«Η Ουάσιγκτον ανησυχεί ότι η Τουρκία δεν είναι πλέον ο αξιόπιστος εταίρος στην περιοχή. Η ανησυχία της βασίζεται κυρίως στην απόφαση του Ερντογάν να προχωρήσει στην αγορά και εγκατάσταση των ρωσικών πυραύλων S-400, μια απόφαση που αποτελεί “κόκκινη γραμμή” για τις Ηνωμένες Πολιτείες, τόνισε ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος σε συνέντευξη του.
Μιλώντας στην εφημερίδα «Ναυτεμπορική», ο κ. Παναγιώτοπουλος υπογράμμισε ότι «πάντα» «θα υπάρχουν στην Ουάσιγκτον εκείνοι που θα υποστηρίζουν ότι “δεν πρέπει να χαθεί η Τουρκία”. Όμως η αίσθηση είναι ότι αυτοί δεν είναι τόσο πειστικοί πλέον, εξαιτίας αυτής της συμπεριφοράς της Τουρκίας».
«Επομένως», συνέχισε, «ας μην βιαζόμαστε να καταλήξουμε σε συμπεράσματα. Αυτό που προέχει είναι να κάνουμε εμείς τη δουλειά μας σε διπλωματικό επίπεδο, ώστε οι Αμερικανοί να πειστούν πως ο αξιόπιστος εταίρος στην περιοχή είναι η Ελλάδα. Έχουμε σημειώσει σημαντικά θετικά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή».
Ξεκαθάρισε ότι «οι εντάσεις με την Τουρκία δεν είναι προς το συμφέρον κανενός. Σίγουρα υπάρχει εκνευρισμός εκ μέρους τους, όταν βλέπουν ότι η ελληνική κυβέρνηση προχωρά και υπογράφει συμφωνίες που θωρακίζουν τη χώρα. Το δικό μας καθήκον είναι ακριβώς αυτή η θωράκιση της χώρας, έναντι κάθε απειλής σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον με ανησυχητικές τάσεις αστάθειας».
Επανέλαβε, δε, πως «ό,τι απειλείται, δεν αποστρατιωτικοποιείται. Όσο εκτιμά η Ελλάδα ότι υφίσταται στρατιωτική απειλή για τα νησιά της, τόσο διατηρεί το δικαίωμα να οργανώσει την άμυνά της σε αυτά, όπως και σε κάθε σπιθαμή του εδάφους της».
Αναφερόμενος στην πρόσφατη συνάντησή του με τον τούρκο υπουργό ‘Αμυνας Χουλουσί Ακάρ, ο κ. Παναγιωτόπουλος υπογράμμισε ότι συζητήθηκε το γεγονός πως «η διατήρηση ανοικτών διαύλων επικοινωνίας ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία» είναι χρήσιμη και τόνισε: «Για να γίνουν βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση χρειάζεται να γίνουν βήματα για τη βελτίωση του κλίματος και τήρηση των αρχών καλής γειτονίας».
Για το ΝΑΤΟ και την επικείμενη επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Ρωσία, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας επισήμανε: «Πρόσφατα εγκαινιάσαμε στα Χανιά το Κέντρο Αριστείας Ενοποιημένης Αντιαεροπορικής και Αντιπυραυλικής ‘Αμυνας του ΝΑΤΟ. Αυτό είναι μια υποδομή όχι αμιγώς στρατιωτική, αλλά υποστηρικτική προς το NATO. Οι εχθροί της Συμμαχίας είναι γνωστοί. Ας μην επικεντρωθούμε στη Ρωσία, για την οποία άλλωστε πρόσφατα υποστήριξα στην Εσθονία ότι πρέπει να υπάρχει δίαυλος επικοινωνίας βάσει της διπλής προσέγγισης (επικοινωνία – αποτροπή)».
«Οι γεωπολιτικές προκλήσεις», ξεκαθάρισε, «είναι πολλές και σύνθετες. Το γεωπολιτικό περιβάλλον εμφανίζει ισχυρές τάσεις αστάθειας με αναδυόμενες περιοχές μεγάλης έντασης σε διάφορά σημεία του πλανήτη (Ειρηνικός, Κίνα, Αφρική, Μέση Ανατολή, κλπ.)».
Για τη συμμετοχή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας στα εξοπλιστικά προγράμματα των Ενόπλων Δυνάμεων, ανέφερε: «Βασικός στόχος της κυβέρνησης ήταν και παραμένει η ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας ώστε να καταστεί παραγωγική, λειτουργική και ανταγωνιστική».
Ειδικότερα, για την ΕΑΒ, τόνισε ότι «το βασικό project είναι η αναβάθμιση 84 F-16 στην εκδοχή “Viper”. Το πρόγραμμα προχωρά».
«Επιθυμούμε», συμπλήρωσε, «τη ναυπήγηση πλοίων για το Πολεμικό Ναυτικό σε ναυπηγεία της χώρας μας. Θυμίζω ότι εντός του 2022 θα παραδοθεί και η τελευταία από τις επτά πυραυλακάτους που άρχισαν να ναυπηγούνται το 2001. Σε ελληνικό ναυπηγείο θα κατασκευαστούν και κορβέτες, όταν με το καλό συμφωνήσουμε».
Όσον αφορά στα Ελληνική Αμυντικά Συστήματα, «στόχος», είπε, «είναι να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα της εταιρείας ώστε να προσελκύσει προγράμματα που θα στηρίξουν το μέλλον της. Ένα τέτοιο θα μπορούσε να είναι το πρόγραμμα του “Εθνικού Τυφεκίου”, όταν επιλεγεί ο ξένος οίκος που θα έρθει στην Ελλάδα να το αναπτύξει με όρους συμπαραγωγής, όπως απαιτούμε με τα ΕΑΣ».