H έκδοση B-25C αυτή ήταν η πρώτη που μπήκε σε μαζική παραγωγή μετά τα αρχικά συμβόλαια καθώς πλέον οι Η.Π.Α. είχε εισέλθει στον πόλεμο. Συγκεκριμένα αναφερόμαστε στο συμβόλαιο κατασκευής 1625 Β-25C, ενώ αργότερα υπογράφηκε ακόμη ένα που αφορούσε την κατασκευή 2.290 Β-25D.
North American B-25 Mitchell: Βομβαρδιστικό για όλες τις «δουλειές» (B΄Μέρος)
Το πρώτο συμβόλαιο για το Β-25C υπογράφηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 1940 και προέβλεπε την κατασκευή 863 αεροσκαφών με τον κωδικό ΝΑ-82. Η Ολλανδική αεροπορία παρήγγειλε τον Ιούνιο του 1941 άλλα 162 αεροσκάφη με τον κωδικό ΝΑ-90 τα οποία τελικά πήραν την ονομασία Β-25C-5. Επίσης συμφωνήθηκε και η κατασκευή 150 μονάδων για την Βρετανία και άλλων τόσων για την Κίνα υπό καθεστώς δανεισμού (lend-lease) κάτι που όμως δεν τηρήθηκε κατά την παράδοση.
Το Β-25C έμοιαζε εξωτερικά με το Β-25Β, αλλά ήταν εφοδιασμένο με νέους κινητήρες R-2600-13 Double Cyclone και νέους εξαερωτήρες (καρμπυρατέρ) Holley 1685 HA αντί των παλιών Bendix Stromberg PD-13E-2 που μπορεί να είχαν ευκολότερη συντήρηση, αλλά απαιτούσαν μεγαλύτερη προσοχή σε συνθήκες παγοποίησης. Επίσης στα αεροσκάφη της έκδοσης αυτής προστέθηκαν αντιπαγοτικά συστήματα (ένα ηλεκτρικό και ένα διοχέτευσης θερμού αέρα).
Ο οπλισμός του Β-25C ήταν ακριβώς ίδιος με το αυτόν του -Β. Στην έκδοση αυτή υιοθετήθηκε ένας νέος συμπαγής ουραίος ολισθητήρας (tail skid) αντικαθιστώντας των παλαιότερο ελατηριωτό. Επίσης ενώ στις παλαιότερες εκδόσεις οι εξατμίσεις των κινητήρων έβγαιναν πίσω τους και εκτεινόταν μέχρι το κάτω τμήμα των χειλών προσβολής της πτέρυγας, στο Β-25C είχαν πολύ μικρότερο μήκος καταλήγοντας πίσω ακριβώς από τους κινητήρες. Το καύσιμο (συνολικά 2.532 λίτρα), μεταφερόταν σε τέσσερις δεξαμενές στο εσωτερικό τμήμα (από τους κινητήρες προς την άτρακτο) των πτερύγων. Επίσης υπήρχε η πρόβλεψη για τοποθέτηση μιας επιπρόσθετης δεξαμενής χωρητικότητας 1946 λίτρων στην καταπακτή των βομβών, για την εκτέλεση πτήσεων μεγάλων αποστάσεων.
Από το αεροσκάφος με αριθμό σειράς 41-12817 προστέθηκε μια μικρή διαφανής καλύπτρα πάνω από τη θέση του ναυτίλου. Άλλες σημαντικές αλλαγές ήταν η αντικατάσταση των πυργίσκων με νέους τύπου Bendix Amplidyne, η προσθήκη φίλτρου στα καρμπυρατέρ και μια τροποποίηση για τη μεταφορά επιπλέον 3.681 λίτρων καυσίμου.
Στην παρτίδα παραγωγής Β-25C-1 προσαρμόσθηκαν βάσεις ανάρτησης βομβών κάτω από την πτέρυγα για τη μεταφορά έξι ή οκτώ βομβών των 100 έως 325 λιβρών. Επίσης εγκαταστάθηκε και ένας αναρτήρας κάτω από την άτρακτο για την μεταφορά μιας τορπίλης των 2.000 λιβρών, αν και το αεροσκάφος χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα ως τορπιλοπλάνο.
Στην σειρά παραγωγής Β-25C-5 αντικαταστάθηκε το πολυβόλο των 0.30 in στο ρύγχος από ένα των 0.50 in στο άκρο του, ενώ προστέθηκε και άλλο ένα το οποίο έβαλε μέσα από μια πλευρική οπή του πλεξιγκλάς.
Μια άλλη σημαντική βελτίωση στα αεροσκάφη της ίδιας σειράς ήταν οι νέες εξατμίσεις. Στους προγενέστερους τύπους η μονή εξάτμιση αν και απλή στη σύλληψη, εξαιρετικά αξιόπιστη και μικρή σε βάρος, είχε το σημαντικό μειονέκτημα του ότι η φλόγα που έβγαζε πρόδιδε την παρουσία του αεροσκάφους από μεγάλες αποστάσεις, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια νυχτερινών πτήσεων. Το πρόβλημα ήταν τόσο σοβαρό που η USΑAF είχε απαγορεύσει τη διεξαγωγή νυχτερινών πτήσεων με Β-25. Έτσι αποφασίστηκε η υιοθέτηση μικρών, τετραγωνικής διατομής, εξατμίσεων που ανά τέσσερις «έβγαιναν» πίσω από τα πτερύγια ψύξης (cowl flaps) του κυκλικού εμπρόσθιου καλύμματος του κάθε κινητήρα (η μονή δηλαδή εξάτμιση αντικαταστάθηκε από πολλές μικρότερης διατομής) εξαφανίζοντας το πρόβλημα. Το μόνο τους μειονέκτημα ήταν ότι έπρεπε να αντικαθίστανται τακτικά καθώς είχαν σχετικά μικρή διάρκεια ζωή λόγω θερμικών καταπονήσεων.
Στη σειρά παραγωγής Β-25C-10 που ακολούθησε, υιοθετήθηκε βελτιωμένη γυροσκοπική πυξίδα, καλύτερο σύστημα θέρμανσης στο θάλαμο διακυβέρνησης και ένας καλύτερος, περισσότερο ευρυγώνιος, φακός στο σκοπευτικό του βομβαρδιστή.
Στη σειρά παραγωγής Β-25C-15 τροποποιήθηκε ξανά το σύστημα εξαγωγής καυσαερίων (τοποθέτηση σωληνώσεων Clayton σχήματος S σε κάθε κύλινδρο και κατάργηση του δακτυλιοειδούς συλλέκτη), παραμένοντας απαράλλαχτο σε όλα τα μεταγενέστερα Mitchell, ενώ για πρώτη φορά εγκαταστάθηκε χειροκίνητο υδραυλικό σύστημα έκτασης των σκελών του συστήματος προσγείωσης, για χρήση σε περίπτωση αστοχίας του υδραυλικού δικτύου ή καταστροφής του από εχθρικά πυρά.
Αλλαγές πραγματοποιήθηκαν εν νέου στο μπλόκ Β-25C-25 όπου υιοθετήθηκε αλεξίνεμο με λιγότερα στοιχεία στήριξης για βελτίωση της ορατότητας και δημιουργήθηκαν προεγκαταστάσεις για περισσότερες δεξαμενές καυσίμου στο εσωτερικό της ατράκτου.
Το πρώτο Β-25C μπήκε σε υπηρεσία τον Δεκέμβριο του 1941 με τη 1619η Μοίρα Βομβαρδισμού, ενώ το τελευταίο παραδόθηκε τον Μάιο του 1943.
Β-25D
Τα αεροσκάφη της έκδοσης –D ήταν πανομοιότυπα εξωτερικά με αυτά της έκδοσης -C (περιλαμβάνοντας όλες τις τροποποιήσεις που υπέστησαν στη γραμμή παραγωγής τα τελευταία) και στο σύνολό τους σχεδόν κατασκευάστηκαν σε ένα καινούριο εργοστάσιο στο Κάνσας το οποίο παραχωρήθηκε στην North American για την παραγωγή του Β-25 Mitchell την οποία ανέλαβε τελικά η Fisher Body Division μία θυγατρική της General Motors. Τελικά στο εργοστάσιο αυτό κατασκευάστηκε 71% των αεροσκαφών του τύπου, μέχρι το τέλος του πολέμου.
Το αρχικό συμβόλαιο για 1200 Β-25D, εργοστασιακός κωδικός ΝΑ-82, υπογράφηκε στις 28 Ιουνίου 1941 και τα δύο πρώτα αεροσκάφη παραδόθηκαν τον Φεβρουάριο του 1942. Το πρώτο Β-25D μπήκε σε υπηρεσία στην USAAF τον Φεβρουάριο του 1942 και το τελευταίο τον Μάρτιο του 1944.
Η φωτοαναγνωριστική έκδοση F-10
Η ονομασία F-10 αποδόθηκε σε 45 Β-25D που υπέστησαν μετατροπές για να χρησιμοποιηθούν σε φωτοαναγνωριστικές αποστολές. Το πρόθεμα -F έφεραν όλα τα φωτοαναγνωριστικά αεροσκάφη των USAAC/USAAF από το 1930 έως το 1947. Όλα τα F-10 ήταν Β-25 που προήλθαν από την γραμμή παραγωγής του Κάνσας, μετά από αφαίρεση του οπλισμού, της θωράκισης και του εξοπλισμού βομβαρδισμού. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την μείωση του βάρους κατά 1000 λίβρες.
Στο κάτω τμήμα του ρύγχους που τροποποιήθηκε, εγκαταστάθηκαν τρεις συγχρονισμένες φωτομηχανές, ενώ συχνά προσαρμοζόταν στο πίσω μέρος της ατράκτου άλλη μια κατακόρυφα εγκατεστημένη. Το πλήρωμα και εδώ ήταν πενταμελές με κυβερνήτη, συγκυβερνήτη, ναυτίλος, χειριστής ασυρμάτου και χειριστή φωτομηχανών. Τα πρώτα F-10 τοποθετήθηκαν στην 311η Πτέρυγα Φωτογράφησης και στο 1ο Γκρούπ Χαρτογράφησης. Τα περισσότερα αεροσκάφη της έκδοσης αυτής χρησιμοποιήθηκαν για την ακριβή χαρτογράφηση περιοχών που δεν είχαν εξερευνηθεί όπως τμήματα της Αλάσκα, των Καναδικών Β.Δ. περιοχών, τμήματα του Αμαζονίου στη Βραζιλία, των Ιμαλαίων και του Ν. Ειρηνικού. Αρκετά F-10 υπηρέτησαν και στην Βασιλική Καναδική Πολεμική Αεροπορία (RCAF).
Συνεχίζεται…