Σημαντικό ζήτημα στο σύγχρονο κόσμο αμυντικών προμηθειών είναι η ασφάλεια των συστημάτων που προμηθεύεται κάθε χώρα. Ειδικά τώρα βέβαια που κάθε οπλικό σύστημα αλλά και κάθε σύστημα διοίκησης και τηλεπικοινωνιών είναι ψηφιακό και συνδεδεμένο σε ευρύτερα δίκτυα μετάδοσης πληροφοριών. Πως όμως εξασφαλίζεις ότι αυτό που αγόρασες δεν «διαρρέει» πληροφορίες προς τον κατασκευαστή του;
Το παράδειγμα της Αυστραλίας, των τελευταίων ημερών, δείχνει πόσο υψηλό είναι αυτό το ρίσκο. Έτσι, οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας σταμάτησαν ξαφνικά εντός των τελευταίων ημερών τη χρήση του συστήματος διαχείρισης μάχης (Battle Management System, BMS) κατασκευής της ισραηλινής Elbit, μετά από υποψίες πως αυτό -χωρίς ενημέρωση- μεταφέρει δεδομένα πίσω στο Ισραήλ.
Οι σχετικές υποψίες υπήρχαν από το 2019, όταν είχε ξεκινήσει η σχετική διερεύνηση και πλέον ήδη ανακοινώθηκε η παύση χρήσης του συστήματος, χωρίς μάλιστα να υπάρχει εναλλακτική λύση. Το συγκεκριμένο σύστημα ήταν σε ευρεία χρήση στον Αυστραλιανό Στρατό, τόσο σε επίπεδο διοίκησης όσο και μονάδων, επιτρέποντας την επικοινωνία και διαχείριση πληροφορίας μεταξύ τους, τη διαβίβαση εντολών, χαρτών, στόχων κλπ. Ουσιαστικά το ισραηλινό BMS ήταν η ραχοκοκαλιά ψηφιακής διοίκησης του Αυστραλιανού Στρατού, ο οποίος έχει ξοδέψει δισεκατομμύρια δολάρια στην αγορά και ανάπτυξη του εδώ και μια δεκαετία που το χρησιμοποιεί.
Το ζήτημα φαίνεται πως είναι πολύ σοβαρό καθώς η διακοπή χρήσης έγινε έκτακτα, χωρίς να δοθούν εξηγήσεις και χωρίς διαπραγμάτευση με την Elbit. Η τελευταία, ειδικότερα η αυστραλιανή θυγατρική της, που απασχολεί 250 άτομα, εξέδωσε ανακοίνωση που διαψεύδει τις φήμες περί προβλημάτων ασφαλείας ενώ αναφέρει πως «είμαστε σε στενή συνεργασία με το υπουργείο Αμύνης, έχοντας προσφέρει και πλήρη πρόσβαση στον κώδικα του συστήματος».
Αν και η τελευταία φράση είναι κομβική, ότι δηλαδή οι Αυστραλοί είχαν πρόσβαση στον κώδικα, αυτό δεν αναιρεί την πιθανότητα να υπάρχουν «πίσω πόρτες» επικοινωνίας του με άλλα συστήματα και βασικά την κατασκευάστρια εταιρία. Τέτοιες ψηφιακές «πόρτες» επικοινωνίας άλλωστε είναι δεδομένο πως υπάρχουν ώστε να μπορεί ο κατασκευαστής να παρέχει υπηρεσίες ελέγχου και αναβάθμισης του λογισμικού απευθείας. Και ακόμη και να σου παρέχει ο κατασκευαστής πλήρη πρόσβαση στο λογισμικό, δηλαδή στις εκατοντάδες χιλιάδες ή και εκατομμύρια γραμμές κώδικα που μπορεί να περιέχει ένα τέτοιο σύστημα, πρέπει να διαθέτεις την τεχνογνωσία να ψάξεις όλο αυτό τον κώδικα γραμμή γραμμή για να ανακαλύψεις πιθανά “προβληματικά σημεία”.
Όπως αναφέρει μάλιστα το αυστραλιανό δίκτυο ABC, σε κοινές ασκήσεις Αυστραλών και Αμερικανών, οι τελευταίοι “έπαιρναν ειδικά μέτρα ασφαλείας όταν βρίσκονταν κοντά σε αυστραλιανά οχήματα εφοδιασμένα με το BMS της Elbit, φοβούμενοι διαρροές”.
Αντίστοιχες ανησυχίες για ισραηλινά συστήματα τηλεπικοινωνιών, διοίκησης, δικτύων, ραντάρ κ.λπ. έχουν εκφράσει και άλλες χώρες κατά καιρούς. Φυσικά το θέμα δεν περιορίζεται μόνο στο Ισραήλ, είναι δεδομένο πως όλοι οι μεγάλοι κατασκευαστές αμυντικού υλικού και οι υπηρεσίες των χωρών τους, έχουν κάποια μορφής πρόσβαση σε ότι πουλάνε διεθνώς. Πόσο μεγάλη είναι αυτή, τι δυνατότητες παρακολούθησης δίνει, πότε λειτουργεί και πότε όχι, αν φθάνει σε σημείο να «παγώνει» ή να υποβαθμίζει συγκεκριμένες δυνατότητες των οπλικών συστημάτων είναι επίσης άγνωστο, και πλέον αποτελεί δεδομένο μέρος του ρίσκου αγοράς τους.
Οι Αμερικανοί μπλοκάρουν την πώληση των F-16C/D Barak στην Κροατία!
Βέβαια, η ELBIT είναι μια μεγάλη εταιρεία, leader του είδους της παγκοσμίως, και δύσκολα θα μπορούσε να διακινδυνεύσει όχι μόνο τη φήμη της, αλλά και τις παγκόσμιες πωλήσεις της. Από πλευράς μας δεν θα μπορούσαμε να αποκλείσουμε να υπάρχει και “αμερικανική ανάμιξη”, καθώς οι αμυντικές εταιρείες των ΗΠΑ έχουν χάσει πολλά και μεγάλα συμβόλαια από αντίστοιχες ισραηλινές. Θα θυμίσουμε τα F-16 Barak για την Κροατία, όταν οι Αμερικανοί, έκπληκτοι διαπίστωσαν πως οι Ισραηλινοί τους πήραν “τη δουλειά” μέσα από τα χέρια τους. Συνεπώς, τέτοιου είδους εξελίξεις θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερη προσοχή.