Στην γενικότερη ανασκόπηση και επανεξέταση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής που κάνει η κυβέρνηση Τραμπ, έχει τεθεί στο στόχαστρο και η συμφωνία AUKUS, η τριμερής δηλαδή επίσημη αμυντική σύγκλιση ΗΠΑ-Βρετανίας-Αυστραλίας, η οποία θα ενισχύσει την κοινή τους άμυνα στον Ειρηνικό Ωκεανό.
Η αναθεώρηση της συμφωνίας, όπως γράφει το Reuters, έχει ξεκινήσει επίσημα, αλλά ακόμη δεν είναι γνωστό πως μπορεί να εξελιχθεί. Ο μεγάλος προβληματισμός εδώ από αμερικανικής πλευράς, είναι πως η AUKUS προβλέπει την αγορά έως 5 επιθετικών πυρηνικών υποβρυχίων κλάσης Virginia από την Αυστραλία, δηλαδή ένα όπλο κορυφαίων επιδόσεων (με ικανότητα βολής πυραύλων cruise), που ποτέ άλλοτε δεν έχει πωληθεί από τις ΗΠΑ σε ξένη χώρα.
Εδώ ανακύπτει όμως η μεγάλη ανάγκη των ίδιων των ΗΠΑ να προμηθεύονται συνεχώς νέα Virginia για να ενισχύσουν τον στόλο τους, καθώς ήδη έχουν παραδοθεί 24 σκάφη, άλλα 10 είναι σε παραγγελία και αναμένονται αρκετά περισσότερα. Έτσι το ναυπηγικό πρόγραμμα είναι πλήρες και ήδη παρουσιάζει σοβαρές καθυστερήσεις, οπότε κύκλοι της κυβέρνησης Τραμπ επισημαίνουν πως δεν υπάρχει περιθώριο να παραχωρηθεί στην Αυστραλία “προτεραιότητα” ναυπήγησης δικών της ίδιων σκαφών.
Αν αναθεωρηθεί η AUKUS από πλευράς ΗΠΑ, αυτό θα επηρεάσει όλο το τριγωνικό σχήμα της συμφωνίας, όπου πριν λίγες μέρες, η Βρετανία ανακοίνωσε πως θα παράγει 12 νέα δικά της επιθετικά πυρηνοκίνητα υποβρύχια, για “εξυπηρέτηση και των Αυστραλιανών αναγκών”. Έτσι δεν είναι απίθανο να δούμε μια μεγάλη ανακατάταξη προτεραιοτήτων ναυπηγήσεων και αλλαγών σχεδίων προμήθειας, κάτι που θα ταλαιπωρήσει και την αυστραλιανή πρόθεση για επένδυση σε τέτοια πανάκριβα συστήματα.
Για την Αυστραλία, το όλο πρόγραμμα προμήθειας πυρηνοκίνητων υποβρυχίων είναι η μεγαλύτερη αμυντική επένδυση που έχει προγραμματιστεί στην ιστορία της, με εκτιμώμενη αξία τα 240 δις δολάρια ΗΠΑ σε βάθος δεκαετιών, ενώ θα πρέπει η χώρα να αναπτύξει υποδομές συντήρησης, εκπαίδευσης και παραγωγής τέτοιων σκαφών.