Δυστυχώς η Ευρώπη εδώ και 3,5 χρόνια δοκιμάζεται από ένα νέο πόλεμο, σκληρό και ανελέητο και χωρίς ορατό τέλος προς το παρόν. Σε έναν κόσμο όμως όπου οι γεωπολιτικές ισορροπίες αλλάζουν ραγδαία και οι συμμαχίες δοκιμάζονται, η σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας δεν είναι ένα γεγονός που αφορά “μόνο” την Ανατολική Ευρώπη και είναι μακρυά από εμάς. Αντίθετα, αποτελεί ένα κρίσιμο σταυροδρόμι διεθνούς νομιμότητας εντός Ευρώπης (στο σκληρό πυρήνα δηλαδή των ανεπτυγμένων χωρών), με συνέπειες για χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος που ανήκουν στον ίδιο σχηματισμό.
Έτσι η Τουρκία, συνεργαζόμενη με την Ρωσία και διατηρώντας ειδικές και καλές σχέσεις μαζί της, αυτό το διάστημα του πολέμου, παρακολουθεί προσεκτικά αυτές τις εξελίξεις, βλέποντας εκεί ευκαιρίες για να ενισχύσει τις δικές της αξιώσεις σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου. Οπότε η ουσία του συγκεκριμένου πολέμου σε ότι αφορά τα ελληνικά συμφέροντα, έγκειται στο ότι η αποδοχή της ρωσικής κατοχής εδαφών στην Ουκρανία, όπως και των άλλων ρωσικών απαιτήσεων, θα δημιουργήσει ένα δεδικασμένο, που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από κάθε χώρα με αναθεωρητικές τάσεις.
Άρα η Τουρκία, η οποία κατέχει παράνομα το βόρειο τμήμα της Κύπρου από το 1974, όπου πάγια την εκεί εισβολή την παρουσιάζει ως “ειρηνευτική επιχείρηση” (με την Μόσχα να μιλά από το 2022 για “ειδική στρατιωτική επιχειρήση”), θα είχε κάθε λόγο να ζητήσει παρόμοια διαπραγμάτευση και επίλυση της κατοχής, επικαλούμενη αντίστοιχα επιχειρήματα με αυτά της Ρωσίας.
Επιπλέον, οι ισχυρισμοί της Μόσχας για “καταπίεση των ρωσόφωνων πληθυσμών” στην Ουκρανία, σε τέτοιο βαθμό που να αιτολογούν εισβολή, βρίσκουν άμεσο αντίστοιχο στους ισχυρισμούς της Άγκυρας για “καταπίεση και κίνδυνο” της τουρκοκυπριακής κοινότητας το 1974. Κάτι που επαναλαμβάνεται σήμερα με αναφορές στους “καταπιεσμένους ομοεθνείς μας, σε Δυτική Θράκη και Δωδεκάνησα”.
Περαιτέρω, η ρωσική απαίτηση για “ουκρανική ουδετερότητα” αλλά και για έλεγχο της πολιτικής σκηνής του Κιέβου (που παρουσιάζεται ως “αποναζιστικοποίηση”), στην πράξη σημαίνει πως η Μόσχα θα επιβάλλει επιτροπεία στην κυριαρχία της Ουκρανίας. Εν μέρει αντίστοιχο κι αυτό με την τουρκική απαίτηση προς Κύπρο και Ελλάδα να εγκαταλείψουν-παραχωρήσουν κυριαρχικά τους δικαίωματα σε γη και θάλασσα “αν θέλουν ειρήνη”.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, ένα σημαντικό τμήμα της κοινής γνώμης έχει επηρεαστεί από τη ρωσική προπαγάνδα, η οποία παρουσιάζει την εισβολή ως “απελευθερωτική” ενέργεια, ενώ αρκετοί βλέπουν το όλο θέμα ως μια “δίκαιη τιμωρία της υποκριτικής Δύσης, η οποία στην Κύπρο δεν έκανε τίποτα να βοηθήσει”. Τέτοιες απόψεις όμως είναι βαθιά προβληματικές καθώς αγνοούν το παραπάνω, πώς δηλαδή το ίδιο αφήγημα θα μπορούσε να στραφεί εναντίον μας, σήμερα, σε μια πιθανή σύγκρουση με την Τουρκία.
Κάνει “δουλειές” η Τουρκία με την Ρωσία, της παραδίδει μεγάλη πλωτή δεξαμενή 30.000 τόνων
Η Ελλάδα, έχει πάγια εξωτερική πολιτική εδώ και πολλές δεκαετίες, και επικαλείται το διεθνές δίκαιο, την νομιμότητα και τη διεθνή σταθερότητα ως κεντρικούς άξονες της δράσης της. Ορθά εδώ, ο μελετητής της ιστορίας θα αναγνωρίσει πως αυτή η τακτική, δεν μας βοήθησε στην επίλυση του Κυπριακού -σαφώς λοιπόν εδώ έχουμε και τη δυτική αδράνεια και υποκρισία- ούτε κατάφερε να περιορίσει την τουρκική διεκδίκηση στο Αιγαίο.
Αλλά αν το Κυπριακό παραμένει ως διεθνές ζήτημα “ανοιχτό”, αν όλες οι χώρες του κόσμου εξακολουθούν να αρνούνται να αναγνωρίσουν το ψευδοκράτος (ακόμη και οι φιλικές με την Άγκυρα), αν η Τουρκία έστω και διπλωματικά βρίσκεται σε άμυνα στο συγκεκριμένο σημείο, αυτό οφείλεται ακριβώς γιατί υπάρχει, ακόμη, διεθνής νομιμότητα και λειτουργία των θεσμών. Με ελλείψεις, με αστοχίες, με προβλήματα. Αλλά υπάρχει. Το ίδιο και με τις εντάσεις στο Αιγαίο, όπου έστω και με βαρυθυμία, η Ελλάδα βρίσκει στηρίγματα, κυρίως εντός Ε.Ε., για τα δίκαια της, ενώ κανείς εκεί δεν επικροτεί την τουρκική ασυδοσία, ούτε τη δικαιώνει.
Ρωσία: Προσέγγιση μέσω… διαστήματος σε Τουρκία, Βραζιλία, και Ν. Αφρική
Έτσι η χώρα μας δεν μπορεί να ριψοκινδυνεύσει να δει ένα νέο κύκλο “αναθεωρητισμού” και κατάρευσης θεσμικής υπόστασης και κανόνων, ειδικά όταν η δική της θέση δεν είναι αυτή μιας χώρας με φιλοδοξίες περιφερειακής δύναμης. Με απλά λόγια, τέτοια σκηνικά “ασυδοσίας υπερδυνάμεων” είναι μεν γνωστά – οι ΗΠΑ έχουν εδώ βαρύ ιστορικό- αλλά κάθε νέα εμφάνιση τους και γεωγραφικά εγγύτερα στην Ελλάδα και από χώρες με “ειδικές σχέσεις” με την Τουρκία και με τέτοια πολεμική υπερένταση, δεν υπηρετούν τα δικά μας συμφέροντα.
Ελλάδα και Ρωσία
Ένα άλλο ζήτημα που μπαίνει σε αυτή τη σύνθετη σχέση, είναι η ιστορική επαφή Ελλάδας και Ρωσίας. Εδώ, κάποιες εγχώριες, φιλικές προς τη Ρωσία αντιλήψεις, παρουσιάζουν την Μόσχα ως “εναλλακτική” της Δύσης, η οποία μάλιστα υποτίθεται θα μας… έσωζε αν κάναμε έξοδο από το ευρώ, αν καταρρέαμε οικονομικά την εποχή των Μνημονίων και άλλα συναφή. Οι δηλώσεις αυτές, εκ των υστέρων, εκ του ασφαλούς και χωρίς καμμία απόδειξη, ένα αποσκοπούν: Στο να αποσπαστεί η Ελλάδα από την διαφωνία της με τη Ρωσία στο ουκρανικό, και να γίνουμε και εμείς ένα παρακολούθημα της Μόσχας, με αόριστες υποσχέσεις, όπως για “φθηνή ενέργεια” ή για “φθηνά ρωσικά όπλα” (άλλο αγαπημένο θέμα των οπαδών του “ξανθού γένους”). Το 2015 βέβαια η Ρωσία (που υποτίθεται θα μας έσωζε), περνούσε οικονομική κρίση και το κύριο που την ενδιέφερε ήταν να εξυπηρετήσει η Ελλάδα τη πώληση ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Μέσω όμως του αγωγού Turkstream… που κατέληγε στην Τουρκία!
Στα ίδια επιχειρήματα προστίθενται αναφορές στο “ομόδοξο” με τη Ρωσία, ξεχνώντας βέβαια πως αυτή εδώ και πολλά χρόνια υπονομεύει ανοιχτά το ελληνόψυχο Οικουμενικό Πατριαρχείο, και προσπαθεί να το κάνει δέσμιο εκείνου της Μόσχας, που θέλει την εκκλησιαστική πρωτοκαθεδρία ως “Τρίτη Ρώμη”.
Ξεχνούν ακόμη οι φιλορωσικές αντιλήψεις εντός Ελλάδας, πως η Ρωσία πούλησε το 2019 στην ισλαμίζουσα Τουρκία, χωρίς κανένα ενδοιασμό, τους αντιαεροπορικούς πυραύλους S-400. Ένα οπλικό σύστημα που στρέφεται απευθείας κατά της ελληνικής πολεμικής αεροπορίας. Καθώς στην τουρκική περιφέρεια δεν υπάρχει άλλη αεροπορική δύναμη, άξια λόγου. Ενώ της πρότεινε κατά καιρούς και άλλα οπλικά συστήματα.
Ξεχνούν επίσης, πως η Ρωσία επενδύει συστηματικά στην Τουρκία, σε πυρηνικά εργοστάσια, σε αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου, στη χρηματαγορά της, σε τουριστικές υποδομές και τόσα άλλα. Γιατί εκεί βρίσκει μεγάλες ευκαιρίες ανάπτυξης και άρα “καλά κάνει”, χωρίς βέβαια να την… ενοχλεί η τουρκική απειλή κατά της Ελλάδας.
Σαφώς Ρωσία και Ελλάδα δεν έχουν να μοιράσουν κάτι και έχουν σοβαρούς ιστορικούς δεσμούς. Και ήταν λάθος η ελληνική δήλωση πως “είμαστε σε πόλεμο με τη Ρωσία”! Αλλά η χώρα μας έχει κάθε δικαίωμα να θυμίζει στη Μόσχα το σοβαρό λάθος που κάνει με την εισβολή στην Ουκρανία, ασκώντας με την σειρά της ιμπεριαλιστική πολιτική, και με επιχειρήματα περί “φυλετικής κληρονομίας”. Ψευδοεπιχειρήμα που θα ακούσουμε και κάποια στιγμή από την Τουρκία για δικά μας εδάφη, ενώ εκεί εθνικιστικοί κύκλοι ήδη το διατυπώνουν για τη “Θεσσαλονίκη, γενέτειρα του Κεμάλ” και για την “δυτική Θράκη, όπου ζούσαμε σε μεγάλους αριθμούς”. Ενώ το να “οργίζεται” η Ρωσία με την Ελλάδα, επειδή στείλαμε κάποιο στρατιωτικό υλικό στο Κίεβο, καλό είναι να εξισωθεί με την συνεχή υποστήριξη που περιγράψαμε, που κάνει η Μόσχα στην Άγκυρα, και πολύ πιο πριν από το 2022.
Συμπερασματικά, μια ήττα της Ουκρανίας και υποχώρηση της στις ρωσικές απαιτήσεις, δεν είναι μόνο μια θλιβερή εξέλιξη. Αλλά θα καταγραφεί ως μια νίκη αναθεωρητικών δυνάμεων εντός μεταπολεμικής Ευρώπης, μια επικράτηση του “ισχυρού”, μια κυριαρχία των όπλων έναντι του διεθνούς δικαίου, αλλά αυτή τη φορά πολύ κοντά μας, και από μια χώρα η οποία κατ΄επιλογή της έχει πολύ πιο εξελιγμένες σχέσεις με την Τουρκία από ότι εμείς. Δίνοντας στην τελευταία το δικαίωμα και την προοπτική να “κάνει κάτι αντίστοιχο”, ελπίζοντας ακριβώς σε μια παρόμοια κατάληξη. Δηλαδή δικαίωση σε βάθος χρόνου.