Σε συνέχεια της ανάρτησής μας νωρίτερα σήμερα
και έως ότου ξεκαθαρίσει η προμήθεια της ΕΦ, στην οποία έχουμε αναφερθεί στο παρελθόν, τόσο από εδώ όσο και σε εκτεταμένο άρθρο του Βασίλη Παπακώστα και Φαίδωνα Καραϊωσηφίδη στις σελίδες της «Πτήσης» 26, του Οκτωβρίου 2022 δημοσιεύουμε ένα μεγάλο μέρος του τελευταίου.
Να σημειώσουμε ότι στο τεύχος Δεκεμβρίου 2024 που υπάρχει ήδη διαθέσιμο ηλεκτρονικά και θα είναι διαθέσιμο στο τέλος της εβδομάδας στα περίπτερα, υπάρχει μια πολυσέλιδη ανάλυση για τον Ελληνικό Θόλο, περιλαμβανομένου και του συστήματος IAI Barak MX
ΠΥΡΑΥΛΙΚΗ ΑΕΡΑΜΥΝΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ: BARAK MX
Όπως γράφαμε τον Οκτώβριο του 2022 με πληροφορίες αναφέρουν για κυπριακή προμήθεια Iron Dome, οι δικές μας πληροφορίες συνέκλιναν προς την κατεύθυνση, ότι το πρόγραμμα αφορούσε στην απόκτηση συστημάτων μέσης εμβέλειας BARAK MX για την αντικατάσταση των Buk M1-2 και TOR-M1 της Εθνικής Φρουράς και όχι τα «ειδικής εφαρμογής» Iron Dome «για την αντιμετώπιση των τουρκικών ΜΕΑΜ», όπως αναφερόταν ευρέως σε κυπριακά δημοσιεύματα. Σημειώναμε όμως ότι λόγω της ιδιαιτερότητας των εξοπλισμών τής Κυπριακής Δημοκρατίας, το όλο θέμα θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με επιφυλακτικότητα ως προς τις λεπτομέρειές του, με όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά.
Άλλωστε, το Iron Dome είναι ένα VSHORADS με πρωτεύοντα προσανατολισμό την αποστολή C–RAM (Counter Rocket Artillery Mortar) και δευτερευόντως την αντιμετώπιση στόχων ABT (Air Breathing Target) και προϋποθέτει τη συνύπαρξη με άλλα συστήματα μέσου ή και μεγάλου βεληνεκούς για να επιβιώσει στο πεδίο της μάχης. Συνεπώς, το ενδεχόμενο απόκτησής του θα μπορούσε να ιδωθεί μόνο στη λογική της διατήρησης σε υπηρεσία των Buk M1-2 και TOR–M1 ή της απόκτησης συστημάτων David’s Sling, όπως ήταν η αρχική πρόθεση της ΕΦ.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΦ απέκτησε έξι συστήματα TOR–M1 από την Ελλάδα ως «αντάλλαγμα» για την παραχώρηση των S-300PMU-1 στην Πολεμική Αεροπορία και προχώρησε στην αγορά δύο συστοιχιών Buk M1-2 με οκτώ συνολικά τετραπλούς εκτοξευτές από τη Ρωσία. Η ύπαρξη των τελευταίων κρατήθηκε μυστική και τα επίσημα αποκαλυπτήρια έγιναν μόλις τον Οκτώβριο του 2017, αν και η πρόθεση απόκτησής τους αναφερόταν από το 2001.
Το σύστημα BARAK MX
H «καρδιά» τού συστήματος BARAK MX είναι το βλήμα BARAK LRAD (Long Range Air Defense), που είναι στην ουσία το BARAK 8, το οποίο χρησιμοποιεί το Ναυτικό της Ινδίας και βρίσκεται σε εκτεταμένη χρήση στις κλάσεις αντιτορπιλικών Kolkata και Visakhapatnam, την κλάση φρεγατών Nilgiri και τα αεροπλανοφόρα INS Vikramaditya και INS Vikrant. Το βλήμα αναπτύχθηκε από κοινού από την IAI και τον οργανισμό IDRDO (Indian Defense Research Development Organization).
Το σύστημα BARAK προσφέρεται σε τρεις διαφορετικές εκδόσεις: χερσαία μετακινούμενη, αυτοκινούμενη και ναυτική.
Η πρώτη από αυτές αποτελείται από το ραντάρ εντοπισμού στόχων, τη μονάδα BMC (Battle Management Center) και 3-4 εκτοξευτές.
Στη βασική εκδοχή της χρησιμοποιείται το βλήμα BARAK MRAD (Mong Range Air Defense) με κινητήρα ενός παλμού που επιτυγχάνει μέγιστη εμβέλεια 35 km, βάλλεται κατακόρυφα από τετραπλό εκτοξευτή και καλύπτει τομέα σε αζιμούθιο 360 μοιρών. Στην έκδοση BARAK LRAD το βλήμα εκτοξεύεται επίσης κατακόρυφα από οκταπλό εκτοξευτή (που μπορεί να βάλει και BARAK MRAD, δηλαδή να έχει μικτό φόρτο των δύο παραλλαγών πυραύλων) χρησιμοποιώντας κινητήρα δύο παλμών που του προσδίδει μέγιστη ταχύτητα 2 Mach. Έχει μικρό ίχνος στη διαδικασία εκτόξευσης (low launch signature), επιτυγχάνοντας μέγιστη εμβέλεια 70 km, μέγιστο ύψος 20 km και εμπλοκή στόχων με δυνατότητα εκτέλεσης ελιγμών φόρτισης 50 G χάρη και στο σύστημα «διανυσματικού ελέγχου της κατεύθυνσης της ώσης»-TVC (Thrust Vector Control) που χρησιμοποιεί.
To BARAK LRAD, σύμφωνα με εκτιμήσεις (αφού τα χαρακτηριστικά του δεν έχουν ποτέ δημοσιοποιηθεί επίσημα), είναι μήκους 4,5 m, διαμέτρου 0,227 m, με άνοιγμα πτερύγων 0,94 m, βάρος 275 kg και διαθέτει θραυσματική γόμωση 23 kg. To βλήμα χρησιμοποιεί ενεργό ερευνητή RF και επικοινωνεί με το ραντάρ εδάφους με διπλή ζεύξη δεδομένων. Το BARAK LRAD σύμφωνα με την ΙΑΙ μπορεί να αντιμετωπίσει και TBM (Tactical Ballistic Missile) μικρής εμβέλειας, με τον συντονισμό της εμπλοκής σε κάθε περίπτωση να γίνεται από το BMC (Battle Management Center).
H εταιρεία ανέπτυξε και μια έκδοση μεγαλύτερης εμβέλειας, τον BARAK ER (Extended Range), που χρησιμοποιεί πρόσθετο επιταχυντή (booster) και επεκτείνει τον «φάκελο» εμπλοκής στα 150 km σε εμβέλεια και 30 km σε ύψος, ενώ αναβαθμίζει σημαντικά τις δυνατότητες αντιμετώπισης TBM. Η ολοκλήρωση της ανάπτυξης του συγκεκριμένου βλήματος έλαβε χώρα την άνοιξη του 2021 και μπορεί πλέον να παραδοθεί σε υποψήφιους πελάτες. Σύμφωνα με μη επιβεβαιωμένες πληροφορίες, το BARAK ER έχει μήκος 5,8 m (1,3 m για τον booster), βάρος 400 kg, διάμετρο 0,227 m (0,54 m στη ζώνη του booster), βάρος γόμωσης 23 kg και δυνατότητα εκτέλεσης ελιγμών φόρτισης 50 G. Κινείται προς τον στόχο με αδρανειακή καθοδήγηση (INS) και υποβοήθηση συστήματος ING/GPS, λαμβάνοντας ενημερώσεις από το ραντάρ.
To BARAK MX μπορεί να χρησιμοποιήσει τρία εναλλακτικά ραντάρ ανάλογα με τις απαιτήσεις του χρήστη και τις εκδόσεις των βλημάτων που χρησιμοποιεί η κάθε διαμόρφωση.
Η βασική επιλογή είναι το ELM-2084 MMR (Multi Mission Radar), ένα σύγχρονο 3D ραντάρ AESA που λειτουργεί στη ζώνη συχνοτήτων «S» (2-4 GHz). Χρησιμοποιείται τόσο για εντοπισμό όπλων-WL (Weapon Location) όσο και για αεράμυνα-AD (Air Defense) και δύναται να αποκαλύψει στόχους όλων των ειδών, συμπεριλαμβανομένων βλημάτων όλμων και πυροβολικού, ρουκετών και πυραύλων αέρος-εδάφους. Επιπλέον, μπορεί να λειτουργήσει ως ραντάρ ελέγχου πυρός για συστήματα αεράμυνας. Παρέχει τη δυνατότητα υπολογισμού του σημείου πρόσκρουσης των εχθρικών βλημάτων-POI (Point Of Impact), του σημείου εκπομπής εχθρικών πυρών-POO (Point Of Origin) και παρέχει δεδομένα βολής σε υποστήριξη εκπομπής φίλιων πυρών-FFR (Friendly Fire Ranging). Προσφέρει κάλυψη τομέα 120 μοιρών για WL και AD ή 360 για AD, με περιστροφή της κεραίας σε ρυθμό 30 σ.α.λ., ενώ διαθέτει προηγμένα χαρακτηριστικά ECCM. Η κάλυψη σε ανύψωση φθάνει τις 50 μοίρες και τα 100.000 πόδια σε ύψος και μπορεί να διαχειριστεί 1.200 ίχνη για αποστολές AD ή 200 στόχους ανά λεπτό για αποστολές WL, με ακρίβεια εντοπισμού 0,25%. Η μέγιστη εμβέλεια του ραντάρ φθάνει τα 460 km για εντοπισμό εναέριων στόχων και τα 100 km για τον εντοπισμό όπλων. Το ραντάρ υπολογίζει την τροχιά της απειλής και ενημερώνει τον σταθμό CCU, ο οποίος μέσω αλγορίθμων εκτιμά τις κρίσιμες απειλές και το σημείο πρόσκρουσης, δίνοντας εντολή για την εκτόξευση βλήματος, το οποίο λαμβάνει τις αρχικές οδηγίες μέσω ανοδικής ζεύξης και ακολούθως ενεργοποιείται ο δικός του ερευνητής.
Η δεύτερη εναλλακτική επιλογή είναι το ELM-2311 C–MMR (Compact MMR), που αποτελεί μια συμπαγέστερη έκδοση του MMR με «υποδεέστερες» επιδόσεις. Είναι ένα σύγχρονο 3D ραντάρ AESA που λειτουργεί στη ζώνη συχνοτήτων «C» (4-8 GHz) και επίσης χρησιμοποιείται τόσο για εντοπισμό όπλων WL όσο και για αεράμυνα AD, και δύναται να εντοπίσει όλων των ειδών τους στόχους, όπως παραπάνω. Παρέχει υπολογισμό του σημείου εκτόξευσης του εχθρικού βλήματος, του σημείο πρόσκρουσης, FFR και έχει δυνατότητα ελέγχου πυρός για συστήματα C-RAM σε τομέα 90-120 μοιρών για WL και AD με σταθερή κεραία ή κάλυψη 360 μοιρών για AD με περιστροφή της. Η κάλυψη σε ανύψωση φθάνει τις 50 μοίρες και τα 100.000 πόδια σε ύψος και μπορεί να διαχειριστεί 100 στόχους ανά λεπτό. Η μέγιστη εμβέλεια του ραντάρ φθάνει τα 250 km για εντοπισμό εναέριων στόχων και 70 km για τον εντοπισμό όπλων. To C-MMR είναι εγκατεστημένο σε έναν κλωβό που μπορεί να γίνει εποχούμενος, παρέχει δυνατότητα τηλεχειρισμού και φιλοξενεί δύο χειριστές.
Μία τρίτη εναλλακτική επιλογή είναι το ραντάρ ELM-2138M Green Rock, επίσης ένα σύγχρονο AESA ραντάρ ζώνης συχνοτήτων «S» (2-4 GHZ) που χρησιμοποιεί στοιχεία (module) T/R κατασκευασμένα από στοιχεία Νιτριδίου του Γαλλίου (GaN) και προσφέρεται σε τρεις διαφορετικές εκδόσεις με αντίστοιχα μεγέθη κεραίας και παρέχουν διαφορετικές επιδόσεις: 70×30 cm βάρους 33 kg , 70×50 cm βάρους 67 kg και 70×100 cm βάρους 120 kg. Στην πρώτη περίπτωση η εμβέλεια για στόχο UAV φθάνει τα 15-25 km, για βλήμα όλμου τα 5 km και για μαχητικό αεροσκάφος τα 20 km. H ενδιάμεση έκδοση έχει αντίστοιχες τιμές στα 25-40 km, 10 km και 40-60 km, ενώ για την πλήρη έκδοση οι επιδόσεις είναι 40-60 km, 15 km και 60-100 km. Πρόκειται για σύστημα υψηλής ευελιξίας με δυνατότητα «Detect On the Move» («Αποκάλυψης εν Κινήσει»), χάρις στην οποία το υποστηριζόμενο σύστημα GBAD μπορεί να βάλει σε δύο λεπτά από την ακινητοποίηση του ραντάρ. Παρέχει ολοσφαιρική κάλυψη 360 μοιρών με χρήση τεσσάρων κεραιών, κάθε μια από τις οποίες παρέχει τομέα σάρωσης 90 μοιρών σε αζιμούθιο και 60-75 μοιρών σε ανύψωση για αεροδυναμικούς στόχους και 90 μοίρες για στόχους C-RAM . Προσφέρει δυνατότητα TWS για 100 στόχους και υπολογισμό του σημείου εκτόξευσης του εχθρικού βλήματος και το σημείο πρόσκρουσης, με ικανότητα αυξημένης ανανέωσης στοιχείων (4-10 Ηz) για στόχους υψηλής προτεραιότητας HPT (High Priority Targets), έναντι της τυπικής ανανέωσης στοιχείων στα 1 Hz.
Συμπεράσματα
Το βάθος και η έκταση της κυπριακής επικράτειας αποτελούν σοβαρούς περιοριστικούς παράγοντες για την ανάπτυξη αντιαεροπορικών συστημάτων σε ένα περιβάλλον πλήρους (τουλάχιστον στην πρώτη φάση των επιχειρήσεων) αεροπορικής κυριαρχίας του αντιπάλου. Συνεπώς, ο αντικειμενικός σκοπός της Εθνικής Φρουράς είναι η αντιμετώπιση των δυνατοτήτων πρώτου πλήγματος, δηλαδή η προσπάθειά του μέσω αεροπορικών επιχειρήσεων, χρήσης MEAM (Μη Επανδρωμένων Αεροχημάτων Μάχης) και τακτικών βαλλιστικών συστημάτων ή ΠΕΠ (Πολλαπλών Εκτοξευτών Πυραύλων) μεγάλης εμβέλειας που θα έχουν στόχο να πλήξουν και να καταστρέψουν τις βασικές υποδομές της.
Λόγω του μικρού βάθους του θεάτρου επιχειρήσεων είναι απαραίτητη η χρήση ενός αντιαεροπορικού συστήματος μεγάλης εμβέλειας (εξού και η αρχική επιλογή του S-300PMU-1), για να αντιμετωπίζει τις εναέριες απειλές σε μεγάλη απόσταση πριν εκτελέσουν βολή stand off όπλων με δυνατότητα επανεμπλοκής, η αντιμετώπιση TBM κατηγορίας SRBM (Short Range Ballistic Missile) κ.ά. Επιπλέον, το σύστημα θα πρέπει να συνυπάρχει με SHORADS, που να καλύπτει νεκρούς τομείς, στόχους που προσεγγίζουν σε εξαιρετικά χαμηλό ύψος, οπλισμένα UAV ή βλήματα stand off. Σε αυτήν τη βάση απαιτήσεων οι επιδόσεις τού -εξαιρετικού κατά τα άλλα- Buk M1-2 είναι ούτως ή άλλως ανεπαρκείς. Το ρωσικό σύστημα παρέχει φάκελο εμπλοκής 3-42 km σε εμβέλεια και 15 m-25 km σε ύψος για στόχους ABT ή 3-20 km και 2-16 km για στόχους TBM. Επιπλέον, η χρήση του ραντάρ 9S18M1-1 «Snow Drift», από όσο είναι γνωστό, δεν παρέχει δυνατότητες WL ή καθοδήγησης C-RAM και η επίδοση μέγιστης εμβέλειας είναι 160 km. Επομένως, η εξάρτηση του Buk M1-2 από τη λειτουργία του 4ου ΚΕΠ (Κέντρο Ελέγχου Περιοχής) στο όρος Τρόοδος είναι καθοριστική σε σχέση με τον έγκαιρο εντοπισμό στόχων ABT.
To 4ο ΚΕΠ προέρχεται από τη μετονομασία της 4ης ΜΣΕΠ (Μοίρας Σταθμού Έγκαιρης Προειδοποίησης) και χρησιμοποιεί δύο συγκροτήματα ραντάρ που παρέχουν τη δυνατότητα μετακίνησης: το παλαιότερο TRS-2215D και το νεότερο TRS-2245MT. Το TRS-2215D είναι ένα ραντάρ ζώνης συχνοτήτων «S» (2-4 GHz) με δυνατότητα μεταφοράς που μπορεί να αναπτυχθεί σε νέα θέση σε διάστημα μίας ώρας. Παρέχει μέγιστη εμβέλεια 510 km και κάλυψη σε ύψος έως και τα 30.500 m. Καλύπτει τομέα 360 μοιρών σε αζιμούθιο μέσω περιστροφής της κεραίας με ρυθμό 6 σ.α.λ. και -3 έως +30 μοιρών σε ανύψωση. Το σύστημα είναι μέγιστης ισχύος 700 Kw και μέσης ισχύος 10 Kw. To TRS-2245MT ή Master-T είναι επίσης ραντάρ ζώνης συχνοτήτων «S» (2-4 GHz), με δυνατότητα μεταφοράς από δύο φορτηγά οχήματα των 10 τόνων (ή φόρτου σε ένα C-130), το οποίο υπηρετείται από τέσσερις χειριστές και μπορεί να αναπτυχθεί σε νέα θέση σε 30 λεπτά. Παρέχει μέγιστη εμβέλεια 444 km ή 390 km για στόχο με διατομή μαχητικού αεροσκάφους, ελάχιστη εμβέλεια 8 km και κάλυψη σε ύψος 30.480 m. Καλύπτει τομέα 360 μοιρών σε αζιμούθιο και 20 μοιρών σε ανύψωση. Διαθέτει εξοπλισμό IFF με διαμορφώσεις 1,2,3/A και C και δυνατότητα ενσωμάτωσης κρυπτογραφημένης διαμόρφωσης. Η διατήρηση του παλαιότερου ραντάρ σχετίζεται προφανώς με την ανάγκη εναλλαγής όταν το νέο σύστημα δεν λειτουργεί. Ενδεικτικά, αναφορικά με την αξιοπιστία, το TRS-2245MT παρέχει χρόνο MTBCF (Mean Time Between Critical Failure) 1.500 ωρών και διαθεσιμότητα 99.9%.
Με βάση τα ανωτέρω, θεωρούμε ότι η απόκτηση του BARAK MX είναι στη σωστή κατεύθυνση υπό την προϋπόθεση της προμήθειας του ραντάρ ELM-2084, που παρέχει αξιόλογες επιδόσεις εντοπισμού και δυνατότητα WL. Σημειώνεται επίσης η επίδοση κάλυψης σε ανύψωση σε σχέση με τα δύο υφιστάμενα ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης της ΕΦ, με προφανή πλεονεκτήματα στον εντοπισμό στόχων, όπως των TBM. Το ραντάρ μπορεί να χρησιμοποιηθεί συμπληρωματικά ως «gap filler» στα υφιστάμενα ραντάρ της ΕΦ ή ακόμη και ως εναλλακτικός σταθμός σε περίπτωση καταστροφής τους. Υπενθυμίζουμε ότι η προμήθεια του ELM-2084 εξετάζεται και από την ΠΑ.
Κρίνεται σκόπιμη η απόκτηση τουλάχιστον δύο πυροβολαρχιών, που θα εγκατασταθούν σε διαφορετικές τοποθεσίες για να καλύψουν το σύνολο της κυπριακής επικράτειας, καθώς το όρος Τρόοδος στην πράξη διαχωρίζει την έκταση του νησιού και παρέχει φυσική κάλυψη σε εχθρικούς σχηματισμούς και γενικότερα απειλές κατά της Πάφου και της αεροπορικής βάσης στην περιοχή της εάν το 4ο ΚΕΠ τεθεί εκτός λειτουργίας. Επίσης, θεωρούμε επιβεβλημένη την απόκτηση βλημάτων BARAK ER σε συνδυασμό με βλήματα BARAK MRAD για την παροχή κάλυψης σε όλη την επικράτεια και κυρίως για την αντιμετώπιση των TBM, που θα χρησιμοποιηθούν στην αρχική φάση της επιχείρησης.
Φυσικά, είναι πάντα επιθυμητή η διατήρηση των ρωσικής προέλευσης συστημάτων και κυρίως των TOR-M1, τα οποία μπορούν να παρέχουν κάλυψη σε μηχανοκίνητους σχηματισμούς της Εθνικής Φρουράς, που δεν μπορεί να προσφέρει στον ίδιο βαθμό το BARAK MX. Επιπλέον, είναι απαραίτητη η επίτευξη διαλειτουργικότητας με τις υφιστάμενες υποδομές της Εθνικής Φρουράς αλλά και τις αντίστοιχες της Πολεμικής Αεροπορίας, όπως και η αυτονόητη συμβατότητα με υποδομές IFF.
Τα συστήματα της ΕΦ, για να επιβιώσουν σε μια πολεμική σύγκρουση, θα πρέπει να τηρήσουν αυστηρούς κανόνες EMCON (Emission Control), καθώς θα αποτελέσουν πρωταρχικό στόχο της Τουρκικής Αεροπορίας, συστημάτων ECM, ΜΕΑΜ κ.ά. Εδώ θα πρέπει να υπενθυμιστεί και να υπογραμμιστεί η τεράστια αύξηση των σχετικών ικανοτήτων των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων μέσω μιας πληθώρας νέων συστημάτων ESM/ELINT/COMINT/SIGINT, τόσο χερσαίων όσο και εναέριων, και φυσικά αυτό δεν αφορά μόνο την Κύπρο αλλά και την Ελλάδα.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή εφαρμογή πυραυλικής GBAD της ΕΦ υπό καθεστώς αυστηρού EMCON είναι η ύπαρξη υποδομών SIGINT με δυνατότητα καταγραφής της EOB (Electronic Order of Battle) και παροχής πληροφόρησης στις συστοιχίες, ώστε αυτές να επιχειρούν με την τακτική τής διακοπτόμενης λειτουργίας του ραντάρ πρόσκτησης στόχων. Η ΙΑΙ/ELTA, που κατασκευάζει το BARAK MX, παρέχει ένα ολοκληρωμένο σύστημα SIGINT και EW, το ELI-6063, το οποίο διαθέτει υποσυστήματα COMINT με κάλυψη 1,5 MHz-3 GHz, ESM με κάλυψη 0,5-40 GHz, παρεμβολής COMJAM στο εύρος των 1,5 Hz-3 GHz και ECM στη ζώνη 0,5-40 GHz. Διαθέτει μονάδα C2, πλήρεις ενσωματωμένες δυνατότητες αυτόνομης επικοινωνίας με σταθμό αναμετάδοσης (radio relay) για επικοινωνίες LOS (Line Of Sight) και SATCOM και παράλληλα δυνατότητα παρεμβολής δορυφορικών επικοινωνιών ή μικροκυματικών επικοινωνιών στη ζώνη 100 MHz-3 GHz.
Μια άλλη σημαντική απειλή είναι ο μεγάλος αριθμός οπλισμένων μη επανδρωμένων αεροχημάτων ή drones καμικάζι που χρησιμοποιούν μαζικά και σε ποικιλία οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις. Συνεπώς, θα πρέπει να υπάρξει πρόνοια για την απόκτηση και εγκατάσταση ενός συστήματος C–UAS (Counter Unmanned Aerial System) που θα προστατεύει τα συστήματα από τις απειλές αυτές και κυρίως από τα mini «UAV αυτοκτονίας». Τέτοια συστήματα είναι το Drone Guard της IAI και Drone Dome της Rafael. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το δεύτερο λόγω και του σχετικού ελληνικού ενδιαφέροντος. Το συγκρότημα χρησιμοποιεί τέσσερα υποσυστήματα: ραντάρ εντοπισμού, υποδομή COMINT κάλυψης 70 MHz-6 GHz για τον εντοπισμό της απειλής και την ύπαρξη ραδιοζεύξεων, αισθητήρα Sky Spotter για την κατηγοριοποίησή της και την πρόσκτηση στόχων και συστήματα hard kill και soft kill για την αντιμετώπισή τους, ενώ όλα τα ανωτέρω συντονίζονται από σταθμό C4I. Το σύστημα χρησιμοποιεί ραντάρ AESA με στοιχεία GaN (Νιτριδίου του Γαλλίου) RPS-42 ή RPS-82. Tα ραντάρ αυτά διαθέτουν κεραίες κάλυψης αζιμούθιου και ανύψωσης 90 μοιρών και έτσι απαιτούνται τέσσερις συνδυαστικές από αυτές για κάλυψη 360 μοιρών. Στην περίπτωση του RPS-82 επιτυγχάνεται εμβέλεια 165 km για μεταγωγικό αεροσκάφος, 65 km για μαχητικό ή 35 km για μαχητικό με μικρή διατομή ραντάρ, 45 km για UAV κατηγορίας MALE και 10 km για mini-UAV. Στην περίπτωση του μικρότερου RPS-42 επιτυγχάνεται εμβέλεια 60 km για μεταγωγικό αεροσκάφος, 35 km για μαχητικό ή 20 km για μαχητικό με μικρή διατομή ραντάρ, 25 km για UAV MALE και 5 km για mini-UAV. To Sky Spotter παρέχει εμβέλεια από 1 km έως «μερικές δεκάδες χιλιόμετρα» και επιβεβαιωμένη αναγνώριση στόχου στα 3 km. Για στόχο με RCS 0.002m2, το Drome Dome παρέχει εμβέλεια 3,5 km και μπορεί να παρεμβάλει πολλαπλές απειλές χρησιμοποιώντας μέσα soft kill που περιλαμβάνουν παρεμβολείς του GNSS ή του τηλεχειρισμού/εντολοδότησης του UAV ή της μετάδοσης video στο έδαφος. Εναλλακτικά χρησιμοποιεί και μέσα hard kill, όπως η συσκευή HELWS (High Energy Laser Weapon System) Lite Beam με λέιζερ ισχύος 7,5 Kw και δυνατότητα καταστροφής mini UAV σε εμβέλεια έως 2 km. Είναι προφανές ότι το Drome Dome έχει τη δυνατότητα καταστροφής ή εξαπάτησης UAV σε περιορισμένη εμβέλεια, αλλά παρέχει ικανοποιητική δυνατότητα έγκαιρης προειδοποίησης για UAV κατηγορίας MALE, τα οποία θα αντιμετωπίσει το BARAK MX με τα βλήματά του.
Από τα ανωτέρω διαπιστώνεται ότι, αν τελικά η προμήθεια ισραηλινών συστημάτων αφορά στο ικανότερο ΒARAK MX, θα αποτελέσει μια σημαντική αναβάθμιση της αεράμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας με προοπτική μελλοντικών επενδύσεων, επειδή οι οικονομικές διαστάσεις της επένδυσης είναι πολύ μεγάλες για να υλοποιηθεί σε βραχύ χρονικό διάστημα. Ακόμη όμως και αν πρόκειται για Iron Dome, είναι μια σημαντική βελτίωση στις δυνατότητες άμυνας σημείου, ειδικά κατά της απειλής των τουρκικών MEAM.
Τα SA-17 «Grizzly» της Εθνικής Φρουράς
Η ύπαρξη του ρωσικής προέλευσης SAM Buk M1-2 (SA-17 «Grizzly» κατά ΝΑΤΟ) «επισημοποιήθηκε» με την επίδειξή του στην παρέλαση της 1ης Οκτωβρίου 2017. Συγκροτεί μία Μοίρα Αεράμυνας (453) με δύο πυροβολαρχίες. Καθεμία από αυτές αποτελείται από ένα κέντρο διοίκησης και ελέγχου 9S470M1-2, ένα ραντάρ πρόσκτησης στόχων 9S18М1-1, τρεις εκτοξευτές TELAR (Transporter Erector Launcher & Radar) 9A310M1-2 που εξυπηρετούνται από δύο TEL (Transporter Erector Launcher) με δυνατότητα τόσο αναχορηγίας όσο και λειτουργίας ως μονάδων πυρός.
Οι έξι μονάδες πυρός 9A331-1 του συστήματος TOR-M1 (SA-15 «Gauntlet» κατά ΝΑΤΟ) και τα δύο κέντρα διοίκησης και ελέγχου 9S737M είχαν ενταχθεί μετά την παραχώρησή τους το 1999 από τον Ελληνικό Στρατό σε Μοίρα Κατευθυνόμενων Βλημάτων του Πυροβολικού της ΕΦ. Ωστόσο, μετά την παραλαβή και αξιοποίηση των Buk M1-2 αναφέρεται ότι πλέον ανήκουν σε Μοίρα (451) της Διοίκησης Αεροπορίας, στην οποία συγκροτούν δύο πυροβολαρχίες. Έτσι, Buk M1-2 και TOR-M1 συνεργάζονται σε ένα ενιαίο σύστημα αεράμυνας.