Την ώρα που η διεθνής κοινή γνώμη έχει στραμμένη την προσοχή της στην ένταση στα σύνορα της Ουκρανίας, στη Μεσόγειο υποβόσκει ένταση μεταξύ Αλγερίας και Μαρόκου, με τις δυο χώρες να βρίσκονται ένα βήμα πριν την πολεμική αναμέτρηση.
Τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, το βασικό πρόβλημα στις σχέσεις των δύο χωρών είναι η Δυτική Σαχάρα, μεγάλο μέρος της οποία έχει καταλάβει εδώ και χρόνια το Μαρόκο και τη θεωρεί επικράτειά του.
Πρόκειται για πρώην ισπανική αποικία (Ισπανική Σαχάρα), η οποία ανεξαρτητοποιήθηκε το 1976 αλλά δεν έχει αναγνωριστεί πλήρως διεθνώς.
H περιοχή θεωρείται “μη αυτόνομο έδαφος” από τον ΟΗΕ και καθώς δεν υπάρχει μια οριστική διευθέτηση για το ζήτημα, γεγονός που θέτει σε αντιπαράθεση το Μαρόκο με τους αυτονομιστές του Μετώπου Πολισάριο, οι οποίοι υποστηρίζονται από την Αλγερία.
Το Ραμπάτ έχει προτείνει ένα σχέδιο αυτονομίας υπό την κυριαρχία της, ενώ το Πολισάριο διεκδικεί τη διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.
Μάλιστα ο πρόεδρος Τραμπ είχε αναγνωρίσει το 2020 την μαροκική κυριαρχία στη Δυτική Σαχάρα, γεγονός που οδήγησε αρκετές χώρες να ανοίξουν προξενεία στην περιοχή.
Ακόμη πιο περίπλοκη έχει κάνει την κατάσταση η σύσφιξη των σχέσεων του Μαρόκου με το Ισραήλ, η οποία πραγματοποιήθηκε μετά το ανάλογο “άνοιγμα” αρκετών αραβικών χωρών προς την Ιερουσαλήμ και τις “Συμφωνίες του Αβραάμ” της κυβέρνησης Τραμπ.
ΗΠΑ: Το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κατέληξαν σε μια «ιστορική» ειρηνευτική συμφωνία
Μάλιστα τον περασμένο Νοέμβριο, ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας Μπένι Γκαντζ υπέγραψε το πρώτο μνημόνιο κατανόησης για την άμυνα και την ασφάλεια με τον Μαροκινό ομόλογό του.
Το Μαρόκο θέλει να προμηθευτεί άμεσα ισραηλινά αμυντικά συστήματα προκειμένου να ενισχύσει την ασφάλειά του, γεγονός το οποίο ανησυχεί έντονα την Αλγερία, καθώς θεωρεί ότι θα αλλάξει η ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή, που αυτή τη στιγμή υποστηρίζει ότι είναι υπέρ της.
Το Μαρόκο διαπραγματεύεται την προμήθεια ισραηλινού Α/Α συστήματος
Το Αλγέρι παραμένει πιστό στη στενή σχέση την οποία έχει αναπτύξει με τη Ρωσία, η οποία το έχει εξοπλίσει με σειρά συστημάτων, όπως μαχητικά Su-30, MiG-29M/M2, συστήματα αεράμυνας S-300, S-400 και S1 Pantsir καθώς και 600 περίπου άρματα μάχης.
Μέχρι σήμερα, οι δύο χώρες έχουν προχωρήσει σε μία σειρά ενεργειών, οι οποίες έχουν ανεβάσει την ένταση στην περιοχή:
- Έχουν διακόψει τις διπλωματικές, οικονομικές και εμπορικές τους σχέσεις.
- Η Αλγερία έχει απαγορεύσει τη χρήση του εναέριου χώρου της για πολιτικές και στρατιωτικές πτήσεις του Μαρόκου.
Ο πιθανός πόλεμος και οι συνέπειές του για τις μεσογειακές και ευρωπαϊκές χώρες
Ραμπάτ και Αλγέρι δηλώνουν ότι “δεν θέλουν πόλεμο” αλλά είναι αποφασισμένες να προχωρήσουν σε σύγκρουση στο πεδίο αν φθάσουν εκεί τα πράγματα.
Η αμφισβήτηση της κυριαρχίας στη Δυτική Σαχάρα είναι η “κόκκινη γραμμή” του Μαρόκου. Αν και αυτή η διαφωνία με την Αλγερία για την κατάσταση στην περιοχή σοβεί εδώ και χρόνια όπως ήδη είπαμε, οι δύο πλευρές πλέον περιχαρακώνουν τις θέσεις τους, περνώντας από τη φάση της χαμηλής έντασης στην πιθανότητα σύγκρουσης.
Ο βασικός λόγος για την όξυνση της έντασης είναι το γεγονός ότι Αλγερία παρατηρεί την σημαντική αύξηση της επιρροή της Δύσης (κυρίως των ΗΠΑ και τώρα του Ισραήλ).
Η Αλγερία ανησυχεί ότι η ισχυροποίηση του Μαρόκου ως ηγετικής δύναμης στην περιοχή της βόρειοδυτικής Αφρικής (Μαγκρέμπ) μπορεί να αποτελέσει μοχλό για την πολιτική αποσταθεροποίηση μιας χώρας, η οποία ασκεί κριτική στη Δύση και είναι σύμμαχος της Μόσχας.
Θυμίζουμε ότι το Αλγέρι έχει επανειλημμένως καταδικάσει τις διεθνείς επεμβάσεις στη Λιβύη και τη Συρία. Η θέση του είναι ότι πρόκειται για εσωτερικά προβλήματα, τα οποία θα έπρεπε να λυθούν από τις τοπικές κοινωνίες ως τέτοια, δίχως έξωθεν παρέμβαση.
Σε περίπτωση ανοιχτής σύγκρουσης των δύο χωρών υπάρχει σοβαρή ανησυχία για την αστάθεια που θα δημιουργηθεί πιθανόν και στις υπόλοιπες γειτονικές χώρες (Λιβύη, Μάλι κτλ.), στις οποίες η κατάσταση είναι ήδη ρευστή.
Επιπλέον, η διάχυση στην Ευρώπη μέσω της Μεσογείου ενός μεγάλου προσφυγικού κύματος και από τις δύο χώρες, ανησυχεί ιδιαίτερα την ΕΕ.
Παράλληλα, η Αλγερία εξάγει μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου σε ευρωπαϊκές κυρίως χώρες, έχοντας πρόσφατα διατυπώσει τη φιλοδοξία οι εξαγωγές της να φθάσουν το 30% των συνολικών αναγκών της Γηραιάς Ηπείρου.
Μια πιθανή πολεμική σύγκρουση θα μπορούσε να διαταράξει την ομαλή προμήθεια των ευρωπαϊκών χωρών και παράλληλα να εκτοξεύσει περαιτέρω τις ήδη αυξημένες τιμές της ενέργειας.
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι το “πακέτο” των συνεπειών μιας τέτοιας εξέλιξης για τις μεσογειακές κυρίως χώρες αλλά και την Ευρώπη, θα ήταν σημαντικό. Η ΕΕ πρέπει να κινητοποιηθεί άμεσα και να αναλάβει διπλωματικές πρωτοβουλίες, προκειμένου να λειτουργήσει πυροσβεστικά σε μία εστία έντασης ιδιαίτερα επικίνδυνη για την περιοχή.