Ενώ τα μη επανδρωμένα αεροσυστήματα Northrop Grumman MQ-8C Fire Scout εδραιώνουν ήδη τον ρόλο τους στο Αμερικανικό Ναυτικό (επέτυχαν αρχική επιχειρησιακή διαθεσιμότητα τον Ιούνιο του 2019), το τελευταίο αναζητά να τον διευρύνει με την προσθήκη όπλων στο UAS, που προς το παρόν έχει καθήκοντα ISTAR (Intelligence, surveillance, target acquisition, and reconnaissance).
Ως γνωστόν το MQ-8C βασίζεται στο εμπορικό Bell 407 με την προσθήκη εξοπλισμού αυτόνομης πτήσης και φορτίου ISR (intelligence, surveillance and reconnaissance) από την Northrop Grumman. Στην αρχική του όμως είσοδο σε χρήση δεν υπήρχε καμία πρόβλεψη για την μεταφορά όπλων.
Την περασμένη εβδομάδα το US Navy ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με την Bell για ένα πρόγραμμα δομικής μετατροπής στο πίσω μέρος της ατράκτου, εκεί όπου στην επανδρωμένη έκδοση υπάρχουν οι θύρες πρόσβασης στην καμπίνα ώστε να γίνει δυνατή η ενσωμάτωση πυλώνων ανάρτησης εξωτερικού φορτίου. Πιστεύεται ότι το UAS θα μπορούσε να έχει αντίστοιχη δυνατότητα μεταφοράς οπλισμού (αν και όχι στις ίδιες φυσικά ποσότητες) με το MH-60R Seahawk, δηλαδή βλήματα Hellfire και κατευθυνόμενες ρουκέτες APKWS (Advanced Precision Kill Weapon System). Στο παρελθόν είχε αναφερθεί ακόμη και η δυνατότητα μεταφοράς τορπίλης ώστε το UAS να μπορεί να δρα ως οργανικό ανθυποβρυχιακό ελικόπτερο στο μητρικό πλοίο.
Επιπλέον το US Navy ανακοίνωσε την πρόθεσή του να προσθέσει στο Fire Scout Link 16 ώστε η μη επανδρωμένη πλατφόρμα να μπορεί να διαδικτυωθεί τόσο με το μητρικό πλοίο όσο και με MH-60 ανταλλάσσοντας δεδομένα, περιλαμβανομένων στοιχείων στοχοποίησης.
Τα MQ-8C αναμένεται να ενταχθούν στο στόλο των LCS από το 2020-2021.
Με το ενδιαφέρον του ΠΝ για UAS αυτής της κατηγορίας, προφανώς οι εξελίξεις στον τομέα πρέπει να παρακολουθούνται, αν και το MQ-9C μάλλον πέφτει στην (πολύ) υψηλή κατηγορία από πλευράς κόστους.