Οι παγκόσμιες εξελίξεις στο γεωπολιτικό πεδίο και μάλιστα με τους πρωτοφανείς καταιγιστικούς ρυθμούς που συμβαίνουν, δυστυχώς φαίνεται να αντιμετωπίζονται από την κυβέρνηση με αμηχανία και αδυναμία να τις παρακολουθήσει, καθώς βυθίζεται όλο και περισσότερο στον «βάλτο» που η ίδια άφησε να δημιουργείται τα τελευταία δυο χρόνια και απλά αντανακλάται στην κοινωνία μέσα απο την τραγωδία των Τεμπών.
Την ίδια στιγμή που η Τουρκία ενισχύεται από τις διεθνείς συγκυρίες και πρωταγωνιστεί διπλωματικά σε όλα τα «μέτωπα», η Ελλάδα περιορίζεται σε μερικά άτολμα βήματα απλής προσπάθειας «συντήρησης θέσεων», που όμως είναι πασιφανές ότι έχουν ήδη ξεπεραστεί και απαιτούσαν κρίσιμη αναθεώρηση… χθες!
Ακόμη και αν η ελληνική στάση, ίσως δικαιολογείται ως «αναμονή, ενόψει αποσαφήνισης καταστάσεων» η… δικαιολογία αυτή έχει (πάρα πολύ) σύντομη ημερομηνία λήξης.
Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν την ίδια στιγμή που η Ελλάδα προσπαθούσε ήδη να ισορροπήσει διπλωματικά και αμυντικά (δυο χώροι που δεν υπήρξαν πότε πιο διασυνδεδεμένοι, όσο σήμερα) σε αρκετούς διαφορετικούς πυλώνες:
- τις Ηνωμένες Πολιτείες, μέσω (αλλά όχι μόνο) της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας, όπως αυτή προέκυψε από την τρίτη φάση του Στρατηγικού Διαλόγου Ελλάδας-ΗΠΑ το 2021, με την κατάσταση όμως στην Ουάσιγκτον να αλλάζει άρδην και χωρίς να είναι εύκολο να εκτιμηθεί πως θα εξελιχθεί και που θα καταλήξει με τον νέο ένοικο στον Λευκό Οίκο.
- τη Γαλλία, με τη Συμφωνία Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης για Συνεργασία στην Άμυνα και στην Ασφάλεια, με το Παρίσι όμως να αντιμετωπίζει το ίδιο σημαντικά προβλήματα.
- τη σχέση που χτίζεται εδώ και αρκετό καιρό με το Ισραήλ και στο πλέγμα που δημιουργείται εδράζεται και η σχέση με την Αίγυπτο σε συνεργασία με την Κύπρο.
Μεγάλο μέρος της επιχειρούμενης ισορροπίας σε αυτούς τους πυλώνες ήταν φυσικά και η ικανοποίηση ελληνικών εξοπλιστικών αναγκών (κυρίως μεγάλων αγορών, παρά συνεργασιών σε προγράμματα), σε μια -αρκετά επιτυχημένη κατά γενική ομολογία- πολιτική που ακολουθήθηκε όλο το προηγούμενο διάστημα. Η κατάσταση θα μπορούσε να συνεχίζεται (και λόγω αδράνειας), εάν το πλαίσιο μέσα στο οποίο πορευόμαστε δεν είχε αλλάξει τόσο δραματικά και τόσο γρήγορα.
Ακόμη και πριν τις πρόσφατες καταιγιστικές αλλαγές δεν ήταν λίγοι αυτοί που παρατηρούσαν ότι από τους παραπάνω πυλώνες έλειπαν κάποιοι, που θα έπρεπε επίσης να είχαν επιδιωχθεί.
Οι κυριότερες και ηχηρότερες απουσίες ήταν αντίστοιχες συμφωνίες αμυντικής συνεργασίας, κυρίως με το Βερολίνο αλλά και την Ρώμη, που αν και αναζητήθηκαν κάποια στιγμή (επίσης στα πλαίσια εξοπλιστικών προγραμμάτων), οι σχετικές προσπάθειες δεν ευόδωσαν.
Για την περίπτωση της Γερμανίας και της συμφωνίας-πλαισίου που επιδιώχθηκε με άξονες την Άμυνα και την Ενέργεια, έχουμε γράψει πολλές φορές. Να θυμίσουμε ότι, σε αντίθεση με τα «ψώνια από το ράφι» φρεγατών Belh@rra και μαχητικών Rafale, στην οποία στηρίχθηκε η «νέα περίοδος ελληνογαλλικής φιλίας», η συνεργασία με την Γερμανία θα βασιζόταν σε προγράμματα ουσιαστικής βιομηχανικής συνεργασίας, την αναβάθμιση των Leopard 2A4 και τον εκσυγχρονισμό των Leopard 2 HEL, κυρίως όμως στο πρόγραμμα ΤΟΜΑ Lynx.
Από την άλλη είναι γεγονός ότι μια συμφωνία αμυντικής συνεργασίας με το Βερολίνο δεν θα μπορούσε να ενσωματώνει τις ίδιες προβλέψεις ρήτρας αμυντικής συνδρομής που εξασφαλίστηκε με το Παρίσι [όπως άλλωστε δεν υφίσταται και στην Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) με τις ΗΠΑ]. Είχαν όμως συζητηθεί και ενσωματωθεί στο σχετικό σχέδιο πολλές προβλέψεις που ενίσχυαν την προτεινόμενη ελληνο-γερμανική συμφωνία αμυντικής συνεργασίας, πολύ πέρα και πάνω από το επίπεδο μιας εμπορικής δοσοληψίας.
Δυστυχώς, όχι μόνο δεν έγινε τίποτε αλλά και η στάση του υπουργείου Εθνικής Άμυνας υπό την τρέχουσα ηγεσία του ήταν αν όχι αρνητική, τουλάχιστον αδιάφορη προς τα θέματα που αφορούσαν την Γερμανία. Περιλαμβάνονταν σε αυτά και η προσπάθεια των δυο γερμανικών κολοσσών KMW και Rheinmetall να κλείσουν όλες τις εκκρεμότητές τους στην Ελλάδα από συμβόλαια και ρήτρες του (μακρινού πλέον), παρελθόντος στη χώρα μας.
Τι έχει όμως αλλάξει πλέον που κάνει το γερμανικό πυλώνα απαραίτητο και σημαντικό, αν και όχι και σημαντικότερο σε σχέση με τους υπόλοιπους που προαναφέρθηκαν, κάνοντας κρίσιμη την άμεση σύστασή του; Προφανώς πάρα πολλά, που προήλθαν από τις τεκτονικές αλλαγές στον παγκόσμιο γεωστρατηγικό χάρτη τις τελευταίες εβδομάδες και που συνεχίζονται.
Από τις πολλές πτυχές τους θα επικεντρωθούμε σε μια, το σχέδιο «ReArm Europe» για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής Άμυνας που διατύπωσε χθες η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ενόψει του έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αύριο Πέμπτη 06/03/2025.
Αν και πολλά μένουν να αποσαφηνιστούν σχετικά με το σχέδιο, σε συνέχεια και των δηλώσεων των εκπροσώπων των δυο γερμανικών κομμάτων που αναμένεται να σχηματίσουν τη νέα κυβέρνηση στο Βερολίνο για δημιουργία ειδικού ταμείου 500 δισεκατομμυρίων ευρώ για την Άμυνα, είναι προφανές ότι η Γερμανία γίνεται η «ατμομηχανή» αυτής της ευρωπαϊκής προσπάθειας.
Γερμανία: Ταμείο 500 δις για αμυντικές δαπάνες αποφάσισαν CDU-CSU και SPD
Από την άλλη κοινή συνιστώσα των τριών αξόνων του σχεδίου «ReArm Europe» (χρήση της «ισχύος» του προϋπολογισμού της Ε.Ε., χορήγηση δανείων ύψους 150 δισ. Ευρώ, «κινητοποίηση» ιδιωτικών κεφαλαίων), είναι οι κοινές επενδύσεις στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, με την υποστήριξη της ενεργοποίησης της αποκαλούμενης «ρήτρας διαφυγής» από τον κλοιό του δημοσιονομικού πλαισίου του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Με άλλα λόγια για να εκμεταλλευτούν οι ευρωπαϊκές χώρες το αναδυόμενο σχέδιο «ReArm Europe» θα πρέπει να αποτελούν μέρος της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.
Τι γίνεται όμως για μια χώρα, όπως η Ελλάδα, που ούτε αμυντική βιομηχανία διαθέτει (αν βέβαια δεν θέλουμε να βαυκαλιζόμαστε με την ιδέα αυτή), αλλά και -κατά τα διαφαινόμενα- προσανατολίζει τα αμέσως επόμενα, μεγάλα εξοπλιστικά της προγράμματα (αντιαεροπορική/αντιβαλλιστική «ασπίδα», πυραυλικό πυροβολικό, εκσυγχρονισμό ΤΟΜΠ κ.ά.) εκτός Ευρώπης;
Προφανώς το «δίλημμα» είναι, είτε αναπροσαρμόζει τους σχεδιαζόμενους εξοπλισμούς της, είτε «θέτει εαυτόν εκτός… ευρωπαϊκής άμυνας».
Παραμένοντας επί του θέματος, αλήθεια, ακόμη σχεδιάζεται η κατάθεση του νέου… 12ετούς εξοπλιστικού προγράμματος 2025-2037 στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής τις επόμενες ημέρες, όπως είχε ανακοινωθεί, ή μήπως θα πρέπει να το ξανασκεφτούμε;
Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες πάντως η επιστολή που απηύθυνε η πρόεδρος φον ντερ Λάιεν στους Ευρωπαίους ηγέτες, ενόψει της αυριανής εκτάκτης συνόδου έχει ήδη κινήσει σημαντικές διεργασίες. Προς αυτή την κατεύθυνση είναι άκρως ενθαρρυντική και ελπίζουμε ότι θα έχει στη συνέχεια και ουσιαστικές εξελίξεις η ανάρτηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη χθες στην πλατφόρμα X που ανέφερε τη στήριξή του στο σχέδιο ενίσχυσης των στρατιωτικών δαπανών στην Ε.Ε., που πρότεινε η πρόεδρος της Κομισιόν, χαρακτηρίζοντάς το ως «σημαντικό βήμα προς την ενίσχυση της συλλογικής μας ευρωπαϊκής ασφάλειας».
Να θυμίσουμε για παράδειγμα ότι στο τραπέζι βρίσκεται από καιρό η από κοινού πρόταση Μητσοτάκη-Τουσκ για πρόγραμμα αντιαεροπορικής ασπίδας της ΕΕ στο πλαίσιο της συμμετοχής των χωρών τους στην υπό τη Γερμανία πρωτοβουλία ESSI (European Sky Shield Initiative).
Πως συνάδουν όμως αυτές οι θέσεις (υπό το πρίσμα μάλιστα όλων των παραπάνω πρόσφατων εξελίξεων) με την (φημολογούμενη) ελληνική «Ασπίδα του Αχιλλέα» (πρώην «Ελληνικό Θόλο») και την διαφαινόμενη επιδίωξη αγοράς ισραηλινής προέλευσης συστημάτων, ειδικά μάλιστα στις συνιστώσες της, όπως τα SHORADS/MRADS (βραχείας/μέσης εμβέλειας), στα οποία υπάρχει ευρωπαϊκή πρόταση (και με ελληνική συμμετοχή);
Στην πολυεπίπεδη πυραυλική άμυνα του ESSI καθορίζονται ως MRADS το IRIS-T SLM (με την έκδοση SLS να παρέχει επιλογή SHORADS), και στη συνέχεια το αμερικανικό μέσης εμβελείας Patriot και το ισραηλινό αντιβαλλιστικό Arrow 3 για πολύ μεγάλη εμβέλεια.
Ακόμη και στην (αποφασισμένη και μάλλον δρομολογημένη) επιλογή ενίσχυσης του Ελληνικού Πυροβολικού με το ισραηλινό σύστημα εκτοξευτών PULS (Precise Universal Launching System), ίσως η αγορά της ευρωπαϊκής έκδοσης EuroPULS είναι πλέον λογικότερη υπό το πρίσμα του σχεδίου «ReArm Europe» (η οποία θα δώσει και κοινά στοιχεία ΣΕΠ με τα ελληνικά PzH2000). Το EuroPULS θα μπορούσε επίσης να συνδυαστεί με τον αντιπλοϊκό πύραυλο NSM της Kongsberg και το, υπό ανάπτυξη από το 2021, βλήματος JFS-M (Joint Fire Support-Missile) της MBDA.
Πέραν όμως αυτών των αγορών, υπάρχουν και άλλα εξοπλιστικά προγράμματα που μπορούν και (υπό το πρίσμα των εξελίξεων) πρέπει να στραφούν προς την Ευρώπη. Η (αμφιλεγόμενη) πρόθεση αναβάθμισης M113 σε «ενισχυμένων ικανοτήτων TOMΠ» (γιατί TOMA δεν γίνονται) είναι ένα τέτοιο παράδειγμα: και ευρωπαϊκός πύργος μπορεί να βρεθεί και εταιρία με εμπειρία στο συγκεκριμένο χώρο υπάρχει για να συνεπικουρήσει την προσπάθεια, αλλά (κυρίως) και Έλληνας κατασκευαστής (EODH) υφίσταται που μπορεί να θωρακίσει το όχημα και έχει ήδη έτοιμη πρόταση (τον οποίο μάλιστα εμπιστεύεται εδώ και χρόνια η ευρωπαϊκή βιομηχανία για την οποία αποτελεί και αποκλειστικός προμηθευτής).
Η άκρως απαραίτητη όμως ανάπτυξη σχέσης στρατηγικής συνεργασία στην Άμυνα με την Γερμανία, σε συνδυασμό με τις προβλέψεις του σχεδίου «REARM Europe», μπορεί να αναγεννήσει και το πλαίσιο στο οποίο είχε επιχειρηθεί να ενταχθεί στο παρελθόν, δηλαδή πρόγραμμα προμήθειας ΤΟΜΑ Lynx.
ΤΟΜΑ: Ραγδαίες εξελίξεις και η μεγάλη ευκαιρία που αναδύεται πάλι για Ελλάδα – μέρος Α’
Βέβαια από την τελευταία φορά που είχε εμφανιστεί, ως έσχατη ευκαιρία συμμετοχής της Ελλάδας σε πλαίσιο βιομηχανικής συνεργασίας με την Rheinmetall, το περασμένο καλοκαίρι, όχι μόνο έχουν περάσει δέκα και πλέον μήνες, αλλά κυρίως έχουν συμβεί και πολλά. Το σημαντικότερο είναι ότι η Ιταλία έγινε πλέον ο κύριος εταίρος του γερμανικού κολοσσού, υιοθετώντας, τόσο το άρμα μάχης KF51, όσο και το τεθωρακισμένο Lynx για τις ανάγκες του ιταλικού στρατού.
Εντούτοις, οι πληροφορίες μας λένε ότι, υπό το πρίσμα των νέων συνθηκών που διαμορφώνονται κάτω από το πρόγραμμα «ReArm Europe», μεγάλο μέρος, αν όχι και στο σύνολό της η παλαιότερη πρόταση για τα ΤΟΜΑ Lynx μπορεί να αναβιώσει, περιλαμβανομένων και αρκετών εκ των ιδιαίτερα ευνοϊκών όρων που ίσχυαν τότε (τιμολογιακών, βιομηχανικών με τη συγκρότηση ελληνικού εργοστασίου, χρηματοδοτικών κ.ά.)
Rheinmetall: βιομηχανικός εταίρος η Ελλάδα σε πρόγραμμα Lynx – και Marder στο τραπέζι, μέρος Β’
Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι η πρόταση εξακολουθεί να περιλαμβάνει TOMA Marder 1 ως ενδιάμεση λύση. Αν και αριθμός Marder 1A3 έχει παραχωρηθεί στην Ουκρανία, υπάρχουν ακόμη σημαντικά αποθέματα Marder 1A3/A5 (περίπου 350, με αρκετά από τα πρώτα να έχουν αναβαθμιστεί με θερμικό περισκόπιο στο επίπεδο των δεύτερων), στο Γερμανικό Στρατό. Το σύνολο αναμένεται να βγει από υπηρεσία, αντικαθιστούμενα από νεότερους τύπους και θα μπορούσαν να καταλήξουν στην Ελλάδα, μαζί με το σύνολο των ανταλλακτικών και παρελκομένων τους. Τα TOMA αυτά, σε συνδυασμό με τα Lynx θα κάνουν περιττό το πρόγραμμα της αναβάθμισης των M113, που είναι έτσι και αλλιώς άκρως αμφιλεγόμενο, απελευθερώνοντας σημαντικά κονδύλια για τη χρηματοδότη των Lynx.
Σημειωτέον ότι ο ισχυρός άνδρας στο τιμόνι της Rheinmetall, Άρμιν Πάπεργκερ, εξακολουθεί να έχει μεγάλη επιρροή στη γερμανική πολιτική σκηνή, ακόμη και μετά την κυβερνητική αλλαγή στο Βερολίνο, αν όχι με μεγαλύτερη, λόγω των εξοπλιστικών προγραμμάτων των €500 δις με βάθος δεκαετίας.
Στην πολιτική διάσταση του θέματος όμως, η ανάδειξη στη θέση του καγκελαρίου του Φρίντριχ Μερτς δημιουργεί περισσότερο ευνοϊκές συνθήκες από ότι με τον απερχόμενο Όλαφ Σολτζ για μια προσωπική σχέση αλληλοκατανόησης με τον Έλληνα πρωθυπουργό λόγω της πολιτικής συγγένειας CDU και ΝΔ στους κόλπους του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.