Τα προκαταρκτικά συμπεράσματα έρευνας της CIA αναφέρουν ότι «σύνδρομο της Αβάνας», το οποίο έπληξε αμερικανούς διπλωμάτες προκαλώντας τους προβλήματα υγείας, δεν μπορεί να αποδοθεί με βεβαιότητα σε επίθεση από ξένη δύναμη.
Η εν λόγω έρευνα αφορά τα κρούσματα, τα οποία εμφανίσθηκαν σε αμερικανούς και καναδούς διπλωμάτες για πρώτη φορά το 2016 στην πρωτεύουσα της Κούβας.
Θυμίζουμε ότι συγκεκριμένοι διπλωμάτες παραπονέθηκαν για σφοδρούς πονοκεφάλους και ναυτία.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ των New York Times και του NBC, η CIA αναφέρει στην έκθεσή της ότι έχοντας εξετάσει εκατοντάδες περιστατικά, κατέληξε σε εξηγήσεις “πιθανές και εναλλακτικές” σε επιχείρηση ξένης χώρας.
Στην ίδια έκθεση όμως επισημαίνεται ότι η έρευνα της CIA συνεχίζεται για είκοσι περιπτώσεις που παραμένουν ανεξήγητες.
«Η προκαταρκτική έκθεση δεν αποτελεί και το τελικό συμπέρασμα της κυβέρνησης Μπάιντεν ή των υπηρεσιών Πληροφοριών στο σύνολό τους», διευκρίνισε το NBC, επικαλούμενο αμερικανούς αξιωματούχους.
Από την πλευρά τους, θύματα του “συνδρόμου της Αβάνας”, δηλώνουν ότι τα συμπεράσματα της CIA «δεν μπορούν και δεν πρέπει να είναι η τελευταία λέξη για το θέμα».
Σε απάντησή τους, ο διευθυντής της CIA Ουίλιαμ Τ. Μπερνς, έσπευσε να διευκρινήσει ότι «αν και έχουμε φθάσει σε ενδιάμεσα σημαντικά αποτελέσματα, δεν έχουμε τελειώσει. Συνεχίζουμε την έρευνα για τα περιστατικά αυτά».
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντονι Μπλίνκεν δεσμεύθηκε τον Νοέμβριο 2021 για την πλήρη διαλεύκανση του «συνδρόμου της Αβάνας» και κατονόμασε δύο κορυφαίους διπλωμάτες που είναι επιφορτισμένοι με τον φάκελο.
Tί είναι το «σύνδρομο της Αβάνας»
Τα συμπτώματά του συνδρόμου είναι ναυτία, πονοκέφαλοι, ρινορραγίες, απώλεια ισορροπίας, μερική απώλεια ακοής και όρασης, κόπωση και δυσκολία συγκέντρωσης. Έχουν αναφερθεί επίσης ακόμη και εγκεφαλικές βλάβες σε ορισμένα περιστατικά.
Μετά την εμφάνισή τους στην Αβάνα, παρόμοια κρούσματα σημειώθηκαν στην Κίνα, την Γερμανία, την Αυστραλία, τη Ρωσία την Αυστρία και την ίδια της Ουάσινγκτον.
Αν και το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ αρνείται να δώσει αριθμό κρουσμάτων, αυτά υπολογίζονται σε περίπου 200.
Οι υποψίες για “όπλο” που επηρεάζει από μακριά τον εχθρό
Οι αμερικανικές αρχές αντιμετώπισαν με επιφύλαξη το θέμα από την αρχή. Μάλιστα υψηλά ιστάμενοι αξιωματούχοι φέρονται να υποβάθμισαν τα συμπτώματα, αποδίδοντας τα στο άγχος και την πίεση από τα απαιτητικά καθήκοντα των προσώπων που τα παρουσίαζαν.
Ωστόσο, είχε εξεταστεί και το ενδεχόμενο οι αμερικανοί διπλωμάτες και υπάλληλοι των πρεσβειών να έχουν πέσει θύματα επίθεσης μέσω εκπομπής μικροκυμάτων ή κάποιου άλλου, άγνωστου όπλου.
Οι υποψίες στράφηκαν κατά της Μόσχας με τους επιστήμονες να εμφανίζονται διχασμένοι για την ύπαρξη και την αποτελεσματικότητα ενός “όπλου”, το οποίο επηρεάζει από μακριά τον εγκέφαλο ανθρώπων, προκαλώντας τους προβλήματα υγείας.
Πριν δύο χρόνια περίπου, η Δρ. Ραγκίνι Βέρμα, καθηγήτρια ακτινολογίας, σε δηλώσεις της στο πρακτορείο Reuters είχε αναφέρει ότι οι εγκέφαλοι 40 πρώην υπαλλήλων στην αμερικανική πρεσβεία στην Κούβα, παρουσιάζαν σημαντικές αλλοιώσεις.
Μάλιστα επεσήμανε ότι αξονικές εγκεφάλου σε 23 άνδρες και 17 γυναίκες που παρουσίασαν τα συμπτώματα του “συνδρόμου της Αβάνας” επιβεβαίωναν – σύμφωνα με την ίδια – τις αλλαγές στους συνδέσμους του εγκεφάλου, σε σύγκριση με τον εγκέφαλο 48 άλλων υγιών ατόμων.
«Η αλλοίωση είναι αποστομωτκή» σημείωνε στις ίδιες δηλώσεις Δρ. Ραγκίνι Βέρμα, «Οι περισσότεροι από τους ασθενείς είχαν συγκεκριμένα συμπτώματα, ενώ παρατηρείται μια κλινική ανωμαλία που απεικονίζεται στο εγκεφαλογράφημα» συμπλήρωσε.
Ωστόσο, άλλοι επιστήμονες δεν συμφωνούν με τις επισημάνσεις της κ. Βέρμα.
«Τα ευρήματα αλλοιώσεων στον εγκέφαλο δεν αποδεικνύουν εγκεφαλικό τραύμα» είχε υπογραμμίσει σε δηλώσεις του ο καθηγητής νευρολογίας στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, δρ. Τζον Στόουν. Αντίστοιχα, ο δρ. Σέρτζιο Ντελα Σάλα του ίδιου πανεπιστημίου φαίνεται να υποστηρίζει πως κάποιοι από τους ασθενείς είχαν ιστορικό διάσεισης πριν βρεθούν στην πρεσβεία των ΗΠΑ, στην Κούβα.
«Δεν γνωρίζουμε τίποτα για τη δημιουργία αυτής της διαταραχής», είχε επισημάνει ο Δρ. Ντάγκλας Σμιθ, διευθυντής του Κέντρου αποκατάστασης του Εγκεφάλου Penn. «Μερικά άτομα έχουν ανακάμψει, μερικοί έχουν ακόμα συμπτώματα και σε μερικούς υποχωρούν, συμπληρώνει. «Θα είναι σημαντικό να παρακολουθούμε τους ασθενείς και να συνεργαστούμε με άλλους επιστήμονες που έχουν εξετάσει τη συγκεκριμένη ομάδα ασθενών».
Το αξιοσημείωτο είναι ότι η κυβέρνηση Τραμπ είχε σπεύσει τότε να αποδώσει το όλο θέμα σε “επίθεση της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών της Ρωσίας”, δημιουργώντας ένα συγκεκριμένο κλίμα κατά της Μόσχας.
Την προσέγγιση αυτή των εύκολων συμπερασμάτων δεν φαίνεται να συμμερίζεται η σημερινή αμερικανική κυβέρνηση. Χειρίζεται το θέμα με μεγαλύτερη λεπτότητα μεν αλλά το συντηρεί στην επικαιρότητα καθώς δεν επιβεβαιώνει αλλά ούτε αποκλείει την περίπτωση να έχει χρησιμοποιηθεί κάποιο όπλο νέας τεχνολογίας κατά των διπλωματών του.
Από κάποια “ξένη δύναμη” όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση της CIA, η οποία τεχνηέντως, αφήνει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα…
(Με πληροφορίες από το ΑΠΕ – ΜΠΕ)