Το 2020 ήταν αναμφίβολα μια χρονιά με πολύ ειδικό βάρος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η Ελλάδα αντιμετώπισε τότε, επιτυχώς εκ τους αποτελέσματος, υβριδικές απειλές σε όλο το μήκος και το εύρος της ελληνοτουρκικής μεθορίου. Από το Μάρτιο που είχαμε την απίστευτη και άνευ προηγουμένου προσπάθεια προσπάθεια διάσπασης των χερσαίων συνόρων από δεκάδες χιλιάδες εξαθλιωμένους μετανάστες, έως το καλοκαίρι, με την κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο.
Πολλά έχουν γραφτεί για το τι έγινε στο πεδίο την περίοδο των κρίσεων του 2020. Ελάχιστα όμως έχουν διαρρεύσει για το τι έγινε πίσω από τις πόρτες των Επιτελείων εκείνες τις κρίσιμες στιγμές. Αν κάποιος θέλει να δει την πιο “περιγραφική” δήλωση, είναι αυτή που έκανε τον Ιούνιο του 2020 ο τότε Α/ΓΕΕΘΑ Στρατηγός Κωνσταντίνος Φλώρος, “Όποιος πατήσει τα πόδια του πάνω, πρώτα θα τον κάψουμε και μετά θα πάμε να δούμε ποιος ήταν“. Γιατί ειπώθηκε όμως αυτή η εμπρηστική, κυριολεκτικά και μεταφορικά φράση από τον Α/ΓΕΕΘΑ, την οποία επανέλαβε αρκετές φορές σε παρόμοιες διατυπώσεις; Ώστε να γίνει κατανοητό πως αποτελεί δόγμα των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, και όχι απλά μια φράση ανύψωσης ηθικού;
Τότε ο Α/ΓΕΕΘΑ είχε πει και κάτι ακόμη, πολύ σημαντικό πάλι από πλευράς δόγματος: “Δεν υπάρχει σημειακή κρίση, θα εξαπλωθεί αμέσως, δεν είναι δυνατόν να γίνει κάτι στο Καστελόριζο και να μην εξαπλωθεί παντού“. Σηματοδοτώντας έτσι μια αντίληψη ελληνικής αντίδρασης η οποία δεν θα δεχθεί εγκλωβισμό σε τοπικές κρίσεις και επιθετικές ενέργειες, αλλά θα τις θεωρήσει έναυσμα για γενίκευση της σύγκρουσης, με ότι αυτό συνεπάγεται για τις δύο χώρες. Ως μια δηλαδή καταγραφή αποτροπής που δηλώνεται εκ των προτέρων, πως η Ελλάδα θα κάνει “ολοκληρωτική” μάχη αν απειληθεί εθνικό έδαφος.
Το μεγάλο ζήτημα για το ΓΕΕΘΑ βέβαια, όλο το 2020 (αλλά και κάθε περίοδο), ήταν η πιθανότητα κατάληψης κρίσιμου ελληνικού εδάφους από την Τουρκία. Ειδικά το σύμπλεγμα του Καστελλορίζου παρουσιάζει τη μεγαλύτερη δυσκολία υπεράσπισης. Ο Στόλος και η Αεροπορία θα βρεθούν εκεί, αλλά σε περίπτωση σύγκρουσης αυτή θα είναι σκληρότατη και πιθανά με μεγάλες απώλειες.
ΑΝΑΛΥΣΗ: Ανακατάληψη νησιού, το ιαπωνικό παράδειγμα με χρήση AAV-7
Το ζήτημα εδώ είναι πως η ορθή αυτή επιχειρησιακή αντίληψη και το εκσυγχρονισμένο δόγμα απαιτεί ενίσχυση των επιθετικών μας δυνατοτήτων εδικά στο νησιωτικό περιβάλλον, όπου οφείλουμε να παρουσιάσουμε και ικανότητα σοβαρών αμφίβιων επιχειρήσεων. Ακόμη και τόσο μεγάλης δυσκολίας και αναμενόμενων απωλειών, όπως είναι η ανακατάληψη νησιών. Που παρά τον κίνδυνο τους (ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας), πρέπει να είναι στην γκάμα των δικών μας “λύσεων”. Όπου εδώ βέβαια, μια μεγάλης ισχύος επίλεκτη μονάδα μας, η 32 Ταξιαρχία Πεζοναυτών, παραμένει με ελλιπή μέσα να δράσει. Επαναλαμβάνουμε εδώ το για εμάς φανερό: Η Ελλάδα πρέπει να έχει ειδικές ικανότητες σε ναυτικές/αποβατικές επιχειρήσεις λόγω γεωγραφίας της, όσο και αν αυτές είναι δύσκολες στην εκτέλεση. Αν φθάσουμε στο σημείο η επιχειρησιακή δυσκολία να ακυρώνει την αξιοποίηση μεγάλων στρατιωτικών μονάδων, ας επιστρέψουμε σε εποχή… χαρακωμάτων Α’ Παγκοσμίου, αναμένοντας παθητικά τα χειρότερα.
Και η λύση στο συγκεκριμένο θέμα δεν είναι όσα κατά καιρούς “σκέφτονται” κάποιοι “στρατηγοί του καναπέ”, αλλά αυτό που κάνουν χώρες σαν την Ελλάδα, με αρχιπελάγη που πρέπει να προστατεύσουν. Όπως η Ιαπωνία, οι Φιλιππίνες, η Ινδονησία, η Ταϊβάν και η Ισπανία. Έτσι, το 2020 οι Ένοπλες Δυνάμεις που δεν είχαν ιδιαίτερη όρεξη να αναζητούν “πατέντες”, στράφηκαν σε μια διεθνώς δοκιμασμένη επιλογή. Οπότε το ΓΕΣ απευθύνθηκε στους Αμερικανούς Πεζοναύτες, για να αποκτήσει τη δική τους έκδοση του αμφίβιου τεθωρακισμένου οχήματος AAV-7RAM/RS. Ως δηλαδή ένα αξιόλογο συμβιβασμό με την προμήθεια ενός λειτουργικού οχήματος ειδικά για τέτοιες επιχειρήσεις, αλλά και σε λογικό κόστος, καθώς τα οικονομικά μας δεν επέτρεπαν την προμήθεια ολοκαίνουργιων παρόμοιων μέσων.
19 απαντήσεις για τα αμφίβια τεθωρακισμένα AAV-7RAM/RS που αποκτά η Ελλάδα
Άλλωστε τα αμφιβια οχήματα δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με τα τεθωρακισμένα που χρησιμοποιεί ο Στρατός, είναι μια κατηγορία οχημάτων από μόνα τους, ως ιδιαίτερα περίπλοκα. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να είναι πανάκριβα, και τα “καλά μεταχειρισμένα” να είναι επίσης ακριβά αλλά κυρίως, σπάνια.
‘Ετσι η άμεση ανάγκη για λύσεις σε περίπτωση απώλειας εθνικού εδάφους, αλλά και για την επίτευξη ελιγμού στο Αρχιπέλαγος, οδήγησε την περίοδο 2020-2023 την προμήθεια αμφίβιων AAV-7A1, πολύ ψηλά στην εξοπλιστική ατζέντα. Και με συμπληρωματικές κινήσεις, πάλι για την Ταξιαρχία Πεζοναυτών, που είχαν επίσης σχεδιαστεί.
ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: Προχωρά το πρόγραμμα των 76 αμφίβιων AAV-7, κόστος κάτω από 180 εκατ. ευρώ
Αρχικά οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να αποδεσμεύσουν εκσυγχρονισμένα τέτοια οχήματα, έκδοσης RAM/RS, αλλά παλιότερα, ουσιαστικά παροπλισμένα, με μεγάλο κόστος επαναφοράς σε υπηρεσία. Κάτι τέτοιο δεν έγινε αποδεκτό από την ελληνική πλευρά, και μετά από ισχυρές πιέσεις και ταξίδια των Α/ΓΕΕΘΑ και Α/ΓΕΣ στις ΗΠΑ, οι Αμερικανοί όχι μόνο αποδέσμευσαν έναν μεγάλο για τα δεδομένα μας αριθμό αμφίβιων AAV-7RAM/RS αλλά τα παρείχαν σε συμβολικό κόστος, με την Ελλάδα να πληρώνει την εργοστασιακή ανακατασκευή τους. Με λίγα λόγια, τα οχήματα θα ήταν μεταχειρισμένα, αλλά εμείς θα τα παραλαμβάναμε με “μηδενικά χιλιόμετρα”.
Το κόστος όπως έχουμε γράψει, για 3 τάγματα Πεζοναυτών, θα ήταν έως 200 εκατ. ευρώ (και χαμηλότερα), αν και όπως πάντα η αρχική πρόταση από πλευράς ΗΠΑ προέβλεπε μεγαλύτερα ποσά. Το κονδύλι περιελάμβανε την κατασκευή υποδομής εξυπηρέτησης των οχημάτων στην Ελλάδα, καθώς ένα τόσο περίπλοκο όχημα απαιτεί εξεζητημένη συντήρηση. Με λίγα λόγια, θα είχαμε και ελληνική προστιθέμενη αξία.
Τελικά, το Φεβρουάριο του 2024, μετά από παράταση που ζήτησε η ελληνική πλευρά, γνωστοποιήσαμε στους Αμερικανούς πως δεν θα υπογράψουμε τη επιστολή αποδοχής (LΟΑ) για τα αμφίβια. Αφήνοντας έκπληκτους τους συνομιλητές μας καθώς επί διετία τα ζητούσαμε επίμονα και είχαμε “ξοδέψει” για αυτά και αρκετό διπλωματικό μας κεφάλαιο! Και τελικά όταν μας προσέφεραν ότι ζητούσαμε σε αριθμούς οχημάτων, σε όρους παράδοσης κ.ο.κ. έμαθαν πως όλη η σχετική προεργασία ακυρωνόταν.
ΗΠΑ: 25 εκατ. δολάρια μέσω FMF για τα ελληνικά αμφίβια τεθωρακισμένα AAV-7
Σε όσους πουν πως κάτι τέτοιο έγινε για “οικονομικούς λόγους”, θα πούμε πως δεν ισχύει, καθώς τα χρήματα υπήρχαν, ενώ το πρόγραμμα ήταν οπισθοβαρές, με τις τελευταίες αποπληρωμές μέχρι το 2030. Το εγκληματικό είναι πως η χώρα μας είχε δεσμεύσει και αμερικανική “επιδότηση” ύψους 25 εκ. δολαρίων ως προκαταβολή για το πρόγραμμα απόκτησης των AAV-7A1, ένα ποσό χρηματοδότησης από πλευράς Ουάσιγκτον, για να αντικαταστήσουμε ρωσικής κατασκευής οχήματα. Το κονδύλι αυτό πολύ φοβούμαστε πως πλέον έχει χαθεί.
Αυτό που αδυνατούμε να καταλάβουμε, είναι το πως η ελληνική πλευρά αποφάσισε να ακυρώσει το πρόγραμμα, καθώς μας διαφεύγουν πολλές και σημαντικές λεπτομέρειες. Πρέπει λοιπόν να μάθουμε τα εξής κάποια στιγμή:
- Τα εξοπλιστικά περνούν από πολλά στάδια για να εγκριθούν και να προχωρήσουν. Πως ακριβώς ακυρώθηκε ένα πρόγραμμα που είχε περάσει και από τη Βουλή;
- Η ακύρωσή του, είχε τις αντίστοιχες εγκρίσεις των Επιτελείων;
- Πόσο εύκολα αλλάζουμε γραμμή πλεύσης στα εξοπλιστικά; Και ποιος θα αναλάβει την ευθύνη απωλειών χρηματοδότησης και φερεγγυότητας;
- Χρειάζονται ή δεν χρειάζονται τελικά οι Πεζοναύτες μας αμφίβια οχήματα; Αν χρειάζονται, με τι θα τους ενισχύσουμε; Ή θα συνεχίσουν να κάνουν χρήση των αποβατικών ακάτων (ΑΒΑΚ) του Β’ ΠΠ;
Κάποιοι είπαν πως η ακύρωση είναι αποτέλεσμα της εμπειρίας της Ουκρανίας, και την εμφάνιση στο πεδίο της μάχης των… drones. Κάτι τέτοιο δεν επαληθεύεται όμως, καθώς αν μπορεί κάτι να επιβιώσει σε μια αποβατική ενέργεια είναι ένα αμφίβιο τεθωρακισμένο, με κάποιο σύστημα antidrone επάνω του. Αντίθετα “ανοιχτά” καρυδότσουφλα όπως οι σημερινές αποβατικές άκατοι (προερχόμενες απ’ ευθείας από τις ακτές της Νορμανδίας του 1944), ή τα φουσκωτά και πλαστικά σκάφη (έσχατος συμβιβασμός λόγω απόλυτης ένδειας άλλων μέσων), δεν προσφέρουν καμμία προστασία σε πεζοναύτες.
Επιπλέον, ένα αμφίβιο τεθωρακισμένο οχημά μάχης (που κάποιοι επιλέγουν να ξεχνούν ότι είναι το AAV) έχει διπλό ρόλο: προστασίας στην απόβαση και ενίσχυσης της ενέργειας στην ξηρά, κάτι που κανένα άλλο μέσο δεν μπορεί να παρέχει.
Επίσης, η απειλή drones σε παράκτιες επιχειρήσεις σαφώς θα υπάρχει ότι και να χρησιμοποιήσεις, οπότε υποθέτουμε πως οι “σκεπτικιστές” προτείνουν να καταργήσουμε τελείως την Ταξιαρχία Πεζοναυτών και την πράγματι δύσκολη αποστολή της, γιατί “κινδυνεύει από drone”; Αν ναι, ας το πουν ευθέως.
Στη γενικότερη τοξική εγχώρια συζήτηση για αυτά τα οχήματα, επαναφερόταν συνεχώς ένα πράγματι θανατηφόρο ατύχημα που είχαν οι Αμερικανοί Πεζοναύτες. Το οποίο δυστύχημα όμως οφειλόταν σε κακή εκπαίδευση και έλλειψη τήρησης βασικών διαδικασιών. Και τέτοια δυστυχώς έχουν συμβεί διεθνώς σε όλα τα μέσα, αεροσκάφη, άρματα, πυροβόλα κ.ο.κ. χωρίς κανείς να ζητά “κατάργηση” του αντίστοιχου οπλικού συστήματος, όπως επέμεναν οι δικοί μας όψιμοι “αντίπαλοι” των AAV. Πάντως οι διεθνείς χρήστες των ίδιων οχημάτων, τα χρησιμοποιούν κανονικά, μάλλον αγνοώντας τις ελληνικές “Κασσάνδρες”.
Επιπλέον, είναι απολύτως ψευδές, όπως υποστηρίζουν κάποιοι, ότι τα AAV αντικαταστάθηκαν λόγω του δυστυχήματος. Το Σώμα των Αμερικανών Πεζοναυτών επεδίωκε να αντικαταστήσει τα AAV (που μπήκαν σε υπηρεσία το 1972), κατά πάγια τακτική αντικατάστασης εξοπλισμού, από τη δεκαετία του 1990 με το διαβόητο πρόγραμμα EVF (Expeditionary Fighting Vehicle), που αν και φανταστικών επιδόσεων (μέγιστης ταχύτητας 46 km/h στο νερό), «βούλιαξε» υπό το βάρος των τεχνολογικών προκλήσεων και κυρίως του κόστους που πολλαπλασιάστηκε.
Εικοσιπέντε χρόνια αργότερα οι Αμερικανοί Πεζοναύτες λαμβάνουν το τροχοφόρο ACV σε ικανοποίηση της αρχικής ανάγκης της δεκαετίας του 2000. Ποια ήταν η εναλλακτική για εμάς; Να πάμε επίσης σε νέα αντίστοιχα οχήματα, όπως τα ACV. Τότε όμως, η αγορά κάπου 80 τέτοιων θα μας κόστιζε υπερπολλαπλάσια, οπότε μη διαθέσιμα, με όλες τις άλλες εξοπλιστικές ανάγκες μας. Δηλαδή μπροστά στην “φαντασίωση” για το καλύτερο (δεν είναι αυτή λάθος βέβαια), χάναμε τη μέση και πρακτική λύση.
Κλείνοντας, δεν θέλουμε να πιστέψουμε φήμες που φέρουν τα AAV-7 να ακυρώθηκαν από το ΥΠΕΘΑ λόγω “υπερβολικής αρνητικής δημοσιότητας”. Η αλήθεια είναι πως τα AAV-7A1, συγκέντρωσαν τα πυρά αρκετών του χώρου, και ανώνυμων λογαριασμών στο Χ. Για μια ακόμη φορά θα πούμε πως το μεταχειρισμένο υλικό δεν τυγχάνει διαφημιστικού budget, άρα κανείς δεν έχει λόγο να το υποστηρίξει, τουλάχιστον από εμπορικής σκοπιάς. Αλλά αδυνατούμε να πιστέψουμε πως και υπεύθυνοι των εξοπλιστικών έβαλαν το “πολιτικό κόστος” πάνω από τις επιχειρησιακές ανάγκες.