιστροφή του Τραμπ στην εξουσία, ο οποίος έχει δηλώσει ότι σκοπεύει να βρει έναν διπλωματικό τρόπο για να τερματίσει τον πόλεμο.
Η απόφαση της κυβέρνησης Μπάιντεν να επιτρέψει τη χρήση των ATACMS περιλαμβάνει την ανησυχία ότι περισσότερες μονάδες δυνάμεων της Βόρειας Κορέας μπορεί να ακολουθήσουν για να υποστηρίξουν αυτή την εισβολή. Προηγουμένως, η αμερικανική πολιτική ήταν αυστηρή ως προς την αποφυγή ενεργειών που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως κλιμάκωση της σύγκρουσης. Η απόφαση αυτή δείχνει μια πιο αποφασιστική στάση απέναντι στην υποστήριξη της Ουκρανίας, ακόμα και με τον κίνδυνο να προκαλέσει την αντίδραση της Μόσχας.
Η χρήση των ATACMS, τα οποία έχουν βεληνεκές 300 χιλιόμετρα, μπορεί να αλλάξει τη δυναμική του πολέμου. Τα πυραυλικά αυτά συστήματα επιτρέπουν στην Ουκρανία να χτυπήσει με ακρίβεια στόχους πολύ πιο μακριά από την πρώτη γραμμή των μαχών, στοχεύοντας στρατηγικές τοποθεσίες και στρατιωτικές βάσεις βαθιά μέσα στην ρωσική επικράτεια. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την δυνατότητα να χτυπά αεροπορικές βάσεις, συστήματα αεράμυνας και άλλες κρίσιμες υποδομές που υποστηρίζουν τις ρωσικές επιχειρήσεις.
Η απόφαση αυτή έχει και διεθνείς επιπτώσεις. Πρώτον, αυξάνει την πίεση στη Ρωσία, καθώς η Ουκρανία τώρα έχει τη δυνατότητα να απειλεί άμεσα στρατηγικές τοποθεσίες που θεωρούνταν πιο ασφαλείς. Δεύτερον, δείχνει μια αλλαγή στην στρατηγική των ΗΠΑ στον πόλεμο, με πιο επιθετική προσέγγιση προς το Κρεμλίνο. Αυτό μπορεί να ερμηνευτεί και ως ένα σήμα προς άλλες δυνάμεις όπως η Γερμανία ή Γαλλία ή η Βρετανία να επιτρέψουν την χρήση τέτοιων όπλων δικής τους προέλευσης (όπως οι Scalp EG/ Storm Shadow).
Οι αντιδράσεις στην απόφαση αυτή μπορούν να είναι διαφορετικές. Ορισμένοι αναλυτές βλέπουν την κίνηση ως αναγκαία και καθυστερημένη απάντηση στην επιθετικότητα της Ρωσίας και στο αυξανόμενο ρόλο της Βόρειας Κορέας στη σύγκρουση. Πιστεύουν ότι αυτή η αλλαγή πολιτικής θα μπορούσε να αποτελέσει σημείο καμπής στην εξέλιξη του πολέμου, δίνοντας στην Ουκρανία το πλεονέκτημα που χρειάζεται για να υπερασπιστεί τις γραμμές της και να επιτεθεί πιο αποτελεσματικά.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν φωνές που ανησυχούν για την κλιμάκωση και τις δυνητικές συνέπειες αυτής της απόφασης. Υπάρχει ο φόβος ότι μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιο απευθείας αντιπαράθεση μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας, με τον κίνδυνο να επεκταθεί ο πόλεμος πέρα από τα σύνορα της Ουκρανίας.
Η εξέλιξη αυτή προσθέτει ένα νέο κεφάλαιο στην πολύπλοκη κατάσταση στην Ουκρανία, επηρεάζοντας όχι μόνο τις στρατιωτικές στρατηγικές αλλά και τις διπλωματικές σχέσεις και την παγκόσμια πολιτική. Η απόφαση αυτή της διοίκησης Μπάιντεν είναι μια σημαντική στιγμή που θα πρέπει να παρακολουθηθεί στενά για να δούμε πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση στην περιοχή και πώς θα αντιδράσουν οι εμπλεκόμενοι παράγοντες σε αυτή την νέα πραγματικότητα. Και σίγουρα δεν ξέρουμε πως θα αντιδράσει και ο νέος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.