Το Eurofighter Typhoon Tranche 5 θα λέγαμε πως είναι η τρέχουσα αιχμή της ευρωπαϊκής αεροπορικής τεχνολογίας, αν και η αρχική σχεδίαση είναι με καταβολές από τον Ψυχρό Πόλεμο.

Έτσι η ανάπτυξη του Eurofighter Typhoon ξεκίνησε το 1983, όταν τέσσερα ευρωπαϊκά κράτη, Βρετανία, Γερμανία, Ισπανία και Ιταλία, αποφάσισαν να συνεργαστούν για τη δημιουργία ενός μαχητικού πολλαπλών ρόλων, ικανού να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της αντιπαράθεσης με το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, αλλά και πέρα από αυτή. Η πρώτη πτήση πραγματοποιήθηκε το 1994, και το αεροσκάφος εισήλθε σε υπηρεσία το 2003. Και έκτοτε, η εξέλιξή του οργανώθηκε σε φάσεις παραγωγής/βελτίωσης, γνωστές ως Tranche.

Η πρώτη ως Tranche 1, αφορούσε 236 αεροσκάφη μεταξύ 2003 και 2005, εστιάζοντας κυρίως σε αποστολές αεροπορικής υπεροχής. Ήταν η εποχή που Βρετανία, Γερμανία και Ιταλία έψαχναν απεγνωσμένα έναν αντικαταστάτη για τα Tornado ADV, F-4F Phantom & F-104S Starfighter. Εξοπλισμένα με το μηχανικά κινούμενο ραντάρ Captor-M και το βασικό σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου Praetorian, τα αεροσκάφη αυτά ήταν περιορισμένα σε ρόλους αέρος-αέρος, με όπλα όπως οι πύραυλοι AMRAAM και ASRAAM. Παρά την αποτελεσματικότητά τους, οι δυνατότητές τους ήταν βασικές σε σύγκριση με τις μεταγενέστερες εκδόσεις.
Το Tranche 2, με 160 αεροσκάφη παραδοθέντα μεταξύ 2008 και 2012, εισήγαγε στον τύπο δυνατότητες αέρος-εδάφους. Οι βελτιώσεις περιλάμβαναν προηγμένη “σύντηξη δεδομένων” (data fusion) των αισθητήρων και τη δυνατότητα εκτόξευσης πυραύλων AMRAAM σε παθητική λειτουργία ραντάρ, βελτιώνοντας την επιβιωσιμότητα σε περιβάλλοντα με υψηλές απειλές.

Η Tranche 3, παρήγαγε 236 αεροσκάφη (υποδιαιρούμενα σε Tranche 3A και 3B) από το 2013 έως το 2019, καθιερώνοντας το Typhoon ως πλήρως πολλαπλών ρόλων μαχητικό. Ενσωματώθηκαν οι αναβαθμίσεις Phase 1 Enhancement (P1E) το 2014, που πρόσθεσαν πυραύλους Storm Shadow για επιθέσεις ακριβείας σε μεγάλη απόσταση, και Phase 2 Enhancement (P2E) το 2016, που ενσωμάτωσαν τον πύραυλο Meteor και το βλήμα Brimstone, ενισχύοντας τις δυνατότητες αέρος-αέρος και αέρος-εδάφους.
Το Tranche 4, που ξεκίνησε το 2020, περιλαμβάνει τόσο αναβαθμίσεις υπαρχόντων αεροσκαφών όσο και νέες παραγγελίες, όπως το πρόγραμμα Quadriga για τη Γερμανία (38 αεροσκάφη) και το Halcon για την Ισπανία (20 αεροσκάφη). Εστιάζει στην ενίσχυση της διαλειτουργικότητας με νατοϊκά συστήματα και την ενσωμάτωση του Phase 3 Enhancement (P3E), που περιλαμβάνει βελτιώσεις στα συστήματα ναυτιλίας και τη καλύτερη συμβατότητα με τον πύραυλο Meteor, που προσφέρει πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων του όπλου. Ενώ εδώ έχουμε και νέο ραντάρ, το Captor-E AESA στην βρετανική εκδοχή, καθώς η Γερμανία αναπτύσσει δικό της σύστημα.
Τέλος, το Tranche 5, ως η πιο νέα έκδοση, ανακοινώθηκε πρόσφατα και περιλαμβάνει νέα αεροσκάφη, συγκεκριμένα 20 για τη Γερμανία, με πρώτη παράδοση το 2031. Σχεδιασμένο ως γέφυρα προς το 6ης γενιάς ευρωπαϊκό μαχητικό (είτε το βρετανο-ιταλικο-ιαπωνικό, είτε το γαλλο-γερμανο-ισπανικό), το Tranche 5 ενισχύει τις δυνατότητες καταστολής της εχθρικής αεράμυνας (SEAD/DEAD), ενώ εισάγει τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης και προηγμένα ηλεκτρονικά, εξασφαλίζοντας τη μακροπρόθεσμη παραμονή του σε υπηρεσία, ακόμη και μέχρι το 2060.

Εκτός από τα τέσσερα κράτη (Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία), το Typhoon έχει εξαχθεί σε πέντε ακόμα χώρες:
- Αυστρία: Παρήγγειλε 15 αεροσκάφη Tranche 2 το 2007, εστιάζοντας σε αποστολές αεροπορικής υπεροχής.
- Σαουδική Αραβία: Αγόρασε 72 αεροσκάφη Tranche 3A το 2008, με δυνατότητες multi-role, συμπεριλαμβανομένων επιθέσεων εδάφους.
- Ομάν: Παρέλαβε 12 αεροσκάφη Tranche 3A το 2012, βελτιστοποιημένα για πολυμορφικές αποστολές.
- Κουβέιτ: Αγόρασε 28 αεροσκάφη Tranche 3A το 2016, με προηγμένα συστήματα ραντάρ Captor-E και δυνατότητες SEAD.
- Κατάρ: Παρήγγειλε 24 αεροσκάφη Tranche 4 το 2017, εξοπλισμένα για αεροπορική υπεροχή και επιθέσεις ακριβείας.

Oι καινοτομίες του Tranche 5
Η έκδοση αυτή βασίζεται στις δυνατότητες του Tranche 4, αλλά εισάγει ριζικές βελτιώσεις που το καθιστούν ουσιαστικά μια πλατφόρμα 4,5++ γενιάς. Μια βασική καινοτομία είναι το Aerodynamic Modification Kit (AMK), που θα ενσωματωθεί μέσω του Phase 4 Enhancement (P4E) το 2028. Το AMK βελτιώνει την αεροδυναμική απόδοση, επιτρέποντας τη μεταφορά βαρύτερων φορτίων όπλων και την ενσωμάτωση νέων πυραύλων, όπως ο πύραυλος cruise Taurus KEPD 350K-2 για αποστολές SEAD. Επιπλέον, το Ground Data Loader and Recorder (GDLR) παρέχει προηγμένη εγγραφή και ανάλυση δεδομένων, βελτιώνοντας τη συντήρηση και την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα.
Η αρχιτεκτονική των ηλεκτρονικών αναβαθμίζεται με το High Speed Data Network (HSDN), το οποίο προσφέρει υψηλότερο εύρος ζώνης για ταχύτερη μεταφορά δεδομένων μεταξύ αισθητήρων και συστημάτων. Το ψηφιακό cockpit, με την ενσωμάτωση της νέας κάσκας χειριστή με προβολή δεδομένων, Striker II Helmet-Mounted Display, παρέχει στους πιλότους βελτιωμένη επίγνωση της κατάστασης, ενώ η αυτοματοποιημένη διαχείριση αισθητήρων μειώνει το φόρτο εργασίας, επιτρέποντας στον πιλότο να επικεντρώνεται στη λήψη αποφάσεων.
Σε επίπεδο οπλισμού, το Tranche 5 ενισχύει τη φονικότητα με βελτιωμένες εκδόσεις των πυραύλων Meteor και Brimstone, ενώ η διαλειτουργικότητα με συμμαχικά συστήματα, συμπεριλαμβανομένων των αμερικανικών πλατφορμών, εξασφαλίζεται μέσω προηγμένων δικτύων επικοινωνίας. To μέγιστο βάρος απογείωσης (MTOW) αυξάνεται, επιτρέποντας μεγαλύτερη εμβέλεια και φορτίο, ενώ το αναβαθμισμένο Defensive Aids Sub-System (DASS) ενισχύει την επιβιωσιμότητα σε περιβάλλοντα υψηλής απειλής.
Το εκτιμώμενο κόστος ανά αεροσκάφος Tranche 5 είναι περίπου 180 εκατομμύρια ευρώ, με βάση την πρόσφατη παραγγελία της Γερμανίας για 20 μονάδες έναντι 3,75 δισεκατομμυρίων ευρώ, δηλαδή πολύ υψηλό και ουσιαστικά μη ανταγωνιστικό σε σχέση με άλλα σύγχρονα δυτικά μαχητικά. Ένα ζήτημα που προβληματίζει κάθε ενδιαφερόμενο νέο χρήστη -και σαφώς και την Τουρκία που συμφώνησε πλέον για 20 αεροσκάφη.

Νέο ραντάρ AESA
Το ραντάρ Captor-E Mk2 είναι η καρδιά του Tranche 5, αποτελώντας μια σημαντική εξέλιξη από το Captor-M των παλαιότερων εκδόσεων και το Captor-E Mk0/Mk1 του Tranche 4. Πρόκειται για ένα ραντάρ X-band AESA (Active Electronically Scanned Array) με 1.392 μονάδες εκπομπής/λήψης (T/R modules), που χρησιμοποιούν τεχνολογία GaAs και GaN για αυξημένη ισχύ και απόδοση. Το ραντάρ επιτρέπει την εκπομπή στενής δέσμης αλλά και πολλών δεσμών μαζί, όπως και την κλίση της δέσμης για σάρωση σε μεγάλο εύρος, προσφέροντας ταυτόχρονη εκτέλεση πολλαπλών λειτουργιών.

Μπορεί να ανιχνεύσει στόχους σε απόσταση άνω των 300 χιλιομέτρων σε αποστολές αέρος-αέρος, υποστηρίζοντας πυραύλους πέρα από την οπτική εμβέλεια (BVRAAM), όπως ο Meteor. Σε αποστολές αέρος-εδάφους, προσφέρει λειτουργία Synthetic Aperture Radar (SAR) με αυτόματη αναγνώριση στόχων μέσω νευρωνικών δικτύων, ικανή να ταυτοποιεί, για παράδειγμα, άρματα μάχης όπως το T-72.
Επιπλέον ενσωματώνει λειτουργίες ηλεκτρονικού πολέμου, όπως Space-Time Adaptive Processing (STAP) για την καταστολή παρεμβολών, και δυνατότητα noise jamming και High-Power Microwave (HPM) για διατάραξη εχθρικών αντιαεροπορικών συστημάτων. Ακόμη έχει λειτουργίες Ground Moving Target Indication (GMTI) για την παρακολούθηση κινούμενων στόχων και Low Probability of Intercept (LPI) για μειωμένη ανιχνευσιμότητα.
Επιπλέον, υποστηρίζει gigabit datalink και δυνατότητες κυβερνοεπιθέσεων, καθιστώντας το ιδανικό για αποστολές SEAD. Η ενσωμάτωσή του με το σύστημα σύνθεσης δεδομένων AIS/VTAS επιτρέπει την αυτόματη εναλλαγή λειτουργιών, βελτιώνοντας την απόδοση σε πολύπλοκα περιβάλλοντα μάχης.

Σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου Praetorian
Το αναβαθμισμένο σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου Praetorian του Tranche 5, που αναπτύχθηκε από το κονσόρτιουμ EuroDASS (Leonardo, ELT, Indra, Hensoldt), αποτελεί μια εξέλιξη του υπάρχοντος DASS, που δεν απαιτεί δομικές αλλαγές στο αεροσκάφος. Σχεδιασμένο για να εξασφαλίσει την επιβιωσιμότητα του Typhoon πέρα από το 2060, το νέο Praetorian ενσωματώνει τεχνολογίες “γνωστικού ηλεκτρονικού πολέμου” (Cognitive Electronic Warfare – CEW), που βασίζονται σε τεχνητή νοημοσύνη και μηχανική μάθηση για δυναμική προσαρμογή σε νέες απειλές.

Το σύστημα έχει μεγάλο εύρος ζώνης για την επεξεργασία ακατέργαστων σημάτων από πολλαπλούς αισθητήρες, επιτρέποντας την ταυτόχρονη διαχείριση πολλαπλών απειλών. Διαθέτει προηγμένα συστήματα παρεμβολής (ECM) με πομπούς AESA, και ικανότητα Digital Radio Frequency Memory (DRFM), δηλαδή καταγραφής και αναπαραγωγής άλλων σημάτων, για παραπλάνηση της εχθρικής αεράμυνας. Επιπλέον, προσφέρει προστασία έναντι υπέρυθρων απειλών μέσω παρεμβολέα Directed Infrared Countermeasures (DIRCM), ενώ φυσικά έχει εξελιγμένη προειδοποίηση ανίχνευσης από εχθρικά ραντάρ.
Σε σύγκριση με το Praetorian του Tranche 4, το νέο σύστημα προσφέρει μεγαλύτερη ισχύ εξόδου και ενσωματώνει λειτουργίες εκμάθησης, που δοκιμάστηκαν επιτυχώς το 2023-2024. Η συνεργασία του με το Captor-E Mk2 επιτρέπει τη δημιουργία χαρτών παρεμβολών και την ακύρωση εχθρικών σημάτων, ενισχύοντας την ικανότητα του Typhoon να επιχειρεί σε περιβάλλοντα με έντονη ηλεκτρονική δραστηριότητα.

Σύγκριση με το Rafale F3R της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας
Το Rafale F3R, που προμηθεύτηκε η ελληνική Πολεμική Αεροπορία (24 μονάδες το 2021), είναι ένα Γαλλικό μαχητικό 4,5 γενιάς. Και τα δύο αεροσκάφη, Typhoon Tranche 5 και Rafale F3R, προσφέρουν παρόμοιες επιδόσεις, με μέγιστη ταχύτητα Mach 2 και εμβέλεια περίπου 1.850 χιλιομέτρων, ενώ μοιράζονται τον πύραυλο Meteor για μάχες πέρα από τον ορίζοντα.
Στον τομέα της αεροπορικής υπεροχής, το Typhoon έχει υψηλότερη επίδοση λόγω της ανώτερης ευελιξίας και του καλύτερου ρυθμού ανόδου, καθιστώντας το κατάλληλο για αποστολές στο Αιγαίο. Το Rafale, ωστόσο, προσφέρει πιο ολοκληρωμένες δυνατότητες αέρος-εδάφους, ιδιαίτερα με την ενσωμάτωση πυραύλων cruise, τύπου SCALP, που του δίνουν πλεονέκτημα σε επιθέσεις βαθιάς διείσδυσης.
Το ραντάρ Captor-E Mk2 του Typhoon προσφέρει προηγμένες δυνατότητες ηλεκτρονικού πολέμου και ευρύτερο πεδίο σάρωσης, ενώ το RBE2 AESA του Rafale είναι πιο περιορισμένο σε αυτόν τον τομέα, αν και παραμένει αποτελεσματικό. Το σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου SPECTRA του Rafale είναι κορυφαίο σε τεχνικές παραπλάνησης, αλλά το Praetorian του Tranche 5, πιθανότατα να είναι ανώτερο απέναντι στα ραντάρ της ελληνικής αεράμυνας.
Συνολικά, τα δύο αεροσκάφη μπορεί να θεωρηθούν σχετικά ισοδύναμα, με το Typhoon να θεωρείται καλύτερο σε δράση αεροπορικής υπεροχής και το Rafale σε αποστολές κρούσης.

Σύγκριση με το F-35 Block 4
Το F-35 Block 4, είναι ένα μαχητικό πέμπτης γενιάς με έμφαση στις δυνατότητες stealth και τη δικτυοκεντρική μάχη. Σε σχέση με το Typhoon, προσφέρει χαμηλό αποτύπωμα ραντάρ (RCS 0,001 m²), αλλά περιορίζεται σε ταχύτητα Mach 1,6.
Σε μάχες πέρα από την οπτική εμβέλεια, το F-35 υπερέχει σαφώς λόγω stealth και της κορυφαίας ικανότητας σύντηξης δεδομένων από το Distributed Aperture System (DAS) και το Electro-Optical Targeting System (EOTS), σε συνδυασμό με το σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου AN/ASQ-239.
Σε κοντινές αερομαχίες, το Typhoon υπερέχει λόγω της ανώτερης ευελιξίας και της ικανότητάς του να διατηρεί περισσότερο την κινητική ενέργεια, αν και το F-35 θα βασιστεί περισσότερο στο σύστημα σκόπευσης μέσω κάσκας. για ταχύτατη εξαπόλυση βλήματος αέρος-αέρος. Γενικότερα σε δικτυοκεντρικό περιβάλλον, το F-35 είναι ασύγκριτα ανώτερο λόγω της ενσωμάτωσής του σε συστήματα διοίκησης και έγκαιρης προειδοποίησης, ενώ ακολουθεί μια διαφορετική φιλοσοφία δράσης που δεν ακολουθεί εκείνη των “συμβατικών” μαχητικών ακόμη και υψηλών επιδόσεων όπως το πιο σύγχρονο Eurofighter.
Συμπέρασμα
Το Eurofighter Typhoon Tranche 5 συνδυάζει προηγμένα ηλεκτρονικά, ισχυρό οπλισμό και ευελιξία που το καθιστούν ανταγωνιστικό ακόμα και σήμερα. Δεν απέχει σημαντικά από το Rafale F3R, αλλά μάλλον δεν έχει κάποια ελπίδα απέναντι σε ένα F-35A με ένα καλά εκπαιδευμένο χειριστή, που θα αξιοποιήσει τα ειδικά χαρακτηριστικά του stealth μαχητικού για εντοπισμό και πλήγμα από μακριά.









